Όλοι γνωρίζουμε την αρχαία Κόρινθο και το Αργος. Πόσοι όμως ξέρουμε κάτι για την αρχαία Σικυώνα,
που βρίσκεται μόλις 18 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Κορίνθου και που
ήταν ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα τέχνης της αρχαιότητας; Μια σοβαρή
ένδειξη της ακμής της αρχαίας αυτής πόλης κράτους είναι ο θησαυρός των Σικυωνίων (5ος αι. π.X.) στους Δελφούς, τον οποίο είναι δύσκολο να ξεχάσει όποιος επισκεφθεί τους Δελφούς.
H Σικυώνα ήκμασε κατά την αρχαϊκή περίοδο κάτω από την τυραννία των
Ορθαγοριδών και ιδιαίτερα του Κλεισθένη, παππού του Κλεισθένη των
Αθηνών, που θεμελίωσε τη δημοκρατία.
Από τις αρχές του 5ου αι. π.X., την περίοδο των Περσικών πολέμων, αποκαταστάθηκε η τοπική αριστοκρατία, ώσπου τον 4ο αι. π.X. η πόλη βρέθηκε υπό τη σύντομη κυριαρχία του Επαμεινώνδα των Θηβών και έπειτα των Μακεδόνων. Μετά την καταστροφή της Κορίνθου από τους Ρωμαίους το 146 π.X. η Σικυώνα γνώρισε νέα άνθηση, αλλά το 87 π.X. λεηλατήθηκε από τον Σύλλα.
Ήδη από την αρχαϊκή περίοδο η Σικυώνα διακρίθηκε στη γλυπτική, τη ζωγραφική και τη μεταλλοτεχνία. Ο Σικυώνιος γλύπτης Κάναχος των τελών του 6ου αι. π.X. ήταν αυτός που εισήγαγε την κατασκευή κολοσσιαίων αγαλμάτων. Πολλοί άλλοι ονομαστοί γλύπτες ακολούθησαν και συνετέλεσαν στη διάδοση της φήμης της σχολής της γλυπτικής της Σικυώνας. Το όνομα του Κλέωνος Σικυώνιου (Κλέων Σικυώνιος εποίησεν) των αρχών του 4ου αι. π.X. μπορεί και σήμερα να το διακρίνει κανείς χαραγμένο στη βάση ενός από τους Ζάνες (αγάλματα του Διός στημένα αμέσως πριν από την είσοδο του σταδίου στην Ολυμπία), τα οποία κατασκευάζονταν με χρήματα από πρόστιμα που επιβάλλονταν σε αθλητές, οι οποίοι παραβίαζαν τους κανόνες των Ολυμπιακών Αγώνων και δέχονταν δωροδοκίες.
Το σχέδιο και η ζωγραφική
Αλλά και η ζωγραφική σχολή της Σικυώνας ήταν περίφημη στην αρχαιότητα. Σύμφωνα με την παράδοση, η ζωγραφική και το σχέδιο θεμελιώθηκαν και τελειοποιήθηκαν εκεί. Αρκεί να αναφερθεί ότι ο μεγαλύτερος ζωγράφος της αρχαιότητας, ο Απελλής (352-308 π.X.), ο αγαπημένος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, σπούδασε στη Σικυώνα και πλήρωσε ένα μεγάλο ποσό στη σχολή για να φοιτήσει. H παράδοση λέει ότι το έργο του Απελλή στον ναό της Αρτέμιδος στην Εφεσο παρουσίαζε τον Αλέξανδρο να κρατάει κεραυνό προσομοιάζοντάς τον με τον Δία και τα δάχτυλα του χεριού που κρατούσε τον κεραυνό νόμιζε κανείς πως έβγαιναν από την εικόνα. H πολύ αξιόλογη καλλιτεχνική παράδοση της Σικυώνας διατηρήθηκε μέχρι τη ρωμαϊκή εποχή.
Το 303 π.X. είναι σημαντικό ορόσημο, διότι ο Μακεδόνας Δημήτριος ο πολιορκητής μετέφερε την πόλη σε πιο ασφαλή θέση. H αρχαϊκή και κλασσική Σικυώνα ήταν παραθαλάσσια και βρισκόταν εκεί περίπου που είναι το σημερινό Κιάτο. Ο Δημήτριος, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Πλούταρχου, τη μετέφερε ψηλότερα, στους ανατολικούς πρόποδες της αρχαίας ακρόπολης κοντά στο σημερινό χωριό Βασιλικό. H νέα πόλη προσωρινά μόνο ονομάστηκε Δημητριάς.
H πρόσβαση μετ' εμποδίων
Την ελληνιστική λοιπόν Σικυώνα μπορεί κανείς να επισκεφθεί σήμερα. Ενας πανέμορφος αρχαιολογικός χώρος, στον οποίο δεσπόζει το ελληνιστικό θέατρο, που σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση και έχει θέα προς τη θάλασσα. Εκτός από τη σκηνή, την ορχήστρα και τα εδώλια του θεάτρου, ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν οι δύο κεραμοσκεπείς δίοδοι μήκους 16 μέτρων, που βλέπει κανείς στα δύο άκρα που οδηγούν στο άνω διάζωμα και εξυπηρετούσαν την είσοδο και έξοδο των θεατών.
Εκτός από το θέατρο, η πόλη έχει να επιδείξει μία σειρά από κτίρια χαρακτηριστικά των ελληνιστικών πόλεων: ναό αφιερωμένο στην κεντρική θεότητα (Αρτεμη ή Απόλλωνα), στοά, βουλευτήριο, που ήταν το κέντρο της ελληνιστικής αγοράς, μεγάλο γυμνάσιο διαμορφωμένο σε δύο επίπεδα και στάδιο στα βορειοδυτικά του θεάτρου.
Πώς φτάνει όμως κανείς ως εκεί; Από την εθνική οδό παίρνει την έξοδο για Κιάτο. Αυτό πρέπει κανείς να το συμπεράνει παρατηρώντας τον χάρτη, διότι πινακίδα δεν υπάρχει. Όταν φτάσει στα πρώτα κατοικημένα σημεία της ευρύτερης περιοχής του Κιάτου, πρέπει να ρωτήσει, διότι σήμανση δεν υπάρχει. Περνάει κανείς κάποιες σιδηροδρομικές γραμμές και στρίβει αμέσως δεξιά και μετά πάλι δεξιά, αν βέβαια έχει επιστρατεύσει όλη του την προσοχή και δεν έχει προσπεράσει την επίμαχη διασταύρωση. Από κει και πέρα ξεκινάει μια ανοδική πορεία, η οποία έχει κατά διαστήματα μικρές πινακίδες, όμως η αίσθηση ανασφάλειας του οδηγού παραμένει. Γιατί άραγε να μην υπάρχει σήμανση που να βοηθά τον επισκέπτη να πηγαίνει εύκολα στον προορισμό του;
Ημίδραχμο της Αχαϊκής Συμπολιτείας, 250 π.Χ.
Όταν φτάσει ο επισκέπτης στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου εντυπωσιάζεται, καθώς αντικρίζει απέναντί του το κοίλο του θεάτρου και στα δεξιά του το τοπικό μουσείο. Το μουσείο αυτό είναι από τα πιο ωραία κτίσματα που μπορεί κανείς να φανταστεί. Είναι και αυτό ένα μνημείο, καθώς είναι το αρχικό πλινθόκτιστο υστερορρωμαϊκό λουτρό, του οποίου οι τοίχοι διατηρούνταν σε πολύ καλή κατάσταση και το κτίσμα αυτό μετατράπηκε σε μουσείο στα τέλη της δεκαετίας του 1930. H αυλή του, στην οποία έχουν τοποθετηθεί αρχαία, περικλείεται από πλινθόκτιστους τοίχους και έχει μία σιδερένια καγκελόπορτα, από την οποία μπορεί κανείς να δει το εσωτερικό της αυλής. Χάρμα οφθαλμών!
Το μουσείο όμως είναι κλειστό εδώ και 20 χρόνια. Ο φύλακας στον οποίο μιλήσαμε μας είπε χαρακτηριστικά: «Ξέρεις τι θα πει να φυλάς ένα κλειστό μουσείο για 20 χρόνια;». Πράγματι, πολύ λυπηρό.
Προφανώς λείπουν κάποια χρήματα για να μπορέσει να ανοίξει αυτό το εξαίρετο, αν μη τι άλλο, κτίσμα στο κοινό.
Οι έρευνες και τα ευρήματα
Οι ανασκαφές στη Σικυώνα άρχισαν στα τέλη του 19ου αιώνα από την Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών. Κατόπιν συνεχίστηκαν από την Αρχαιολογική Εταιρεία με τον A. Φιλαδελφέα (1920-26) και τον Αναστάσιο Ορλανδό (1935-41 και 1951-54). Πιο πρόσφατα (1984) ανασκαφικές έρευνες διεξήγαγε η πρώην έφορος Αρχαιοτήτων κυρία Π. Κρυστάλλη-Βότση. Υπεύθυνη για τις ανασκαφές όλου του αρχαιολογικού χώρου και της ευρύτερης περιοχής είναι η 4η Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων.
ΠΗΓΗ arxaia-ellinika
Από τις αρχές του 5ου αι. π.X., την περίοδο των Περσικών πολέμων, αποκαταστάθηκε η τοπική αριστοκρατία, ώσπου τον 4ο αι. π.X. η πόλη βρέθηκε υπό τη σύντομη κυριαρχία του Επαμεινώνδα των Θηβών και έπειτα των Μακεδόνων. Μετά την καταστροφή της Κορίνθου από τους Ρωμαίους το 146 π.X. η Σικυώνα γνώρισε νέα άνθηση, αλλά το 87 π.X. λεηλατήθηκε από τον Σύλλα.
Ήδη από την αρχαϊκή περίοδο η Σικυώνα διακρίθηκε στη γλυπτική, τη ζωγραφική και τη μεταλλοτεχνία. Ο Σικυώνιος γλύπτης Κάναχος των τελών του 6ου αι. π.X. ήταν αυτός που εισήγαγε την κατασκευή κολοσσιαίων αγαλμάτων. Πολλοί άλλοι ονομαστοί γλύπτες ακολούθησαν και συνετέλεσαν στη διάδοση της φήμης της σχολής της γλυπτικής της Σικυώνας. Το όνομα του Κλέωνος Σικυώνιου (Κλέων Σικυώνιος εποίησεν) των αρχών του 4ου αι. π.X. μπορεί και σήμερα να το διακρίνει κανείς χαραγμένο στη βάση ενός από τους Ζάνες (αγάλματα του Διός στημένα αμέσως πριν από την είσοδο του σταδίου στην Ολυμπία), τα οποία κατασκευάζονταν με χρήματα από πρόστιμα που επιβάλλονταν σε αθλητές, οι οποίοι παραβίαζαν τους κανόνες των Ολυμπιακών Αγώνων και δέχονταν δωροδοκίες.
Το σχέδιο και η ζωγραφική
Αλλά και η ζωγραφική σχολή της Σικυώνας ήταν περίφημη στην αρχαιότητα. Σύμφωνα με την παράδοση, η ζωγραφική και το σχέδιο θεμελιώθηκαν και τελειοποιήθηκαν εκεί. Αρκεί να αναφερθεί ότι ο μεγαλύτερος ζωγράφος της αρχαιότητας, ο Απελλής (352-308 π.X.), ο αγαπημένος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, σπούδασε στη Σικυώνα και πλήρωσε ένα μεγάλο ποσό στη σχολή για να φοιτήσει. H παράδοση λέει ότι το έργο του Απελλή στον ναό της Αρτέμιδος στην Εφεσο παρουσίαζε τον Αλέξανδρο να κρατάει κεραυνό προσομοιάζοντάς τον με τον Δία και τα δάχτυλα του χεριού που κρατούσε τον κεραυνό νόμιζε κανείς πως έβγαιναν από την εικόνα. H πολύ αξιόλογη καλλιτεχνική παράδοση της Σικυώνας διατηρήθηκε μέχρι τη ρωμαϊκή εποχή.
Το 303 π.X. είναι σημαντικό ορόσημο, διότι ο Μακεδόνας Δημήτριος ο πολιορκητής μετέφερε την πόλη σε πιο ασφαλή θέση. H αρχαϊκή και κλασσική Σικυώνα ήταν παραθαλάσσια και βρισκόταν εκεί περίπου που είναι το σημερινό Κιάτο. Ο Δημήτριος, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Πλούταρχου, τη μετέφερε ψηλότερα, στους ανατολικούς πρόποδες της αρχαίας ακρόπολης κοντά στο σημερινό χωριό Βασιλικό. H νέα πόλη προσωρινά μόνο ονομάστηκε Δημητριάς.
H πρόσβαση μετ' εμποδίων
Την ελληνιστική λοιπόν Σικυώνα μπορεί κανείς να επισκεφθεί σήμερα. Ενας πανέμορφος αρχαιολογικός χώρος, στον οποίο δεσπόζει το ελληνιστικό θέατρο, που σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση και έχει θέα προς τη θάλασσα. Εκτός από τη σκηνή, την ορχήστρα και τα εδώλια του θεάτρου, ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν οι δύο κεραμοσκεπείς δίοδοι μήκους 16 μέτρων, που βλέπει κανείς στα δύο άκρα που οδηγούν στο άνω διάζωμα και εξυπηρετούσαν την είσοδο και έξοδο των θεατών.
Εκτός από το θέατρο, η πόλη έχει να επιδείξει μία σειρά από κτίρια χαρακτηριστικά των ελληνιστικών πόλεων: ναό αφιερωμένο στην κεντρική θεότητα (Αρτεμη ή Απόλλωνα), στοά, βουλευτήριο, που ήταν το κέντρο της ελληνιστικής αγοράς, μεγάλο γυμνάσιο διαμορφωμένο σε δύο επίπεδα και στάδιο στα βορειοδυτικά του θεάτρου.
Πώς φτάνει όμως κανείς ως εκεί; Από την εθνική οδό παίρνει την έξοδο για Κιάτο. Αυτό πρέπει κανείς να το συμπεράνει παρατηρώντας τον χάρτη, διότι πινακίδα δεν υπάρχει. Όταν φτάσει στα πρώτα κατοικημένα σημεία της ευρύτερης περιοχής του Κιάτου, πρέπει να ρωτήσει, διότι σήμανση δεν υπάρχει. Περνάει κανείς κάποιες σιδηροδρομικές γραμμές και στρίβει αμέσως δεξιά και μετά πάλι δεξιά, αν βέβαια έχει επιστρατεύσει όλη του την προσοχή και δεν έχει προσπεράσει την επίμαχη διασταύρωση. Από κει και πέρα ξεκινάει μια ανοδική πορεία, η οποία έχει κατά διαστήματα μικρές πινακίδες, όμως η αίσθηση ανασφάλειας του οδηγού παραμένει. Γιατί άραγε να μην υπάρχει σήμανση που να βοηθά τον επισκέπτη να πηγαίνει εύκολα στον προορισμό του;
Ημίδραχμο της Αχαϊκής Συμπολιτείας, 250 π.Χ.
Όταν φτάσει ο επισκέπτης στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου εντυπωσιάζεται, καθώς αντικρίζει απέναντί του το κοίλο του θεάτρου και στα δεξιά του το τοπικό μουσείο. Το μουσείο αυτό είναι από τα πιο ωραία κτίσματα που μπορεί κανείς να φανταστεί. Είναι και αυτό ένα μνημείο, καθώς είναι το αρχικό πλινθόκτιστο υστερορρωμαϊκό λουτρό, του οποίου οι τοίχοι διατηρούνταν σε πολύ καλή κατάσταση και το κτίσμα αυτό μετατράπηκε σε μουσείο στα τέλη της δεκαετίας του 1930. H αυλή του, στην οποία έχουν τοποθετηθεί αρχαία, περικλείεται από πλινθόκτιστους τοίχους και έχει μία σιδερένια καγκελόπορτα, από την οποία μπορεί κανείς να δει το εσωτερικό της αυλής. Χάρμα οφθαλμών!
Το μουσείο όμως είναι κλειστό εδώ και 20 χρόνια. Ο φύλακας στον οποίο μιλήσαμε μας είπε χαρακτηριστικά: «Ξέρεις τι θα πει να φυλάς ένα κλειστό μουσείο για 20 χρόνια;». Πράγματι, πολύ λυπηρό.
Προφανώς λείπουν κάποια χρήματα για να μπορέσει να ανοίξει αυτό το εξαίρετο, αν μη τι άλλο, κτίσμα στο κοινό.
Οι έρευνες και τα ευρήματα
Οι ανασκαφές στη Σικυώνα άρχισαν στα τέλη του 19ου αιώνα από την Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών. Κατόπιν συνεχίστηκαν από την Αρχαιολογική Εταιρεία με τον A. Φιλαδελφέα (1920-26) και τον Αναστάσιο Ορλανδό (1935-41 και 1951-54). Πιο πρόσφατα (1984) ανασκαφικές έρευνες διεξήγαγε η πρώην έφορος Αρχαιοτήτων κυρία Π. Κρυστάλλη-Βότση. Υπεύθυνη για τις ανασκαφές όλου του αρχαιολογικού χώρου και της ευρύτερης περιοχής είναι η 4η Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων.
ΠΗΓΗ arxaia-ellinika
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου