Τὸ τραγούδι καὶ ὁ χορὸς εἶναι τόσο παλιὰ
ὅσο καὶ ο κόσμος, καὶ δὲν εἶναι διόλου παράξενο ποὺ ὁ Ὅμηρος κάνει
πλεῖστες ἀναφορὲς σὲ τραγουδιστές, σὲ τραγούδια καὶ σὲ χοροὺς μὲ
ἀξεπέραστο τρόπο ποὺ μόνο ἐκεῖνος γνώριζε. Τὸ τραγούδι ἐκφράζει ἔντονα
πάθη ψυχῆς,χαρά, λύπη, πόνο, νοσταλγία, ἔρωτα, ἐνῶ ὁ χορὸς εἶναι
ὁλοκληρωμένη ἔκφραση τοῦ ψυχικοῦ κόσμου, διότι συνδυάζει ἁρμονικὰ τὸν
λόγο, τὴ μελωδία, τὴ μουσικὴ καὶ τὴν κίνηση.
Ἡ ἐπίκληση τῆς Μούσας στὸν πρῶτο στίχο τῆς Ἰλιάδος «Μῆνιν ἄειδε θεά» καθιστᾶ σαφῆ τὸν ρόλο τῆς θεᾶς καὶ τοῦ στιχοπλόκου. Ἡ πρώτη ἐγείρει καὶ ἐμπνέει τὴν φαντασία τοῦ δημιουργοῦ καὶ ὁ δημιουργὸς οἰστρηλατούμενος πλέκει μὲ μουσικὸ ρυθμὸ τοὺς στίχους, μὲ τοὺς ὁποίους ἐξυμνεῖ κλέα ἀνδρῶν. Οἱ σημασίες τοῦ ρήματος ἀείδω ποικίλλουν ἀνάλογα μὲ τὴχρήση του: ἐμπνέω ἐπὶ θεῶν (Α1), ψάλλω τὸν παιάνα (Α473), ἐπὶ ἀνθρώπων τραγουδῶ/ἐξυμνῶ (Β598, Ι189/191, Λ473, α154/325, θ489, ξ464, ρ385), ἐπὶ πτηνῶν κελαδῶ/λαλῶ (τ519), ἐπὶ τόξου περνῶ σφυρίζοντας (φ411).
Ἡ ἐπίκληση τῆς Μούσας στὸν πρῶτο στίχο τῆς Ἰλιάδος «Μῆνιν ἄειδε θεά» καθιστᾶ σαφῆ τὸν ρόλο τῆς θεᾶς καὶ τοῦ στιχοπλόκου. Ἡ πρώτη ἐγείρει καὶ ἐμπνέει τὴν φαντασία τοῦ δημιουργοῦ καὶ ὁ δημιουργὸς οἰστρηλατούμενος πλέκει μὲ μουσικὸ ρυθμὸ τοὺς στίχους, μὲ τοὺς ὁποίους ἐξυμνεῖ κλέα ἀνδρῶν. Οἱ σημασίες τοῦ ρήματος ἀείδω ποικίλλουν ἀνάλογα μὲ τὴχρήση του: ἐμπνέω ἐπὶ θεῶν (Α1), ψάλλω τὸν παιάνα (Α473), ἐπὶ ἀνθρώπων τραγουδῶ/ἐξυμνῶ (Β598, Ι189/191, Λ473, α154/325, θ489, ξ464, ρ385), ἐπὶ πτηνῶν κελαδῶ/λαλῶ (τ519), ἐπὶ τόξου περνῶ σφυρίζοντας (φ411).