Αναστάτωση και ποικίλα σχόλια έχουν προκληθεί στα κοινωνικά δίκτυα από τη συνειδητοποίηση ότι η εξοπλιστική σχέση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ φαίνεται πλέον καθαρά ότι είναι όμηρος της γεωπολιτικής, δηλαδή από την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ασχέτως του τι υποστηρίζεται από τους εκάστοτε χειροκροτητές κάθε πολιτικής εξουσίας και τους εθισμένους στην ιδεολογική προσέγγιση με όρους άσπρο-μαύρο, “καλοί”-“κακοί”.
Του Ζαχαρία Μίχα
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Η προσπάθεια της Ουάσιγκτον να συγκρατήσει με κάθε τρόπο την Τουρκία στο δυτικό μαντρί, οδηγεί σε επιλογές που αποδεικνύουν, στο τέλος της ημέρας, τη γενική πρωτοκαθεδρία της γεωπολιτικής έναντι της οικονομίας. Η Ελλάδα δυσκολεύεται να προσαρμοστεί σε αυτή την πραγματικότητα, αν και έστω με καθυστέρηση πολλών χρόνων, δείχνει να πραγματοποιεί κάποια βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Ο εξοβελισμός της Τουρκίας από το πρόγραμμα του μαχητικού αεροσκάφους πέμπτης γενιάς F-35 Lightning II είναι το πιο κραυγαλέο αποδεικτικό στοιχείο της πρωτοκαθεδρίας των γεωπολιτικών υπολογισμών. Η αμερικανική βιομηχανία χάνει έναν πελάτη που σε βάθος χρόνου θα κατέβαλλε δεκάδες δισ. δολάρια για να προμηθευτεί 100+ αεροσκάφη και για να αλλάξει αυτή η πραγματικότητα, πρέπει να έχει πρώτα επιτευχθεί η προσαρμογή της Άγκυρας στις γεωστρατηγικές προτεραιότητες της Ουάσιγκτον.
Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί εμφατικά ότι η εμπειρία έχει αποδείξει πως τα φουσκωμένα νούμερα περί των προθέσεων των χωρών να συμμετάσχουν σε ένα εξοπλιστικό-βιομηχανικό πρόγραμμα, στόχο έχουν να εξασφαλίσουν περισσότερο βιομηχανικό έργο. Η οικονομική πραγματικότητα τις οδηγεί σε αναδίπλωση, έχοντας όμως εξασφαλίσει πλούσιο έργο για την εγχώρια αμυντική βιομηχανία και η υπαναχώρηση από τα συμφωνηθέντα δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Εφαρμοζόμενα στο πλαίσιο των ελληνοτουρκικών, τα ανωτέρω καταδεικνύουν ότι η ανάγκη τήρησης ισορροπιών από την πλευρά των ΗΠΑ περιπλέκει και τις εξοπλιστικές σχέσεις στο διμερές ελληνοαμερικανικό επίπεδο. Ενώ στο παρελθόν η Ουάσιγκτον τηρούσε το “7 προς 10” που εκπροσωπούσε την αμερικανική εκτίμηση περί ισορροπημένης προσέγγισης απέναντι σε δυο συμμάχους στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, η κατάσταση σήμερα έχει αντιστραφεί. Ενώ οι Αμερικανοί έβγαιναν κερδισμένοι οικονομικά από την ανάγκη της μια πλευράς να εξισορροπήσει στρατιωτικά το εξοπλιστικά πλεονέκτημα της άλλης, πουλώντας και στους δύο, σήμερα φαίνεται πως είναι υποχρεωμένοι να καταγράφουν οικονομική ζημία.
Μια ζημιά όμως που πηγάζει από το δόγμα του βαθέος αμερικανικού κράτους περί της “αναντικατάστατης Τουρκίας”. Εν ολίγοις, άπαξ και η εξοπλιστική πόρτα έκλεισε για τους Τούρκους και τουλάχιστον για οπλικά συστήματα τεχνολογίας αιχμής, όπως τα F-35, που θεωρητικά μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τη στρατιωτική ισορροπία, η Ουάσιγκτον δυσκολεύεται να τα αποδεσμεύσει και για την ελληνική πλευρά!
Σε αυτό το επίπεδο, οι ενστάσεις που έχουν διατυπωθεί –και από τον υπογράφοντα– για την με οικονομικούς και επιχειρησιακούς όρους προτεραιότητα της απόκτησης του συγκεκριμένου αεροσκάφους, μπορεί να θεωρηθεί ότι τελικά… ρίχνουν νερό στον μύλο των Αμερικανών! Τα ίδια επιχειρήματα μπορούν να επικαλεστούν για να δικαιολογηθεί η καθυστέρηση της αποδέσμευσης των αεροσκαφών με τη μορφή της “Επιστολής Προσφοράς προς Αποδοχή” (LOA: letter of Offer and Acceptance), η οποία αναμενόταν προ των εθνικών εκλογών του Ιουνίου!
Στο μεταξύ, η εξέλιξη με τις ελληνοτουρκικές επαφές με στόχο την αποκλιμάκωση και τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων για να εξευρεθεί κάποια λύση τουλάχιστον στο ζήτημα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας / ΑΟΖ, ερμηνεύει πειστικά την απροθυμία της Ουάσιγκτον να προχωρήσει σε κινήσεις, οι οποίες στην Τουρκία θα ερμηνεύονταν σαν αμερικανική μεροληψία υπέρ της Αθήνας. Αυτό θα διακινδύνευε να οδηγήσει σε εκ νέου σκλήρυνση της τουρκικής στάσης, η οποία θα επηρέαζε πολλά από τα μέτωπα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, προεξάρχοντος αυτού της Ουκρανίας.
Φαίνεται όμως πλέον ότι η πολιτική των Αμερικανών αφορά και τα σύγχρονα όπλα που φέρουν οι πλατφόρμες που εμπορεύεται η Ουάσιγκτον με τους συμμάχους της. Η μη αποδέσμευση αερομεταφερόμενων όπλων, τόσο για τα μαχητικά F-16 όσο και τα F-35 με το ίδιο σκεπτικό της μη διατάραξης του περιφερειακού στρατιωτικού ισοζυγίου, απαξιώνει την επένδυση που καλείται να πραγματοποιήσει η ελληνική πλευρά. Οι πλατφόρμες δεν πολεμούν μόνες τους, ενώ ακόμα και στην περίπτωση των F-35 που κάνουν κι άλλες δουλειές, υπάρχει επικάλυψη με τις δυνατότητες άλλων συστημάτων που ήδη βρίσκονται στο ελληνικό οπλοστάσιο.
Αυτός είναι και ο λόγος που ο υπογράφων έχει κατ’ επανάληψη επιχειρηματολογήσει υπέρ της σύνδεσης της απόκτησης των F-35, με κόστος περί τα 4 δισ. ευρώ για την πρώτη πολεμική Μοίρα, με την αποδέσμευση των όπλων που επιθυμεί το ελληνικό αεροπορικό Επιτελείο (π.χ. ο πύραυλος αέρος-αέρος AIM-120D AMRAAM, ο αντιπλοϊκός πύραυλος AGM-158C LRASM και τα μακρού πλήγματος AGM-158B-2 JASSM-ER και Joint Strike Missile – JSM). Είχε επίσης επισημανθεί η ανοησία της πρακτικής που ακολουθούσε η Ελλάδα να μην καταθέτει επισήμως αίτημα, προτού πραγματοποιηθεί διερεύνηση των προθέσεων των Αμερικανών και ληφθεί θετικό σήμα, καθότι ακόμα και μια αρνητική απάντηση θα ενίσχυε την ελληνική διαπραγματευτική ισχύ…
Φαίνεται πως αυτό έχει αρχίσει να αλλάζει, με την αναζήτηση εναλλακτικών επιλογών για την εξασφάλιση συγκεκριμένων επιχειρησιακών δυνατοτήτων. Σε αυτή την περίπτωση εντάσσονται οι ισραηλινής προέλευσης συλλογές κατεύθυνσης της οικογένειας SPICE (RAFAEL) και οι πύραυλοι Rampage (ELBIT). Αμφότερα τα προγράμματα βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο, οι συμβάσεις έχουν καταρτιστεί και ελεγχθεί σύμφωνα με τις διαδικασίες.
Σύμφωνα δε με απόλυτα αξιόπιστες πληροφορίες, το πρόγραμμα των Rampage εγκρίθηκε τις προηγούμενες ημέρες, διά περιφοράς, από το ΚΥΣΕΑ και πολύ σύντομα αναμένεται να ακολουθήσει η έγκριση και της απόκτησης των Spice. Ωστόσο, για την τελευταία περίπτωση τουλάχιστον, η επιχειρησιακή απαίτηση ξεπερνά τη δεκαπενταετία!
Η εξασφάλιση δυνατοτήτων κρούσης εναντίον στόχων επιφανείας από μεγάλες αποστάσεις (stand-off) είναι κρίσιμης σημασίας για την ελληνική άμυνα. Ενισχύουν θεαματικά την ελληνική αποτροπή έναντι της απειλής του τουρκικού Ναυτικού και ταυτόχρονα επιτρέπουν την προσβολή στόχων στο εσωτερικό της Τουρκίας. Υπενθυμίζεται, ότι μέχρι σχετικά πρόσφατα, η Πολεμική Αεροπορία θα έπρεπε να εμπλακεί σε “αποστολές αυτοκτονίας” για να πλήξει τα τουρκικά πλοία σε περίπτωση σύρραξης με τους –κατασκευασμένους πρωτίστως για αντιαρματικό ρόλο– πυραύλους AGM-65G Maverick με την πιθανότητα απώλειας φίλιων αεροσκαφών να είναι απαράδεκτα υψηλή.
Κατά συνέπεια, η ενίσχυση της αποτροπής μέσω των εν λόγω προμηθειών που θα εξασφαλίσουν πολύ αποτελεσματικότερο έλεγχο των τουρκικών κινήσεων στη θάλασσα, εκθέτουν την τουρκική ενδοχώρα σε κίνδυνο προσβολής και αγοράζουν χρόνο για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις ώστε να αποφύγουν την κατασπατάληση πόρων για την προμήθεια ακατάλληλων ναυτικών πλατφορμών, με στόχο «να εξασφαλιστούν πλώρες». Η εξοικονόμηση κονδυλίων που αυτό συνεπάγεται, σε βάθος χρόνου θα μπορεί να κατευθυνθεί σε καινούργιες ναυπηγήσεις, σταματώντας την ανακύκλωση των γνωστών αδιεξόδων του παρελθόντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου