Γεννήθηκε στις 23 Μαρτίου 1926 στο χωριό Αυγόρου της επαρχίας Αμμοχώστου. Γονείς της, ο Χριστόδουλος Παπαγεωργίου και η Θεοτέρα Παπαγεωργίου, το γένος Αδάμου. Μεγαλωμένη σε μια φτωχή οικογένεια με αρχές, η Λουκία κατάφερε να τελειώσει το Δημοτικό και ακολούθως βγήκε στα χωράφια να βοηθήσει την οικογένειά της με τις γεωργικές εργασίες. Λίγο αργότερα, παντρεύτηκε τον συγχωριανό της Γεώργιο Λαουτάρη. Απέκτησαν έξι παιδιά, ενώ ο ερχομός του έβδομου παιδιού ήταν καθ’ οδόν. Η ζωή της δεν ήταν ποτέ εύκολη όντας πολύτεκνη μάνα.
Η Λουκία άφησε το δικό της στίγμα στον αγώνα της ΕΟΚΑ. Μαζί με άλλες γυναίκες συχνά μετέφερε και έκρυβε όπλα, φυλλάδια και προκηρύξεις. Στο περιβόλι της στο Αυγόρου, μαζί με τον σύζυγό της διατηρούσαν κρησφύγετο όπου έβρισκαν ασφαλές καταφύγιο οι καταζητούμενοι αντάρτες. Το καλοκαίρι του 1958, όμως, ήταν διαφορετικό. Έμελλε να ήταν το τελευταίο της. Στις 4 Ιουλίου 1958 η τοπική οργάνωση της ΕΟΚΑ στο Αυγόρου μετά από οδηγίες τοποθέτησε συνθήματα στο χωριό. Οι Άγγλοι τα κατέβασαν. Ξεσηκωμός και διαμαρτυρίες επικράτησαν. Την επόμενη μέρα τα συνθήματα αναρτήθηκαν ξανά. Οι Άγγλοι συνέλαβαν ένα 15χρονο αγόρι, τον Κυριάκο Μακρή, τον οποίο κτύπησαν με ρόπαλα αφού αρνήθηκε να κατεβάσει τα συνθήματα. Στο χωριό σήμανε συναγερμός. Στον ήχο της καμπάνας έτρεξαν όλοι. Η Λουκία δεν έμεινε αμέτοχη. Εκείνη την στιγμή έκανε μπάνιο τη μικρή της κόρη Θεοδώρα. Το καθήκον και η πατρίδα την καλούσαν. Φίλησε κι αγκάλιασε σφιχτά την κόρη της. Την παρέδωσε στην αδελφή του συζύγου της και έτρεξε να προλάβει. Εκεί στην πλατεία του χωριού μαζί με άλλες γυναίκες έδωσαν τη δική τους μάχη για να υπερασπιστούν το παιδί και την πατρίδα. Όρμησαν στους Άγγλους, άρπαξαν το παιδί και το φυγάδευσαν. Οι Άγγλοι περικύκλωσαν το πλήθος και εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον των άοπλων. Μια σφαίρα από αυτές βρήκε την Λουκία στο κεφάλι, ενώ μια δεύτερη τον συγχωριανό της Παναγιώτη Ζαχαρία. Ο θάνατος και των δύο ήταν ακαριαίος.
Η Λουκία Γεωργίου είναι η εγγονή της Λουκίας Παπαγεωργίου Λαουτάρη. Κόρη της μικρότερης θυγατέρας της αγωνίστριας. Του παιδιού που ασπάστηκε η μάνα του για τελευταία φορά πριν τη θυσία της. Δεν γνώρισε την γιαγιά της ποτέ, την γνώρισε όμως μέσα από τις πράξεις της, τις οικογενειακές φωτογραφίες, τα βιβλία, και τις διηγήσεις της μητέρας της. Μεγάλωσε έχοντας την ως πρότυπο. Πήρε από αυτήν τα εφόδια που θα την συντροφεύουν μια ζωή. Αξίες, ιδανικά, αρχές και όνειρα. Η Λουκία μίλησε στον «Φ» για την ηρωίδα γιαγιά της.
Είναι η πρώτη φορά που μιλάς για την γιαγιά σου. Πώς σου την «γνώρισε» η μητέρα σου;
H γιαγιά μου ήταν μια νέα γυναίκα γεμάτη καλοσύνη. Πάντα πρόθυμη να βοηθήσει όποιον την είχε ανάγκη, χωρίς να σκεφτεί τον κίνδυνο. Μαζί με τον παππού μου φιλοξενούσαν κρυφά αγωνιστές της ΕΟΚΑ στο σπιτάκι τους στο περιβόλι. Ήταν ένα πολύ αγαπημένο ζευγάρι, παντρεύτηκαν από έρωτα και ήταν μία πολύ στοργική μητέρα έξι παιδιών.
Αυτό που αισθάνθηκε η δική μου η μητέρα ήταν η αναστάτωση που της μετέδωσε η μητέρα της, διότι καθώς την έκανε μπάνιο, την άφησε στη μέση για να δει τι γινόταν έξω, κάτι που δεν είχε ξανασυμβεί και γι’ αυτό παραξενεύτηκε. Θυμάται ότι την έβγαλε από το μπάνιο και έτρεξε για να σώσει από τα χέρια των Άγγλων ένα 15χρονο αγόρι μαζί με άλλες συγχωριανές της. Ήταν η τελευταία φορά που την είδε ζωντανή και εκείνη η εικόνα της έμεινε χαραγμένη στη μνήμη.
Ανάμεσα στην μάνα και την κόρη υπάρχει πάντα μια ιδιαίτερη σχέση, ένας δεσμός. Η απουσία της μάνας ήταν αισθητή στο σπίτι. Ποιος αναπλήρωσε όλο αυτό το κενό που άφησε η μάνα;
Δυστυχώς η απώλεια της μητέρας σε ένα σπίτι αφήνει ένα μεγάλο και δυσαναπλήρωτο κενό. Ο θάνατος της γιαγιάς σε τόσο μικρή ηλικία -ήταν μόνο 34 ετών- ανέτρεψε τις ζωές όλων των μελών της οικογένειας. Ο παππούς μου πέρασε από ένα πολύ ισχυρό σοκ, αφού από τη μία μέρα στην άλλη χήρεψε και έπρεπε να αναθρέψει έξι μικρά παιδιά. Τότε ήταν άλλοι καιροί, υπήρχε φτώχεια και έπρεπε να δουλεύει, οπότε πώς θα μπορούσε να συνδυάσει τη δουλειά και το μεγάλωμα των μωρών; Τότε σκέφτηκε να στείλει τη μητέρα μου και τον ένα του γιο στο ορφανοτροφείο στην Αθήνα, τη μικρή του κόρη που ήταν μόνο 2 χρονών για υιοθεσία και κράτησε μαζί του τον ένα του γιο και δύο από τις κόρες του που ήταν άρρωστες με μεσογειακή αναιμία. Δυστυχώς τα δύο άρρωστα κοριτσάκια απεβίωσαν σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα με το θάνατο της μητέρας τους. Όταν συνήλθε από το σοκ ο παππούς μου πήρε τα δύο του παιδιά από ορφανοτροφείο στην Αθήνα, αλλά όσο κι αν ήθελε να πάρει και την μικρή του κόρη, την οποία έδωσε για υιοθεσία σε ένα άτεκνο ζευγάρι από τη Λευκωσία, δεν τα κατάφερε, γιατί νομικά δε μπορούσε να το κάνει. Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, ο θάνατος της γιαγιάς έπαιξε καταλυτικό ρόλο στις ζωές όλων και ήταν ένα ιδιαίτερα τραυματικό γεγονός για την οικογένεια. Ο παππούς μου δεν ξαναπαντρεύτηκε ποτέ.
«Στους πιο νεαρούς πρέπει να υπενθυμίζουμε τα γεγονότα»
Ο αγώνας και η θυσία της Λουκίας αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για την κ. Κλαίρη Αγγελίδου ώστε να γράψει ένα ποίημα για τη γιαγιά σου. Αργότερα, ο Γιώργος Θεοφάνους το μελοποίησε και το ερμήνευσε με την μοναδική της φωνή η Μαρινέλλα. Ακούγοντας το τραγούδι αυτό τι νιώσατε και ποιες σκέψεις κάνατε;
Αισθάνομαι ανάμεικτα συναισθήματα ακούγοντας αυτό το τραγούδι. Νιώθω μεγάλη συγκίνηση και περηφάνια γιατί είχα μια γιαγιά ηρωίδα, αλλά από την άλλη νιώθω και πολλή λύπη γιατί ενώ είχα μια τόσο σπουδαία γιαγιά, δεν είχα την τύχη να την γνωρίσω, να με πάρει στην αγκαλιά της, να μου πει ένα παραμύθι και να κάνει όλα αυτά τα ωραία που κάνουν οι γιαγιάδες.
Πόσο συχνά μιλάτε στα παιδιά σας για την ηρωίδα γιαγιά σας και πώς αντέδρασαν την πρώτη φορά όταν άκουσαν την ιστορία;
Τα παιδιά μου είναι πολύ μικρά για να κατανοήσουν πλήρως την ιστορία. Τους εξηγώ με πολύ απλά λόγια τα γεγονότα συνήθως όταν ετοιμαζόμαστε να πάμε στο μνημόσυνό της. Την πρώτη φορά με κοίταζαν στα μάτια και με άκουγαν με προσοχή σαν να τους έλεγα παραμυθάκι. Γνωρίζουν ότι πήρα το όνομά μου από τη γιαγιά μου.
Αισθάνεστε ότι η κοινωνία μας σήμερα γνωρίζει αρκετά για τον αγώνα των Κύπριων γυναικών που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την ελευθερία της Πατρίδας μας ή μήπως πλέον ο αγώνας αυτός και η προσφορά τους έχει ξεχαστεί;
Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνθρωποι ως επί το πλείστον σίγουρα γνωρίζουν για την προσφορά των γυναικών στον αγώνα του 1955-1959, αλλά στους πιο νεαρούς πρέπει να υπενθυμίζουμε τα γεγονότα αυτά, γιατί όντως τείνουν να ξεχαστούν μαζί και με μια γενικότερη τάση της κρίσης ηθικών αξιών που επικρατεί στην κοινωνία μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου