Της Δρ Άννας Κωνσταντινίδου , Ιστορικού- Διεθνολόγου *
Πολύ απλά δεν υπάρχουν ούτε μόνιμοι φίλοι, ούτε μόνιμοι εχθροί. Το Στρατηγικό Δόγμα ενός Κράτους, οπότε και το τί θεωρεί απειλή την εκάστοτε περίοδο, μπορεί να αλλάξει. Για την Ελλάδα από το 1974 απειλή είναι η Τουρκία. Ο ίδιος ο Ερντογάν δημοσίως ανέφερε ότι μας θεωρεί εχθρική χώρα.
Η Τουρκία δεν σέβεται ούτε Διεθνείς Συνθήκες, ούτε συμμαχίες, ούτε κατ’ επέκταση το Διεθνές Δίκαιο. Και γιατί λέω κάτι χιλιοειπωμένο;
Γιατί πολύ απλά είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας η ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ! Και τι σχέση θα πούνε κάποιοι έχει αυτό με τις σχέσεις που έχουμε εμείς με την Τουρκία; Και συνεχίζοντας κάποιοι σκωπτικά να προσεγγίζουν το θέμα, θα αντιτείνουν ότι πλανώμεθα πλάνη οικτρά αν πιστέψουμε ότι όσα περισσότερα μέλη στη Συμμαχία, τόσο περισσότερο θα καμφθεί η προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας. Ενώ κάποιοι άλλοι θα θυμηθούν πώς μας συμπεριφέρθηκαν οι Φινλανδοί στο καιρό της οικονομικής κρίσης, επιδιώκοντας την αποπομπή μας από την ευρωπαϊκή, νομισματική ένωση (και ειδικά για αυτό το τελευταίο, έγραψα στην αρχή του κειμένου ότι δεν υπάρχουν μόνιμοι εχθροί ή μόνιμοι φίλοι, εστιάζοντας κάτω από ποιο πλαίσιο οφείλουμε να δούμε την ένταξη ιδίως της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ).
Πολύ τελευταία, είχαμε κάνει μία ανάρτηση για τα Νησιά Άαλαντ (ή πιο γνωστά ως Ώλαντ) και πώς ο ίδιος ο Γιαϊτζί, ο “πατέρας” της “Γαλάζιας Πατρίδας” στέκεται και προβάλλει ως επιχείρημα για τα νησιά του Αιγαίου το καθεστώς τής αποστρατιωτικοποίησης που φέρει το συγκεκριμένο σύμπλεγμα Νήσων που ανήκει στο φινλανδικό Κράτος.
Φυσικά, ΕΜΦΑΤΙΚΑ οφείλουμε να τονίσουμε ότι το καθεστώς των δικών μας νησιών είναι συγκεκριμένο, επικυρωμένο ήδη από το 1913 με τη Συνθήκη του Λονδίνου, μετά με τη Συνθήκη της Λωζάνης κτλ κτλ. Όμως, επειδή εμείς δεν έχουμε τον Σουηδό για γείτονα ή τον Γάλλο, αλλά έχουμε αυτόν που έχουμε, που δεν αντιλαμβάνεται -εσκεμμένα φυσικά- την έννοια του Διεθνούς Δικαίου προβάλλοντας κάθε λίγο και λιγάκι την αναθεωρητική πολιτική του, πολύ φυσικά με την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ενα από τα υποτιθέμενα επιχειρήματά του θα εκπέσει πλήρως.
Και γιατί θα εκπέσει πλήρως; Γιατί πολύ απλά η διένεξη (Κρίση των Ώλαντ) αυτή για τα Νησιά που ήταν ένα αγκάθι μεταξύ Σουηδίας και Φινλανδίας τακτοποιήθηκε ανάμεσα στις δύο χώρες με την παρέμβαση της τότε Κοινωνίας των Εθνών (1921), παρέχοντας πλήρης αποστρατιωτικοποίηση, ωστόσο στο συγκεκριμένο σύμπλεγμα ήταν μέχρι το 1920 ενεργή η ρωσική (αλλά και βρετανική) παρουσία με την ύπαρξη στρατιωτικών βάσεων και πιο συγκεκριμένα βάσεων υποβρυχίων… Γνωρίζουμε, επίσης και παρενθετικά οφείλουμε να το πούμε, τις θεσμικές δεσμεύσεις της Φινλανδίας απέναντι στη Ρωσία κατά τον Β’ΠΠ, ώστε να μην συμμετέχει στο πλευρό της Γερμανίας (Συνθήκη Μόσχας 1940).
Στην περίπτωση ένταξης τόσο της Φινλανδίας όσο και της Σουηδίας στη Συμμαχία που πρέπει να γίνει άμεσα, φυσικά και το καθεστώς των Νήσων που επικαιροποιήθηκε η αποστρατιωτικοποίηση με την ένταξη της Φινλανδίας το 1995 στον ενωσιακό θεσμό με την υπογραφή σχετικού Πρωτοκόλλου ανάμεσα στα Νησιά και την ΕΕ, φυσικά επειδή πλέον θα αλλάξει το καθεστώς τόσο σε Φινλανδία όσο και Σουηδία, το ίδιο θα ισχύσει με τα συγκεκριμένα Νησιά.
Οπότε όπως αντιλαμβανόμαστε, αποτελεί μία συνθήκη που θα δημιουργήσει πονοκέφαλο στους γείτονές μας, που ωστόσο το ξαναλέω, αν και σε εμάς υφίσταται άλλο θεσμικό καθεστώς για τα ελληνικά νησιά, εντούτοις έστω και ως χλιαρό επιχείρημα, δεν παύει να χρησιμοποιείται από τη Διπλωματία τους.
Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, με το εμπάργκο όπλων που υφίστατο τόσα χρόνια από τη Δύση στην Κύπρο, καθιστώντας την, σε ένα είδος, αν και αδόκιμος ο όρος αλλά για να αντιληφθούμε τις συνθήκες διαχείρισης του κυπριακού Κράτους από τους Δυτικούς, στρατιωτικής ουδετερότητας, πλέον μετά την πιθανή προσχώρηση Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, είναι δόκιμο να ανοίξει και ο δρόμος για την Κύπρο.
Εμείς ως Έλληνες οφείλουμε να προστατεύσουμε τα συμφέροντά μας. Έτσι κι αλλιώς σε Συμμαχίες και Ενώσεις βρισκόμαστε και μάλιστα είμαστε από τους πιο υπάκουους, οπότε αυτό είναι τελείως διαφορετικό από το πώς θα διαχειριστούμε λειτουργικά για το εθνικό μας συμφέρον τις διακρατικές σχέσεις μας, ακόμα και αυτές με τους υποτιθέμενους μεγάλους.
Στην Ουκρανία και τη Ρωσία έχουμε Παροικίες που οφείλουμε να διαφυλάξουμε την υπόστασή τους και κυρίως για την επόμενη ημέρα από τη λήξη του Πολέμου και ως εκ τούτου οφείλουμε να εξισορροπούμε κάποιες πολιτικές, ωστόσο κάθε άλλο παρά μας εμποδίζει το να υποστηρίξουμε την προσχώρηση Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Αυτό δεν αποτελεί διπλωματικό χαμαιλεοντισμό, αλλά αντίθετα μία σοβαρή πολιτική προάσπισης των εθνικών μας συμφερόντων. Για τη Διπλωματία αποτελεί ξένη λέξη ο παρωπιδισμός.
*Η Δρ Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός – Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα ΑΠΘ (Νομικής Σχολής και Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ), Εξωτερική Συνεργάτιδα της Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και της Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)
ΠΗΓΗ armynow
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου