ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ
Η υπογραφή στις 16 Φεβρουαρίου των δύο συμφωνητικών ελληνοβουλγαρικής συνεργασίας στον τομέα φυσικού αερίου και πετρελαίου σηματοδοτεί ένα ακόμη πολύ σημαντικό βήμα για την εμβάθυνση της διμερούς μας συνεργασίας με τη σημαντικότερη, ίσως, βαλκανική σύμμαχό μας
Η υπογραφή στις 16 Φεβρουαρίου των δύο συμφωνητικών ελληνοβουλγαρικής συνεργασίας στον τομέα φυσικού αερίου και πετρελαίου σηματοδοτεί ένα ακόμη πολύ σημαντικό βήμα για την εμβάθυνση της διμερούς μας συνεργασίας με τη σημαντικότερη, ίσως, βαλκανική σύμμαχό μας. Τα τελευταία τρία περίπου χρόνια έχουμε βρεθεί σε ανάλογα θετικά ορόσημα, που επιβεβαιώνουν, όχι μόνο το άριστο επίπεδο των σχέσεών μας, αλλά και το κοινό μας όραμα για τον ρόλο της ενέργειας ως καταλύτη συνεργειών και συντελεστή ειρήνης και όχι ως όπλο γεωπολιτικού εκβιασμού, θύμα του οποίου έπεσε η Βουλγαρία τον περασμένο Απρίλιο, όταν η Ρωσία διέκοψε μονομερώς την παροχή αερίου.
Εκτοτε η Ελλάδα συνέδραμε αποφασιστικά τη Βουλγαρία για την αντιμετώπιση ακραίων καταστάσεων διασφαλίζοντας την τροφοδοσία της και μέσω της απρόσκοπτης πρόσβασης βουλγαρικών εταιρειών στη Ρεβυθούσα και μέσω της ενίσχυσης της αντίστροφης ροής των δικτύων στο Σιδηρόκαστρο και μέσω της επιτάχυνσης της ολοκλήρωσης του διασυνδετηρίου αγωγού IGB που εγκαινιάστηκε τον Ιούλιο του 2022. Σύμφωνα με στοιχεία του ΔΕΣΦΑ, για τη χρήση του Εθνικού Δικτύου Φυσικού Αερίου (ΕΣΦΑ) της χώρας μας το 2022, οι συνολικές εξαγωγές του Δικτύου ανήλθαν στα 2,58 ΔΚΜ/Ε (δισ. κυβικά μέτρα/έτος) και κατευθύνθηκαν σχεδόν όλες προς τη Βουλγαρία. Οι εξαγωγές αυτές αποτέλεσαν ιστορικό ρεκόρ για τη χώρα μας, αναλογώντας στο 34,5% της συνολικής χρήσης του ΕΣΦΑ και μαζί με τον IGB κάλυψαν σχεδόν το σύνολο των βουλγαρικών αναγκών.
Η έναρξη λειτουργίας του τερματικού επαναεριοποίησης της Αλεξανδρούπολης τον Ιανουάριο του 2024, η ολοκλήρωση της αύξησης της δυναμικότητας του IGB στα 5 δισ. κυβικά μέτρα/έτος από το φθινόπωρο του 2025 και η προοπτική διπλασιασμού της δυναμικότητας του αγωγού ΤΑΡ στα 22 δισ. κυβικά μέτρα/έτος από το 2028 και μετά, περιγράφουν ένα πλαίσιο περαιτέρω εμβάθυνσης της ενεργειακής μας συνεργασίας με τη Βουλγαρία, δημιουργώντας υποδομές που στο μέλλον θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για τη μεταφορά υδρογόνου. Ηδη ελληνικές και βουλγαρικές εταιρείες συνεργάζονται στο πλαίσιο υποβολής σημαντικών σχεδίων Η2 ως υποψήφιων έργων PCI.
Τα δίκτυα αυτά παράλληλα επιτρέπουν, με δεδομένη τη δημιουργία και νέων τερματικών επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ελλάδα, την από κοινού συνεργασία Ελλάδας – Βουλγαρίας για την υλοποίηση του λεγόμενου «κάθετου άξονα» που θα συνδέσει τα ελληνικά τερματικά με το βουλγαρικό και ρουμανικό δίκτυο αγωγών επιτρέποντας – υπό προϋποθέσεις– την εξαγωγή μη ρωσικού αερίου έως τη Μολδαβία και την Ουκρανία.
Η στρατηγική σύζευξη των δικτύων μας, αλλά και των αγορών φυσικού αερίου των δύο χωρών επιβάλλει παράλληλα και τη λήψη μέτρων που θεσμοθετούν τη μεταξύ μας συστηματική αλληλοβοήθεια στο πλαίσιο των υφιστάμενων ευρωπαϊκών κανονισμών. Η διακρατική συμφωνία για την ασφάλεια φυσικού αερίου Ελλάδας – Βουλγαρίας που υπογράφηκε στο Μέγαρο Μαξίμου στις 16 Φεβρουαρίου, διασφαλίζει τη δυνατότητα αποθήκευσης φυσικού αερίου από ελληνικές εταιρείες στη βουλγαρική εγκατάσταση στο Chiren, δίνοντας ανάλογη πρόσβαση σε βουλγαρικές εταιρείες στη Ρεβυθούσα.
Η συμφωνία αυτή, ανάλογη της οποίας έχει υπογράψει η Ελλάδα με την Ιταλία σε ό,τι αφορά την παράμετρο της αποθήκευσης φυσικού αερίου, αυξάνει κατά τρόπο αμοιβαίο την ανθεκτικότητα του συστήματος ενεργειακής ασφάλειας των δύο χωρών, εδραιώνοντας έμπρακτα τη μεταξύ μας ενεργειακή αλληλεγγύη σε περίοδο έντονης αβεβαιότητας που προκαλεί η συνεχιζόμενη ενεργειακή κρίση, η οποία ακόμη δεν έχει τελειώσει.
Ο αγωγός IGB, σε συνδυασμό με τις εξαγωγές αερίου μέσω του ελληνικού δικτύου, κάλυψε πέρυσι το σύνολο των αναγκών της Βουλγαρίας.
Εκτός από τον τομέα του φυσικού αερίου υπάρχει και μια νέα δυναμική παράμετρος διμερούς συνεργασίας, που σχετίζεται με την ανάγκη της Βουλγαρίας να απεξαρτηθεί το συντομότερο δυνατόν από τις εισαγωγές ρωσικού αργού πετρελαίου. Η κατασκευή ενός ελληνοβουλγαρικού αγωγού από την Αλεξανδρούπολη στο Μπουργκάς, όπου βρίσκεται το διυλιστήριο Neftochim της Βουλγαρίας, μπορεί να υποκαταστήσει τις ρωσικές εξαγωγές ανοίγοντας παράλληλα μια νέα ενεργειακή δίοδο μεταξύ του Αιγαίου και της Μαύρης Θάλασσας, που θα ελέγχεται από τη Δύση και όχι από τη Ρωσία.
Ο πετρελαιαγωγός Αλεξανδρούπολης – Μπουργκάς εξυπηρετεί δύο βασικές γεωπολιτικές προτεραιότητες: α) την ανάγκη της ταχύρρυθμης και πλήρους απεξάρτησης των ευρωπαϊκών οικονομιών από τις εξαγωγές ρωσικών υδρογονανθράκων και β) τη δημιουργία νέων οδεύσεων που παρακάμπτουν τα Στενά του Βοσπόρου σε εμπορικό, μεταφορικό (σιδηροδρομικό δίκτυο) και ενεργειακό δίκτυο υποδομών. Παράλληλα ο αγωγός αυτός μειώνει τον κίνδυνο ενός καταστρεπτικού περιβαλλοντικού ατυχήματος που θα μπορούσε να συμβεί στα Στενά του Βοσπόρου λόγω του υπερκορεσμού της χρήσης τους από δεκάδες δεξαμενόπλοια και εκατοντάδες εμπορικά και επιβατικά πλοία, τα οποία διατρέχουν τη στενή θαλάσσια δίοδο μεταξύ ευρωπαϊκής και ασιατικής ακτής της Κωνσταντινούπολης.
Το έργο αυτό εμβαθύνει τη στρατηγική συνεννόηση Ελλάδας – Βουλγαρίας κατά τρόπο που επιβεβαιώνει τον ρόλο της ενέργειας ως πολλαπλασιαστή της στρατηγικής μας συνεργασίας, η οποία έχει ήδη αποφέρει πολύ σημαντικά και απτά αποτελέσματα, όπως ο αγωγός IGB, το FSRU της Αλεξανδρούπολης και η νέα γραμμή ηλεκτρικής διασύνδεσης Νέας Σάντας – Marista, που ολοκληρώνεται μέσα στους επόμενους μήνες.
Για να προχωρήσει ωστόσο χρειάζεται την άμεση στήριξη των εμπλεκομένων κρατών, αλλά πρωτίστως και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς εξυπηρετεί ένα θεμελιώδη στόχο της στρατηγικής του RepowerEU: την απεξάρτηση από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες έως το 2027. Πέραν του ενεργειακού επιπέδου ο εν λόγω πετρελαιαγωγός υπογραμμίζει ακόμη περισσότερο (μαζί με το FSRU και το εργοστάσιο ηλεκτρισμού) τη στρατηγική σπουδαιότητα του λιμένα της Αλεξανδρούπολης για την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ, τονώνοντας παράλληλα την τοπική οικονομία με νέες άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας.
Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι αναπληρωτή καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου