Πολύς λόγος γίνεται για το
Καστελόριζο και τα ελληνοτουρκικά γενικότερα, συνεπεία της πίεσης που
ασκεί στην Ελλάδα η Τουρκία, καθώς οι ραγδαίες εξελίξεις στην περιοχή
της Μεσογείου της δημιουργούν ανασφάλεια, με αποτέλεσμα μέσω επιθετικών
κινήσεων να διαμηνύει ότι κάθε διευθέτηση θα πρέπει να την περιλαμβάνει,
ασχέτως εάν επίμαχες περιοχές της ανήκουν ή όχι. Προς αυτό, προωθεί μια
προσαρμοσμένη στα συμφέροντά της ερμηνεία των διατάξεων του διεθνούς
δικαίου της θάλασσας, δηλώνοντας ετοιμότητα να… επιβάλλει αυτή την
ερμηνεία μέσω της στρατιωτικής ισχύος.
Όσον αφορά το Καστελόριζο, η τουρκική πίεση μεγιστοποιείται διά της κατηγορηματικής άρνησης αποδοχής του δικαιώματός του σε θαλάσσιες ζώνες πλην του ελαχίστου των 6 ναυτικών μιλίων χωρικών υδάτων, στην προσπάθεια να οικοιοποιηθεί το σύνολο του υπόλοιπου θαλάσσιου χώρου.
Η τουρκική πλευρά δεν χάνει την ευκαιρία να “γκρινιάζει” για την
υποτιθέμενη παραβίαση από την πλευρά της Ελλάδας της υποτιθέμενης
υποχρέωσης της Ελλάδας για αοστρατιωτικοποίηση των νήσων του Ανατολικού
Αιγαίου. Αυτό είχε εισαχθεί στη Λωζάνη (1923) για να προστατευθεί από
ενδεχόμενη ελληνική απόπειρα… απόβασης στην Τουρκία για την ανάκτηση
ελληνικών περιοχών.
Το ότι η υποτιθέμενη απειλή για την Τουρκία που επέβαλλε τα περί αποστρατιωτικοποίησης αντιστράφηκαν με τη Στρατιά του Αιγαίου και με τις συνεχείς υπερπτήσεις τουρκικών μαχητικών. Παρά ταύτα, η τουρκία επιμένει…
Αντικείμενο της σημερινής όμως αναφορά στο θέμα είναι άλλο. Είναι μια υπενθύμιση προς τον αμερικανικό παράγοντα που έχει εκ των πραγμάτων τον ρόλο του επιδιαιτητή στην περιοχή, ορισμένων ιστορικά καταγεγραμμένων περιστατικών που έπαιξαν ρόλο στην εξυπηρέτηση αμερικανικών και βρετανικών στρατευμάτων.
Στη Βρετανία ίσως περιττεύει να απευθύνει έκκληση κανείς να ξαναδεί τη συμπεριφορά της απέναντι στην Τουρκία και να αντιληφθεί ότι η Ελλάδα θα συνταχθεί με τη νομιμότητα, ακόμα και αν δεν αποδειχθεί ότι της εξασφαλίζει το 100% όσων θα επιθυμούσε.
Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όχι διότι έχουν αποφύγει τη δουλική συμπεριφορά απέναντι στον μεγάλο ταραξία της περιοχής, αλλά διότι έχουν δώσει σαφείς ενδείξεις ότι στη στρατηγική τους χωράει και η Ελλάδα. Δείχνουν να έχουν αντιληφθεί ότι οι τουρκικοί εκβιασμοί δεν μπορούν να συνεχιστούν στο διηνεκές.
—————————————————–
Αυτό που ακολουθεί είναι ένα απόσπασμα από το το δεύτερο μέρος της πολιτικής αυτοβιογραφίας του πρώην υπουργού Εθνικής Άμυνας, Γιάννη Βαρβιτσιώτη. Το απόσπασμα περιλαμβάνει τουρκικό εκβιασμό και πως οι ΗΠΑ, αλλά και οι Βρετανοί, βρήκαν τη λύση μέσω Ελλάδος. Με τρόπο μάλιστα που απεδείκνυε την ορθότητα ελληνικών επιχειρημάτων…
Το απόσπασμα αφορά τις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν οι ΗΠΑ οικοδομούσαν σταδιακά τις δυνάμεις τους στον Κόλπο για να “διευθετήσουν” τους λογαριασμούς τους με τον Σαντάμ Χουσεΐν του Ιράκ. Λανθασμένα ή σωστά, αυτά πλέον τα έχει καταγράψει η Ιστορία. Αυτό που δεν είναι και πολύ γνωστό, είναι ο ελληνικός ρόλος. Ας το δούμε λοιπόν:
…Από τον Οκτώβριο του 1991 μέχρι τον Απρίλιο του 1992 κατέπλευσαν στο λιμάνι της Ρόδου περισσότερα από 30 πολεμικά πλοία. Το γεγονός αυτό χαροποίησε τους εμπόρους της Ρόδου, λόγω της αυξημένης κινήσεως που δημιουργήθηκε, ενόχλησε όμως την Άγκυρα.
Λίγο αργότερα, ο Αμερικανός πρέσβης με ενημέρωσε ότι ο αρμόδιος διευθυντής του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών κάλεσε τον Αμερικανό στρατιωτικό ακόλουθο και του μετέφερε τις ανησυχίες της Κυβέρνησης του ότι οι συχνές επισκέψεις των αμερικανικών πολεμικών πλοίων υπονομεύουν την αποστρατιωτικοποίηση των Δωδεκανήσων.
Οφείλω να παραδεχθώ ότι, όταν έκανα τα διαβήματα για τις επισκέψεις των πολεμικών πλοίων στα Δωδεκάνησα, η παράμετρος αυτή δεν μου είχε διαφύγει. Πάνω από τέσσερις δεκαετίες μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα με τη Συνθήκη Ειρήνης, που υπογράφτηκε στο Παρίσι το 1947, η ρήτρα που διατυπωνόταν στο άρθρο 14 του παραρτήματος ΧΙΙΙ της συνθήκης, ύστερα από απαίτηση της Σοβιετικής Ένωσης, και η οποία καθόριζε ότι: «αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθούν και θα παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημέναι», ήταν, από καιρού, ξεπερασμένη. Τόσο εξαιτίας του ψυχρού πολέμου όσο και εξαιτίας της εξέλιξης των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Όπως είναι φυσικό, η ρήτρα αυτή δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα στην αμυντική οχύρωση όλων των νησιών του δωδεκανησιακού συμπλέγματος. Διότι, τα νησιά αυτά βρίσκονται σε μικρή απόσταση από τα τουρκικά παράλια και, σε περίπτωση ελληνο-τουρκικής σύρραξης, διατρέχουν άμεσο κίνδυνο τουρκικής απόβασης. Για αυτό το λόγο αναζητούσα ευκαιρίες για να δημιουργηθούν επιχειρήματα προκειμένου να υποστηριχθεί ότι η αποστρατιωτικοποίηση έχει ατονίσει.
Ο προϊστάμενος της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του υπουργείου Εξωτερικών καθηγητής Κώστας Οικονομίδης, είχε συμβάλει σημαντικά στην θεμελίωση αυτής της άποψης υποστηρίζοντας ότι η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών δεν ισχύει. Θεμελίωνε την παραπάνω άποψή του στηριζόμενος σε δύο ισχυρά νομικά επιχειρήματα:
• Πρώτον, διότι είχαν μεταβληθεί ουσιωδώς οι περιστάσεις από το 1947 μέχρι τότε (1990), ιδίως μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και
• Δεύτερον, διότι η οχύρωση των νησιών είναι άσκηση κυριαρχικού δικαιώματος νόμιμης άμυνας.
Το σκεπτικό ήταν ξεκάθαρο: Από τη στιγμή που η Τουρκία έχει συγκροτήσει απέναντι από τα ελληνικά νησιά τη λεγόμενη Στρατιά του Αιγαίου, η οποία είναι, εκτός των άλλων, εφοδιασμένη με πληθώρα αποβατικών σκαφών, τα οποία απειλούν αποκλειστικά την Ελλάδα, η ελληνική πλευρά έχει υποχρέωση να θωρακίσει τα νησιά της εναντίον αυτής της τουρκικής απειλής.
Την άποψη αυτή, όπως μου είπε ο Οικονομίδης, αποδέχονταν και πολλοί άλλοι διαπρεπείς δημοσιολόγοι. Γνωρίζοντας την άποψη του Οικονομίδη συνεννοήθηκα μαζί του. Συμφωνήσαμε ότι έπρεπε να ενισχύσουμε την επιχειρηματολογία μας.
Διότι, εκτός από τα νομικά επιχειρήματα, έπρεπε να δημιουργήσουμε και πραγματικές καταστάσεις, οι οποίες να αντιμετωπίζουν το ξεπερασμένο καθεστώς της αποστρατιωτικοποίησης στην πράξη.
Οι επισκέψεις στη Ρόδο των αμερικανικών πολεμικών πλοίων ήταν το πρώτο βήμα. Τα επόμενα δύο περιστατικά, τα οποία θεωρώ σημαντικά στην υπόθεση της υπεράσπισης των εθνικών μας συμφερόντων, είχε στενή σχέση με τον Πόλεμο του Κόλπου.
Αφορούσαν στη χρησιμοποίηση του Καστελόριζου ως ενδιάμεσου σταθμού για της μεταστάθμευση των αμερικανικών ελικοπτέρων αεροδιακομιδών και έρευνας και διάσωσης πληρωμάτων αέρος, καθώς και στη μεταστάθμευση στα αεροδρόμια της Ρόδου, επί δεκαήμερον, βρετανικών στρατιωτικών αεροσκαφών.
Αμερικανικά ελικόπτερα στο Καστελόριζο
Προς το τέλος του πρώτου δεκαημέρου του Αυγούστου του 1990, ενώ είχε αρχίσει η κινητοποίηση και οι μετασταθμεύσεις των αμερικανικών δυνάμεων προς την περιοχή του Κόλπου -κυρίως προς την Σαουδική Αραβία- παρουσιάστηκε ο Αεροπορικός Ακόλουθος Άμυνας των ΗΠΑ στο Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας και ζήτησε σχετική άδεια διευκολύνσεων και σταθμεύσεως αμερικανικών ελικοπτέρων κατά τη μεταστάθμευσή τους από τη Γερμανία προς τη Σαουδική Αραβία, στο πλαίσιο της επιχείρησης «Ασπίδα της Ερήμου» όπως ονόμασε το Αμερικανικό Πεντάγωνο την όλη επιχείρηση προετοιμασίας.
Συγκεκριμένα, ο Αμερικανός Σμήναρχος ζήτησε την υπέρπτηση 10-12 ελικοπτέρων στον εναέριο χώρο του FIR Αθηνών και τον ανεφοδιασμό τους στα αεροδρόμια Κέρκυρας, Αράξου και Αθηνών.
Υπόψη ότι τα αμερικανικά ελικόπτερα τύπου UH-60 Black Hawk, τα οποία μπορούν να μεταφέρουν κάθε ένα μια πλήρη ομάδα 11 ανδρών με τον φόρτο μάχης, χρησιμοποιούνται στις αεροδιακομιδές και σε αποστολές έρευνας/διάσωσης προσωπικού. Είχαν απογειωθεί από την αμερικανική βάση του Ramstein στη Γερμανία και ιπτάμενα υπεράνω Ιταλίας, Ελλάδος, Τουρκίας, θα μεταστάθμευαν στη Σαουδική Αραβία.
Μέσα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, το ΓΕΑ, αφού με ενημέρωσε, εκχώρησε τις αιτούμενες άδειες στον Αμερικανό Ακόλουθο, ο οποίος και αποχώρησε εμφανώς ικανοποιημένος από την άμεση θετική ανταπόκριση των ελληνικών αρχών.
Την επομένη, ο Αμερικανός Ακόλουθος επισκέφθηκε εκ νέου το ΓΕΑ και προσπάθησε να εκμαιεύσει εναλλακτική λύση, ώστε τα ελικόπτερα να κατευθυνθούν απευθείας στην Κύπρο μέσω FIR Αθηνών, αποφεύγοντας υπέρπτηση εντός του τουρκικού εναερίου χώρου.
Στον υπαινιγμό δε του επιτελούς του ΓΕΑ «τι παζαρεύει πάλι ο πάντοτε επιτήδειος ουδέτερος γείτονάς μας;» ο Αμερικανός Ακόλουθος απέφυγε να απαντήσει ευθέως, αλλά άφησε να γίνει αντιληπτό ότι οι τουρκικές αρχές μέχρι τη στιγμή εκείνη (;) δεν είχαν εκχωρήσει ακόμη τις απαιτούμενες άδειες για χρησιμοποίηση των τουρκικών αεροδρομίων και πτήση στον τουρκικό εναέριο χώρο.
Έτσι, υπήρχε πρόβλημα ως προς τη μετάβαση των αμερικανικών ελικοπτέρων στον Κύπρο και εκείθεν στη Μέση Ανατολή και τη Σαουδική Αραβία επειδή, η δεδομένη αυτονομία των 200 ναυτικών μιλίων που διαθέτουν, δεν μπορούσε να καλυφθεί ούτε από τη Ρόδο ούτε και από την Κρήτη.
Μπροστά σε αυτό το επιχειρησιακό αδιέξοδο και την αγωνία του Αμερικανού Ακολούθου Άμυνας για εξεύρεση κάποιας λύσεως, ο επιτελής του ΓΕΑ υπέδειξε στον χάρτη τη νήσο Καστελόριζο δηλώνοντας στον Αμερικανό Σμήναρχο «εάν το αεροδρόμιου αυτού του νησιού ικανοποιεί τις επιχειρησιακές σας ανάγκες, θα μεριμνήσουμε για την έκδοση των σχετικών αδειών».
Άμεσα ο Ακόλουθος, παράλληλα με την έκπληξή του, επέδειξε ενδιαφέρον, το οποίο ενίσχυσε ο επιτελής του ΓΕΑ ενημερώνοντάς τον ότι «το Καστελόριζο διαθέτει ενεργό πολιτικό αεροδρόμιο με διάδρομο 3.000 ποδιών, το οποίο χρησιμοποιείται μεταξύ των άλλων και από ελαφρά επιβατικά αεροσκάφη της Ολυμπιακής Αεροπλοΐας επί καθημερινής βάσεως».
Ο ακόλουθος αποχώρησε, εμφανώς ενθουσιασμένος, λέγοντας ότι θα ενημερώσει σχετικώς τις προϊστάμενες αρχές του και θα επανέλθει το συντομότερο δυνατόν. Την επομένη, η αμερικανική απάντηση ως προς τη χρησιμοποίηση του Καστελόριζου ήταν θετική και τελικά η όλη επιχείρηση μετάβασης των αμερικανικών ελικοπτέρων στην Κύπρο, χρησιμοποιώντας αποκλειστικώς τον ελληνικό εναέριο χώρο με ενδιάμεσο σταθμό το αεροδρόμιο του Καστελόριζου, πραγματοποιήθηκε με απόλυτη επιτυχία στα μέσα Αυγούστου του 1990.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο επιτελής που χειρίστηκε με επιτυχία το θέμα ήταν ο τότε Κλαδάρχης Επιχειρήσεων του ΓΕΑ, ταξίαρχος Γιώργος Σκαρλάτος, ένας από τους αξιότερους και ικανότερους αξιωματικούς της Πολεμικής μας Αεροπορίας, τον οποίο προόριζα για αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, αν ο Μητσοτάκης δεν επέμενε να διατηρηθεί ο Αθανάσιος Σταθιάς ως Αρχηγός ΓΕΑ πολύ περισσότερο χρόνο από όσον αρχικά είχε προβλεφθεί.
Μεταστάθμευση βρετανικών πολεμικών αεροσκαφών σε αεροδρόμιο της Ρόδου
Το περιστατικό που ακολουθεί δεν έχει την παρασκηνιακή πλοκή του προηγούμενου, αλλά, από πολιτική άποψη, το θεωρώ εξ ίσου σημαντικό και εξελίχθη βάσει της διπλωματικής οδού.
Συγκεκριμένα, δύο εβδομάδες περίπου πριν την έναρξη της επιχειρήσεως «Καταιγίδα της Ερήμου» στις 17 Ιανουαρίου 1991, οι βρετανικές αρχές ζήτησαν, δια της διπλωματικής οδού, τη μεταστάθμευση στη Καλαμάτα στρατιωτικών αεροσκαφών για περίοδο 8-10 ημερών.
Όταν ετέθη υπόψιν μου το εν λόγω αίτημα, το αποδέχθηκα υπό την προϋπόθεση ότι η μεταστάθμευση θα πραγματοποιηθεί στο αεροδρόμιο της Ρόδου. Η βρετανική πλευρά αποδέχθηκε την αλλαγή αυτή.
Έτσι, στα μέσα του πρώτου δεκαημέρου του μηνός Ιανουαρίου του 1991, προσγειώθηκαν στη Ρόδο επτά βρετανικά στρατιωτικά αεροσκάφη: 4 Hunter, 1 Canberra, 1 Falcon και 1 Jet Stream.
Τα βρετανικά αυτά αεροσκάφη, εξυπηρετούμενα από βρετανικό κλιμάκιο σε συνεργασία με τις ελληνικές δυνάμεις του νησιού, παρέμειναν στη Ρόδο επί δέκα ημέρες περίπου και εξετέλεσαν έναν αριθμό αεροπορικών εξόδων επί καθημερινής βάσεως σε άψογη συνεργασία με το ελληνικό σύστημα αεράμυνας.
Οι αποστολές που εξετέλεσαν τα αεροσκάφη αυτά κατά την παραμονή τους στη Ρόδο, ήταν εξοικείωση των πληρωμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, επιτήρηση θαλασσίων γραμμών και αναγνώριση πλοίων, συλλογή πληροφοριών και ασκήσεις ηλεκτρονικού πολέμου, σε συνεργασία πάντοτε με τους Έλληνες συναδέλφους τους.
Με δεδομένη τη Συνθήκη Παρισίων οι επιχειρήσεις των βρετανικών αεροσκαφών αποτελούσαν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για τους κατοίκους του νησιού, που έβλεπαν για πρώτη φορά, μετά την ενσωμάτωσή τους στη μητέρα Ελλάδα, στρατιωτικά αεροσκάφη να απογειώνονται και να προσγειώνονται στα αεροδρόμια της Ρόδου.
Το γεγονός αυτό έγινε αντικείμενο κοινοβουλευτικού ελέγχου και η επίκαιρη ερώτηση του βουλευτού της Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου Μαρίας Δαμανάκη συζητήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1991. Παραθέτω τον σχετικό διάλογο: (πρακτικά Συνεδριάσεων της Βουλής, 25 Ιανουαρίου 1991, σελ. 5542)
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Είπε η κα Δαμανάκη κάτι, το οποίο δεν περίμενα να λεχθεί απ’ αυτήν. Ειλικρινά, το αν βρέθηκαν τα βρετανικά αεροπλάνα στη Ρόδο χωρίς οπλισμό, είναι προσωπική μου απόφαση και αναλαμβάνω το βάρος της ευθύνης. Ξέρετε γιατί;
– Μαρία Δαμανάκη: Ενημερώστε μας.
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Αφού το θέλετε, θα πάρετε την απάντηση, κυρία συνάδελφε. Ζητούσαν οι Βρετανοί για την υποστήριξη της δικής τους ασκήσεως τη μεταστάθμευση για ολίγες ημέρες, βάσει της υφιστάμενης διακρατικής συμφωνίας, ορισμένου αριθμού άοπλων αεροσκαφών και ζητούσαν το αεροδρόμιο της Καλαμάτας. Και εγώ επέμεινα να είναι το αεροδρόμιο της Ρόδου.
– Νικόλαος Κωνσταντόπουλος: Για να είναι πιο κοντά;
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Αφού το πάτε έτσι κύριε Κωνσταντόπουλε, θα σας απαντήσω. Για να αποδείξουμε, ότι δεν ισχύει η αποστρατιωτικοποίηση της Δωδεκανήσου. Λυπάμαι που δεν καταλαβαίνετε αυτό το απλό εθνικό θέμα και λυπάμαι γιατί θέλετε και αυτό το θέμα να τα μεταβάλετε σε σημείο της αντιπολιτευτικής σας δραστηριότητας.
– Νικόλαος Κωνσταντόπουλος: Αυτό είναι;
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Βεβαίως. Διότι μας δίνει πολλά επιχειρήματα να ισχυριστούμε, ότι η Συμφωνία του 1947 δεν ισχύει. Λυπάμαι που δεν θέλετε να καταλάβετε. Εγώ πάντως δεν ήθελα να φτάσω στο σημείο αυτό.
– Μαρία Δαμανάκη: Γιατί αυτό δεν το λέτε;
– Προεδρεύων (Θεόδωρος Αναγνωστόπουλος): Παρακαλώ, κύριε Υπουργέ, ολοκληρώστε.
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Μα, δεν το καταλαβαίνετε γιατί; Δεν το καταλαβαίνετε ούτε αυτό το απλό «γιατί»;
Και σε άλλο σημείο της τοποθετήσεώς μου τόνισα:
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Είπε ο κ. Κύρκος ότι έκανα αιτίαση στην Αντιπολίτευση για το θέμα της μετασταθμεύσεως των βρετανικών αεροσκαφών στη Ρόδο. Και είπα ξεκάθαρα: Ήταν δική μου απόφαση. Και πιστεύω, ότι ήταν σωστή απόφαση η άποψη ότι τα Δωδεκάνησα δεν είναι αποστρατιωτικοποιημένα.
Και γι’ αυτήν την επιλογή αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη. Και πιστεύω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι η επιλογή της Ρόδου για βρετανικά, χωρίς οπλισμό, το επαναλαμβάνω χωρίς κανένα οπλισμό αεροπλάνα, είναι μία πολιτική, η οποία στο μέλλον θα αποδώσει καρπούς.
Μετά τη συζήτηση αυτή, η οποία έλαβε δημοσιότητα αφού δημοσιεύτηκε σ’ όλες τις αθηναϊκές εφημερίδες και προφανώς έλαβε γνώση και η τουρκική πλευρά, με εξέπληξε το υποτονικό ύφος της τουρκικής αντιδράσεως. Προφανώς αυτό οφειλόταν στην επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου», η οποία ευρίσκετο σε πλήρη εξέλιξη.
Τα περιστατικά αυτά, αλλά και άλλα ήσσονος σημασίας είχαν δημιουργήσει επιχειρήματα ισχυρά για να υποστηριχθεί ότι η αποστρατιωτικοποίηση στη πράξη είχε ατονίσει.
Για να ενισχύσω αυτήν την άποψη, έδωσα εντολή να διεξαχθεί την 1η Απριλίου 1993 στη νότια Ρόδο από τις δυνάμεις που βρίσκονταν στο νησί στρατιωτική άσκηση. Σε αυτήν συμμετείχαν αεροπορικές και χερσαίες δυνάμεις με πεζικό, πυροβολικό και μονάδες τεθωρακισμένων.
Το σενάριο της άσκησης ήταν να επανακτηθούν ελληνικά εδάφη, που είχε καταλάβει ο εχθρός. Για να δώσω μεγαλύτερη δημοσιότητα, παρακολούθησα μαζί με τον Αρχηγό του ΓΕΣ αντιστράτηγο Ευστάθιο Καπραβέλο την τελευταία φάση της ασκήσεως, η δε παρέλαση έγινε ενώπιόν μου στο στάδιο της πόλης.
Ο Καπραβέλος είχε επιλεγεί λίγους μήνες πριν Αρχηγός ΓΕΣ. Επρόκειτο για μια επιλογή, η οποία επικροτήθηκε από όλο το στράτευμα. Λόγων των υψηλών προσόντων του, του ήθους του και του ακέραιου χαρακτήρα του ήταν ιδιαίτερα αγαπητός από όλους τους αξιωματικούς του ελληνικού στρατού. Ήταν άριστος αξιωματικός και έχοντας υπηρετήσει σε όλες τις μονάδες του στρατού γνώριζε τα προβλήματα σε βάθος.
Ήταν από τους ελάχιστους μη αμερικανούς αξιωματικούς που είχαν αποφοιτήσει από τις πιο δύσκολες σχολές του αμερικανικού στρατού. Δυστυχώς, παρέμεινε μόλις δέκα μήνες στην ηγεσία του στρατεύματος. Αποστρατεύθηκε μόλις το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε την εξουσία, τον Δεκέμβριο του 1993.
Περίμενα τις τουρκικές αντιδράσεις. Άργησαν αρκετές μέρες. Τελικά ήταν μια διαμαρτυρία στον ΟΗΕ, στην οποία οι Τούρκοι κατηγορούσαν την Ελλάδα για παραβίαση άρθρου της Συνθήκης Ειρήνης του 1947.
Είχε προηγηθεί (Σεπτέμβριος 1992) διάβημα του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών προς τον πρέσβη της Ελλάδος στην Άγκυρα, με το οποίο διαμαρτυρόταν για την επίσκεψή μου στη Κω, κατά την οποία επιθεώρησα τις εκεί στρατιωτικές εγκαταστάσεις.
Πιστεύω ότι, αν η τακτική αυτή συνεχιζόταν από τους διαδόχους μου με τον ίδιο ενεργητικό τρόπο, θα ενισχύαμε με βάσιμα επιχειρήματα την θέση της χώρας μας ότι η ρήτρα της αποστρατιωτικοποίησης έχει αδρανοποιηθεί.
ΠΗΓΗ defence-point
Όσον αφορά το Καστελόριζο, η τουρκική πίεση μεγιστοποιείται διά της κατηγορηματικής άρνησης αποδοχής του δικαιώματός του σε θαλάσσιες ζώνες πλην του ελαχίστου των 6 ναυτικών μιλίων χωρικών υδάτων, στην προσπάθεια να οικοιοποιηθεί το σύνολο του υπόλοιπου θαλάσσιου χώρου.
Το ότι η υποτιθέμενη απειλή για την Τουρκία που επέβαλλε τα περί αποστρατιωτικοποίησης αντιστράφηκαν με τη Στρατιά του Αιγαίου και με τις συνεχείς υπερπτήσεις τουρκικών μαχητικών. Παρά ταύτα, η τουρκία επιμένει…
Αντικείμενο της σημερινής όμως αναφορά στο θέμα είναι άλλο. Είναι μια υπενθύμιση προς τον αμερικανικό παράγοντα που έχει εκ των πραγμάτων τον ρόλο του επιδιαιτητή στην περιοχή, ορισμένων ιστορικά καταγεγραμμένων περιστατικών που έπαιξαν ρόλο στην εξυπηρέτηση αμερικανικών και βρετανικών στρατευμάτων.
Στη Βρετανία ίσως περιττεύει να απευθύνει έκκληση κανείς να ξαναδεί τη συμπεριφορά της απέναντι στην Τουρκία και να αντιληφθεί ότι η Ελλάδα θα συνταχθεί με τη νομιμότητα, ακόμα και αν δεν αποδειχθεί ότι της εξασφαλίζει το 100% όσων θα επιθυμούσε.
Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όχι διότι έχουν αποφύγει τη δουλική συμπεριφορά απέναντι στον μεγάλο ταραξία της περιοχής, αλλά διότι έχουν δώσει σαφείς ενδείξεις ότι στη στρατηγική τους χωράει και η Ελλάδα. Δείχνουν να έχουν αντιληφθεί ότι οι τουρκικοί εκβιασμοί δεν μπορούν να συνεχιστούν στο διηνεκές.
—————————————————–
Αυτό που ακολουθεί είναι ένα απόσπασμα από το το δεύτερο μέρος της πολιτικής αυτοβιογραφίας του πρώην υπουργού Εθνικής Άμυνας, Γιάννη Βαρβιτσιώτη. Το απόσπασμα περιλαμβάνει τουρκικό εκβιασμό και πως οι ΗΠΑ, αλλά και οι Βρετανοί, βρήκαν τη λύση μέσω Ελλάδος. Με τρόπο μάλιστα που απεδείκνυε την ορθότητα ελληνικών επιχειρημάτων…
Το απόσπασμα αφορά τις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν οι ΗΠΑ οικοδομούσαν σταδιακά τις δυνάμεις τους στον Κόλπο για να “διευθετήσουν” τους λογαριασμούς τους με τον Σαντάμ Χουσεΐν του Ιράκ. Λανθασμένα ή σωστά, αυτά πλέον τα έχει καταγράψει η Ιστορία. Αυτό που δεν είναι και πολύ γνωστό, είναι ο ελληνικός ρόλος. Ας το δούμε λοιπόν:
…Από τον Οκτώβριο του 1991 μέχρι τον Απρίλιο του 1992 κατέπλευσαν στο λιμάνι της Ρόδου περισσότερα από 30 πολεμικά πλοία. Το γεγονός αυτό χαροποίησε τους εμπόρους της Ρόδου, λόγω της αυξημένης κινήσεως που δημιουργήθηκε, ενόχλησε όμως την Άγκυρα.
Λίγο αργότερα, ο Αμερικανός πρέσβης με ενημέρωσε ότι ο αρμόδιος διευθυντής του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών κάλεσε τον Αμερικανό στρατιωτικό ακόλουθο και του μετέφερε τις ανησυχίες της Κυβέρνησης του ότι οι συχνές επισκέψεις των αμερικανικών πολεμικών πλοίων υπονομεύουν την αποστρατιωτικοποίηση των Δωδεκανήσων.
Οφείλω να παραδεχθώ ότι, όταν έκανα τα διαβήματα για τις επισκέψεις των πολεμικών πλοίων στα Δωδεκάνησα, η παράμετρος αυτή δεν μου είχε διαφύγει. Πάνω από τέσσερις δεκαετίες μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα με τη Συνθήκη Ειρήνης, που υπογράφτηκε στο Παρίσι το 1947, η ρήτρα που διατυπωνόταν στο άρθρο 14 του παραρτήματος ΧΙΙΙ της συνθήκης, ύστερα από απαίτηση της Σοβιετικής Ένωσης, και η οποία καθόριζε ότι: «αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθούν και θα παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημέναι», ήταν, από καιρού, ξεπερασμένη. Τόσο εξαιτίας του ψυχρού πολέμου όσο και εξαιτίας της εξέλιξης των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Όπως είναι φυσικό, η ρήτρα αυτή δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα στην αμυντική οχύρωση όλων των νησιών του δωδεκανησιακού συμπλέγματος. Διότι, τα νησιά αυτά βρίσκονται σε μικρή απόσταση από τα τουρκικά παράλια και, σε περίπτωση ελληνο-τουρκικής σύρραξης, διατρέχουν άμεσο κίνδυνο τουρκικής απόβασης. Για αυτό το λόγο αναζητούσα ευκαιρίες για να δημιουργηθούν επιχειρήματα προκειμένου να υποστηριχθεί ότι η αποστρατιωτικοποίηση έχει ατονίσει.
Ο προϊστάμενος της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του υπουργείου Εξωτερικών καθηγητής Κώστας Οικονομίδης, είχε συμβάλει σημαντικά στην θεμελίωση αυτής της άποψης υποστηρίζοντας ότι η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών δεν ισχύει. Θεμελίωνε την παραπάνω άποψή του στηριζόμενος σε δύο ισχυρά νομικά επιχειρήματα:
• Πρώτον, διότι είχαν μεταβληθεί ουσιωδώς οι περιστάσεις από το 1947 μέχρι τότε (1990), ιδίως μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και
• Δεύτερον, διότι η οχύρωση των νησιών είναι άσκηση κυριαρχικού δικαιώματος νόμιμης άμυνας.
Το σκεπτικό ήταν ξεκάθαρο: Από τη στιγμή που η Τουρκία έχει συγκροτήσει απέναντι από τα ελληνικά νησιά τη λεγόμενη Στρατιά του Αιγαίου, η οποία είναι, εκτός των άλλων, εφοδιασμένη με πληθώρα αποβατικών σκαφών, τα οποία απειλούν αποκλειστικά την Ελλάδα, η ελληνική πλευρά έχει υποχρέωση να θωρακίσει τα νησιά της εναντίον αυτής της τουρκικής απειλής.
Την άποψη αυτή, όπως μου είπε ο Οικονομίδης, αποδέχονταν και πολλοί άλλοι διαπρεπείς δημοσιολόγοι. Γνωρίζοντας την άποψη του Οικονομίδη συνεννοήθηκα μαζί του. Συμφωνήσαμε ότι έπρεπε να ενισχύσουμε την επιχειρηματολογία μας.
Διότι, εκτός από τα νομικά επιχειρήματα, έπρεπε να δημιουργήσουμε και πραγματικές καταστάσεις, οι οποίες να αντιμετωπίζουν το ξεπερασμένο καθεστώς της αποστρατιωτικοποίησης στην πράξη.
Οι επισκέψεις στη Ρόδο των αμερικανικών πολεμικών πλοίων ήταν το πρώτο βήμα. Τα επόμενα δύο περιστατικά, τα οποία θεωρώ σημαντικά στην υπόθεση της υπεράσπισης των εθνικών μας συμφερόντων, είχε στενή σχέση με τον Πόλεμο του Κόλπου.
Αφορούσαν στη χρησιμοποίηση του Καστελόριζου ως ενδιάμεσου σταθμού για της μεταστάθμευση των αμερικανικών ελικοπτέρων αεροδιακομιδών και έρευνας και διάσωσης πληρωμάτων αέρος, καθώς και στη μεταστάθμευση στα αεροδρόμια της Ρόδου, επί δεκαήμερον, βρετανικών στρατιωτικών αεροσκαφών.
Αμερικανικά ελικόπτερα στο Καστελόριζο
Προς το τέλος του πρώτου δεκαημέρου του Αυγούστου του 1990, ενώ είχε αρχίσει η κινητοποίηση και οι μετασταθμεύσεις των αμερικανικών δυνάμεων προς την περιοχή του Κόλπου -κυρίως προς την Σαουδική Αραβία- παρουσιάστηκε ο Αεροπορικός Ακόλουθος Άμυνας των ΗΠΑ στο Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας και ζήτησε σχετική άδεια διευκολύνσεων και σταθμεύσεως αμερικανικών ελικοπτέρων κατά τη μεταστάθμευσή τους από τη Γερμανία προς τη Σαουδική Αραβία, στο πλαίσιο της επιχείρησης «Ασπίδα της Ερήμου» όπως ονόμασε το Αμερικανικό Πεντάγωνο την όλη επιχείρηση προετοιμασίας.
Συγκεκριμένα, ο Αμερικανός Σμήναρχος ζήτησε την υπέρπτηση 10-12 ελικοπτέρων στον εναέριο χώρο του FIR Αθηνών και τον ανεφοδιασμό τους στα αεροδρόμια Κέρκυρας, Αράξου και Αθηνών.
Υπόψη ότι τα αμερικανικά ελικόπτερα τύπου UH-60 Black Hawk, τα οποία μπορούν να μεταφέρουν κάθε ένα μια πλήρη ομάδα 11 ανδρών με τον φόρτο μάχης, χρησιμοποιούνται στις αεροδιακομιδές και σε αποστολές έρευνας/διάσωσης προσωπικού. Είχαν απογειωθεί από την αμερικανική βάση του Ramstein στη Γερμανία και ιπτάμενα υπεράνω Ιταλίας, Ελλάδος, Τουρκίας, θα μεταστάθμευαν στη Σαουδική Αραβία.
Μέσα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, το ΓΕΑ, αφού με ενημέρωσε, εκχώρησε τις αιτούμενες άδειες στον Αμερικανό Ακόλουθο, ο οποίος και αποχώρησε εμφανώς ικανοποιημένος από την άμεση θετική ανταπόκριση των ελληνικών αρχών.
Την επομένη, ο Αμερικανός Ακόλουθος επισκέφθηκε εκ νέου το ΓΕΑ και προσπάθησε να εκμαιεύσει εναλλακτική λύση, ώστε τα ελικόπτερα να κατευθυνθούν απευθείας στην Κύπρο μέσω FIR Αθηνών, αποφεύγοντας υπέρπτηση εντός του τουρκικού εναερίου χώρου.
Στον υπαινιγμό δε του επιτελούς του ΓΕΑ «τι παζαρεύει πάλι ο πάντοτε επιτήδειος ουδέτερος γείτονάς μας;» ο Αμερικανός Ακόλουθος απέφυγε να απαντήσει ευθέως, αλλά άφησε να γίνει αντιληπτό ότι οι τουρκικές αρχές μέχρι τη στιγμή εκείνη (;) δεν είχαν εκχωρήσει ακόμη τις απαιτούμενες άδειες για χρησιμοποίηση των τουρκικών αεροδρομίων και πτήση στον τουρκικό εναέριο χώρο.
Έτσι, υπήρχε πρόβλημα ως προς τη μετάβαση των αμερικανικών ελικοπτέρων στον Κύπρο και εκείθεν στη Μέση Ανατολή και τη Σαουδική Αραβία επειδή, η δεδομένη αυτονομία των 200 ναυτικών μιλίων που διαθέτουν, δεν μπορούσε να καλυφθεί ούτε από τη Ρόδο ούτε και από την Κρήτη.
Μπροστά σε αυτό το επιχειρησιακό αδιέξοδο και την αγωνία του Αμερικανού Ακολούθου Άμυνας για εξεύρεση κάποιας λύσεως, ο επιτελής του ΓΕΑ υπέδειξε στον χάρτη τη νήσο Καστελόριζο δηλώνοντας στον Αμερικανό Σμήναρχο «εάν το αεροδρόμιου αυτού του νησιού ικανοποιεί τις επιχειρησιακές σας ανάγκες, θα μεριμνήσουμε για την έκδοση των σχετικών αδειών».
Άμεσα ο Ακόλουθος, παράλληλα με την έκπληξή του, επέδειξε ενδιαφέρον, το οποίο ενίσχυσε ο επιτελής του ΓΕΑ ενημερώνοντάς τον ότι «το Καστελόριζο διαθέτει ενεργό πολιτικό αεροδρόμιο με διάδρομο 3.000 ποδιών, το οποίο χρησιμοποιείται μεταξύ των άλλων και από ελαφρά επιβατικά αεροσκάφη της Ολυμπιακής Αεροπλοΐας επί καθημερινής βάσεως».
Ο ακόλουθος αποχώρησε, εμφανώς ενθουσιασμένος, λέγοντας ότι θα ενημερώσει σχετικώς τις προϊστάμενες αρχές του και θα επανέλθει το συντομότερο δυνατόν. Την επομένη, η αμερικανική απάντηση ως προς τη χρησιμοποίηση του Καστελόριζου ήταν θετική και τελικά η όλη επιχείρηση μετάβασης των αμερικανικών ελικοπτέρων στην Κύπρο, χρησιμοποιώντας αποκλειστικώς τον ελληνικό εναέριο χώρο με ενδιάμεσο σταθμό το αεροδρόμιο του Καστελόριζου, πραγματοποιήθηκε με απόλυτη επιτυχία στα μέσα Αυγούστου του 1990.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο επιτελής που χειρίστηκε με επιτυχία το θέμα ήταν ο τότε Κλαδάρχης Επιχειρήσεων του ΓΕΑ, ταξίαρχος Γιώργος Σκαρλάτος, ένας από τους αξιότερους και ικανότερους αξιωματικούς της Πολεμικής μας Αεροπορίας, τον οποίο προόριζα για αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, αν ο Μητσοτάκης δεν επέμενε να διατηρηθεί ο Αθανάσιος Σταθιάς ως Αρχηγός ΓΕΑ πολύ περισσότερο χρόνο από όσον αρχικά είχε προβλεφθεί.
Μεταστάθμευση βρετανικών πολεμικών αεροσκαφών σε αεροδρόμιο της Ρόδου
Το περιστατικό που ακολουθεί δεν έχει την παρασκηνιακή πλοκή του προηγούμενου, αλλά, από πολιτική άποψη, το θεωρώ εξ ίσου σημαντικό και εξελίχθη βάσει της διπλωματικής οδού.
Συγκεκριμένα, δύο εβδομάδες περίπου πριν την έναρξη της επιχειρήσεως «Καταιγίδα της Ερήμου» στις 17 Ιανουαρίου 1991, οι βρετανικές αρχές ζήτησαν, δια της διπλωματικής οδού, τη μεταστάθμευση στη Καλαμάτα στρατιωτικών αεροσκαφών για περίοδο 8-10 ημερών.
Όταν ετέθη υπόψιν μου το εν λόγω αίτημα, το αποδέχθηκα υπό την προϋπόθεση ότι η μεταστάθμευση θα πραγματοποιηθεί στο αεροδρόμιο της Ρόδου. Η βρετανική πλευρά αποδέχθηκε την αλλαγή αυτή.
Έτσι, στα μέσα του πρώτου δεκαημέρου του μηνός Ιανουαρίου του 1991, προσγειώθηκαν στη Ρόδο επτά βρετανικά στρατιωτικά αεροσκάφη: 4 Hunter, 1 Canberra, 1 Falcon και 1 Jet Stream.
Τα βρετανικά αυτά αεροσκάφη, εξυπηρετούμενα από βρετανικό κλιμάκιο σε συνεργασία με τις ελληνικές δυνάμεις του νησιού, παρέμειναν στη Ρόδο επί δέκα ημέρες περίπου και εξετέλεσαν έναν αριθμό αεροπορικών εξόδων επί καθημερινής βάσεως σε άψογη συνεργασία με το ελληνικό σύστημα αεράμυνας.
Οι αποστολές που εξετέλεσαν τα αεροσκάφη αυτά κατά την παραμονή τους στη Ρόδο, ήταν εξοικείωση των πληρωμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, επιτήρηση θαλασσίων γραμμών και αναγνώριση πλοίων, συλλογή πληροφοριών και ασκήσεις ηλεκτρονικού πολέμου, σε συνεργασία πάντοτε με τους Έλληνες συναδέλφους τους.
Με δεδομένη τη Συνθήκη Παρισίων οι επιχειρήσεις των βρετανικών αεροσκαφών αποτελούσαν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για τους κατοίκους του νησιού, που έβλεπαν για πρώτη φορά, μετά την ενσωμάτωσή τους στη μητέρα Ελλάδα, στρατιωτικά αεροσκάφη να απογειώνονται και να προσγειώνονται στα αεροδρόμια της Ρόδου.
Το γεγονός αυτό έγινε αντικείμενο κοινοβουλευτικού ελέγχου και η επίκαιρη ερώτηση του βουλευτού της Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου Μαρίας Δαμανάκη συζητήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1991. Παραθέτω τον σχετικό διάλογο: (πρακτικά Συνεδριάσεων της Βουλής, 25 Ιανουαρίου 1991, σελ. 5542)
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Είπε η κα Δαμανάκη κάτι, το οποίο δεν περίμενα να λεχθεί απ’ αυτήν. Ειλικρινά, το αν βρέθηκαν τα βρετανικά αεροπλάνα στη Ρόδο χωρίς οπλισμό, είναι προσωπική μου απόφαση και αναλαμβάνω το βάρος της ευθύνης. Ξέρετε γιατί;
– Μαρία Δαμανάκη: Ενημερώστε μας.
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Αφού το θέλετε, θα πάρετε την απάντηση, κυρία συνάδελφε. Ζητούσαν οι Βρετανοί για την υποστήριξη της δικής τους ασκήσεως τη μεταστάθμευση για ολίγες ημέρες, βάσει της υφιστάμενης διακρατικής συμφωνίας, ορισμένου αριθμού άοπλων αεροσκαφών και ζητούσαν το αεροδρόμιο της Καλαμάτας. Και εγώ επέμεινα να είναι το αεροδρόμιο της Ρόδου.
– Νικόλαος Κωνσταντόπουλος: Για να είναι πιο κοντά;
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Αφού το πάτε έτσι κύριε Κωνσταντόπουλε, θα σας απαντήσω. Για να αποδείξουμε, ότι δεν ισχύει η αποστρατιωτικοποίηση της Δωδεκανήσου. Λυπάμαι που δεν καταλαβαίνετε αυτό το απλό εθνικό θέμα και λυπάμαι γιατί θέλετε και αυτό το θέμα να τα μεταβάλετε σε σημείο της αντιπολιτευτικής σας δραστηριότητας.
– Νικόλαος Κωνσταντόπουλος: Αυτό είναι;
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Βεβαίως. Διότι μας δίνει πολλά επιχειρήματα να ισχυριστούμε, ότι η Συμφωνία του 1947 δεν ισχύει. Λυπάμαι που δεν θέλετε να καταλάβετε. Εγώ πάντως δεν ήθελα να φτάσω στο σημείο αυτό.
– Μαρία Δαμανάκη: Γιατί αυτό δεν το λέτε;
– Προεδρεύων (Θεόδωρος Αναγνωστόπουλος): Παρακαλώ, κύριε Υπουργέ, ολοκληρώστε.
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Μα, δεν το καταλαβαίνετε γιατί; Δεν το καταλαβαίνετε ούτε αυτό το απλό «γιατί»;
Και σε άλλο σημείο της τοποθετήσεώς μου τόνισα:
– Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (Υπ. Εθνικής Άμυνας): Είπε ο κ. Κύρκος ότι έκανα αιτίαση στην Αντιπολίτευση για το θέμα της μετασταθμεύσεως των βρετανικών αεροσκαφών στη Ρόδο. Και είπα ξεκάθαρα: Ήταν δική μου απόφαση. Και πιστεύω, ότι ήταν σωστή απόφαση η άποψη ότι τα Δωδεκάνησα δεν είναι αποστρατιωτικοποιημένα.
Και γι’ αυτήν την επιλογή αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη. Και πιστεύω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι η επιλογή της Ρόδου για βρετανικά, χωρίς οπλισμό, το επαναλαμβάνω χωρίς κανένα οπλισμό αεροπλάνα, είναι μία πολιτική, η οποία στο μέλλον θα αποδώσει καρπούς.
Μετά τη συζήτηση αυτή, η οποία έλαβε δημοσιότητα αφού δημοσιεύτηκε σ’ όλες τις αθηναϊκές εφημερίδες και προφανώς έλαβε γνώση και η τουρκική πλευρά, με εξέπληξε το υποτονικό ύφος της τουρκικής αντιδράσεως. Προφανώς αυτό οφειλόταν στην επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου», η οποία ευρίσκετο σε πλήρη εξέλιξη.
Τα περιστατικά αυτά, αλλά και άλλα ήσσονος σημασίας είχαν δημιουργήσει επιχειρήματα ισχυρά για να υποστηριχθεί ότι η αποστρατιωτικοποίηση στη πράξη είχε ατονίσει.
Για να ενισχύσω αυτήν την άποψη, έδωσα εντολή να διεξαχθεί την 1η Απριλίου 1993 στη νότια Ρόδο από τις δυνάμεις που βρίσκονταν στο νησί στρατιωτική άσκηση. Σε αυτήν συμμετείχαν αεροπορικές και χερσαίες δυνάμεις με πεζικό, πυροβολικό και μονάδες τεθωρακισμένων.
Το σενάριο της άσκησης ήταν να επανακτηθούν ελληνικά εδάφη, που είχε καταλάβει ο εχθρός. Για να δώσω μεγαλύτερη δημοσιότητα, παρακολούθησα μαζί με τον Αρχηγό του ΓΕΣ αντιστράτηγο Ευστάθιο Καπραβέλο την τελευταία φάση της ασκήσεως, η δε παρέλαση έγινε ενώπιόν μου στο στάδιο της πόλης.
Ο Καπραβέλος είχε επιλεγεί λίγους μήνες πριν Αρχηγός ΓΕΣ. Επρόκειτο για μια επιλογή, η οποία επικροτήθηκε από όλο το στράτευμα. Λόγων των υψηλών προσόντων του, του ήθους του και του ακέραιου χαρακτήρα του ήταν ιδιαίτερα αγαπητός από όλους τους αξιωματικούς του ελληνικού στρατού. Ήταν άριστος αξιωματικός και έχοντας υπηρετήσει σε όλες τις μονάδες του στρατού γνώριζε τα προβλήματα σε βάθος.
Ήταν από τους ελάχιστους μη αμερικανούς αξιωματικούς που είχαν αποφοιτήσει από τις πιο δύσκολες σχολές του αμερικανικού στρατού. Δυστυχώς, παρέμεινε μόλις δέκα μήνες στην ηγεσία του στρατεύματος. Αποστρατεύθηκε μόλις το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε την εξουσία, τον Δεκέμβριο του 1993.
Περίμενα τις τουρκικές αντιδράσεις. Άργησαν αρκετές μέρες. Τελικά ήταν μια διαμαρτυρία στον ΟΗΕ, στην οποία οι Τούρκοι κατηγορούσαν την Ελλάδα για παραβίαση άρθρου της Συνθήκης Ειρήνης του 1947.
Είχε προηγηθεί (Σεπτέμβριος 1992) διάβημα του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών προς τον πρέσβη της Ελλάδος στην Άγκυρα, με το οποίο διαμαρτυρόταν για την επίσκεψή μου στη Κω, κατά την οποία επιθεώρησα τις εκεί στρατιωτικές εγκαταστάσεις.
Πιστεύω ότι, αν η τακτική αυτή συνεχιζόταν από τους διαδόχους μου με τον ίδιο ενεργητικό τρόπο, θα ενισχύαμε με βάσιμα επιχειρήματα την θέση της χώρας μας ότι η ρήτρα της αποστρατιωτικοποίησης έχει αδρανοποιηθεί.
ΠΗΓΗ defence-point
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου