του Γιάννη Ξένου από το Άρδην τ. 128
Για τη νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου θα διαβάσετε στο τεύχος 128 του Άρδην αναλυτική κριτική του Κ. Μπλάθρα, δεν μπορούμε όμως να μην εστιάσουμε στους λόγους για τους οποίους η ταινία τυγχάνει, από ένα κομμάτι των κριτικών και του κοινού, αποθεωτικής αποδοχής και θεωρείται από τα φαβορί των Όσκαρ.
Ο Λάνθιμος έφτιαξε μια εύπεπτη ταινία σε σχέση με τις βαριές, κλειστοφοβικές, προηγούμενες ταινίες του, που ήταν για περιορισμένο κοινό. Στη νέα του ταινία φτιάχνει ένα μαζικό μανιφέστο του woke κινήματος με όλα τα βασικά υλικά: οι λευκοί άνδρες είναι ηλίθιοι, τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει τον «αφυπνιστικό» αγώνα της ηρωίδας που στο τέλος θριαμβεύει. Η ταινία, επειδή έχει και χάπι έντ, ενθουσιάζει ένα συγκεκριμένο κοινό, καθώς, και ως προς τα τεχνικά της χαρακτηριστικά (π.χ. φωτογραφία), είναι καλή, ενώ οι «κριτικοί» μπορούν να προσθέσουν όση σάλτσα θέλουν για να πείσουν για τον χειραφετιτικό αγώνα της Μπέλας.
Παρόλα αυτά, όσο ντόρο και να κάνουν, δεν ξεφεύγει ότι η ταινία είναι επιφανειακή. Υποτίθεται ότι η συνείδηση της ηρωίδας περνά σε άλλο επίπεδο όταν, στο ταξίδι ενηλικίωσης στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, βλέπει για πρώτη φορά λιμοκτονούντες πρόσφυγες. Τι κάνει; Υπεξαιρεί ένα σημαντικό ποσό από τον φίλο της και το δίνει σε κάτι μούτρα ναύτες που την πείθουν (δεν είναι και δύσκολο) ότι θα τα διαθέσουν στους πρόσφυγες και φυσικά τα κρατούν για τον εαυτό τους. Μετά από αυτό το γεγονός, η ηρωίδα πατάει πια στέρεα στα πόδια της και, παρότι άφραγκη, προχωρά η αυτογνωσία της, όταν εργάζεται στο Παρίσι σε έναν πολυτελή οίκο ανοχής, όχι τόσο για τα χρήματα (όχι ότι τα αρνείται, διεκδικεί για την ίδια και τις άλλες σεξεργάτριες καλύτερη αμοιβή), όσο για τους ενδιαφέροντες ανθρώπους που γνωρίζει.
Εν τέλει η ηρωίδα μας γίνεται σπουδαία χειρουργός (γιατί βρίσκει χρόνο και για μελέτη), όπως και το πλάσμα που την δημιούργησε, και εκδικείται τον πρώην σύζυγό της, που είναι η πηγή της δυστυχίας της, κάνοντας του μια εγχείρηση μεταμόσχευσης μυαλού κατσικιού! Στην τελευταία σκηνή, η ηρωίδα μας, με την καλή της φίλη και τον σύντροφό της, απολαμβάνουν στην έπαυλή τους το κοκτέιλ τους, ο φασίστας πρώην σύζυγος, βελάζει για πρόσθετο χορτάρι και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.
Μέσα σε μια χαζοχαρούμενη διάθεση, το μήνυμα της ταινίας ζέχνει από έναν νέου τύπου ολοκληρωτισμό: για παράδειγμα, τον αντίπαλο μας δεν τον αντιμετωπίζουμε πολιτικά, ούτε τον εξορίζουμε ή ακόμα και τον δολοφονούμε (μην μας πουν και δολοφόνους), αλλά τον εκμηδενίζουμε σπάζοντας πλάκα με την κατάσταση στην οποία τον έχουμε οδηγήσει.
Το Poor Things ρίχνει τόνους νερού στον νέο διχασμό που δημιουργεί ο γουοκισμός, χαϊδεύοντας τα αυτιά των οπαδών του κινήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου