Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024

«Μια φορά κι έναν καιρό στο Γουοκιστάν»


Όταν η ιδεολογία εισβάλλει στη μυθοπλασία

Της Eugénie Bastié από το Αρδην τ. 127

Στο μυθιστόρημα Woke Fiction, ο Samuel Fitoussi μας βυθίζει στον κόσμο των σήριαλ που εμποτίζονται από τις νέες συμπεριληπτικές και ποικιλόμορφες επιταγές. Ένα εργαλείο προπαγάνδας που διαμορφώνει τη φαντασία της δυτικής νεολαίας.

Προσοχή, χρήση μιας λέξης που έχει πλέον απαγορευτεί. Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο όπως ο «γουοκισμός», είναι σαν τη «θεωρία του φύλου», τον «ισλαμοαριστερισμό» ή την «τρομοκρατία»: λέξεις που επινόησαν αχρείοι αντιδραστικοί για να απαξιώσουν την Υπόθεση. Ένας «ηθικός πανικός» που κατασκευάζεται από ασήμαντα μικρά γεγονότα. Ωστόσο, ο όρος, όσο ατελής και αν είναι, είναι κρίσιμος. Διότι, όπως εξηγεί ο Samuel Fitoussi στο βιβλίο του Woke Fiction, επιτρέπει να κατονομάσουμε αυτά τα ρεύματα (μετααποικιοκρατία, νεοφεμινισμός, queer κίνημα) με τρόπο διαφορετικό από τις ενάρετες ετικέτες που χρησιμοποιούν. Αυτές τούς επιτρέπουν να διεισδύουν δόλια στους πολιτιστικούς θεσμούς με τα χαριτωμένα ονόματα της «διαφορετικότητας», της «ισότητας» και της «συμμετοχικότητας». Για όσους αμφιβάλλουν για την ύπαρξη μιας πολιτιστικής επανάστασης που βρίσκεται σε εξέλιξη, αυτός ο λαμπρός νεαρός αρθρογράφος της Figaro καταδεικνύει σε αυτό το αριστουργηματικό δοκίμιο την πραγματικότητα μιας επιχείρησης κοινωνικής μηχανικής στο φαντασιακό, που είναι πρωτοφανής σε έκταση και ριζοσπαστισμό.
Για τι ακριβώς μιλάμε; Μια ιδεολογία που επιβάλλει πλέον το πλαίσιό της στη μυθοπλασία, την πολιτικοποίηση του πολιτισμού και την επιστροφή της ηθικής τάξης. Ο εισαγγελέας Πινάρ (εισαγγελέας που είχε καταδιώξει τον Μπωντλαίρ και τον Φλωμπέρ Σ.τ.Μ.) επιστρέφει: παίρνει το πρόσωπο της Ντάνα Γουόλντεν, πρώην προέδρου της Ντίσνεϊ, η οποία δήλωσε: «Μερικές φορές λαμβάνουμε υπέροχα γραμμένα σενάρια που δεν πληρούν όμως τους απαιτούμενους όρους συμπερίληψης, και τα απορρίπτουμε».
Φυσικά, υπάρχουν έργα που ακυρώνονται και λογοκρίνονται (Όσα παίρνει ο άνεμος), υπάρχουν εκείνα για τα οποία προηγείται πλέον προειδοποίηση (Οι Αριστόγατες, λόγω των υπερβολικά στερεοτυπικών κινεζικών γάτων), και εκείνα που ξαναγράφονται (τα μυθιστορήματα του Roald Dahl, όπου η λέξη «χοντρός» έχει εξαφανιστεί, καθώς θεωρήθηκε προσβλητική). Αλλά υπάρχει επίσης, και πάνω απ’ όλα, μια νέα επίσημη μορφή τέχνης, η οποία προωθείται από το Netflix, το Χόλιγουντ και τους γαλλικούς δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς και διαμορφώνει την οπτική μιας ολόκληρης γενιάς. «Όταν μιλάμε για την κουλτούρα της ακύρωσης, μάλλον δεν αντιλαμβανόμαστε την ουσία. Το πρόβλημα σήμερα δεν είναι αυτό που ακυρώνεται, αλλά αυτό που δεν παράγεται πλέον», γράφει πολύ σωστά ο Samuel Fitoussi.
Εν ολίγοις, ο στόχος είναι να δείξουμε στη μυθοπλασία ότι η Δύση είναι μια κόλαση για τις φυλετικές μειονότητες, τα ΛΟΑΤ άτομα και τις γυναίκες και να καταστήσουμε αυτές τις τρεις κατηγορίες τούς αποκλειστικούς ήρωες της καλλιτεχνικής παραγωγής.

***

Ο Fitoussi παραθέτει τους κανόνες αυτής της νέας πολιτιστικής παραγωγής: 1) Οι ήρωές σας θα είναι ενάρετοι 2) Οι μειονότητές σας θα υφίστανται διακρίσεις 3) Θα «εκπροσωπείτε» την κοινωνία 4) Δεν θα εφαρμόζετε την πολιτισμική αφομοίωση 5) Δεν θα προπαγανδίζετε τα στερεότυπα των φύλων 6) Οι μη λευκοί χαρακτήρες σας θα είναι καλοί, οι λευκοί χαρακτήρες κακοί 7) Θα μισείτε τους άνδρες 8) Θα αποδομείτε τα πρότυπα (ετεροφυλοφιλία, λευκότητα κ.λπ.). 

Εν ολίγοις, ο στόχος είναι να δείξουμε στη λογοτεχνία ότι η Δύση είναι μια κόλαση για τις φυλετικές μειονότητες, τα ΛΟΑΤ άτομα και τις γυναίκες και να κάνουμε αυτές τις τρεις κατηγορίες τούς αποκλειστικούς ήρωες της καλλιτεχνικής παραγωγής.
Ο woke ρεαλισμός δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Μόνο που δεν λαμβάνει χώρα σε μια μόνο χώρα, αλλά σε όλο τον κόσμο. Είναι συστημικός. Οι νέοι κανόνες των βραβείων Όσκαρ το πιστοποιούν: από εδώ και στο εξής, τουλάχιστον ένας πρωταγωνιστής πρέπει να προέρχεται από μια υποεκπροσωπούμενη εθνοτική ομάδα και το 30% του καστ πρέπει να περιλαμβάνει γυναίκες, φυλετικές μειονότητες ή ΛΟΑΤ άτομα. Τα παραδείγματα αφθονούν στο βιβλίο του Fitoussi. Πρόκειται για την παρουσίαση ενός αμφιφυλόφιλου Δον Ζουάν, τις περιπέτειες ενός μη δυαδικού βίσονα στο Netflix, ένα ριμέικ της Χιονάτης και των επτά νάνων χωρίς νάνους ή πρίγκιπα, γυναίκες ηρωίδες που αναδεικνύονται συστηματικά, ενώ η τοξική αρρενωπότητα αποδομείται ανελέητα. Mια σκηνοθέτης ζητάει «συγνώμη» επειδή γύρισε μια ταινία για το τζιχάντ χωρίς να είναι η ίδια μουσουλμάνα. Ένα θεατρικό έργο που παίζεται αποκλειστικά από μαύρους μπροστά σε ένα αποκλειστικά μαύρο κοινό. Η Arcom, ο δημόσιος οργανισμός που είναι υπεύθυνος για την εποπτεία του οπτικοακουστικού τομέα στη Γαλλία, ο οποίος καταρτίζει ένα ετήσιο «βαρόμετρο ποικιλομορφίας» (το οποίο συνίσταται στην καταμέτρηση μαύρων και λευκών στην τηλεόραση).
Το βιβλίο αυτό δεν είναι ένας ακόμη λίβελος κατά της αίρεσης των Αφυπνισμένων, αλλά και ένας βαθύς προβληματισμός για τη φύση της τέχνης. Ο Samuel Fitoussi δεν είναι απλώς ένας ξεκαρδιστικός σατιρικός, είναι επίσης ένας νέος άνθρωπος με αξιοθαύμαστη κατανόηση της ανθρώπινης φύσης. Επιλέγει τον Μπερκ (Burke), [«υπάρχει, από τη θεμελιώδη σύσταση των πραγμάτων, μια ριζική αδυναμία στην ανθρώπινη φύση»] αντί του Ρουσσώ [«ο άνθρωπος είναι ένα εκ φύσεως καλό ον»]. Αυτή η τραγική θεώρηση της ανθρώπινης φύσης είναι που δημιουργεί τα αριστουργήματα: Σοφοκλής, Σαίξπηρ, Τολστόι. Γιατί καθιστά καθολικό το σκάνδαλο του κακού αντί να το περιορίζει σε μια συγκεκριμένη φυλή, τάξη, λαό ή έθνος. Η δύναμη της μυθοπλασίας έγκειται στην ικανότητά της να απαντά στα καθολικά συλλογικά πάθη της ανθρωπότητας, διατηρώντας παράλληλα το συγκεκριμένο σε έναν κόσμο που γενικεύει. Η ιδεολογία woke κάνει το αντίθετο: απορρίπτει το καθολικό, αφού ο καθένας περιορίζεται στα χαρακτηριστικά της ταυτότητάς του, και απορρίπτει το ιδιαίτερο, αφού προτείνει ένα μανιχαϊστικό όραμα της ανθρωπότητας που χωρίζεται ανάμεσα στους κυρίαρχους και τους κυριαρχούμενους.
Ο συγγραφέας μπορεί ίσως να επικριθεί για μια φιλελεύθερη ψευδαίσθηση: την πεποίθηση ότι υπάρχει κάτι που λέγεται «ουδέτερη τέχνη», απαλλαγμένη από κάθε ηθική. Η μυθοπλασία δεν είναι απλή ψυχαγωγία – μας εκπαιδεύει. Αλλά αυτή η εκπαίδευση δεν είναι ηθική παιδαγωγία. Από τη Μαντάμ Μποβαρί μέχρι τους Αδελφούς Καραμάζοφ και τον Ρόκο και τα αδέρφια του του Βισκόντι, τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της ανθρωπότητας είναι μαθήματα για την ανθρώπινη ψυχή. Πριν από δύο χιλιάδες πεντακόσια χρόνια, η ελληνική τραγωδία το είχε ήδη καταλάβει αυτό. Τα δύο θεμέλιά της ήταν η μίμησις και η κάθαρσις («εξαγνισμός των παθών»). Η τέχνη woke είναι μια εκπτωχευμένη μίμηση, βασισμένη στην απλή ταυτοτική παρουσίαση, και μια απόρριψη της κάθαρσης, αφού αρνείται να αναπαραστήσει αυτό που ενοχλεί. Οι Έλληνες είχαν καταστήσει την αναπαράσταση μέσω του προφορικού λόγου εκτόνωση της καθολικής βίας. Οι Woke θεωρούν τον λόγο και την αναπαράσταση εγγενώς προσβλητικές και ζητούν από την τέχνη να κολακεύει τα θυματοποιημένα πάθη.
Τα μεγάλα έργα τέχνης είναι εκείνα που αντλούν από την πραγματικότητα και τη μεταμορφώνουν, όχι εκείνα που την παραποιούν. Δεν δογματίζουν, εκθέτουν. Πρέπει να επιστρέψουμε στον μεγαλειώδη ορισμό της τέχνης που έδωσε ο Barbey d’Aurevilly στον πρόλογό του στο Une vieille maîtresse, όπου απαντούσε στους καθολικούς που τον είχαν επικρίνει ότι φιλοτεχνούσε μια ανήθικη ιστορία. «Η ηθική του καλλιτέχνη έγκειται στη δύναμη και την αλήθεια της τέχνης του. Φιλοτεχνώντας την πραγματικότητα, διεισδύοντας σε αυτήν, δίνοντάς της ζωή, υπήρξε μάλλον ηθικός: υπήρξε αληθινός».

Πηγή: Le Figaro
Μετάφραση: Χριστίνα Σταματοπούλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου