Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Στις 20 Αυγούστου, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων της Ουκρανίας, Στρατηγός Ολεκσάντερ Σίρσκυ, μιλώντας σε τηλεοπτικό σταθμό, παρουσίασε χάρτη της περιοχής του Κουρσκ στην οποία έχουν εισβάλει από τις 6 του μηνός ουκρανικές δυνάμεις.
Ο αρχηγός, ανέφερε ότι οι ουκρανικές δυνάμεις «ελέγχουν 1.263 τ.χλμ. στην περιοχή και 93 οικισμούς». Στον χάρτη, σημειωνόταν ότι το μεγαλύτερο βάθος εισχωρήσεως των ουκρανικών δυνάμεων είναι 35 χλμ. προς βορρά, σε συνάρτηση με την εισχώρηση 28 χλμ. νοτιότερα.
Καθώς από τις 18 Αυγούστου περίπου, έχει αρχίσει να γίνεται αισθητή η ενίσχυση της ρωσικής αντιστάσεως και ο ρυθμός προόδου των Ουκρανών μειώθηκε, πιθανώς ο χάρτης προβλήθηκε επειδή η ουκρανική ηγεσία δεν αναμένει σοβαρά περαιτέρω εδαφικά κέρδη. Επ’ αυτού, πρέπει να σημειωθεί η ενδιαφέρουσα εξέλιξη της διαφαινόμενης προθέσεως απομονώσεως ενός ρωσικού εδαφικού διαμερίσματος στα δυτικά της εισχωρήσεως, που οριοθετείται προς βορρά από τον ποταμό Σέιμ. Από τις 16 Αυγούστου, οι Ουκρανοί άρχισαν να χτυπούν τις τρεις οδικές προσβάσεις διά των γεφυρών στα χωριά Καρίζ, Ζβανόε και Γκλούσκοβο, απαγορεύοντας την ταχεία μεταφορά ρωσικών δυνάμεων και απομονώνοντας τις τοπικές δυνάμεις, που αριθμούν περί τους 1.000 άνδρες κατ’ εκτίμηση. Πρόκειται για ένα διαμέρισμα εκτάσεως 700 τ.χλμ. περίπου. Οι Ρώσοι επιδιώκουν την αποκατάσταση των γραμμών επικοινωνιών μέσω πλωτών γεφυρών, οι οποίες όμως αποτελούν στόχους προτεραιότητος για τους Ουκρανούς.
Από την συγκεκριμένη δράση στο παραμεθόριο διαμέρισμα του νοτιοδυτικού Κουρσκ, μπορούμε να συγκρατήσουμε ότι πρώτον, το “ενδιαφέρον” των Ουκρανών εκδηλώθηκε δέκα ημέρες από την έναρξη της ουκρανικής επιθέσεως στο Κουρσκ και δεύτερον, ότι ακόμη δεν έχουν κινηθεί εκεί αποφασιστικώς, ουκρανικές μονάδες. Από αυτές τις δύο παρατηρήσεις, οδηγούμαστε σε δύο υποθέσεις – συμπεράσματα: πρώτον, το συγκεκριμένο ρωσικό εδαφικό διαμέρισμα δεν αποτελούσε στόχο του αρχικού σχεδίου, διαφορετικά οι γέφυρες θα είχαν χτυπηθεί από πολύ νωρίς και δεύτερον, οι Ουκρανοί ενεργούν με περιορισμένες δυνάμεις στην συγκεκριμένη ζώνη, διαφορετικά θα είχαν ήδη κινηθεί και στο “απομονωμένο” ρωσικό έδαφος δυτικά.
Στο προ τετραημέρου Podcast με τον “Περικλή” για την ανασκόπηση του πρώτου δεκαημέρου της επιθέσεως, ο Έλληνας πολεμιστής μετέφερε την εκτίμηση ότι η εισχώρηση των Ουκρανών στο Κουρσκ έγινε με μικρές μόνο δυνάμεις, μεγέθους δύο ταγμάτων περίπου, σε αντίθεση με τις αναφορές κι εκτιμήσεις δυτικών σχολιαστών και δημοσιογράφων που μιλούσαν για μερικές χιλιάδες. Επομένως, η πρώτη αναφορά των Ρώσων για 1.000 περίπου Ουκρανούς στο Κουρσκ, μάλλον προσέγγιζε την πραγματικότητα. Τις επόμενες ημέρες και καθώς η επιχείρηση εξελίχθηκε ευνοϊκώς, οι Ουκρανοί διοχέτευσαν κι άλλες δυνάμεις προς εκμετάλλευση και σήμερα, 15 ημέρες μετά, μπορούν να εκτιμηθούν σε 6-7.000 περίπου άνδρες, μεταξύ των οποίων πολύ πιθανόν και από τις Περιοχικές Δυνάμεις Αμύνης (Territorial Defense Forces) δηλαδή μονάδες δευτέρας κατηγορίας. Μικρή – λογική δύναμη ελιγμού, συνεπάγεται και μικρές – λογικές ανάγκες υποστηρίξεως.
Έτσι, μπορούμε να σχολιάσουμε ότι το θετικό αποτέλεσμα για τους Ουκρανούς προέκυψε από την έλλειψη αντιστάσεως αλλά και η σχεδόν “ακτινωτή” εισχώρηση των δυνάμεων, έδειξε ότι δεν υπήρχε αυστηρώς προσδιορισμένη Κυρία Προσπάθεια και Αντικειμενικός Σκοπός. Πιθανή επέκταση της δράσεως στο νοτιοδυτικό απομονωμένο διαμέρισμα του Κουρσκ το επόμενο διάστημα, θα επιβεβαιώσει απλώς ότι ο αρχικός Αντικειμενικός Σκοπός ήταν περιορισμένος.
Όλα αυτά, δείχνουν ότι το θετικό αποτέλεσμα στο Κουρσκ έχει προκύψει από μία οικονομική σε εμπλεκόμενες δυνάμεις, επιθετική ενέργεια. Οι δυνάμεις που αφιερώθηκαν, δεν είναι τόσο μεγάλες ώστε να υποστηριχθεί ότι εάν ο Στρατηγός Σίρσκι τις είχε ρίξει στο Ντονμπάς κι έναν κρίσιμο τομέα του, όπου οι δυνάμεις εισβολής υπερβαίνουν τις 50.000 άνδρες, θα απέφεραν το ίδιο αισθητό αποτέλεσμα. Τα διεθνή μέσα, διαρκώς επισημαίνουν την αργή αλλά σταθερή πρόοδο των Ρώσων στο Ντονμπάς, προς Ποκρόφσκ και Τορέτσκ. Το πρώτο, έχει κομβικό ρόλο για την ουκρανική άμυνα στην περιοχή αλλά πιθανή απώλειά του δεν μπορεί να συγκριθεί με την πτώση της Αβντίκα παλαιότερα.
Αντιθέτως, η εισχώρηση στο Κουρσκ, περίπου “εξουδετέρωσε” την ρωσική προσπάθεια προς Χάρκοβο. Οι Ρώσοι επιτέθηκαν προς Χάρκοβο στις 10 Μαΐου αλλά πλέον αποκαλύφθηκε ότι δεν είχαν άλλες εφεδρείες στην ευρύτερη περιοχή Κουρσκ – Μπελγκορόντ, όπως παρουσιαζόταν στα διεθνή μέσα. Έτσι, παρά τις αναφορές ότι οι Ρώσοι προετοίμαζαν μια μεγαλύτερη θερινή επίθεση προς Σούμι, απεδείχθη ότι δεν είχαν άλλες εφεδρείες προς τούτο. Οι Ρώσοι αντέδρασαν όπως ήταν αναμενόμενο, μεταφέροντας κάποιες δυνάμεις από το Μπελγκορόντ προς την απειλή στο Κουρσκ.
Είναι σαφές ότι εάν οι Ουκρανοί είχαν προσανατολίσει μεγαλύτερες δυνάμεις στο Κουρσκ, θα μπορούσαν να έχουν πετύχει μεγαλύτερη πρόοδο. Εν τούτοις, μια τέτοια επιχείρηση θα διακινδύνευε το στοιχείο του αιφνιδιασμού και θα απαιτούσε πολύ μεγαλύτερες ανάγκες υποστηρίξεως από πλευράς εφοδιασμού, επιβαρύνοντας πολύ σοβαρά τον όλο μηχανισμό των Ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Αντιθέτως, η δημιουργία μίας “ζώνης ασφαλείας” βάθους 20-30 χλμ. και μήκους 50-100 χλμ. εντός του ρωσικού εδάφους, μπορεί να υποστηριχθεί ευχερέστερα, από πάσης απόψεως, εξυπηρετώντας τον πολιτικό σκοπό.
Από πλευράς αποτελεσμάτων επί του πεδίου, επιτιθέμενοι προς Χάρκοβο, οι Ρώσοι επεδίωξαν να φέρουν στα όριά τους τις υπεραναπτυγμένες σε ένα μέτωπο μήκους άνω των 1.000 χλμ. δυνάμεις των Ουκρανών. Οι Ουκρανοί όμως συγκράτησαν την κατάσταση στο Χάρκοβο από τον Ιούνιο, με αποτέλεσμα να μην επιτευχθούν οι τακτικοί σκοποί των Ρώσων για δημιουργία μίας ικανού εύρους και βάθους “ζώνης ασφαλείας” αλλά τελικώς πέρασαν και σε χερσαία επίθεση στην επικράτεια της Ρωσίας! Τοιουτοτρόπως, οι Ουκρανοί απέδειξαν ότι όχι μόνο είχαν την ικανότητα να ανταπεξέλθουν στο άνοιγμα ενός δευτερεύοντος μετώπου από τους Ρώσους, που επέκτεινε την ενεργό γραμμή αντιπαρατάξεως αλλά “άντεχαν” και να περάσουν στην επίθεση εκεί, επεκτείνοντας αυτό το δευτερεύον μέτωπο εις βάρος της Ρωσίας.
Συνολικώς, οι Ουκρανοί στην διάρκεια του 2024, εμφανίζονται να έχουν επιδείξει ανώτερη διαχείριση δυνάμεων, πολεμώντας έναν αριθμητικά υπέρτερο αντίπαλο και με την επίθεση στο Κουρσκ, οι Ουκρανικές Ένοπλες Δυνάμεις κατάφεραν να ανταποκριθούν στον πολιτικό σκοπό που έθεσε ο πρόεδρος Ζελένσκι, για μεταφορά των χερσαίων επιχειρήσεων στην ρωσική επικράτεια, ώστε να διεκδικηθούν συγκεκριμένα πολιτικά οφέλη. Διαβλέποντας μία τάση περιορισμού της αφοσιώσεως των Δυτικών στην υποστήριξη του αγώνος της Ουκρανίας και τον κίνδυνο πιέσεως ώστε να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις από θέση αδυναμίας, ο πρόεδρος Ζελένσκι επεδίωξε μια αποφασιστική μεταβολή παραμέτρων. Η επίθεση στο Κουρσκ ισχυροποιεί την θέση του Κιέβου, δημιουργώντας αφήγημα νίκης και ανάληψη της πρωτοβουλίας κινήσεων.
Ήδη από τις δημόσιες τοποθετήσεις του προέδρου Ζελένσκι, είναι σαφής η υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητα στις διεκδικήσεις που εντείνονται πλέον, ως προς την στρατιωτική συνδρομή των Δυτικών. Οι Ουκρανοί ζητούν επιθετικά όπλα πολύ μεγάλου βεληνεκούς ώστε να πετύχουν επιχειρησιακό αποτέλεσμα χτυπώντας τις αεροπορικές δυνάμεις των Ρώσων βαθιά μέσα στην ρωσική επικράτεια, όπως και μεγάλα κέντρα εφοδιασμού – αποθήκες αλλά και στρατηγικές υποδομές. Μιλώντας στους πρέσβεις της χώρας στο εξωτερικό στις 19 Αυγούστου, ο πρόεδρος Ζελένσκι σημείωσε: «Εάν οι εταίροι μας είχαν άρει τους υφισταμένους περιορισμούς στην χρήση όπλων στην ρωσική επικράτεια, δεν θα χρειαζόταν η φυσική παρουσία μας στην περιοχή του Κουρσκ για την προστασία των παραμεθορίων κοινοτήτων μας και την εξάλειψη των επιθετικών δυνατοτήτων της Ρωσίας […] Χρειαζόμαστε [όπλα] επαρκούς βεληνεκούς για να υπερασπιστούμε την Ουκρανία από πυραύλους και κατευθυνόμενες βόμβες της Ρωσίας, για να αποτρέψουμε την μεταφορά ρωσικών στρατευμάτων και να αντιμετωπίσουμε την πίεση των κατοχικών [δυνάμεων] σε μέτωπα κλειδιά […] Όλοι πρέπει να θυμούνται ότι η Ουκρανία εμποδίζεται να σταματήσει την προώθηση του ρωσικού στρατού στο μέτωπο, μόνο από μία απόφαση την οποία αναμένουμε από τους εταίρους μας: την απόφαση [προσδώσεως] ικανοτήτων [κρούσεως] μεγάλου βεληνεκούς […] Η ανταπόκριση του Πούτιν στην επιχείρηση του Κουρσκ, δείχνει ότι δεν υπάρχει λογικός λόγος να μας αρνούνται ικανότητες πραγματικά μεγάλου βεληνεκούς. Η κατάσταση στο μέτωπο του Ντονέτσκ είναι τέτοια ώστε οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση των εταίρων μας σε αυτό το θέμα να υποστηρίζει στην ουσία τις επιθετικές δυνατότητες της Ρωσίας».
Επομένως, οι Ουκρανοί κρίνουν ότι εφόσον μεταβληθεί η πολιτική των Δυτικών επ’ αυτού του ζητήματος, μπορούν να αντιμετωπίσουν και την κατάσταση στο Ντονέτσκ. Αρκεί να επισημανθεί η μέχρι σήμερα σοβαρή επίδραση όπλων μεγάλου βεληνεκούς σαν τις κατευθυνόμενες ρουκέτες GMLRS και GMLRS ER, όπως και οι τακτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι ATACMS, στην καταστροφή στόχων υψηλής σημασίας, που υποβαθμίζουν σοβαρά τις τακτικές κι επιχειρησιακές δυνατότητες των δυνάμεων εισβολής. Εφόσον διατεθούν και ATACMS βεληνεκούς 300 χλμ. αλλά επιτραπεί και η χρήση αεροπορικών όπλων, όπως πυραύλων πλεύσεως, εναντίον στόχων στην Ρωσία, μπορεί να επηρεαστεί σοβαρά το ισοζύγιο ισχύος, έναντι ενός αντιπάλου ο οποίος μάλιστα έχει “ματώσει” ήδη πολύ σοβαρά και οι Ουκρανοί δείχνουν την διάθεση για τις θυσίες που συνεπάγεται η υπεράσπιση της πατρίδος τους.
Αρκεί να επισημανθεί ότι μέχρι σήμερα, οι μονάδες πυρός HIMARS και MLRS που έχουν παραχωρηθεί στους Ουκρανούς δεν ξεπερνούν τις 65, για να καλύψουν απαιτήσεις υποστηρίξεως στρατεύματος εκατοντάδων χιλιάδων και ένα μέτωπο μήκους μεγαλύτερου των 1.000 χλμ.! Το στοιχειώδες πλεονέκτημα που θα προσέδιδε η παράδοση ATACMS μεγαλύτερου βεληνεκούς, θα επέτρεπε την κάλυψη μεγαλύτερων ζωνών επιχειρήσεων, με τον ίδιο αριθμό μονάδων πυρός.
Η οικονομία δυνάμεων, είτε αυτή αφορά την άμυνα με επιβραδυντικό αγώνα στο Ντονμπάς με αποφυγή καταστροφής μονάδων, είτε αφορά την επίθεση, χαρακτηρίζει τον αγώνα που δίνουν οι Ουκρανοί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου