Κοιτάσματα γερμάνιου στους Μολάους και αντιμόνιου στη Χίο έχουν κινητοποιήσει το επενδυτικό ενδιαφέρον. Οι εφαρμογές των κρίσιμων αυτών μετάλλων και η παγκόσμια έλλειψη που βάζει την Ελλάδα στον χάρτη των πρώτων υλών.
Αναθέρμανση για εξορυκτική δραστηριότητα σε δύο περιοχές της χώρας καταγράφεται αυτή την περίοδο, σε μια χρονική στιγμή που η επάρκεια των πρώτων υλών είναι απαραίτητη στην Ευρώπη αλλά δυστυχώς η εξάρτηση από τρίτες χώρες παραμένει μεγάλη αφού τα τελευταία 30 χρόνια οι όγκοι ορυκτών στην ΕΕ έχουν μειωθεί κατά 35% και έχουν αντικατασταθεί από αθρόες εισαγωγές οι οποίες πλέον έχουν αυξημένο κόστος, ενώ παρατηρείται έλλειψη σε κρίσιμες πρώτες ύλες.
Σε αυτό το περιβάλλον η πρόθεση για έρευνες σε πρώτη φάση στους Μολάους στη Λακωνία για γερμάνιο και στη Χίο για αντιμόνιο με τη στήριξη του Υπουργείου Ενέργειας και Περιβάλλοντος δημιουργούν τις προϋποθέσεις η χώρα σε βάθος χρόνου -εφόσον βγαίνουν τα business plans των επενδυτών- να γίνει προμηθευτής της Ευρώπης στα κρίσιμα αυτά μέταλλα που έχουν πολλές εφαρμογές, κυρίως στην παραγωγή μικροτσίπ όπου η έλλειψη είναι μεγάλη.
Στους Μολάους το κοίτασμα είναι γνωστό από τη δεκαετία του 80 αλλά δεν υπήρξε ποτέ προσπάθεια εξορυκτικής δραστηριότητας. Το κοίτασμα περιλαμβάνει ψευδάργυρο, μόλυβδο, ασήμι αλλά και το σπάνιο μέταλλο γερμάνιο. Η αυστραλιανή εταιρεία Rockfire έχει μισθώσει τον δημόσιο μεταλλευτικό χώρο και έχει προχωρήσει σε γεωτρήσεις και μετρήσεις. Τα πρώτα μηνύματα είναι θετικά αλλά πολλά θα εξαρτηθούν από το την εκτίμηση των πόρων (resource evaluation) το marketing plan και στο τέλος από το business plan. Το γερμάνιο είναι ημιαγωγός και εκτός από τα τσιπ υπολογιστών αξιοποιείται σε καλώδια οπτικών ινών και σε στρατιωτικές εφαρμογές, όπως συσκευές υπέρυθρης ακτινοβολίας, σε πλαστικά και στη χημειοθεραπεία.
Ένας άλλος δημόσιος μεταλλευτικός χώρος για τον οποίο υπάρχει ενδιαφέρον είναι στη Χίο σε κοίτασμα αντιμονίου. Εκεί δεν υπάρχει ακόμη μισθωτής αλλά τουλάχιστον τρεις εταιρείες έχουν εκδηλώσει την πρόθεσή τους να αγοράσουν δικαιώματα στον χώρο για να προχωρήσουν σε έρευνες. Σε αντίθεση με τους Μολάους, στη Χίο υπήρξε εξορυκτική δραστηριότητα τη δεκαετία του 50 από τον όμιλο Μποδοσάκη. Ακόμη στην περιοχή υπάρχει το κτήριο διοίκησης και μια μονάδα επεξεργασίας για να θυμίζει τον παλιό καιρό.
Το μεταλλικό αντιμόνιο, όπως και το γερμάνιο έχει εφαρμογές στη μικροηλεκτρονική, στις μπαταρίες μολύβδου και σε ενώσεις με μόλυβδο και κασσίτερο σε κράμματα για οπλικά συστήματα.
Όπως προαναφέρθηκε, τουλάχιστον για την περίπτωση των Μολάων που είναι πιο προχωρημένη, η τελική απόφαση ανήκει στον επενδυτή ο οποίος θα αποφασίσει αν τον συμφέρει η εξόρυξη των ορυκτών και ποιο είδος επεξεργασίας θα ακολουθήσει. Δηλαδή αν θα δημιουργήσει μονάδα εμπλουτισμού, η θα στέλνει το συμπύκνωμα αλλού για να ανακτάται εκεί το χρήσιμο για αυτόν μέταλλο. Αν υπάρξει επενδυτική απόφαση θα ακολουθήσει η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και η τελική αδειοδότηση. Εκτιμήσεις για την περιεκτικότητα των μετάλλων στους Μολάους έχουν δει το φως της δημοσιότητας από την ίδια την εταιρεία, αλλά δεν υπάρχουν οριστικά στοιχεία.
Παρά την σπανιότητα αλλά και τη χρησιμότητα των δύο αυτών μετάλλων, από την ΕΕ δεν προβλέπεται κάποιου είδους επιδότηση. Οι επενδυτές θα πρέπει να αναζητήσουν κεφάλαια από την EBRD η την ΕΤΕπ ή από τα γενικά εργαλεία όπως το ΕΣΠΑ αφού το Ταμείο Ανάκαμψης μάλλον δεν το προλαβαίνουν.
Δεν είναι τυχαίο πως και ο όμιλος Μυτιληναίου ζητεί ένταξη της επένδυσης ύψους 295 εκατ. ευρώ για ολοκληρωμένη γραμμή παραγωγής βωξίτη, γαλλίου, αλουμίνας (critical raw materials) στις «Εμβληματικές Επενδύσεις Εξαιρετικής Σημασίας» ώστε να τροφοδοτήσει την Ευρώπη με το σπάνιο μέταλλο γάλλιο τα επόμενα χρόνια.
Όλοι οι επενδυτές κοιτούν πως θα μειώσουν το ρίσκο της επένδυσης αφού τώρα υπάρχει δυστοκία στις εξαγωγές των μετάλλων αυτών από την Κίνα, αλλά στην πορεία μπορεί οι συνθήκες να αλλάξουν και να κατακλυστεί ξανά η Ευρώπη από αυτά τα μέταλλα και σε καλές τιμές.
Στην περίπτωση των Μολάων, πηγές του επενδυτή υποστηρίζουν πως η τοπική κοινωνία έχει αγκαλιάσει την επένδυση. Στη Χίο οι πληροφορίες αναφέρουν πως δεν υπάρχει ανάλογη διάθεση, καθώς το αντιμόνιο εντάσσεται στα ανθυγιεινά μέταλλα, αλλά η τεχνολογία έχει προχωρήσει και η εξορυκτική δραστηριότητα ενδεχομένως με τις κατάλληλες επενδύσεις να μην ενέχει κινδύνους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου