του Κώστα Στούπα
“Έως τώρα όμως, για ελάχιστα έργα έχουν ληφθεί τελικές επενδυτικές αποφάσεις, ιδίως μετά την επιδείνωση των επιχειρηματικών συνθηκών στην ΕΕ τα τελευταία τρία χρόνια, κυρίως λόγω του υψηλού ευρωπαϊκού ενεργειακού κόστους, του αυξανόμενου ρυθμιστικού φόρτου και των επιδοτήσεων που παρέχονται στους επενδυτές σε ανταγωνιστικές περιοχές.
Οι σημερινοί επενδυτές που θέλουν να ανοίξουν ένα εργοστάσιο διύλισης υλικών μπαταρίας στην Ευρώπη καλούνται να καταβάλουν 2-3 φορές υψηλότερο κόστος κεφαλαίου και 20-50% υψηλότερο λειτουργικό κόστος από ό,τι στις ΗΠΑ ή την Ασία.
Αρκετές εταιρείες έχουν ήδη στρέψει την προσοχή τους στην αγορά των ΗΠΑ, ενώ καθυστερούν τις ευρωπαϊκές επενδύσεις τους σε στρατηγικά υλικά, όπως το κοβάλτιο και το λίθιο…” Αυτά αναφέρει μεταξύ άλλων ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, πρόεδρος του ομώνυμου ομίλου καθώς και του συνδέσμου Eurometaux, των ευρωπαϊκών βιομηχανιών μετάλλου, σε άρθρο του.
Αυτό που θέλει να πει είναι πως οι επιδοτήσεις δίνουν κίνητρα σε λάθος τομείς γιατί χωρίς βασική βιομηχανία μετάλλων και εξορύξεων η Ευρώπη θα εξαρτάται για εισαγωγές από γεωπολιτικούς ανταγωνιστές.
Όπως κανένας δεν θα σου δώσει το σκοινί με το οποίο θέλεις να τον δέσεις, έτσι και κανένας δεν θα σου εξασφαλίσει τις πρώτες ύλες για τη δημιουργία των αμυντικών εφοδίων που θα τον πολεμήσεις αν χρειαστεί να υπερασπιστείς την αυτονομία σου.
Η Ευρώπη υποφέρει με κάποια καθυστέρηση από την ασθένεια αποβιομηχάνισης που διάλυσε την Ελλάδα στη μεταπολίτευση.
Αν εργαζόμενοι και επιχειρηματίες μπορούν να κερδίζουν περισσότερα ως δημόσιοι υπάλληλοι, απασχολούμενοι σε ΜΚΟ ή επιδοτούμενοι για να επινοούν καινοτομίες με δεκαετίες καθυστέρησης από τον παγκόσμιο ανταγωνισμό, γιατί να απασχολούνται στις “βρώμικες” παραγωγικές δουλειές.
Η ιστορική ελληνική βιομηχανία Παπουτσάνης αποτελεί μία ακόμα επιχείρηση που αυτή την περίοδο αντιμετωπίζει δυσκολία στην εύρεση προσωπικού, παρά το γεγονός ότι δίνει τουλάχιστον 10% παραπάνω στους νεοεισερχόμενους εργαζόμενους καθώς και μπόνους παραγωγικότητας.
“Οι νέοι άνθρωποι, παρά το γεγονός ότι διαθέτουμε ευνοϊκές συνθήκες και από πλευράς περιβάλλοντος και από πλευράς εξοπλισμού, δεν μας προτιμούν.
Σε ό,τι αφορά τον μέσο μισθό για νεοεισερχόμενους εργαζόμενους είμαστε αρκετά πάνω από τον κατώτατο κατά τουλάχιστον 10%, καθώς κανείς στην Παπουτσάνης δεν αμείβεται με βάση τον κατώτατο μισθό, ενώ δίνουμε από αρκετά νωρίς στους εργαζομένους μας πριμ παραγωγικότητας στο εργοστάσιο και στις διοικητικές υπηρεσίες καθώς και ιδιωτική ασφάλιση” ανέφερε προχθές ο επικεφαλής της εταιρείας.
Το πρόβλημα δεν είναι καινούργιο. Πριν από αρκετά χρόνια είχα μεταφέρει να λόγια νηματουργού, που παραπονιόταν πως οι νέοι προτιμούσαν ανασφάλιστη εργασία με τα μισά του βασικού σε καφετέρια παρά στο εργοστάσιο.
Οι κοινωνίες μας έχουν αλλάξει καθώς θεωρούν δεδομένα αυτά που διαθέτουν και γι’ αυτό δεν ικανοποιούνται με οποιαδήποτε βελτίωση.
Ένας νεαρός που εργάζεται στην υποδοχή γυμναστηρίου και απλά παρακολουθεί αν οι εισερχόμενοι σκανάρουν τις κάρτες τους, πριν λίγες μέρες μου εξέφρασε παράπονα πως ο βασικός είναι μικρός και δεν επαρκεί να καλύψει τις ανάγκες του.
“Είναι όντως..” του είπα, και “συμβαίνει γιατί αυτό που κάνεις μπορεί να το κάνει ο καθένας. Αν ήσουν στη θέση του εργοδότη σου θα πλήρωνες περισσότερα για κάτι που σου προσφέρουν άλλοι με λιγότερα;
Αν θέλεις να κερδίσεις περισσότερα επινόησε να προσφέρεις κάποιες υπηρεσίες που τις χρειάζονται πολλοί και δεν τις προσφέρουν όλοι…”.
Πολλοί πιστεύουν πως τα επόμενα χρόνια θα επωφεληθούν από την έλλειψη εργαζομένων η οποία θα ανεβάσει τις αμοιβές. Κάνουν λάθος.
Η υστέρηση της προσφοράς εργασίας σε σχέση με τη ζήτηση όπως είναι φυσικό θα ανεβάσει τους μισθούς. Θα ανεβάσει όμως και το κόστος παραγωγής και θα καταστήσει τις επιχειρήσεις μη ανταγωνιστικές.
Οι επιχειρήσεις που παράγουν με ζημιά κάποια στιγμή κατεβάζουν ρολά και αυτό προκαλεί ανεργία. Αν οι επιχειρήσεις μεταβιβάσουν το κόστος στις τιμές, αυτό θα μειώσει την αγοραστική δύναμη αυτών που πήραν αύξηση, ξεκινώντας ένα σπιράλ που δεν οδηγεί σε καλό τέλος…
από το capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου