Τήν Πόλην ὅντες ὅριζεν ὁ Ἕλλεν Κωνσταντίνον,
μέ δεκαπέντε σήμαντρα, με δεκοχτώ καμπάνες,
[…]
Ἐπαίρεν τα’ ἐλαφρόν σπαθίν, τα’ ἑλλενικόν κοντάριν,
τσί Τούρκους κροῦγνεν σό σπαθίν, τσί Τούρκους σό κοντάριν.
Τριακόσιους Τούρκους ἔκοψεν καί δεκατρείς πασάδες,
Τσακώθεν τό σπαθίν ἀτου κι ἐσκίγεν τόν κοντάριν.
Ὅντεν ἐκαλοτέρεσεν, ἀπέσ’ τσί Τούρκ’ς ἐπέμνεν,
κί ὅντεν ἐκαλοτέρεσεν καί μοναχός ἐπέμνεν.
Απόσπασμα θρήνου από την Τραπεζούντα για το πάρσιμο της Πόλης*
του Δημήτρη Κ. Κουγιουμτζόγλου* από τον νέο Λόγιο Ερμή τ. 23
Στις 29 Μαΐου 2020, το καθεστώς του Ερντογάν στην Τουρκία αποφάσισε η Αγία Σοφία να μεταβληθεί ξανά σε μουσουλμανικό τέμενος, κοντά εξακόσια χρόνια μετά την πρώτη αντίστοιχη αλλαγή της λειτουργίας της από τον Μωάμεθ τον Πορθητή. Το γεγονός αυτό ξύπνησε μνήμες από το κοσμοϊστορικό γεγονός της άλωσης της Πόλης, στις 29 Μαΐου 1453, με πολλούς Τούρκους να πανηγυρίζουν μπροστά στις κάμερες, κάνοντας λόγο για «δεύτερη άλωση» μετά την πρώτη, τότε που περίπου πέντε με έξι χιλιάδες Έλληνες και τρεις χιλιάδες ξένοι –Ιταλοί κυρίως– αντιστάθηκαν για πενήντα τρεις μέρες και αντιμετώπισαν ηρωικά κανόνια και στρατό τουλάχιστον 120.000 ανδρών. Πώς, όμως, εγγράφεται η Άλωση στο φαντασιακό των σύγχρονων Τούρκων; Τι είδους προβολές του 1453 επιλέγουν να κάνουν και με ποιο περιεχόμενο;
Είναι γεγονός πως στις τελευταίες δεκαετίες οι Τούρκοι ασχολήθηκαν επαναλαμβανόμενα με την άλωση της Κωνσταντινούπολης και μάλιστα κατεξοχήν μέσα από τη σύγχρονη γλώσσα του κινηματογράφου.[1] Σχετικά πρόσφατα, αρχές του 2020, το διεθνούς εμβέλειας συνδρομητικό, διαδικτυακό κανάλι ταινιών και σειρών Netflix ανέβασε τη σειρά «Rise of the Empires: Ottoman» σε έξι σαρανταπεντάλεπτα επεισόδια. Η σειρά είναι τουρκικής παραγωγής, με Τούρκους συντελεστές και ηθοποιούς και σκηνοθέτη τον Τούρκο Emre Sahin. Πρόκειται για δραματοποιημένη εξιστόρηση του βίου του σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ ως και το έτος 1453 με έμφαση φυσικά στην πολιορκία και άλωση της Κωνσταντινούπολης. Μέσα από εγκιβωτισμένες στην αφήγηση αναδρομές (flashback) δίνονται τα –προβληματικά– παιδικά χρόνια του Μωάμεθ, η άνοδός του στο θρόνο και οι πρώτες ενέργειές του ως σουλτάνου. Μια ομάδα ιστορικών, πανεπιστημιακών και συγγραφέων, Τούρκων, Ελλήνων και Αγγλοσαξόνων, εμφανίζονται μέσα από παρένθετες συνεντεύξεις ως ιστορικοί σύμβουλοι της σειράς[2], για τον –πιθανό– ρόλο των οποίων θα γίνει λόγος παρακάτω, ενώ πρέπει να τονιστεί πως ως συντελεστής της σειράς εμφανίζεται και το «Τουρκικό Υπουργείο Πολιτισμού».
Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι πως η σειρά είναι στα αγγλικά, όλοι οι δραματοποιημένοι διάλογοι, η αφήγηση (από τον Charles Dance) και βέβαια οι συνεντεύξεις με τους ιστορικούς συμβούλους της σειράς γίνονται στην αγγλική γλώσσα και προβάλλεται από την ιστοσελίδα του Netflix ως δική του, πρωτότυπη παραγωγή. Περιττό να σημειώσει κανείς τη διείσδυση που έχει το Netflix σε εκατομμύρια νοικοκυριά παγκοσμίως με υψηλή τηλεθέαση τόσο σε νεαρές ηλικίες όσο και σε μεσήλικες.
Η σειρά έχει ομολογουμένως πλούσιο καστ, πολλούς κομπάρσους, εντυπωσιακές αναπαραστάσεις των τειχών της πόλης, των φάσεων της πολιορκίας και άλλων στοιχείων με χρήση τρισδιάστατων γραφικών και νέας τεχνολογίας, πιστές αναπαραστάσεις των κουστουμιών, των πανοπλιών και των όπλων των Οθωμανών και των δυτικών στρατιωτών της εποχής – δεν θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί το ίδιο και για τους Έλληνες– και μια ιδιάζουσα σκοτεινή ατμόσφαιρα, που την καθιστά ελκυστική για τον τηλεθεατή και ειδικά τις μικρές ηλικίες. Ωστόσο, ενώ δείχνει πως αναπαριστά πιστά τις ιστορικές φάσεις της πολιορκίας –και ακόμα πιστότερα τις οθωμανικές παραδόσεις για την ιστορία του Μωάμεθ Β΄ και τις «προφητείες» του Ισλάμ για την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης– στην πραγματικότητα, υποβολιμαία, περνά μια ανθελληνική προπαγάνδα με μια ανιστόρητη οπτική συγκεκριμένων γεγονότων της Άλωσης. Ας δούμε ποια είναι τα σημεία αυτά ένα προς ένα, λαμβάνοντας υπόψη κύριες πρωτογενείς πηγές για το συγκλονιστικό αυτό γεγονός της παγκόσμιας ιστορίας: τους Έλληνες ιστορικούς της Άλωσης Δούκα,[3] Γεώργιο Σφραντζή, –ο οποίος υπήρξε βέβαια αυτόπτης μάρτυρας[4]–, Λαόνικο Χαλκοκονδύλη,[5] Κριτόβουλο,[6] την επιστολή του αυτόπτη μάρτυρα Έλληνα ιερωμένου και καθολικού καρδινάλιου Ισίδωρου, –πρώην μητροπολίτη Κιέβου– στον καρδινάλιο Βησσαρίωνα,[7] το χρονικό της πολιορκίας της Πόλης που άφησε ο αυτόπτης μάρτυρας Βενετσιάνος γιατρός Νικολό Μπάρμπαρο,[8] την επιστολή στον Πάπα του αυτόπτη μάρτυρα ρωμαιοκαθολικού επισκόπου Λεονάρδου με καταγωγή τη Χίο,[9] το ρωσικό χρονικό του αυτόπτη μάρτυρα Νέστορα Ισκεντέρη,[10] τη μαρτυρία του Tursun Bey (Beg), αξιωματούχου του Μωάμεθ κατά τη διάρκεια της πολιορκίας,[11] τη μαρτυρία του Σέρβου Μιχαήλ Κωνσταντίνοβιτς, που έλαβε μέρος στην πολιορκία από την πλευρά των Τούρκων,[12] την ελληνική μετάφραση (τέλη 16ου αιώνα) του έργου του Βενετσιάνου Fransesco Sansovito (Βενετία, 1571) με τίτλο Χρονικό των Τούρκων Σουλτάνων,[13] το έμμετρο Ανακάλημα της Κωνσταντινούπολης.[14] Όλες οι δευτερογενείς πηγές που αξιοποιήθηκαν αναφέρονται στις υποσημειώσεις.
Οι ανιστόρητες επισημάνσεις της σειράς και οι… Λατίνοι πιστοί καθολικοί κάτοικοι της Πόλης
Πρώτα απ’ όλα, ήδη από την αρχή, ενώ γίνεται λόγος για την πτώση μιας παλιάς αυτοκρατορίας –της ρωμαϊκής, όπως καλείται– και την άνοδο μιας νέας –της οθωμανικής– δεν γίνεται καμία απολύτως αναφορά στην έντεκα αιώνων προϊστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας, πέρα από μια αναφορά στην ίδρυσή της από τον Μέγα Κωνσταντίνο (και αυτή μόλις στο 6ο και τελευταίο επεισόδιο, 6:40-7:10). Επιπρόσθετα, ανιστόρητα αναφέρεται πως η Πόλη πολιορκήθηκε στο διάβα των αιώνων από 23 στρατούς, χωρίς ποτέ κανένας από αυτούς να πετύχει να την κατακτήσει (1o επεισόδιο, 5:10). Προφανώς, η 4η Σταυροφορία και η Άλωση της Πόλης το 1204 από τους βάρβαρους Φράγκους και Ιταλούς-Βενετσιάνους σταυροφόρους δεν συνέβη… ποτέ, για τους Τούρκους συντελεστές της σειράς.[15]
Ένα ακόμη αμφιλεγόμενο στοιχείο της τουρκικής σειράς του Netflix είναι πως από την αρχή γίνεται μια προσπάθεια προβολής του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και των κατοίκων της Πόλης ως Ρωμαίων, με απευθείας σύνδεση με τους αρχαίους, Λατίνους Ρωμαίους, αν και σε ένα και μοναδικό σημείο, στο πρώτο επεισόδιο, αναφέρεται πως «ο Νοταράς είναι Έλληνας και ορθόδοξος χριστιανός, όπως οι πιο πολλοί κάτοικοι και αυλικοί της πόλης» (17:30 – 17:40). Ωστόσο, αυτό που μένει στον τηλεθεατή είναι η συνεχής χρήση του όρου «Ρωμαίοι», χωρίς να διευκρινίζεται η σημασία που απέκτησε η έννοια στο Βυζάντιο και ιδιαίτερα στους μέσους και ύστερους βυζαντινούς αιώνες, δηλαδή αυτή των ελληνορθόδοξων κατοίκων –Ελλήνων και εξελληνισμένων– της Νέας Ρώμης, της Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι μάλιστα ξεκάθαρα είχαν –πέρα από τη συνεχή χρήση της ελληνικής γλώσσας– και μια συνείδηση καταγωγής από τους αρχαίους Έλληνες και αυτοπροσδιορίζονταν πάντοτε, εναλλακτικά στο «Ρωμαίοι», και ως «Γραικοί» και «Έλληνες» (το τελευταίο ιδιαίτερα από τον 11ο αιώνα και εξής). Έτσι στη βυζαντινή γραμματεία υπάρχουν δεκάδες αναφορές χρήσης του όρου «Γραικός» και «Έλλην» με ταυτοτική-εθνοτική σημασία για τους υπηκόους του βυζαντινού αυτοκράτορα από τον 5ο αιώνα και εξής. Οι αναφορές αυτές πολλαπλασιάζονται από την εποχή των Κομνηνών και μετά. Μια από τις πλέον σημαντικές, είναι αυτή του επισκόπου Κυζίκου Κωνσταντίνου, ο οποίος σημειώνει τον 10ο αιώνα για τους κατοίκους της πόλης ότι καυχώνται πως είναι άποικοι από την Ελλάδα, αν και, όπως προσθέτει, είναι απαίδευτοι και δεν έχουν τις αρετές των αρχαίων Ελλήνων[16]. Αυτή η αναφορά αποδεικνύει πως η συνείδηση της αρχαιοελληνικής καταγωγής δεν περιοριζόταν μόνο στους λόγιους βυζαντινούς, αλλά απλωνόταν και στον απλό λαό. Αλλά και οι λόγιοι που επισημαίνουν την ίδια ταυτότητα δεν αποτελούσαν άραγε κομμάτι της βυζαντινής κοινωνίας; Για παράδειγμα, ο λόγιος Ιωάννης Τζέτζης, σε επιστολή που γράφει απευθυνόμενος στον Ισαάκιο Κομνηνό, αδερφό του αυτοκράτορα Ιωάννη Β΄ Κομνηνού (1118 – 1143), τονίζει εμφαντικά πως από την πλευρά του πατέρα του είναι «καθαρός Έλληνας»[17]. Ο λόγιος Μανουήλ Χρυσολωράς, εμβαθύνοντας στο ζήτημα της καταγωγής των σύγχρονών του βυζαντινών Ελλήνων, αναφέρεται στη διπλή καταγωγή από τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους και τονίζει με μια αίσθηση υπερηφάνειας πως «εμείς κρατάμε από τον Αλέξανδρο και τους διαδόχους του» σε έναν λόγο κατ’ επιστολήν προς τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγο το 1414 («….εἲτε Ἕλληνας βούλοιτο τίς λέγειν εἲτε Ρωμαίους, ἡμεῖς ἐσμέν ἐκεῖνοι καί τήν Ἀλεξάνδρου δέ καί τῶν μετ’ ἐκείνων ἡμεῖς σώζομεν διαδοχήν».[18] Ο Βησσαρίων πάλι, στο Εγκώμιο της Τραπεζούντας, αναφέρεται διεξοδικά στους προγόνους των Τραπεζουντίων («οἱ πατέρες λαχόντες ἡμῶν»), οι οποίοι «…Ἕλληνες ἄνθρωποι καί τήν Ἑλλήνων φωνήν τε καί γλῶτταν προϊέμενοι…μόνοι μέσον ὥκουν βαρβάρων…»[19]
Αντιθέτως, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, στην τελευταία ομιλία του προς τους υπερασπιστές της πόλης εμφανίζεται στο 6ο επεισόδιο να λέει πως «εμείς θα πολεμήσουμε ως Ρωμαίοι και ο Αύγουστος (!), ο Ιουστινιανός και ο Κωνσταντίνος θα μας παρακολουθούν» (6ο επεισόδιο, 13:10 – 13:35). Η αναφορά αυτή, πόρρω απέχει από την ομιλία του Κωνσταντίνου όπως μας παραδίδεται από τις πηγές, συγκεκριμένα από τον αυτόπτη μάρτυρα Λεονάρδο της Χίου και το λεγόμενο «Μεγάλο Χρονικό του Σφραντζή»[20], καθώς και οι δύο πηγές αναφέρουν πως ο Κωνσταντίνος έκανε αναφορά στην Πόλη ως «ελπίδα και χαρά –προστάτιδα– όλων των Ελλήνων», ενώ σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο Κωνσταντίνος, σύμφωνα με το «Μεγάλο Χρονικό», αναφέρθηκε στους συμπατριώτες του υπερασπιστές της πόλης ως «απογόνους Ελλήνων και Ρωμαίων».[21] Επιπλέον, ανιστόρητα η σειρά δείχνει τον Κωνσταντίνο, απευθυνόμενο στον Σφραντζή, λίγο πριν την τελική μάχη (6ο επεισόδιο, 30:15 – 21), να του λέει «Πες στον κόσμο πόσο γενναία εμείς οι Ρωμαίοι πολεμήσαμε» για να ακολουθήσει η λατινικότατη ρήση του «Morior Invictus», την οποία μάλιστα επαναλαμβάνει ο Σφραντζής (επεισόδιο 6ο, 30:15), σα να βλέπουμε έναν Λατίνο αυτοκράτορα του 1ου αιώνα μ.Χ. και τον ακόλουθό του! Η πανούργα στόχευση είναι ολοφάνερη, στη συνείδηση του τηλεθεατή περνά η εικόνα πως ο Κωνσταντίνος και οι αξιωματούχοι του, μέχρι το τέλος, ακόμα και την ιερότερη στιγμή της ύστατης αυτοθυσίας τους, παρέμειναν… Λατίνοι μέχρι το μεδούλι τους, εκπρόσωποι και συνεχιστές αποκλειστικά της αρχαίας Ρώμης.
Η παραποίηση αυτή επιτείνεται και από ένα-δύο άλλα στιγμιότυπα: στο 4ο επεισόδιο (25:34 – 25:54) δείχνουν μια λειτουργία, στην οποία συμμετέχει ο Κωνσταντίνος και επιφανείς Έλληνες, να γίνεται με λατινικές ψαλμωδίες, μάλιστα ο Κωνσταντίνος κάνει τον σταυρό του ως καθολικός! Η ίδια εικόνα μάλιστα επαναλαμβάνεται ακόμα και για έναν ιερέα![22] Εξυπακούεται πως δεν γίνεται καμία αναφορά στη διαμάχη ενωτικών-ανθενωτικών και στο δράμα που βίωσαν οι Έλληνες της Πόλης με τον εκβιασμό του Πάπα Νικολάου Ε΄ για την έμπρακτη αποδοχή της ένωσης των δύο εκκλησιών προκειμένου να στείλει βοήθεια,[23] έτσι ώστε να υποψιαστεί έστω ο τηλεθεατής πως ο Κωνσταντίνος αναγκάστηκε να κάνει κάποιες υποχωρήσεις.[24] Θα μπορούσε, όμως, ποτέ ο τελευταίος αυτοκράτορας των Ελλήνων να κάνει τον σταυρό του ως… πιστός καθολικός; Έγινε ποτέ λειτουργία με το λατινικό τυπικό; Η απάντηση είναι πως όχι. Και ενδείξεις για αυτό μας παρέχει ο (ενωτικός) Δούκας, όταν περιγράφει την ενωτική λειτουργία που έγινε στην Αγία Σοφία, στις 12 Δεκεμβρίου 1452, ξεκαθαρίζοντας πως αυτή έγινε στα ελληνικά και με το ελληνικό τυπικό, με μόνη παραχώρηση τη μνημόνευση του Πάπα[25].
Συνεχίζεται…….
[1] Βλέπε το κατατοπιστικό άρθρο της συντακτικής ομάδας του insidestory.gr, με το ιστορικό αυτών των παραγωγών, που είχαν ως στόχο να χλευάσουν το Βυζάντιο ως έκφυλο και παρηκμασμένο, ώριμο φρούτο στα χέρια των «γενναίων Οθωμανών κατακτητών». Στο άρθρο υπάρχει και μια συνοπτική κριτική και της σειράς Rise of the Empires: Ottoman, με επισήμανση των αντιδράσεων που προκάλεσε στο τουρκικό κοινό, καθώς και μια τεκμηριωμένη ανάλυση του γενικότερου πλαισίου των τουρκικών τηλεοπτικών σειρών, ιστορικών και μη. Επισημαίνεται επίσης πως οι εορτασμοί για την άλωση της Πόλης καθιερώθηκαν για πρώτη φορά το 1953 με στόχο τον – ακμαίο ακόμα τότε– ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης.
[2] Ανάμεσά τους, πρωταγωνιστικό ρόλο φαίνεται πως έχει ο Dr. A.M. Celal Sengor από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο Κωνσταντινούπολης και ακολουθείται από τον Dr. Emrah Sofa Gurkan, βοηθό καθηγητή ιστορίας από το Πανεπιστήμιο 29ης Μαΐου (!) Κωνσταντινούπολης, με ειδίκευση στην οθωμανική ιστορία του 16ου αιώνα και μάλιστα σε αυτή των πειρατικών επιδρομών των Οθωμανών (όπως εύκολα διαπιστώνει κανείς με μια ματιά στα αναρτημένα άρθρα του στην ιστοσελίδα academia.edu). Οι Αγγλοσάξονες είναι οι Dr. Karen Barkey (πανεπιστήμιο Berkeley), οι Lars Brownworth και Jason Goodwin (συγγραφείς), ο Dr. Michael Talbot (πανεπιστήμιο του Greenwich), ειδικός στην οθωμανική ιστορία του 18ου αιώνα και ο Roger Crowley, συγγραφέας του βιβλίου Κωνσταντινούπολη 1453: Η τελευταία μεγάλη Πολιορκία (μετάφραση Διαμαντής Κωνσταντινίδης, εκδόσεις Ωκεανίδα, Αθήνα 2005). Τέλος, οι Έλληνες ιστορικοί που εμφανίζονται στις συνεντεύξεις καθώς και ως σύμβουλοι της σειράς είναι οι Dr. Tom Papademetriou, καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Stockton και ο εμβληματικός για μια ταινία με θέμα το 1453 Dr. Marios Philippedes, πρώην καθηγητής στο πανεπιστήμιο Amherst της Μασαχουσέτης και συγγραφέας (μαζί με τον Walter Hanak) του μνημειώδους έργου The Siege and the Fall of Constantinople in 1453: Historiography, Topography and Military Studies, Routledge, 2011, καθώς και τριών σημαντικών μονογραφιών για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον Ισίδωρο Κιέβου και το Ρωσικό Χρονικό του Νέστορα Ισκεντέρη. Δυστυχώς, όλα τα παραπάνω έργα του Φιλιππίδη παραμένουν αμετάφραστα στα ελληνικά και ανέκδοτα στην ελληνική αγορά.
[3] Βρασίδας Καραλής (εισαγωγή – μετάφραση – σχόλια) Δούκας – Βυζαντινοτουρκική Ιστορία, εκδόσεις Κανάκη, Αθήνα 1997.
[4] Γεώργιος Σφρανζής, Μικρό Χρονικό, Patrologia Greaca (στο εξής P.G.) 156: 1025-1080, και το λεγόμενο «Μεγάλο Χρονικό του Σφραντζή», P.G. 156: 637-1022, το οποίο, ωστόσο, αποτελεί μεταγενέστερη(16ος αιώνας) ανασύνθεση. Βλέπε υποσημείωση 18.
[5] Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, P.G. 159: 375-400.
[6] Κριτόβουλος, μεταφρασμένο στα νεοελληνικά κείμενο στην έκδοση «Ε Ιστορικά, 1453 – Μαρτυρίες για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης», εισαγωγή και ανθολόγηση κειμένων Στέφανος Κακλαμάνης, Στυλιανός Λαμπάκης, εφημερίδα Ελευθεροτυπία, Αθήνα, 2010, σ.σ. 57-80, (κείμενο από έκδοση Κριτόβουλου του Ιμβρίου Ιστορία, εισαγωγή – μετάφραση – σχόλια Diether Roderich Reinsch και Φωτεινή Κολοβού, εκδόσεις Κανάκη, Αθήνα 2005).
[7] Σύνταξη στον Χάνδακα της Κρήτης, 6 Ιουλίου 1453 (κείμενο στην έκδοση «Ε Ιστορικά», ό.π., σ.σ. 85-90).
[8] Στο Η πόλις εάλω – Το Χρονικό της Πολιορκίας και της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης, μετάφραση από τα ενετικά Βανέσσα Λάππα, εκδόσεις Λιβάνη, σ.σ. 89-213.
[9] P.G. 159: 923-944, επιστολή με ημερομηνία 16 Αυγούστου 1453. Για τον Λεονάρδο βλέπε αναλυτικά το άρθρο του Βασιλείου Βοξάκη, «Η άλωση της Κωνσταντινουπόλεως και ο Λεονάρδος ο Χίος», δημοσίευση σε http://aktines.blogspot.com/2020/06/2.html.
[10] Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, (εισαγωγή – μετάφραση), Η πολιορκία και η άλωση της Πόλης – το ρωσικό χρονικό του Νέστορα Ισκεντέρη, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 1978. Αν και έχει υποστεί μεταγενέστερες επεξεργασίες, υπάρχουν χωρία αυθεντικά που πιστώνονται στον αρχικό πυρήνα του, τον γραμμένο από το χέρι του Ρώσου αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων. Δες περισσότερα στην εισαγωγή του βιβλίου, σ.σ. 7-26, στα συνοδευτικά σχόλια του βιβλίου καθώς και την κριτική του Michael Angold στο βιβλίο του Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς: τομές και συνέχεια, (Κριτική, Αθήνα 2013, σσ. 211-214). Η κριτική του Angold είναι βάσιμη για τα αναξιόπιστα στοιχεία της αφήγησης του Νέστορος με εξαίρεση τις σκηνές μάχης, τις οποίες προσπερνά χωρίς να τις εξετάσει. Κατά τη γνώμη μου οι σκηνές αυτές, ειδικά αυτές στις οποίες δεν πρωταγωνιστεί ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, ανήκουν στα αξιόπιστα στοιχεία της αφήγησης.
[11] Στην έκδοση «Ε Ιστορικά», ό.π., μετάφραση Έρση Βατού, 107-122.
[12] Ολόκληρη η μαρτυρία μεταφρασμένη στα ελληνικά στον Αλεξανδρόπουλο, ό.π., 110-111.
[13] Στην έκδοση «Ε Ιστορικά», ό.π., 123-138. Πρόκειται για το κείμενο της ελληνικής μετάφρασης του έργου από ανώνυμο Έλληνα της εποχής.
[14] Ανώνυμη σύνθεση λίγο μετά την άλωση, βλέπε κριτική έκδοση από τους Εμμανουήλ Κριαρά – Γεώργιο Κεχαγιόγλου, Ανακάλημα της Κωνσταντινούπολης, έκδοση Α.Π.Θ., Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών, Θεσσαλονίκη, 2012.
[15] Για την πολεοδομική εικόνα και το αρχιτεκτονικό αποτύπωμα της Κωνσταντινούπολης από την άλωση του 1204 ως την άλωση του 1453, βλέπε Peter Schreiner, Κωνσταντινούπολη Ιστορία και Αρχαιολογία, μετάφραση Αννέτε Φωσβίνκελ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2016, σ. 64-70, Έννιο Κοντσίνα, Η Βυζαντινή Πόλη, μετάφραση Κατερίνα Δασκαλάκη, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 2009, σ. 61-71. Ειδικά για την εικόνα της πόλης κατά τον 15ο αιώνα και λίγο πριν την έναρξη της πολιορκίας του 1453, βλέπε Τόνια Κιουσοπούλου, Βασιλεύς ή Οικονόμος: Πολιτική Εξουσία και Ιδεολογία πριν την Άλωση, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2007, σ. 25-32, καθώς και Steven Ranciman, Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, μετάφραση Νικόλ Κ. Παπαρρόδου, επιμέλεια Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αθήνα 1983, σσ. 68-69.
[16] (Σαράντη Γ. Ελένη, «Προς τη διαμόρφωση της νεοελληνικής συνείδησης», Επτά Ημέρες – εφημερίδα Καθημερινή, Βυζαντινοἰ και Αρχαιότητα, 12.1.2003, σ. 26-27). Στα μέσα του 12ου αιώνα, στο κείμενο του Τιμαρίωνα, περιγράφεται η ετήσια 10ήμερη εμποροπανήγυρη των Δημητρίων της Θεσσαλονίκης όπου συμμετέχουν, ανάμεσα στους άλλους, έμποροι «… Ελλήνων τῶν απανταχοῦ…» (Πέτρος Βλαχάκος (εισαγωγή –μετάφραση – σχόλια), Τιμαρίων: Ένα ταξίδι από την Κωνσταντινούπολη στη Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2004, σσ. 52-53). Περισσότερα για τις αναφορές των όρων «Ρωμαίος», «χριστιανός», «Έλληνας» και «Γραικός» στις βυζαντινές πηγές κυρίως κατά τον 11ο ως το πρώτο μισό του 13ου αιώνα, βλέπε Παπαδοπούλου Θεοδώρα, Συλλογική Ταυτότητα και Αυτογνωσία στο Βυζάντιο – συμβολή στον προσδιορισμό της αυτοαντίληψης των Βυζαντινών κατά την λόγια γραμματεία τους (11ος – αρχές 13ου αι.), δ. δ., ΣΩΒ (χρυσό μετάλλιο Ακαδημίας Αθηνών), Αθήνα, 2015. Όσο για την περίοδο μετά το 1204, ακόμα και ο πολέμιος της ελληνικότητας των Βυζαντινών διαπρεπής βυζαντινολόγος Cyril Mango παραδέχεται πως οι Βυζαντινοί μπορούν πλέον να ονομάζονται Έλληνες (Cyril Mango, «Byzantium: A Historical Introduction», άρθρο στον τόμο Byzantium: 330 – 1453, επιμέλεια Robin Cormack, Maria Vassilaki, έκδοση Royal Academy of Arts, Λονδίνο 2008, σσ. 25-33).
[17] Ιορδάνης Γρηγοριάδης (εισαγωγή –μετάφραση –σχόλια), Ιωάννης Τζέτζης –Επιστολαί, εκδόσεις Κανάκη, Αθήνα 2001, σ. 46.
[18] Χ. Γ. Πατρινέλης, Δ. Ζ. Σοφιανός, Μανουήλ Χρυσολωρά –Λόγος προς τον Αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγο, Ακαδημία Αθηνών, 2001, σ. 117.
[19] Βησσαρίων, Εγκώμιον εις Τραπεζούντα, Κυριακίδης, Θεσσαλονίκη 2000, σσ. 101-102. Η Κιουσοπούλου διαπιστώνει πως όλοι οι βυζαντινοί λόγιοι του 15ου αιώνα αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως Έλληνα (Κιουσοπούλου, ό.π., σ. 218).
[20] Η έρευνα δεν έχει ξεκαθαρίσει αν τελικά το «Μέγα Χρονικό» του Σφραντζή είναι αποκλειστικά δημιούργημα του μητροπολίτη Μονεμβασίας Μακαρίου Μελισσηνού (β΄ μισό του 16ου αιώνα) ή αν ο Μελισσηνός βασίστηκε σε κάποιο εκτενέστερο του «Μικρού Χρονικού» έργο του Σφραντζή ή κάποια άλλη πηγή, την οποία και συμπλήρωσε. Η εκτίμηση του γράφοντος, ειδικά για τη διήγηση τη σχετική με την άλωση της Πόλης, είναι πως πρέπει να έχουμε μια αυθεντική, εκτενέστερη του «Μικρού Χρονικού» αφήγηση με βάση τον Σφραντζή αλλά και άλλες πηγές, την οποία ο Μελισσηνός συμπεριέλαβε στο «Μεγάλο Χρονικό» με κάποιες προσθήκες. Ο Hunger πάλι κάνει λόγο για πλατιά και ζωντανή περιγραφή των γεγονότων της άλωσης στο Μεγάλο Χρονικό, που δείχνει να προέρχεται από αυτοψία, αν και θεωρεί πως δεν προέρχεται από τον ίδιο τον Σφραντζή, ενώ διαπιστώνει και σχέση του κειμένου με την επιστολή του Λεονάρδου της Χίου (Herbert Hunger, Βυζαντινή Λογοτεχνία, τόμος Β΄, μετάφραση Ταξιάρχης Κόλιας, Κατερίνα Συνέλλη, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2009, σ. 354. Βλέπε αναλυτική βιβλιογραφία για το θέμα στη σελ. 357-358 του τόμου του Hunger).
[21] Βλέπε το πρωτότυπο κείμενο σε P.G. 156: στήλες 867-868. Η αναφορά του Λατίνου επισκόπου Λεονάρδου της Χίου: «Minatur nunc Constantini Magni urben, patriam vestram, profugum Christianorum auxilium, et omnium Graecorum tutamentum capere» (πρωτότυπο κείμενο σε P.G. 159: 939. Δες και Crowley, ό.π., 354).
[22] Η εικόνα αυτή των …καθολικών κατοίκων και ιερέων της Πόλης επαναλαμβάνεται και στις παλαιότερες τουρκικές ταινίες για την Άλωση σύμφωνα με το άρθρο του insidestory.gr. Ωστόσο, η εικόνα αυτή δεν σχετίζεται με την άγνοια των Τούρκων παραγωγών για τη θρησκευτική ταυτότητα των βυζαντινών Ελλήνων, αλλά με τη στρατηγική του εξοβελισμού οποιουδήποτε ελληνορθόδοξου στοιχείου ακόμα και από το κάδρο της ιστορίας.
[23] Βλέπε την απαντητική στην έκκληση του Κωνσταντίνου επιστολή του Πάπα με ημερομηνία 11 Οκτωβρίου 1451 σε P.G. 160: 1200-1212, ιδιαίτερα στήλη 1209.
[24] Ο Δούκας στο σημείο αυτό είναι ξεκάθαρος: κανείς από τον λαό και τους ιερείς της Πόλης δεν πίστευε στην ένωση. Ακόμα και ο Κωνσταντίνος υποκρινόταν ότι συναινούσε («και αὐτός ὁ βασιλεύς πεπλασμένως κατένευσεν», Καραλής, ό.π., 482-483).
[25] Ο Δούκας περιγράφει αναλυτικά τις συνομιλίες για την ένωση, κάνοντας μάλιστα αναδρομή στο παρελθόν και αναλύοντας τις συνθήκες υπό τις οποίες έγινε η ενωτική λειτουργία. Με σαφήνεια διατυπώνει πως αυτή έγινε με το ελληνικό τυπικό, πως οι ανθενωτικοί, τους οποίους και αποκαλεί «τρυγία –κατακάθι– τοῦ γένους τῶν Ἑλλήνων» «οὐκ ἤθελον κοινωνῆσαι τοῦ ἀχράντου σώματος καί αἵματος ἐκ τῶν χειρῶν τῶν ἱερέων τῶν Γραικῶν τῶν ὑπουργούντων τά θεῖα κατά τήν εκκλησιαστικήν τῆς ἀνατολῆς παράδοσιν…», ενώ και σε άλλη μια αναφορά του, απευθυνόμενος επιτιμητικά στους ανθενωτικούς, τονίζει πως αυτοί απέρριψαν μια λειτουργία που τελέστηκε στη γλώσσα τους: «…Πῶς ἤ τί ἔχεις ἀπολογήσασθαι περί τῶν θείων μυστηρίων τῶν τελεσθέντων ἐκ γλώττης σῆς καί εὐχῶν, ὦν σύ καί οἱ τῆς ἀνατολῆς ἱερεῖς χρῶνται;» (Καραλής, ό.π., σ.σ. 488, 496). Επομένως δεν φαίνεται να έχει δίκιο ο Crowley, ο οποίος στη δική του μελέτη γράφει πως στην ενωτική λειτουργία της 12ης Δεκεμβρίου 1452 «η γλώσσα και το τελετουργικό ήταν καθολικά και όχι ορθόδοξα» (Crowley, ό.π., σ. 137).
*Εκπαιδευτικός, φιλόλογος/αρχαιολόγος, πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις το βιβλίο του, Ο Βυζαντινός Μέγας Αλέξανδρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου