Από το philenews
Για μιαν ακόμη χρονιά, διαπιστώθηκε ότι ο ρόλος των Ηνωμένων Εθνών αποδυναμώνεται όλο και περισσότερο στη διεθνή πολιτική σκηνή. Οι εργασίες της 73ης συνόδου της Γενικής Συνέλευσης ανέδειξαν ξανά το μεγάλο χάσμα που επικρατεί ανάμεσα στα ισχυρά κράτη του πλανήτη, στις αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, στον Βορρά και τον Νότο.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, δήλωσε πρόσφατα ότι «οι ΗΠΑ χάνουν την επιρροή τους στη διεθνή σκηνή», σημειώνοντας «αυτό είναι επικίνδυνο, καθώς δεν υπάρχει τρόπος να επιλυθούν τα περισσότερα από τα προβλήματα του κόσμου χωρίς τις ΗΠΑ». Ο κ. Γκουτέρες αγνοεί όμως το γεγονός ότι η επιρροή και η συμβολή του Οργανισμού που εκπροσωπεί υποβαθμίζεται συνεχώς, έχοντας ευθύνη κατά κύριο λόγο τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, αλλά και το γενικότερο πλαίσιο λειτουργίας και αποστολής του ΟΗΕ.
Όσο σπουδαίος είναι ο ρόλος του διεθνούς Οργανισμού σε άλλα ζητήματα που αφορούν την υγεία, την παιδεία, τη φτώχεια, την ισότητα, το περιβάλλον, τη βιώσιμη ανάπτυξη, τους αυτόχθονες πληθυσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα, τόσο ανίσχυρος είναι για την αποτροπή εγκλημάτων, για τη διατήρηση της διεθνούς ασφάλειας και για την «καταστολή κάθε επιθετικής ενέργειας ή άλλης μορφής παραβίασης της ειρήνης», όπως αναφέρεται στον Καταστατικό Χάρτη. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ο ΟΗΕ δεν έχει την απαραίτητη ισχύ για να προλαβαίνει τα χειρότερα και να επιβάλλει την ειρήνη και τη δικαιοσύνη στον κόσμο, αλλά πλέον δεν έχει ούτε τη βούληση να πράξει κάτι τέτοιο.
Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Κύπρου. Είναι θλιβερό μια ημικατεχόμενη χώρα να επενδύει την απελευθέρωση των εδαφών της στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και η διαπραγματευτική διαδικασία για την επίλυση του προβλήματός της να είναι εγκλωβισμένη στη στρατηγική του κατακτητή. Αυτό συμβαίνει επειδή κάθε προσπάθεια για τερματισμό του σημερινού απαράδεκτου στάτους κβο δεν στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο, αλλά στα συμφέροντα εκείνων των δυνάμεων που κατευθύνουν την «ειρηνευτική αποστολή» του ΟΗΕ.
Αυτό διαπιστώθηκε και κατά την πρόσφατη συνέντευξη του κ. Γκουτέρες για μια σειρά θεμάτων με την ευκαιρία έναρξης των φετινών εργασιών της συνόδου της Γενικής Συνέλευσης. Από την εισαγωγή του και τις απαντήσεις του σε αρκετές ερωτήσεις εξήχθη ένα βασικό συμπέρασμα: για τον τομέα της διεθνούς ασφάλειας, για τον τερματισμό συγκρούσεων σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, για την επίλυση πολύχρονων διενέξεων μεταξύ κρατών, για την εφαρμογή των ψηφισμάτων του ΟΗΕ, ο Γενικός Γραμματέας δεν παρουσίασε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Μίλησε μόνο για ελπίδες και προσπάθειες.
Για τη Συρία επανέλαβε την έκκλησή του, για την Υεμένη υποστήριξε ότι «όλοι γνωρίζουμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο ειδικός μου απεσταλμένος» και κάλεσε όλες τις πλευρές «να ασχοληθούν σοβαρά». Στο ίδιο πνεύμα μίλησε για άλλες συγκρούσεις και πολεμικά τοπία.
Όπου υπήρξαν ενθαρρυντικές εξελίξεις ή συμφωνίες δεν είχε καθοριστικό ρόλο ο ΟΗΕ. Οι Κορεάτες προχωρούν μόνοι τους και μπορεί να τα καταφέρουν, το ίδιο συμβαίνει σε κάποιες περιοχές της Αφρικής, ενώ σε ορισμένες διενέξεις δίνεται προοπτική διευθέτησης λόγω εποικοδομητικής παρέμβασης τρίτων, που, μπόρεσαν να βάλουν τα πράγματα σε μια δίκαιη πορεία.
Ακόμη και για το Σκοπιανό, μετά από 24 χρόνια υπηρεσίας του ειδικού απεσταλμένου των Ηνωμένων Εθνών, Μάθιου Νίμιτς, υπήρξε μια συμφωνία που δεν οφείλεται στον διεθνή Οργανισμό. Ανεξάρτητα από το περιεχόμενό της, η συμφωνία Αθηνών-Σκοπίων προέκυψε αφού «ανέλαβαν δράση» οι πρωθυπουργοί και οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών. Αν η συμφωνία είναι σωστή θα πρέπει λογικά και δημοκρατικά να κριθεί από τους λαούς των δύο χωρών.
Αποδεικνύεται λοιπόν συνεχώς ότι ο ΟΗΕ είναι αδύναμος, αλλά συνάμα και επικίνδυνος σε ορισμένες περιπτώσεις, μπροστά στις επιδιώξεις των μεγάλων δυνάμεων να επιβάλουν τα συμφέροντά τους. Με τη στάση του όχι μόνο δεν εγγυάται τη διεθνή ειρήνη, αλλά μερικές φορές υποθάλπει και ενισχύει πολεμικές συρράξεις και εμφύλιες συγκρούσεις. Οι αποφάσεις του για τυράννους, εισβολείς, καταπατητές της διεθνούς έννομης τάξης και λεηλάτες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στηρίζονται στην τακτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών.
Θύμα αυτής της ωμής πραγματικότητας είναι για δεκαετίες και η Κύπρος. Γι’ αυτό, μετά από 44 χρόνια αποτυχημένων διαπραγματεύσεων μέσα στο πλαίσιο της αποστολής των Καλών Υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα δεν επιλύθηκε το Κυπριακό.
Από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ανέφερε την Πέμπτη ότι «ο Γενικός Γραμματέας και η αποστολή των Καλών Υπηρεσιών του είναι ο μόνος τρόπος για να προχωρήσουμε μπροστά».
Το ερώτημα όμως γίνεται όλο και πιο επιτακτικό: Μετά από 44 και πλέον χρόνια τουρκικής κατοχής στην Κύπρο, μπορεί αυτός ο «μόνος τρόπος» να ανατρέψει τα τετελεσμένα της;
ΠΗΓΗ philenews
Για μιαν ακόμη χρονιά, διαπιστώθηκε ότι ο ρόλος των Ηνωμένων Εθνών αποδυναμώνεται όλο και περισσότερο στη διεθνή πολιτική σκηνή. Οι εργασίες της 73ης συνόδου της Γενικής Συνέλευσης ανέδειξαν ξανά το μεγάλο χάσμα που επικρατεί ανάμεσα στα ισχυρά κράτη του πλανήτη, στις αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, στον Βορρά και τον Νότο.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, δήλωσε πρόσφατα ότι «οι ΗΠΑ χάνουν την επιρροή τους στη διεθνή σκηνή», σημειώνοντας «αυτό είναι επικίνδυνο, καθώς δεν υπάρχει τρόπος να επιλυθούν τα περισσότερα από τα προβλήματα του κόσμου χωρίς τις ΗΠΑ». Ο κ. Γκουτέρες αγνοεί όμως το γεγονός ότι η επιρροή και η συμβολή του Οργανισμού που εκπροσωπεί υποβαθμίζεται συνεχώς, έχοντας ευθύνη κατά κύριο λόγο τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, αλλά και το γενικότερο πλαίσιο λειτουργίας και αποστολής του ΟΗΕ.
Όσο σπουδαίος είναι ο ρόλος του διεθνούς Οργανισμού σε άλλα ζητήματα που αφορούν την υγεία, την παιδεία, τη φτώχεια, την ισότητα, το περιβάλλον, τη βιώσιμη ανάπτυξη, τους αυτόχθονες πληθυσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα, τόσο ανίσχυρος είναι για την αποτροπή εγκλημάτων, για τη διατήρηση της διεθνούς ασφάλειας και για την «καταστολή κάθε επιθετικής ενέργειας ή άλλης μορφής παραβίασης της ειρήνης», όπως αναφέρεται στον Καταστατικό Χάρτη. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ο ΟΗΕ δεν έχει την απαραίτητη ισχύ για να προλαβαίνει τα χειρότερα και να επιβάλλει την ειρήνη και τη δικαιοσύνη στον κόσμο, αλλά πλέον δεν έχει ούτε τη βούληση να πράξει κάτι τέτοιο.
Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Κύπρου. Είναι θλιβερό μια ημικατεχόμενη χώρα να επενδύει την απελευθέρωση των εδαφών της στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και η διαπραγματευτική διαδικασία για την επίλυση του προβλήματός της να είναι εγκλωβισμένη στη στρατηγική του κατακτητή. Αυτό συμβαίνει επειδή κάθε προσπάθεια για τερματισμό του σημερινού απαράδεκτου στάτους κβο δεν στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο, αλλά στα συμφέροντα εκείνων των δυνάμεων που κατευθύνουν την «ειρηνευτική αποστολή» του ΟΗΕ.
Αυτό διαπιστώθηκε και κατά την πρόσφατη συνέντευξη του κ. Γκουτέρες για μια σειρά θεμάτων με την ευκαιρία έναρξης των φετινών εργασιών της συνόδου της Γενικής Συνέλευσης. Από την εισαγωγή του και τις απαντήσεις του σε αρκετές ερωτήσεις εξήχθη ένα βασικό συμπέρασμα: για τον τομέα της διεθνούς ασφάλειας, για τον τερματισμό συγκρούσεων σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, για την επίλυση πολύχρονων διενέξεων μεταξύ κρατών, για την εφαρμογή των ψηφισμάτων του ΟΗΕ, ο Γενικός Γραμματέας δεν παρουσίασε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Μίλησε μόνο για ελπίδες και προσπάθειες.
Για τη Συρία επανέλαβε την έκκλησή του, για την Υεμένη υποστήριξε ότι «όλοι γνωρίζουμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο ειδικός μου απεσταλμένος» και κάλεσε όλες τις πλευρές «να ασχοληθούν σοβαρά». Στο ίδιο πνεύμα μίλησε για άλλες συγκρούσεις και πολεμικά τοπία.
Όπου υπήρξαν ενθαρρυντικές εξελίξεις ή συμφωνίες δεν είχε καθοριστικό ρόλο ο ΟΗΕ. Οι Κορεάτες προχωρούν μόνοι τους και μπορεί να τα καταφέρουν, το ίδιο συμβαίνει σε κάποιες περιοχές της Αφρικής, ενώ σε ορισμένες διενέξεις δίνεται προοπτική διευθέτησης λόγω εποικοδομητικής παρέμβασης τρίτων, που, μπόρεσαν να βάλουν τα πράγματα σε μια δίκαιη πορεία.
Ακόμη και για το Σκοπιανό, μετά από 24 χρόνια υπηρεσίας του ειδικού απεσταλμένου των Ηνωμένων Εθνών, Μάθιου Νίμιτς, υπήρξε μια συμφωνία που δεν οφείλεται στον διεθνή Οργανισμό. Ανεξάρτητα από το περιεχόμενό της, η συμφωνία Αθηνών-Σκοπίων προέκυψε αφού «ανέλαβαν δράση» οι πρωθυπουργοί και οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών. Αν η συμφωνία είναι σωστή θα πρέπει λογικά και δημοκρατικά να κριθεί από τους λαούς των δύο χωρών.
Αποδεικνύεται λοιπόν συνεχώς ότι ο ΟΗΕ είναι αδύναμος, αλλά συνάμα και επικίνδυνος σε ορισμένες περιπτώσεις, μπροστά στις επιδιώξεις των μεγάλων δυνάμεων να επιβάλουν τα συμφέροντά τους. Με τη στάση του όχι μόνο δεν εγγυάται τη διεθνή ειρήνη, αλλά μερικές φορές υποθάλπει και ενισχύει πολεμικές συρράξεις και εμφύλιες συγκρούσεις. Οι αποφάσεις του για τυράννους, εισβολείς, καταπατητές της διεθνούς έννομης τάξης και λεηλάτες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στηρίζονται στην τακτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών.
Θύμα αυτής της ωμής πραγματικότητας είναι για δεκαετίες και η Κύπρος. Γι’ αυτό, μετά από 44 χρόνια αποτυχημένων διαπραγματεύσεων μέσα στο πλαίσιο της αποστολής των Καλών Υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα δεν επιλύθηκε το Κυπριακό.
Από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ανέφερε την Πέμπτη ότι «ο Γενικός Γραμματέας και η αποστολή των Καλών Υπηρεσιών του είναι ο μόνος τρόπος για να προχωρήσουμε μπροστά».
Το ερώτημα όμως γίνεται όλο και πιο επιτακτικό: Μετά από 44 και πλέον χρόνια τουρκικής κατοχής στην Κύπρο, μπορεί αυτός ο «μόνος τρόπος» να ανατρέψει τα τετελεσμένα της;
ΠΗΓΗ philenews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου