Φαίνεται πως οι ισχυροί άνδρες δεν μαθαίνουν ποτέ από τα λάθη των άλλων και, ακόμη χειρότερα, δεν θυμούνται καν τα δικά τους. Ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης άνω των δύο ετών και του απαγορεύτηκε κάθε πολιτική δραστηριότητα
ΧΕΝΡΙ ΤΖ. ΜΠΑΡΚΙ
Φαίνεται πως οι ισχυροί άνδρες δεν μαθαίνουν ποτέ από τα λάθη των άλλων και, ακόμη χειρότερα, δεν θυμούνται καν τα δικά τους. Ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης άνω των δύο ετών και του απαγορεύτηκε κάθε πολιτική δραστηριότητα. Ο λόγος απλός: ο ασταθής πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος θα αντιμετωπίσει μια εκλογική αναμέτρηση «ζωής ή θανάτου» το 2023, έπρεπε να αποτρέψει μια πιθανή υποψηφιότητα του Ιμάμογλου για την προεδρία.
Αυτή η δικαστική απόφαση θα στοιχειώσει τον Ερντογάν: όχι μόνο θα μετατρέψει τον Ιμάμογλου σε πραγματικό διεκδικητή, αλλά θα αποδυναμώσει ακόμη περισσότερο τον ίδιο τον Ερντογάν στα μάτια του εκλογικού σώματος, καθώς θα καταδείξει τη δική του ανασφάλεια. Η κόπωση από την 20ετή ηγεμονία του και ο δυσθεώρητος πληθωρισμός έχουν φθείρει τα ποσοστά υποστήριξής του.
Η ειρωνεία είναι ότι η σύγχρονη τουρκική ιστορία είναι γεμάτη από τέτοιες πολιτικές παρεμβάσεις, άμεσες ή έμμεσες, που έφεραν το ακριβώς αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Ο ίδιος ο Ερντογάν οφείλει την αλματώδη άνοδό του σε μια παρόμοια κοντόφθαλμη παρασκηνιακή εντολή, το 1999, από στρατιωτικούς αξιωματικούς και την κοσμική ελίτ. Ηταν και αυτός τότε δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης και καταδικάστηκε σε φυλάκιση επειδή διάβασε κάποιο ποίημα. Οι αντιδράσεις κατά της καταδίκης του και της αποπομπής του από την πολιτική τον οδήγησαν τελικά στο να γίνει πρωθυπουργός της Τουρκίας.
Επίσης, ο Ερντογάν θα πρέπει να θυμάται ότι το 2019 επέβαλε την επανάληψη των εκλογών για τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης, επειδή ο υποψήφιος του κόμματός του είχε χάσει από τον Ιμάμογλου για ελάχιστο ποσοστό (0,16%). Αυτά δεν είναι τα μόνα παραδείγματα: Στην επιβεβλημένη επανάληψη των εκλογών, λίγους μήνες αργότερα, η παρέμβαση του Ερντογάν γύρισε μπούμερανγκ, με αποτέλεσμα να υποστεί ταπεινωτική ήττα με ποσοστό άνω του 9%. Το 1983, ο επικεφαλής της κυβερνώσας στρατιωτικής χούντας προειδοποίησε τους ψηφοφόρους να μην ψηφίσουν τον Τουργκούτ Οζάλ για πρόεδρο και όμως εκείνοι «δεν υπάκουσαν» τους αξιωματικούς. Το 2007, το στρατιωτικό κατεστημένο προσπάθησε να εμποδίσει τον εκλεκτό του Ερντογάν, Αμπντουλάχ Γκιουλ, να αναλάβει πρόεδρος της Τουρκίας επειδή η σύζυγός του φορούσε μαντίλα. Ο Ερντογάν εκμεταλλευόμενος έξυπνα τη συγκυρία προκήρυξε νέες βουλευτικές εκλογές, οι οποίες κατάφεραν θανάσιμο πολιτικό πλήγμα στους στρατηγούς.
Με όλη αυτή την πρόσφατη ιστορία, γιατί να διακινδυνεύσει ο Ερντογάν την επανάληψη μιας τέτοιας κατάστασης; Η απάντηση είναι μάλλον πολύ απλή: επειδή μπορεί. Εχει διαμορφώσει σχεδόν όλους τους τουρκικούς θεσμούς κατ’ εικόνα του, αποστερώντας τους από την ανεξαρτησία και την αυτονομία τους και έχει περιβάλει τον εαυτό του με υποτακτικούς υπασπιστές που δεν αμφισβητούν ποτέ τη σοφία του.
Αν ο Τούρκος πρόεδρος το επιθυμούσε, το σύστημα θα μπορούσε να «απαγγείλει κατηγορίες σε ένα σάντουιτς με ζαμπόν».
Η τουρκική Δικαιοσύνη έχει μετατραπεί σε διώκτη και τιμωρό των πραγματικών και φανταστικών αντιπάλων του Ερντογάν, από πολιτικούς μέχρι ηγέτες της κοινωνίας των πολιτών, δημοσιογράφους και ακαδημαϊκούς. Δεν διαφέρει σε τίποτα από τη Ρωσία του Πούτιν. Για να χρησιμοποιήσουμε το ρητό του πρώην δικαστή της Νέας Υόρκης Sol Wachter, αν ο Ερντογάν το επιθυμεί, το σύστημα θα «απαγγείλει κατηγορίες σε ένα σάντουιτς με ζαμπόν».
Οι δικαστές και οι εισαγγελείς, οι οποίοι σχεδόν όλοι τους έχουν διοριστεί από τον ίδιο, γνωρίζουν ότι αν τολμήσουν να του εναντιωθούν, θα καταλήξουν και αυτοί θύματα. Ετσι, οι φυλακές είναι γεμάτες από ανθρώπους που έχουν κατηγορηθεί για παράλογα «εγκλήματα» και για βαρύτερα αδικήματα που βρίθουν από εξωφρενικές κατηγορίες.
Ο Ερντογάν, ο οποίος έχει επιβάλει δρακόντειους κανόνες που αποσκοπούν στην τιμωρία όσων διαδίδουν «παραπληροφόρηση», νομίζει ότι θα μπορέσει να ελέγξει τη δυσαρέσκεια του κοινού. Η Κωνσταντινούπολη δεν είναι απλώς η μεγαλύτερη μητρόπολη της Τουρκίας, αλλά αποτελείται και από ένα αμάλγαμα ανθρώπων από κάθε γωνιά της χώρας, με έναν ισχυρό ιστό διασυνδέσεων. Ως εκ τούτου, τα νέα θα διαδοθούν. Ηδη οι διαδηλωτές στην Κωνσταντινούπολη που αντιδρούν στην ετυμηγορία και ζητούν την παραίτηση του Ερντογάν αναφωνούν «Δικαιώματα, Νόμος, Δικαιοσύνη», συνθήματα που μιμούνται εκείνα των Ιρανών διαδηλωτών, «Γυναίκες, Ζωή, Ελευθερία».
Αυτές οι εξελίξεις θα μειώσουν σίγουρα την επιρροή του Ερντογάν και θα αυξήσουν την απήχηση του Ιμάμογλου οδηγώντας τον να γίνει ο κύριος διεκδικητής στις επερχόμενες εκλογές. Ενα όφελος που μπορεί επιπλέον να προκύψει από αυτές τις εξελίξεις είναι ότι το κοινό θα εστιάσει την προσοχή του στους πολυάριθμους αντιφρονούντες που σαπίζουν στις φυλακές. Για φυλακισμένους όπως ο Οσμάν Καβαλά, ηγέτης της κοινωνίας των πολιτών, και ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς, πρώην ηγέτης του φιλοκουρδικού κόμματος, η καταδίκη του Ιμάμογλου μπορεί να βοηθήσει στην αλλαγή του κλίματος.
Ωστόσο, ένας Ερντογάν του οποίου η υποστήριξη μειώνεται είναι πιθανό να γίνει όλο και πιο επιθετικός και ριψοκίνδυνος με την εξωτερική πολιτική του. Θα θελήσει να απευθυνθεί στα εθνικιστικά αισθήματα επεμβαίνοντας στη βόρεια Συρία και/ή αυξάνοντας τις εντάσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο, διακινδυνεύοντας μια σοβαρή κρίση με την Ουάσιγκτον, με το σκεπτικό ότι θα είναι πάντα σε θέση να ασχοληθεί με αυτές τις εντάσεις μετά την επανεκλογή του. Γνωρίζουμε, όμως, ακόμη ότι αυτό δεν είναι πάντα τόσο απλό και ότι τα επεισόδια μπορεί να ξεφύγουν από τον έλεγχο.
* Ο κ. Χένρι Τζ. Μπάρκι κατέχει την έδρα Cohen ως καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Lehigh της Πενσιλβάνια και είναι επίκουρος ανώτερος συνεργάτης για τις Μεσανατολικές Σπουδές στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου