Γράφει ο Ευάγγελος Τσούρης, φοιτητής πολιτικής επιστήμης και δημοσίας διοίκησης, ΕΚΠΑ
Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η μορφή του διεθνούς συστήματος μεταβάλλεται με ταχύτατους ρυθμούς. Το διεθνές σύστημα καθίσταται πολυπολικό.
Αυτό σημαίνει ότι γίνεται ακόμη πιο άναρχο, καθώς οι διεθνείς οργανισμοί και θεσμοί, που δημιουργήθηκαν με σκοπό τη θέσπιση κανόνων ελέγχου της διεθνούς συμπεριφοράς, δεν απολαμβάνουν πλέον της απόλυτης εμπιστοσύνης μεγάλου αριθμού κρατών. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποδεικνύει του λόγου το αληθές, καθώς πρόκειται για κατάφωρη παραβίαση της θεμελιώδους υποχρέωσης των κρατών για αποχή από τη χρήση βίας, που απορρέει από τον Χάρτη των ΗΕ. Επιπρόσθετα, η φιλελεύθερη διεθνής τάξη – δυτικής/αμερικανικής εμπνεύσεως που κυριάρχησε μεταψυχροπολεμικά- δεν αποτελεί πλέον το υπόδειγμα με το οποίο συμπεριφέρονται τα κράτη της υφηλίου. Είναι προφανές ότι αυτή η διεθνής τάξη ενίοτε παραβιαζόταν ακόμη και από τις δυνάμεις που την προώθησαν, αλλά με την εισβολή στην Ουκρανία έγινε σαφές ότι και μια σειρά χωρών της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής δεν συντάσσονται πια με τη Δύση και τις αξίες της. Κράτη που ανήκουν σε δυτικούς θεσμούς (Τουρκία), κράτη στενά συνδεδεμένα με τη Δύση (Σαουδική Αραβία, Ινδία) και κράτη που υπηρετούν το αφήγημα της αλλαγής (Ρωσία, Κίνα) προωθούν τη μεταβολή στο διεθνές σύστημα διότι αυτή θα τους επιτρέψει μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών και η χρήση ισχύος θα θέτει τους όρους του παγκόσμιου «παιχνιδιού». Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Κίνα, που αυξάνει τη διαπραγματευτική της ισχύ καθώς κατόρθωσε να αναδειχθεί ως η δύναμη που ώθησε Σαουδική Αραβία και Ιράν να επανεκκινήσουν τους διπλωματικούς τους δεσμούς.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η Ελλάδα καλείται να επιδείξει αντοχή, αποφασιστικότητα, αξιοπιστία και ανθεκτικότητα στο σύνθετο περιβάλλον της διεθνούς ζωής. Ο δυτικός προσανατολισμός της Ελλάδος ,η αδιαπραγμάτευτη και αταλάντευτη πίστη της στους δυτικούς οργανισμούς (ΝΑΤΟ και ΕΕ) αποτελούν τις αμετάβλητες σταθερές της εξωτερικής πολιτικής. Η Ελλάδα οφείλει να σχεδιάσει με μεγάλη προσοχή την Υψηλή Στρατηγική της και να την υπηρετήσει πιστά. Η εξωτερική πολιτική της, που αποτελεί έναν από τους πυλώνες της Στρατηγικής αυτής, οφείλει να «διαβάζει» το ρευστό διεθνές περιβάλλον και να ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά της, ενώ παράλληλα οφείλει να προωθεί την εθνική ατζέντα της τόσο στη ΕΕ, στο ΝΑΤΟ και στα Ηνωμένα Έθνη, μιας ατζέντας απόλυτα συνυφασμένης με το διεθνές δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας. Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα είναι ιδρυτικό μέλος των ΗΕ (ως νικήτρια χώρα στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου) και επένδυσε μεγάλο διπλωματικό κεφάλαιο στους διεθνείς οργανισμούς για την προάσπιση της διεθνούς ειρήνης. Εξάλλου, η σίγουρη επερχόμενη εκλογή της Ελλάδος ως μη μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ θα επιτρέψει στη χώρα να «ξεδιπλώσει» τις απόψεις της για τη διαχείριση των διεθνών κρίσεων (που αναμένεται να αυξηθούν μετά την εισβολή στην Ουκρανία) , για την προώθηση του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς νομιμότητας. Η χώρα μας έχει ανάγκη τα ΗΕ επειδή αποτελεί «νησίδα» προστασίας κρατών που απειλούνται από μεγαλύτερες αναθεωρητικές δυνάμεις που κινούνται ρεβανσιστικά και τυχοδιωκτικά.
Είναι σαφές ότι η μεγαλύτερη απειλή για την Ελλάδα θα παραμείνει η αναθεωρητική Τουρκία, η οποία ουδέποτε εγκατέλειψε τους εκπεφρασμένους στόχους και επιδιώξεις της, ουδέποτε δεν ήρε τις αναθεωρητικές διεκδικήσεις της. Η τραγική εμπειρία των σεισμών στη γειτονική χώρα απλώς ανάγκασε την τουρκική ηγεσία – που έχει ανάγκη οικονομική στήριξη από τη Δύση- να σταματήσει τις προκλήσεις και να αφιερωθεί στο έργο της ανασυγκρότησης των πληγεισών περιοχών της σε μια ιδιαίτερη για αυτήν ευαίσθητη προεκλογική περίοδο. Ενδεχόμενη νίκη της ηνωμένης Αντιπολίτευσης στην Τουρκία δεν θα επιφέρει ριζοσπαστικές αλλαγές στα ελληνοτουρκικά. Αντιθέτως, μπορεί να ενταθούν οι τουρκικές έωλες διεκδικήσεις από μια νέα τουρκική κυβέρνηση με φιλοδυτικό μανδύα. Επομένως χρειάζεται επαγρύπνηση καθώς ο αναθεωρητικός χαρακτήρας της μπορεί να επανέλθει ακόμη πιο ισχυρός. Για αυτόν τον λόγο, οφείλει να συνεχιστεί- ανεξαρτήτως κυβέρνησης που θα προκύψει στην Ελλάδα μετά τις εκλογές- το εξοπλιστικό πρόγραμμα και παράλληλα, η διπλωματία μας θα πρέπει να επικεντρώνεται στην προσπάθεια επιβολής όρων στην Τουρκία μέσω της ΕΕ (οικονομική βοήθεια ή αλλαγές στην Τελωνειακή Ένωση ΕΕ-Τουρκίας θα πρέπει να συνοδεύονται από υποχρεώσεις που οφείλει να τηρεί η Τουρκία, όπως σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και άρση του casus belli). Την τετραετία 2019-2023 βιώσαμε μια πρωτοφανή εμπειρία εξωστρεφούς ελληνικής εξωτερικής πολιτικής που πρέπει να συνεχιστεί καθώς ενδυναμώνει την πατρίδα μας και κάνει τη φωνή μας να ακουστεί.
Εν κατακλείδι, προκρίνεται ο πολύπλευρος χαρακτήρας της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, που πρωτοστατεί στις διεθνείς εξελίξεις, συνδιαμορφώνει την ατζέντα της ΕΕ, των ΗΕ και του ΝΑΤΟ, προωθεί τον διάλογο μεταξύ αντιμαχόμενων πλευρών και διαδραματίζει έναν ηγετικό ρόλο στις πρωτοβουλίες για την ευρύτερη γειτονιά της. Παράλληλα, να συνεχίζει την ανάπτυξη συμμαχικών σχέσεων με χώρες της Ανατολικής Μεσογείου και του αραβικού κόσμου προκειμένου να εξασφαλιστεί σταθερότητα σε μια ιδιαίτερα «θερμή» περιοχή, σε ένα από τα πιο ασταθή περιβάλλοντα ασφαλείας.
ΠΗΓΗ http://lastpoint.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου