Του Τζόελ Κότκιν πηγή: National Post, 22 Μαΐου 2023 Μετάφραση: Γιώργος Ρακκάς
Ο πόλεμος μεταξύ των δύο φύλων έχει τελειώσει. Όμως αντί για ένα συνεργατικό μέλλον, που θα λειτουργούσε προς όφελος όλων, περισσότερο εξελίσσεται σε μια μονόπλευρη νίκη των γυναικών. Μετά από χιλιετίες αγώνων για την εξουσία, θεμελιωμένων σε βιολογική και κοινωνική βάση, η θέση των γυναικών στις προηγμένες κοινωνίες έχει αναβαθμιστεί δραματικά, πράγμα που είναι γενικά καλό, αν και υφίστανται και αρνητικές όψεις οι οποίες σπανίως αναφέρονται.
Το πρόβλημα έγκειται στο ότι, καθώς οι γυναίκες ανεβαίνουν, οι άνδρες πέφτουν. Αυτό περιορίζει τις ευκαιρίες εύρεσης αξιόπιστων συντρόφων και δημιουργίας σταθερών οικογενειών. Ο Ρίτσαρντ Ριβς του Ινστιτούτου Μπρούκινγκς διαπίστωσε ότι έως και το ένα τρίτο της μείωσης των ποσοστών γάμου οφείλεται στην αδυναμία των γυναικών να βρουν συντρόφους που θεωρούν σταθερούς, έξυπνους, ευκατάστατους –να ανταποκρίνονται, δηλαδή, στα κριτήριά τους.
Το χάσμα μεταξύ των δύο φύλων είναι σε μεγάλο βαθμό χάσμα εκπαιδευτικών επιδόσεων. Στις ΗΠΑ, το 60% των κατόχων βασικών πτυχίων είναι γυναίκες. Στον Καναδά, η πλειοψηφία των αποφοίτων πανεπιστημίου είναι, εδώ και μια δεκαετία, οι γυναίκες. Οπωσδήποτε, το μακροχρόνιο μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών εξακολουθεί να υφίσταται, αλλά, τόσο στον Καναδά όσο και τις ΗΠΑ, οι γυναίκες συγκλίνουν, ιδίως στις ανώτερες κλίμακες. Μεταξύ του 2020-2021, οι περισσότερες νέες επιχειρήσεις ανήκουν σε γυναίκες. Οι άνδρες εξακολουθούν να κερδίζουν περισσότερα, αλλά στις ηλικίες 20-24, για παράδειγμα, η διαφορά έχει μειωθεί σε μόλις 43$/εβδομάδα.
Το μεγαλύτερο χάσμα εντοπίζεται στην εργατική τάξη. Πολλοί εργαζόμενοι, ιδίως χειρώνακτες, έχουν να αντιμετωπίζουν τις ακραίες πιέσεις του ξένου ανταγωνισμού και των νομοθετικών περιορισμών. Σήμερα, σύμφωνα με τον δημογράφο Νίκολας Έμπερσταντ, τα ποσοστά απασχόλησης μεταξύ των ανδρών βρίσκονται σε επίπεδα Μεγάλης Ύφεσης του 1929. Όπως σημειώνει ο Ριβς, οι άνδρες ολοένα και περισσότερο «μένουν πίσω», εξοβελίζονται στο οικονομικό περιθώριο, μαστίζονται από ψυχολογικές διαταραχές και έλλειψη φίλων.
Κάποιες φεμινίστριες πανηγυρίζουν για αυτή την πτώση, αλλά δεν αποτελεί καλό οιωνό ούτε για τις γυναίκες, τουλάχιστον εκείνες που βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας. Τα κορίτσια που βρίσκονται στην εφηβεία καταγράφουν υψηλότερες τάσεις κατάθλιψης και αυτοτραυματισμών σε σχέση με τα αγόρια, υποστηρίζει ο ψυχολόγος Τζόναθαν Χέιντ, ενώ και το ποσοστό όσων έχουν σκεφτεί να αυτοκτονήσουν έχει αυξηθεί κατακόρυφα. […]
Το πιο σημαντικό είναι ότι το χάσμα εμποδίζει την πορεία προς την οικογενειακή ζωή. […] Με τόσους άνδρες στο περιθώριο, πολλές γυναίκες δεν έχουν άλλη επιλογή από το να τα βγάλουν πέρα μόνες τους. Σύμφωνα με τους Έμπερσταντ και Ριβς η κατάσταση αυτή είναι πιο συχνή σε ορισμένες μειονοτικές ομάδες, όπως οι Αφροαμερικανοί, όπου το χάσμα σταδιοδρομίας μεταξύ ανδρών και γυναικών είναι τεράστιο. Οι ωφέλειες ενός γάμου συνήθως απαξιώνονται, αλλά, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Χάρβαρντ παραμένουν κρίσιμες για την καλύτερη ψυχική και σωματική υγεία των γυναικών. Το μεγαλύτερο πρόβλημα υφίσταται σήμερα σε σχέση με τις φιλελεύθερες/προοδευτικές γυναίκες, που παντρεύονται λιγότερο, κάνουν λιγότερα παιδιά και δεν έχουν κάποια σχέση με την εκκλησία –πράγματα, δηλαδή, που αποτελούν παραδοσιακές πηγές παρηγοριάς.
Και για τα παιδιά, όμως, είναι σαφώς καλύτερο να μεγαλώνουν και μαζί με τους πατεράδες τους. «Η εγγύτητα με τους πατέρες», σημειώνει η συγγραφέας Τζένιφερ Μπρέχενι Ουάλας, μεταφράζεται, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, σε λιγότερο άγχος, μικρότερη ανησυχία για το βάρος και «λιγότερα συμπτώματα κατάθλιψης τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια».
Το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών έχει αντίκτυπο και στη σεξουαλική δραστηριότητα. Τα σημερινά παιδιά βρίσκονται μεν στην αιχμή της τεχνολογίας, έχουν όμως σαφώς προβλήματα στις σχέσεις με το άλλο φύλο. Ένα φαινόμενο που εν μέρει οφείλεται στην υπερέκθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το διαδικτυακό πορνό. Στις ΗΠΑ, τη Φινλανδία, τη Σουηδία, τη Δανία, την Ιαπωνία, την Κίνα και το Ην. Βασίλειο, οι νέες γενιές βιώνουν μια «σεξουαλική ύφεση». Το ποσοστό των σεξουαλικά ενεργών Αμερικανών βρίσκεται σε χαμηλό 30 ετών. Το 2019, περίπου το 30% των νεαρών ανδρών ανέφεραν ότι δεν έκαναν καθόλου σεξ τον τελευταίο χρόνο, σε σύγκριση με ένα 20%, περίπου, των νεαρών γυναικών.
Αν συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις, έως και μία στις τέσσερις γυναίκες θα είναι άτεκνες στο εγγύς μέλλον, σύμφωνα με τον αναλυτή Λύμαν Στόουν. Πολλές, σημειώνει, θα πλησιάζουν την ηλικία συνταξιοδότησης χωρίς οικογένεια. Οι παντρεμένες γυναίκες τείνουν επίσης να τα καταφέρνουν πολύ καλύτερα επαγγελματικά και οικονομικά, σημειώνει το Μορούκινγκς. Τα μονογονεϊκά νοικοκυριά, διαπιστώνει, τα πάνε πολύ χειρότερα.
Η ανάπτυξη μιας μεγάλης τάξης μορφωμένων, αλλά οικονομικά υποβαθμισμένων νέων, γυναικών και ανδρών, θα επηρεάσει το μέλλον της πολιτικής. Οι Αμερικανίδες, ιδίως οι ανύπαντρες, είναι σήμερα η πραγματική βάση του Δημοκρατικού Κόμματος. […] Θέματα όπως η άμβλωση, ειδικότερα, τονίζουν περαιτέρω την τάση αυτή. Χωρίς την παραδοσιακή επικέντρωση στη δημιουργία πλούτου από τις οικογένειες –οι παντρεμένοι είναι περίπου τα ¾ του συνόλου των ιδιοκτητών ακινήτων στις ΗΠΑ– υπάρχει μια αναπόφευκτη τάση εντονότερης υποστήριξης πολιτικών κυβερνητικής στήριξης, όπως είναι τα επιδόματα στέγασης και άλλες άμεσες μεταβιβάσεις.
Η ατζέντα των Δημοκρατικών προέδρων –όπως αντικατοπτρίζεται στη «Ζωή της Τζούλιας» του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και στη «Ζωή της Λίντας» του προέδρου Τζο Μπάιντεν»– απευθύνεται σε γυναίκες που δεν παντρεύονται ποτέ, με την περιστασιακή ανατροφή των παιδιών να αντιμετωπίζεται όχι με οικογενειακούς πόρους, αλλά μέσω κυβερνητικών δαπανών. Αυτές οι ιδέες αντανακλούν επίσης την αυξανόμενη κυριαρχία των γυναικών στην εκπαίδευση, οι οποίες τείνουν περισσότερο προς την αριστερά και την κουλτούρα της ακύρωσης.
Η δυναμική των φύλων μετασχηματίζει την προοδευτική πολιτική ατζέντα. Εκεί που κάποτε οι σοσιαλδημοκράτες αγωνίζονταν για ισχυρές οικογένειες, η προοδευτική αριστερά έχει γίνει όλο και πιο αδιάφορη, ακόμη και εχθρική σε ζητήματα όπως τα γονεϊκά δικαιώματα. Υπάρχει μια έκρηξη των «σπουδών queer», που αρκετές φορές υιοθετούν μια ατζέντα υποκατάστασης της πυρηνικής οικογένειας, με κάποια μορφή κολεκτιβοποιημένης ανατροφής των παιδιών.
Κινήματα όπως το Black Lives Matter ενσωμάτωσαν στην πλατφόρμα τους την αντίθεση στην πυρηνική οικογένεια, παρόλο που η διάλυσή της έχει πλήξει πάνω απ’ όλα τους Αφροαμερικάνους. Η σημερινή εμμονή με το τρανσέξουαλ, επίσης, έρχεται να πλήξει και τις γυναίκες. Ένα παράδειγμα είναι ο αθλητισμός, όπου πλέον επιτρέπεται σε βιολογικά άνδρες να τις ανταγωνίζονται στα γυναικεία σπορ κι αυτό παρά τις διαμαρτυρίες αθλητριών και κάποιων επιφανών φεμινιστριών.
Με την πάροδο του χρόνου, αυτές οι αλλαγές κατά πάσα πιθανότητα θα επιταχύνουν την ήδη δραματική πτώση των γεννήσεων, κάτι που είναι σήμερα εμφανές σε χώρες όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, όπου οι σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών φαίνεται να έχουν επίσης διαρρηχθεί. Τα ποσοστά γεννήσεων μειώνονται εδώ και χρόνια στην Αμερική, ενώ ο δείκτης γονιμότητας του Καναδά έφτασε σε χαμηλό ρεκόρ, 1,4 παιδιά ανά γυναίκα, το 2020.
[…] Τελικά, αυτό υποδηλώνει ένα πολύ δυστοπικό μέλλον, στο οποίο μόνο ο ηλικιωμένος πληθυσμός αυξάνεται, ενώ οι οικογένειες και τα παιδιά συμπιέζονται και σπανίζουν. Δεν θα πρόκειται για έναν φεμινιστικό παράδεισο, αλλά για μια δυσλειτουργική κοινωνία, όπου ολοένα και εντονότερα άνδρες και γυναίκες θα βρίσκονται σε αποξένωση, αν όχι σε σύγκρουση μεταξύ τους. Η ίδια μαγεία που προίκισε την κοινωνία με βασικά της στοιχεία, όπως η συντροφικότητα, η αγάπη και η οικογένεια, χάνεται, και αυτό δεν είναι καλό ούτε για τα δύο φύλα, αλλά ούτε και για την κοινωνία.
ΠΗΓΗ ardin-rixi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου