Άγγελος Συρίγος & Αντώνης Κλάψης
Dημοσίευση από το βιβλίο τους «Συνθήκη Λωζάννης και Ελληνοτουρκικές Σχέσεις», δημοσιεύτηκε στο Άρδην τ. 125.
Το σχετικώς περιορισμένο σε όγκο «Πρωτόκολλο περί Παραχωρήσεων τινών εν τη Οθωμανική Αυτοκρατορία» ενσωμάτωνε το σημαντικότερο σημείο οικονομικού ενδιαφέροντος των τριών μεγάλων δυνάμεων (και των ΗΠΑ) εν σχέσει προς την Τουρκία και τα άλλα κράτη που τη διαδέχθηκαν. Επρόκειτο για τη διατήρηση των εκχωρήσεων δικαιωμάτων σε πλουτοπαραγωγικές πηγές και υπηρεσίες (π.χ. σιδηρόδρομοι, τηλέγραφος, εκμετάλλευση ορυχείων, έργα υδρεύσεως κλπ.) σε όλο το έδαφος της παλαιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Σύμφωνα με τους όρους του Πρωτοκόλλου, όλα τα συμβόλαια παραχωρήσεων που είχαν συναφθεί μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των ξένων υπηκόων (περιλαμβανομένων φυσικών προσώπων και εταιρειών) προ της 16ης/29ης Οκτωβρίου 1914 (ημερομηνία εισόδου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) θα εξακολουθούσαν να ισχύουν και θα εκτελούντο κανονικά (άρθρο 1). Με τη ρύθμιση αυτή όλα τα αποικιοκρατικού χαρακτήρα συμβόλαια που είχαν υπογράψει διάφορες ξένες εταιρείες με την καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία (π.χ. εκμετάλλευση σιδηροδρόμων, ηλεκτροδοτήσεις, εκχωρήσεις αδειών εξορύξεως πετρελαίου) θα ήταν ισχυρά, εφόσον είχαν συναφθεί πριν ξεκινήσει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Η υποχρέωση αυτή δεν αφορούσε μόνον την Τουρκία. Επεκτεινόταν και σε όλα τα εδάφη που ανήκαν το 1914 στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, έστω κι αν αυτά στη συνέχεια έγιναν τμήμα άλλων χωρών. Περιελάμβανε ακόμη και εδάφη που είχαν αποσπασθεί από την Τουρκία συνεπεία των Βαλκανικών Πολέμων του 1912-1913 (άρθρο 9). Αυτό σήμαινε ότι όχι μόνον η Τουρκία, αλλά και η Συρία, ο Λίβανος, το Ιράκ (Μεσοποταμία), η Παλαιστίνη και η Υπεριορδανία, όλη η αραβική χερσόνησος, η Κύπρος, η Σερβία, το Μαυροβούνιο, η Αλβανία, η Βουλγαρία και η Ελλάδα υπεισήλθαν στις υποχρεώσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως προς τις παραχωρήσεις στις οποίες η τελευταία είχε προβεί προς ξένες εταιρείες. Επιπλέον, το Πρωτόκολλο προστάτευε και όλα τα συμβόλαια παραχωρήσεων που είχαν συναφθεί από την οθωμανική κυβέρνηση και τις ξένες εταιρείες και ιδιώτες μεταξύ της 17ης/30ής Οκτωβρίου 1918 και της 19ης Οκτωβρίου/1ης Νοεμβρίου 1922.
Με το Πρωτόκολλο αυτό, οι Μεγάλες Δυνάμεις προστάτευαν αποτελεσματικά τα δικαιώματα των εταιρειών τους και ταυτοχρόνως διατηρούσαν και για το μέλλον τον κύριο όγκο των σχετικών απαιτήσεών τους για συνέχιση των εκμεταλλεύσεων σε πλουτοπαραγωγικές πηγές και υπηρεσίες στον χώρο της Εγγύς και Μέσης Ανατολής. Η έκταση των παραχωρήσεων υπέρ των βρετανικών και γαλλικών εταιρειών ήταν ακόμη μεγαλύτερη, εάν συνυπολογισθεί ότι διέθεταν και τις μετοχές των γερμανικών και αυστριακών εταιρειών που είχαν κατασχεθεί ως εχθρική περιουσία μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το Πρωτόκολλο προέβλεπε, πάντως, κάποιες τροποποιήσεις στα συμβόλαια παραχωρήσεων, οι οποίες θα ελάμβαναν υπ’ όψιν τις νέες οικονομικές συνθήκες. Πιο συγκεκριμένα, συμβόλαια παραχωρήσεων που δεν είχαν αρχίσει να εκτελούνται μέχρι την 16/29Οκτωβρίου 1914, μπορούσαν να τερματισθούν (άρθρο 6). Η βασική ιδέα που διέτρεχε το Πρωτόκολλο ήταν ότι, όλες οι εκχωρήσεις της οθωμανικής κυβερνήσεως που είχαν ανασταλεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, συνέχιζαν να είναι δεσμευτικές μετά το τέλος του. Παράλληλα δινόταν η δυνατότητα στους επιχειρηματίες να επαναδιαπραγματευθούν τους όρους των εκχωρήσεων.
Είναι αξιοσημείωτο ότι πολλές από τις περιοχές στις οποίες εφαρμοζόταν το Πρωτόκολλο ήσαν εδάφη υπό τη βρετανική ή γαλλική εντολή. Αυτό εσήμαινε ότι οι δύο αυτές χώρες διατηρούσαν μέσω των εταιρειών τους τις παραχωρήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και παράλληλα διασφάλιζαν τη συνέχιση των αποικιοκρατικών όρων εκμεταλλεύσεως, ενώ οι λαοί των περιοχών δύσκολα μπορούσαν να προασπίσουν τα συμφέροντά τους.
Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα της σημασίας του συγκεκριμένου Πρωτοκόλλου, αφορούσε την Turkish Petroleum Company που απασχόλησε εκτενώς τη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης. Η εταιρεία αυτή ιδρύθηκε το 1912 και είχε ως στόχο την εκμετάλλευση του πετρελαίου της Μοσούλης. Παρά το πρώτο συνθετικό της, στην εταιρεία δεν εκπροσωπούνταν τουρκικά συμφέροντα. Οι μέτοχοί της ήσαν αρχικώς εταιρείες βρετανικών (Anglo-Persian Oil Company, σήμερα γνωστή ως British Petroleum-ΒΡ, με 47,5%), ολλανδικών (Royal Dutch/Shell με 22,5%) και γερμανικών συμφερόντων (Deutsche Bank με 25%) καθώς και ένας Αρμένιος, ο Καλούστ Γκουλμπεκιάν (με 5%), μεσάζων προς την οθωμανική κυβέρνηση για την παραχώρηση δικαιωμάτων εξορύξεως πετρελαίων (που έμεινε γνωστός στην ιστορία ως ο «κύριος 5%» [Monsieur 5%]). Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στα ποσοστά της Γερμανίας υπεισήλθε η Γαλλία (Compagnie Française des Pétroles, γνωστή σήμερα ως Total).
Στη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης, οι Βρετανοί αποπειράθηκαν να παραπλανήσουν τους υπόλοιπους συνομιλητές τους ισχυριζόμενοι ότι η σουλτανική κυβέρνηση είχε παραχωρήσει τον Ιούνιο του 1914 προς την Turkish Petroleum Company δικαιώματα εξορύξεως πετρελαίου στη Μοσούλη. Ο ισχυρισμός των Βρετανών βασιζόταν σε μία διπλωματική διακοίνωση που είχε αποστείλει ο μέγας βεζύρης Χαλίμ πασάς προς τη Βρετανία και τη Γερμανία που ανέφερε ορισμένες προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούσε να γίνει η παραχώρηση.
Η βρετανική στάση προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Αμερικανών παρατηρητών της Συνδιασκέψεως. Η αμερικανική αντίδραση είχε ως αποτέλεσμα να μην τολμήσουν οι Βρετανοί να αναφέρουν ρητώς στο Πρωτόκολλο περί Παραχωρήσεων την Turkish Petroleum Company. Έλυσαν με άλλο τρόπο το θέμα, πιέζοντας την Τουρκία να δεχθεί παραπομπή της τύχης της Μοσούλης στην Κοινωνία των Εθνών. Τον Μάρτιο του 1925, η ευρισκόμενη υπό βρετανικό έλεγχο κυβέρνηση του Ιράκ εκχώρησε άδειες για την περιοχή της Μοσούλης στην Turkish Petroleum Company. Για να μη διαμαρτύρονται οι Αμερικανοί, δόθηκαν μετοχές της Turkish Petroleum Company και σε δικές τους εταιρείες. Τον Ιούνιο του 1929, η εταιρεία μετονομάσθηκε σε Iraq Petroleum Company, η οποία διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο στα τεκταινόμενα γύρω από το Ιράκ μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Η σημασία του Πρωτοκόλλου των Παραχωρήσεων και ο τρόπος που αντιλαμβάνονταν τη λειτουργία του οι Μεγάλες Δυνάμεις φαίνεται στο λεγόμενο «σύμφωνο της ερυθράς γραμμής», στο οποίο κατέληξαν την 31η Ιουλίου 1928 όλες οι εταιρείες που συμμετείχαν στην Turkish Petroleum Company. Πιο συγκεκριμένα, δεσμεύθηκαν ότι καμία από τις εταιρείες δεν θα επεδίωκε ανεξάρτητα από τις άλλες την παραχώρηση δικαιωμάτων για εξόρυξη και εκμετάλλευση πετρελαίου στα εδάφη της τέως Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως ήσαν το 1914. Εξαιρέθηκαν το Κουβέιτ, μικρό τμήμα της Υπεριορδανίας και η χερσόνησος του Σινά.
ΠΗΓΗ ardin-rixi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου