Frédéric Mauro
Δημοσιεύθηκε στις 05/12/2023 Le Figaro
Ο Frédéric Mauro είναι δικηγόρος με έδρα τις Βρυξέλλες και ειδικεύεται σε θέματα ευρωπαϊκής άμυνας. Είναι συνεργάτης ερευνητής στο IRIS. Ο Mauro ζητά μεγαλύτερη ευρωπαϊκή εμπλοκή στο πλευρό της Ουκρανίας. Αν δεν το κάνουμε για τις αξίες μας, ας το κάνουμε τουλάχιστον για τα συμφέροντά μας, υποστηρίζει.
Τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή έχουν παραμερίσει επικοινωνιακά σε δεύτερο πλάνο τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η συναισθηματική υποστήριξη προς τους Ουκρανούς έχει μειωθεί, και μαζί με αυτήν η ανάγκη να τους βοηθήσουμε.
Επιπλέον, η αποτυχία της ουκρανικής αντεπίθεσης και το «αδιέξοδο» στο οποίο έχουν βρεθεί οι δύο εμπόλεμες πλευρές σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής. Ο Πούτιν δεν έχει καταγράψει καμιά επιτυχία εδώ και πολύ καιρό, αλλά απολαμβάνει την αποτυχία της Ουκρανίας. Ο χρόνος είναι με το μέρος του και η πολεμική του μηχανή δουλεύει πλήρως, τροφοδοτούμενη από τα έσοδα που αποκομίζει από την παράκαμψη των κυρώσεων, χάρη κυρίως σε χώρες όπως η Τουρκία, που υποτίθεται ότι ανήκουν στην Ατλαντική Συμμαχία.
Το γεγονός είναι ότι έχουμε εισέλθει για τα καλά σε έναν μακρόχρονο πόλεμο, ο οποίος, εκτός από κάποια στρατηγική έκπληξη, θα διαρκέσει για αρκετά χρόνια. Πρόκειται για έναν πόλεμο φθοράς, στον οποίο η στρατηγική παίζει λιγότερο σημαντικό ρόλο από τον αριθμό των στρατιωτών που μπορούν να κινητοποιηθούν, τον διαθέσιμο εξοπλισμό και τα πυρομαχικά και τη βιομηχανική ικανότητα παραγωγής τους. Εάν η Δύση δεν προσφέρει –επειγόντως– στην Ουκρανία τα μέσα για να αντισταθμίσει ποιοτικά το ποσοτικό μειονέκτημά της, τότε η Ρωσία θα προελάσει και πάλι. Χωρίς τη σφεντόνα του, ο Δαβίδ δεν έχει καμία πιθανότητα απέναντι στον Γολιάθ.
Σε αυτό το στάδιο, δεν έχει νόημα να καλούμε σε διαπραγματεύσεις· διότι και αν υπάρξουν διαπραγματεύσεις, αυτές μπορούν να ολοκληρωθούν μόνο από τους εμπόλεμους. Αλλά ούτε ο Βλαντιμίρ Πούτιν ούτε ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι θέλουν διαπραγματεύσεις, καθώς αμφότεροι εξακολουθούν να ελπίζουν ότι θα κερδίσουν στο πεδίο της μάχης, με τη δύναμη των όπλων. Αν υποθέσουμε ότι η Δύση αναγκάσει τον Ζελένσκι να διαπραγματευτεί, αυτό θα σήμαινε τη συνθηκολόγηση της Ουκρανίας και τη νίκη ενός εγκληματικού, δικτατορικού και γενοκτονικού καθεστώτος. Αυτό είναι που θέλουμε πραγματικά; Πολύ περισσότερο που αν ο πόλεμος τελείωνε σήμερα, η Ρωσία, σαν βόας που κερδίζει χρόνο για να χωνέψει το θήραμά του, θα εκμεταλλευόταν την ευκαιρία για να επανεξοπλιστεί και να επιτεθεί ακόμη πιο αποτελεσματικά σε λίγα χρόνια. Κατά δική του ομολογία, ο Πούτιν δεν έχει παραιτηθεί ούτε από το Κίεβο, ούτε από την Οδησσό ούτε από τη Μολδαβία.
Ο δεύτερος παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η κακή υγεία των δημοκρατιών μας, ιδίως της αμερικανικής δημοκρατίας. Η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, στις εκλογές του Νοεμβρίου 2024, φαίνεται πλέον όχι απλώς δυνατή αλλά και πιθανή. Και ο τελευταίος έχει κάνει γνωστά τα σχέδιά του σε ολόκληρο τον κόσμο: τερματισμός της βοήθειας προς την Ουκρανία, επαναπροσδιορισμός του ρόλου του ΝΑΤΟ (ή, αν δεν γίνει αυτό, αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμμαχία) και μαζικά προστατευτικά μέτρα. Σε αυτή την περίπτωση, οι Ευρωπαίοι θα μείνουν μόνοι τους να βοηθήσουν την Ουκρανία. Μπορούν; Το επιθυμούν, όπως μόλις επιβεβαίωσαν με το χέρι στην καρδιά στην τελευταία σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ; Και αν ναι, τι κάνουν για να προετοιμαστούν; Η απάντηση μπορεί να συνοψιστεί σε μια λέξη: τίποτα, ή πολύ λίγα. Ο ευρωπαϊκός οικονομικός γίγαντας τρέμει μπροστά στον ρωσικό νάνο και στρέφει τα είκοσι επτά ζευγάρια μάτια του αλλού.
Αλλά ας θέσουμε στον εαυτό μας το ερώτημα με τρόπο αντικειμενικό: γιατί πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε την Ουκρανία; Θα ήταν τόσο κακό αν έπεφτε η Ουκρανία;
Ο πρώτος λόγος που έρχεται στο μυαλό είναι ότι θα υπονόμευε όλο το οικοδόμημα του διεθνούς δικαίου. Αν ένα κράτος μπορεί να εισβάλει ατιμώρητα στον πλησιέστερο γείτονά του και να ανακηρύξει δικά του τα εδάφη που κατέλαβε, τότε ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών και μαζί του οι αρχές της κυριαρχίας, του απαραβίαστου των συνόρων και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών θα εξαφανιστούν. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν τρέφεται από το χάος. Το προκαλεί, το εξαπλώνει και το εκμεταλλεύεται με κάθε ευκαιρία. Αλλά σε έναν κόσμο όπου οι κανόνες δεν γίνονται πλέον σεβαστοί, κυριαρχεί ο νόμος του ισχυροτέρου και κάθε διαφορά μετατρέπεται σε σύγκρουση. Ποιος θα είναι ο επόμενος;
Ο δεύτερος λόγος είναι ηθικής τάξεως. Πώς μπορεί να επαναληφθεί η συνεργασία με ένα κράτος του οποίου ο ηγέτης είναι ένας αμετανόητος ψεύτης και ένας κυνικός μυθομανής, που δεν σέβεται καθόλου την ανθρώπινη ζωή και που έχει κλείσει τον λαό του σε μια νοητική φυλακή, αν όχι και πίσω από ατσάλινα κάγκελα; Ο ρωσικός λαός έχει γίνει ζόμπι. Οι Ρώσοι ακολουθούν τον Πούτιν όπως τα παιδιά του Χάμελιν ακολούθησαν τη φλογέρα του αυλητή, μεθυσμένοι καθώς είναι από την ψευδαίσθηση μιας φαντασιακής «αυτοκρατορίας» στην οποία ο αιματηρός γάμος του πολέμου με το πατριωτικό ψεύδος θα γιορτάζεται κάθε μέρα. Ποιες κοινές αξίες έχει η Ευρώπη μας με αυτή την αναθεωρητική και αντιδραστική βαρβαρότητα; Καμία απολύτως. Ποιες κοινές αξίες έχει η Ευρώπη με την Ουκρανία; Την ελευθερία, για αρχή.
Ο τρίτος λόγος έχει να κάνει με την υπεράσπιση των συμφερόντων μας. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει ότι βρισκόμασταν σε πόλεμο με τη Ρωσία, αλλά η Ρωσία μας είχε κηρύξει πόλεμο εδώ και πολύ καιρό, έναν υβριδικό πόλεμο μεν, αλλά έναν πόλεμο παρ’ όλα αυτά. Οι ηγέτες της προσπάθησαν να αλλάξουν το αποτέλεσμα των εκλογών μας, διέφθειραν ορισμένους από τους ιθύνοντές μας, παρενέβησαν ύπουλα στη δημόσια ζωή μας και γοήτευσαν τους χρήσιμους ηλίθιους κατά αγέλες. Από το 2004, ο Βλαντιμίρ Πούτιν προσπάθησε να διχάσει τους Ευρωπαίους, κολακεύοντας κάποιους, εξαγοράζοντας άλλους και, πάνω απ’ όλα, εθίζοντάς μας στις πρώτες ύλες του: το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο συγκεκριμένα. Και πιο πρόσφατα, ανέλαβε με τη γνωστή επιτυχία να εκδιώξει τη Γαλλία από την Αφρική. Κανείς δεν θα πίστευε ότι αυτό ήταν δυνατό. Και όμως τα κατάφερε. Μας επιτέθηκε σε όλα τα μέτωπα: πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό και διεθνές. Και το αφήσαμε να συμβεί.
Συνεχίζουμε να βαυκαλιζόμαστε με λόγια όπως, για παράδειγμα, ότι η γαλλική οικονομία θα γίνει «πολεμική οικονομία». Τι αστείο! Αυτό είναι ακόμη πιο γελοίο, γιατί, όπως δείχνει το αμερικανικό παράδειγμα, όλα τα χρήματα που δαπανώνται για στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία ωφελούν κυρίως την αμερικανική βιομηχανία. Τι περιμένουμε για να κάνουμε το ίδιο, αντί να βάζουμε φρένο στις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να κάνουν τα κράτη μέλη να αγοράζουν και να παράγουν όπλα από κοινού;
Η απάντηση λοιπόν είναι απλή: ναι, αυτός ο πόλεμος είναι και δικός μας πόλεμος. Επομένως, δεν μπορούμε να καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια και να περιμένουμε να καταρρεύσει η Ουκρανία, διότι η ήττα της θα είναι και δική μας ήττα. Αν δεν το κάνουμε για τις αξίες μας, ας το κάνουμε τουλάχιστον για τα συμφέροντά μας. Πριν να είναι πολύ αργά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου