του Γιώργου Χώτου
Το ότι η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα, οι συνομιλίες με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και το κοινό ανακοινωθέν θα επέφεραν μύριες όσες κριτικές αποτίμησης ήταν αναμενόμενο και όντως έτσι έγινε. Το ζητούμενο βέβαια από την Ελληνική πλευρά είναι κατά πρώτον, το τι επικίνδυνο απέφυγε και σε ποιο βαθμό και κατά δεύτερον, το αν αποκόμισε κάτι επωφελές και σε ποιο βαθμό.
Για όσους αποτιμούν νηφάλια τη διαχρονική κατάσταση απειλής που αντιμετωπίζει η χώρα μας από την Τουρκία, δεν θα αποτελούσε έκπληξη να δημιουργείτο ακόμα ένα διπλωματικά άβολο σκηνικό από μια υπεροπτική και θρασεία αναφορά του Τούρκου προέδρου στα παράλογα τουρκικά συμφέροντα. Αλλωστε κάτι τέτοιο έχει καταστεί ίδιον της συμπεριφοράς του Ερντογάν όχι μόνο απέναντι στην Ελλάδα αλλά και απέναντι στη Δύση, κλιμακούμενο μάλιστα τα τελευταία χρόνια σε τέτοιο βαθμό που για πρώτη φορά οι δυτικές ηγεσίες δυσφορούν.
Αν και η συνάντηση των Αθηνών ήταν αχρείαστη για εμάς και καταφανώς επωφελής για την Τουρκία, η οποία επιδίωκε ένα ιδιότυπο -ας μου επιτραπεί η έκφραση – ξέπλυμα της εχθρικής προς τη Δύση στάση της μέσω ενός καίριου και θεσμικού παράγοντα δυτικής σταθερότητας όπως η Ελλάδα, εμείς αποφύγαμε τα χειρότερα και στο χέρι μας είναι πλέον να χειριστούμε κατά το δοκούν το πολιτικό κείμενο του κοινού ανακοινωθέντος.
Με δεδομένο ότι η Τουρκία με σταθερό, πονηρό και όντως επιδέξιο τρόπο επιθετικής διπλωματίας, υβριδικού πολέμου και διαρκούς ισχύος του casus belli μας έχει φέρει σε στάση διαρκούς άμυνας, είναι κάτι που δεν μπορούμε διαρκώς να το προσπερνάμε διά του δήθεν κατευνασμού της όταν μας ερεθίζει, ούτε να περιστέλλουμε τα εθνικά μας δικαιώματα, διότι έτσι καταλήγουμε σε αυτό ακριβώς που επιδιώκει, δηλαδή την αδρανοποίησή μας ως προς την άσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Ποικίλες απόψεις εκφράστηκαν για τη διακήρυξη των Αθηνών, με την πλειονότητά τους το λιγότερο καχύποπτες και το περισσότερο επιτιμητικές ως προς τις προοπτικές εκμετάλλευσης από την Τουρκία του όντως νεφελώδους κειμένου. Οι τιμητές κατηγορούν την Ελληνική κυβέρνηση για παθητική αποδοχή της εξίσωσης «θύτη» (Τουρκία) και «θύματος» (Ελλάδα) φτάνοντας μάλιστα στην ακραία θεώρηση ότι αυτή η διακήρυξη χρησιμοποιούμενη εντέχνως από την Αγκυρα θα επιφέρει και αρνητικό στρατιωτικό αποτύπωμα για τη χώρα μας.
Είναι όμως έτσι; Για κάποιον που διαβάζει προσεκτικά τα κείμενα προκύπτει ότι η διακήρυξη αυτή δεν μειώνει σε τίποτα την προοπτική της συνεχούς ενίσχυσης της αμυντικής μας προσπάθειας, δεν διακυβεύει την ισχύ της διπλωματικής μας πολιτικής, ούτε υποθηκεύει την οποτεδήποτε κρίνουμε εμείς κατάλληλη περίσταση άσκησης του δικαιώματος επέκτασης στα 12 ν.μ. της Αιγαιακής ΑΟΖ μας. Η Τουρκία είναι που βρίσκεται σε δύσκολη θέση και επιθυμεί να ξεγελάσει τους Δυτικούς της συμμάχους με ένα δήθεν προσωπείο συνεργαζόμενης χώρας στη βάση της ειρηνικής συνύπαρξης και επίλυσης των διαφορών. Κάτι δηλαδή που δεν μπορούσαμε να αποφύγουμε χωρίς να φαινόμασταν δύστροποι και απρόθυμοι να δεχτούμε τη δήθεν χείρα φιλίας που τείνει ο επιτήδειος γείτονας.
Η διακήρυξη των Αθηνών μάλιστα είναι καλύτερη και βελτιώνει κατά τι την όντως ηττοπαθή συμφωνία της Μαδρίτης του 1997 μεταξύ Σημίτη και Ντεμιρέλ. Και αυτό επειδή:
Πρώτον. Στη διακήρυξη των Αθηνών δεν αναφέρεται πουθενά η λέξη Αιγαίο, συνεπώς και σε συνδυασμό με το σημείο ΡΡ5 «…χωρίς να θίγονται οι εκατέρωθεν νομικές θέσεις τους», τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας δεν αμφισβητούνται. Οι δηλώσεις Ερντογάν περί «..του Αιγαίου που μας ενώνει», «τουρκικής μειονότητας στη Θράκη» και «δεν σας απειλούμε αν δεν μας απειλήσετε» μας κρατούν βέβαια σε ετοιμότητα αλλά δεν αποτελούν παρά γνωστές κουβέντες μεγαλομανούς νταή.
Δεύτερον. Στο κείμενο για πρώτη φορά αναφέρονται και επικαλούνται ρητώς ως θεμελιώδη το διεθνές δίκαιο και ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών, ενώ στο αντίστοιχο της Μαδρίτης διατυπώνονταν απλώς ως «ευχολόγιο» ο σεβασμός τους.
Τρίτον. Στο κείμενο δεσπόζουσα θέση έχει η έκφραση «των διμερών τους σχέσεων», ενώ η έκφραση «των διαφορών τους» όπου αναφέρεται σαφώς είναι πιο αναιμική συγκριτικά με την αντίστοιχη της Μαδρίτης όπου αναφέρονταν ως «διευθέτηση των διαφορών τους». Και αυτό έχει μεγάλη σημασία δεδομένου ότι διαφορές δημιουργεί μέχρι σήμερα μόνο η επεκτατική Τουρκία.
Καθώς, όπως αναφέρεται στη διακήρυξη των Αθηνών, αυτή δεν αποτελεί δεσμευτική συμφωνία κατά το διεθνές δίκαιο, ούτε παράγει νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις για κάποιο από τα μέρη, η Ελλάδα δεν έχει ούτε παγιδευτεί ούτε αυτοπαγιδευτεί. Το βέβαιο είναι ότι η Τουρκία δέσμια της νέο-οθωμανικής της ονείρωξης θα ξαναρχίσει σύντομα τις προκλήσεις οπότε και εμείς απελευθερωμένοι από όποια προσχηματική ηθική ήπιας στάσης μπορούμε να αντιδράσουμε δικαιωματικά. Και πράγματι μπορούμε να εκμεταλλευθούμε το όποιο διάστημα ηρεμίας υπάρξει στο Αιγαίο και την Κύπρο για να συνεχίσουμε το εξοπλιστικό μας πρόγραμμα και να γίνουμε ακόμα δυνατότεροι.
Μακάρι να γινόταν το θαύμα και να μεταμορφώνονταν η Τουρκία από ταραξίας σε ειρηνική χώρα, όμως επειδή αυτά γίνονται μόνο στα παραμύθια δεν μας επιτρέπεται μακάριος ύπνος παρά μόνο διαρκής σκοπιά.
Γιώργος Χώτος, Δεκέμβριος 2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου