Το ανάκτορο του Φιλίππου στις Αιγές με θέα τη Βεργίνα και στον ορίζοντα η Πέλλα και το όρος Χορτιάτης. Διακρίνονται οι κίονες του περιστυλίου, η εσωτερική αυλή, η θόλος και τα δωμάτια των συμποσίων. [Credit: ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ] |
Είναι µεσηµέρι αλλά τα σύννεφα κρύβουν τον ήλιο και η ανάβασή μας στο «βασίλειον» του Φιλίππου Β΄, του Μακεδόνα βασιλιά που έζησε τον 4ο αιώνα π.Χ. και πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, γίνεται λίγο πιο εύκολη. Ο χωμάτινος, ανηφορικός, δρόμος που ξεκινάει από την άκρη της Βεργίνας και καταλήγει στο πλάτωμα που ο Φίλιππος έχτισε την έδρα του βασιλείου του, μας προετοιμάζει για τη συνάντησή μας με το εντυπωσιακό ανάκτορο. Οι Αιγές δεν είναι πια μόνον οι τάφοι της Βεργίνας, αλλά και το μέρος όπου ένας λαός «από τα βουνά μπήκε στις πόλεις» χάρη στον Φίλιππο, όπως συνηθίζει να λέει για τους αρχαίους Μακεδόνες η Αγγελική Κοτταρίδη, επίτιμη έφορος Αρχαιοτήτων Ημαθίας, που αφιέρωσε την καριέρα της στην ανάδειξη των Αιγών.
Το πρώτο που αντικρίζουμε είναι οι δύο κίονες του πρόπυλου, της ανατολικής εισόδου του ανακτόρου απ’ όπου έμπαιναν οι αρχαίοι τον 4ο αιώνα π.Χ. Οι αρχαίοι κίονες από πωρόλιθο είναι ταλαιπωρημένοι από τη φθορά του χρόνου, αλλά αποκατεστημένοι –όπου χρειάζεται– με νέο υλικό, πέτρα που σμιλεύεται στο σχήμα των αρχαίων, ένας διάλογος μεταξύ νέου και αρχαίου που επαναλαμβάνεται στο αναστηλωμένο μνημείο.
Ενα Μαξίμου της εποχής
«Ηταν σαν ένα Μέγαρο Μαξίμου της εποχής», μας λέει η αρχαιολόγος Εύα Κοντογουλίδου στην ξενάγησή μας. Το ανάκτορο, εξηγεί, δεν ήταν η κατοικία του Φιλίππου αλλά ένα δημόσιο διοικητικό κέντρο. Οταν δεν πολεμούσε, βρισκόταν εκεί. «Οι Μακεδόνες βασιλείς ήταν και αρχιερείς και κάθε πρωί ο Φίλιππος θα έκανε τις σπονδές του στον “πατρώο Ηρακλή”, από τον οποίο θεωρούσαν ότι έλκουν τη μυθική καταγωγή τους», προσθέτει, και μας δείχνει τον κυκλικό χώρο της ιερής θόλου. Προσπαθούμε να φανταστούμε τον Φίλιππο να περνάει μέσα από τις πανύψηλες ξύλινες θύρες καμωμένες από ξύλο δρυός ή καστανιάς και να συναντάει τους πολίτες στις διώροφες στοές ύψους 13 μέτρων. Στο ισόγειο της νότιας στοάς ήταν το δικαστήριο και δημοσιεύονταν οι νόμοι και τα διατάγματα, στη βόρεια θα γίνονταν φιλοσοφικές διαλέξεις, μουσικές παρουσιάσεις και κάθε είδους πνευματικές συναναστροφές.
Το αποκατεστημένο ψηφιδωτό με την αρπαγή της Ευρώπης. Σώζονται τμήματα της απεικόνισης με τα θαλάσσια κήτη και τους έρωτες και ίχνη από τα πόδια του ταύρου. [Credit: ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ] |
Ο Μακεδόνας βασιλιάς, απ’ ό,τι φαίνεται, μπορούσε να φιλοξενεί στα συμπόσιά του ταυτόχρονα περίπου 270 καλεσμένους –βρέθηκαν δεκάδες θέσεις ανάκλιντρων– ενώ στο περιστύλιο με εμβαδόν περίπου 4.000 τ.μ. μπορούσαν να συγκεντρωθούν 8.000 άτομα. Και δεν λυπήθηκε τα έξοδα για την κατασκευή του, πιθανά από τον αρχιτέκτονα Πύθεο από την Πριήνη: το ανάκτορο ήταν εξοπλισμένο με σύγχρονα συστήματα ύδρευσης και αποχέτευσης για την εποχή, το δάπεδο ήταν επενδεδυμένο με ψηφιδωτά και αδιάβροχο υδραυλικό κονίαμα για την υγρασία. Καθώς περνάμε από τα αποκατεστημένα κόκκινα βοτσαλωτά δάπεδα στεκόμαστε στα δύο εντυπωσιακά ψηφιδωτά που κοσμούν διπλανές αίθουσες, το ένα με τον γνωστό φυτικό διάκοσμο και τις ανθοκόρες και το δεύτερο, πρόσφατα αποκατεστημένο που σώζεται αποσπασματικά, όπου απεικονιζόταν η αρπαγή της Ευρώπης από τον Δία, μια υπόμνηση, κατά την κ. Κοτταρίδη, του ευρωπαϊκού στάτους που διεκδικούσε ο Φίλιππος.
Το ανάκτορο ήταν ενταγμένο στο αρχιτεκτονικό πρόγραμμα του Φιλίππου και το σημείο που διάλεξε ήταν ιδανικό. Ψηλότερα βρίσκεται η Ακρόπολη των Αιγών και κάτω από το ανάκτορο το θέατρο, ακολουθούν τα αρχαία ιερά της πόλης και πιο έξω η νεκρόπολη. Από το βόρειο τμήμα του –που θα αποκατασταθεί στο άμεσο μέλλον– έβλεπε τον κάμπο της Μακεδονίας, την Πέλλα και, αν το επέτρεπε ο καιρός, το όρος Χορτιάτης. Πολιτικά, το βασίλειο ήταν ανοικτό για τους αρχαίους Μακεδόνες και ο βασιλιάς ήταν ανάμεσά τους.
«Ο Φίλιππος τους έκανε συμμέτοχους στα κοινά. Διαθέτουν κάτι αντίστοιχο με μια βουλή και έναν δήμο. Συναποφασίζουν. Με τη δημιουργία του σώματος των πεζαιτέρων ουσιαστικά κάνει όλους τους πολίτες εταίρους, δηλαδή φίλους του ηγεμόνα», λέει η κ. Κοτταρίδη. «Ο Παρθενώνας της Μακεδονίας», όπως αποκάλεσε το ανάκτορο ο μελετητής Βόλφραμ Χέφνερ, έχει αυτή την ιδιαιτερότητα, συμπληρώνει η αρχαιολόγος σε σχέση με το μνημείο της Ακρόπολης. «Ο Παρθενώνας δημιουργήθηκε για τη θεά Αθηνά, οι πολίτες δεν μπορούσαν όμως να τον χρησιμοποιήσουν αλλά μόνο να τον καμαρώνουν. Εδώ το βασίλειο χρησιμοποιείται, οι αρχαίοι Μακεδόνες μπαίνουν για να εκπολιτιστούν, λειτουργώντας ως πολίτες μιας πόλης, μετέχοντας στον πολιτισμό και την πολιτική».
Ο αρχιτέκτονας του μνημείου –πιθανότατα ο Πύθεος της Πριήνης, κατά την Αγγ. Κοτταρίδη– σχεδίασε διπλές τις έλικες των κιονόκρανων (υπό γωνία) για να είναι ορατές από κάθε σημείο του χώρου. [] |
Ακολουθούμε την ξενάγηση στο κέντρο του μνημείου για να δούμε τη μορφή που είχε το περίφημο τετράγωνο περιστύλιο του ανακτόρου, το πρώτο που εντοπίζεται στην ελληνική αρχιτεκτονική, κατά την κ. Κοτταρίδη. Μπροστά μας υψώνονται οι 16 κίονες της νότιας πλευράς, που αιώνες μετά την καταστροφή του κτιρίου από τους Ρωμαίους και την τρομακτική κατολίσθηση που ακολούθησε, ξαναβρήκαν τη θέση τους. Σ’ αυτή την εσωτερική αυλή πατάμε το χώμα που κάποτε πάτησαν τα πόδια του Αλεξάνδρου για να ανακηρυχθεί βασιλιάς αμέσως μετά τη δολοφονία του πατέρα του το 336 π.Χ., που έγινε λίγα μέτρα παρακάτω στην πάροδο του αρχαίου θεάτρου. Τότε, γράφει ο Αρριανός, ο συνονόματός του, Αλέξανδρος ο Λυγκηστής (της αρχαίας Λυγκηστίδας) φόρεσε τον θώρακά του και έτρεξε στο «βασίλειον».
«Μέχρι πρόσφατα όλοι καταλάβαιναν ότι όσοι έτρεξαν στο “βασίλειον” το έκαναν για να κρυφτούν, γιατί θεωρούσαν ότι ήταν το σπίτι του βασιλιά. Αλλά δεν είναι έτσι. Ετρεξαν για να προλάβουν», λέει η κ. Κοτταρίδη. Η ανακήρυξη του βασιλιά των Μακεδόνων γινόταν διά βοής, συμπληρώνει, και γι’ αυτό πιστεύει ότι οι φίλοι του Μ. Αλεξάνδρου έτρεξαν από το θέατρο στο περιστύλιο, την πολιτική – ιερή αγορά όπου έπρεπε να ανακηρυχθεί ο νέος βασιλιάς, και βιάστηκαν για να προλάβουν τους συνωμότες, που πιθανότατα θα προσπαθούσαν να ανακηρύξουν βασιλιά τον ξάδελφο του Αλεξάνδρου, τον Αμύντα.
«Μεγαλύτερη ευελιξία»
Το ανάκτορο ανακάλυψε και ανέσκαψε το 1861 ο Γάλλος αρχαιολόγος Λεόν Εζέ και φεύγοντας πήρε μαζί του ορισμένα αρχιτεκτονικά μέλη που βρίσκονται στο Μουσείο του Λούβρου. Οι ανασκαφές ξεκίνησαν πάλι τη δεκαετία του 1930 και συνεχίστηκαν με διακοπές μέχρι το ’60. Στο μεταξύ, λίθοι και σπόνδυλοι του μνημείου χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό σε ναούς και κατοικίες της περιοχής. Το 2007 ξεκίνησε το δύσκολο έργο της αναστήλωσης που ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες και το μνημείο έγινε πλήρως επισκέψιμο για το κοινό.
Το έργο χρηματοδοτήθηκε με ευρωπαϊκούς πόρους ύψους 20,3 εκατ. ευρώ και με αυτή την αφορμή ρωτήσαμε την κ. Κοτταρίδη την άποψή της για τις κυοφορούμενες αλλαγές στη δομή της αρχαιολογικής υπηρεσίας. «Οι αλλαγές εκ προοιμίου δεν είναι κάτι κακό. Η αυτεπιστασία, με την οποία έχω κάνει έργα συνολικά 60 εκατ. ευρώ, χρειάζεται αναθεώρηση. Δεν μπορείς να πάρεις το προσωπικό που θέλεις και χρειάζεσαι. Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούν να γίνουν κεντρικά και μέσα από τις αγκυλώσεις του Δημοσίου. Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη ευελιξία», σημειώνει.
Παρά την αφυπηρέτησή της πριν από λίγες μέρες, η ίδια ετοιμάζει μια αναλυτική έκδοση για το ανάκτορο και τον κατάλογο του Πολυκεντρικού Μουσείου Αιγών και διευθύνει την ανασκαφή στο Γυμνάσιο της αρχαίας Μίεζας στη Νάουσα, όπου ο Αριστοτέλης δίδαξε τον Αλέξανδρο. Επόμενος στόχος είναι η δημιουργία ενός Κέντρου Μελέτης της Ελληνιστικής Οικουμένης στις Αιγές. Κι αν το ανάκτορο μας δείχνει ποιος ήταν ο Φίλιππος, τι μας λέει για τον Αλέξανδρο; «Ο Αλέξανδρος πήρε αυτό που έκανε ο πατέρας του εδώ, το όραμά του και το μετέφερε στις πόλεις που ίδρυσε. Ο Φίλιππος σκέφτηκε σε ένα πλαίσιο βαλκανικό, ο Αλέξανδρος οικουμενικό».
Πηγή: Σ. Ιωαννίδης, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου