Κυρίαρχο κράτος και η ταλαίπωρη Κύπρος
Ομ. Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών, Παν/μιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών
Μετά το πραξικόπημα στην Κύπρο το 1974, την Τουρκική εισβολή αμέσως μετά και την πτώση της χούντας, το Ελληνικό κράτος διένυσε μισό αιώνα, την «περίοδο της Μεταπολίτευσης». Πώς θα μπορούσε να γίνει μια αντικειμενική κοινωνικοπολιτική και διπλωματική αποτίμηση;
Είναι γεγονός ότι βραχυχρόνια κριτήρια και παράγοντες ενδέχεται να θολώνουν την θέαση της μεγάλης εικόνας, των κύριων και των σημαντικών μιας τόσο μεγάλης περιόδου. Ως εκ τούτου απαιτείται ορθή γνώση και επίγνωση της μεγάλης εικόνας: Του προσανατολισμού του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι εντός του Ελληνικού κράτους και της διπλωματίας του, καθώς επίσης και των προϋποθέσεων εντός αυτού του προσανατολισμού. Επίσης, τις σχέσεις κράτους-κοινωνίας, του ρόλου του πολίτη, των δημοκρατικών βαθμίδων με διαχρονικούς-κλασικούς αντικειμενικούς όρους και τις ποιοτικές βαθμίδες των πολιτικών ηγεσιών Κρίσιμης εάν καθοριστικής σημασίας για μια τέτοια αποτίμηση, επιπλέον, είναι η γνώση και σωστή θέαση των δομών, των προσανατολισμών και των προϋποθέσεων εντός του υπάρχοντος διεθνούς συστήματος.
Πολιτική ηγεσία και πολιτική παιδεία
Η διαχρονική πραγματικότητα -συμπεριλαμβανομένης της κλασικής εποχής- καταμαρτυρεί την σημασία όχι μόνο των προδιαγραφών της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας αλλά και των προδιαγραφών της πολιτικής υπόστασης και του ρόλου των πολιτών. Ακόμη και εάν σήμερα στην Ελλάδα υπήρχαν «πολλοί Περικλήδες», είναι σημαντικό οι πολίτες να διαθέτουν πολιτική παιδεία για να μπορούν να επηρεάζουν την διαμόρφωση και λήψη αποφάσεων που αφορούν την ασφάλειά τους, την ευημερία τους και την ακεραιότητα και βιωσιμότητα του κράτους τους.
Συντελεστικές προϋποθέσεις είναι, για παράδειγμα,
α) το κατά πόσο οι πολίτες διαθέτουν επαρκή γνώση της πραγματικότητας τόσο εντός του οικείου κράτους όσο και εντός του υπάρχοντος διεθνούς συστήματος
β) το κατά πόσο τα ένστικτα αυτοσυντήρησης δημιουργούν προϋποθέσεις που εκκολάπτουν ορθολογιστικές αποφάσεις οι οποίες δυναμώνουν την ασφάλεια και την βιωσιμότητα του κράτους τους και των ιδίων
γ) το κατά πόσο μεριμνούν να σμιλεύεται αδιάλειπτα η πολιτική τους παιδεία για να μπορούν να εγείρουν αξιώσεις αυτεξούσιου βίου εντός μιας δημοκρατικά προσανατολισμένης πολιτείας που «ταξιδεύει» προς την «Ιθάκη» της πολιτικής ελευθερίας
δ) το κατά πόσο μπορούν να υιοθετούν στάσεις που δυναμώνουν τον ρόλο των πολιτών ως εντολέων της εκάστοτε εξουσίας.
Αυτά και τα συμπαρομαρτούντα ήταν, είναι και πάντα θα είναι μείζονος σημασίας, εάν όχι και προσδιοριστικά για το πως εξελίσσεται ένα κράτος.
Προσανατολισμός προς πολιτική ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία
Οι Έλληνες της διαχρονίας συμπεριλαμβανομένων των σύγχρονων Ελλήνων είναι κατά κάποιο τρόπο «πολιτικά προνομιούχοι». Διεκδικώντας ότι είναι φορείς του πολιτικού πολιτισμού της διαχρονικής Ελληνικότητας προγραμματικά θέτουν στα θεμέλιά τους τον οικουμενικών προδιαγραφών διαχρονικό πολιτικό πολιτισμό της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Οι κοσμοϊστορικές διαδρομές των Ελλήνων και όσων επηρεάστηκαν από τον πολιτικό πολιτισμό της Ελληνικότητας, ασφαλώς και δεν ήταν ανθόσπαρτες, γραμμικές και ιδεατές. Οδύσσεια ήταν και πάντα Οδύσσεια θα είναι το ταξίδι των ανθρώπων, των κοινωνιών, των κρατών και του κόσμου.
Το μείζον είναι ο προσανατολισμός προς την Ιθάκη υψηλοτέρων δημοκρατικών βαθμίδων που καθιστούν τους πολίτες εντολείς και εδραιώνουν ως κοσμοθεωρητικό τους θέσφατο την ελευθερία. Ελευθερία νοούμενη τόσο ως εθνική ανεξαρτησία όσο και ως υψηλότερες βαθμίδες δημοκρατίας που κορυφώνεται με την πολιτική ελευθερία. Ταξιδεύοντας προς αυτή την Ιθάκη το ερώτημα είναι εάν το «καράβι-κράτος» είναι προς τα εκεί προσανατολισμένο, εάν αποφεύγονται οι εκτροπές, οι αντιστροφές και οι λοξοδρομήσεις.
Αξίζει να υπογραμμιστεί ξανά, πάντως, ότι τα κεκτημένα του διαχρονικού και οικουμενικών προδιαγραφών πολιτικού πολιτισμού της Ελληνικότητας είναι η δημοκρατία και η ελευθερία την κληρονομιά των οποίων πολλοί διεκδικούν τους τελευταίους αιώνες.
Όσον αφορά την σύγχρονη εποχή, και κανείς είναι ελεύθερος να διαβάσει τα ψηφίσματα των Εθνοσυνελεύσεων της Ελληνικής Επανάστασης, η Εθνεγερσία ενσάρκωσε, αξίωσε και αποτύπωσε πολιτική αναβίωση του πολιτικού πολιτισμού της ελευθερίας και της δημοκρατίας όταν στην Μεγάλη Βρετανία, για παράδειγμα, ψήφιζε λιγότερο από δέκα τοις εκατό.
Στην βάση του πιο πάνω ιδεαλιστικά στερημένου σκεπτικού που αποτυπώνει την Οδύσσεια των ανθρώπων πέντε περίπου χιλιετιών, συμπεριλαμβανομένων όσων ήταν φορείς ή διεκδικούσαν πως ήταν φορείς του πολιτικού πολιτισμού της Ελληνικότητας, θα επιχειρηθεί να σκιαγραφηθεί η μεγάλη εικόνα της νεοελληνικής Μεταπολίτευσης.
Πρωτίστως, για την συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, στους υπόλοιπους διεθνείς θεσμούς και στις συμμαχίες. Το κατά πόσο επίσης τα ταξίδι-Οδύσσεια του πολιτειακού προσανατολισμού είναι προσανατολισμένο προς υψηλότερες βαθμίδες δημοκρατίας και ελευθερίας.
Γίνεται σαφές ότι μια τέτοια θεώρηση αυτονόητα είναι αξιολογικά ουδέτερη, περιγραφική και ερμηνευτική, κάτι το οποίο ασφαλώς και κρίνεται. Εάν κάτι κείται πέραν και υπεράνω υποκειμενισμών και αξιολογικά φορτισμένων απόψεων και ιδεολογικών προκαταλήψεων του καθενός, είναι οι έσχατες λογικές της Ελευθερίας. Ελευθερίας νοούμενης ως 1ον, ως εθνική ανεξαρτησία (στην κλασική εποχή «το ιδεώδες της ανεξαρτησίας») η οποία εξ αντικειμένου αποτελεί υποβόσκων κοσμοθεωρητικό θέσφατο των αξιώσεων όλων των κοινωνιών όταν αξιώνουν να είναι ανεξάρτητες, και 2ον ως πολιτικής ελευθερίας στα πεδία του πολιτειακού γίγνεσθαι σε αναφορά με τον ρόλο του πολίτη και τις δημοκρατικές βαθμίδες που επιτυγχάνονται.
Κάθε απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα με σκοπό την αποτίμηση του τι ισχύει έχει νόημα εάν δεν είναι επηρεασμένη και για αυτό νοθευμένη από εφήμερα ιδεολογικά, κομματικά και ατομικά κριτήρια και παράγοντες. Συμφέρει όλους ή λογικά πρέπει να συμφέρει όλους να απαντηθούν τα ερωτήματα που τίθενται εδώ με αντικειμενικό τρόπο. Εν τέλει, η σωστή και ιδεολογικά-κομματικά στερημένη κατανόηση είναι προϋπόθεση πολιτικά ορθολογιστικών θέσεων που συνηγορούν με υιοθέτηση, έστω και αργοπορημένα, προσανατολισμού και προϋποθέσεων που οδηγούν σε ικανοποιητική εθνική ανεξαρτησία και σε υψηλότερες βαθμίδες δημοκρατίας που οδηγούν προς πολιτική ελευθερία.
Μεταπολίτευση και προσανατολισμοί και προϋποθέσεις
Κατά πρώτον, κάθε πολίτης και κάθε πολιτικό πρόσωπο που διαθέτει στοιχειώδη θέαση της πραγματικότητας, που διαθέτει ένστικτα αυτοσυντήρησης και που μπορεί να συναγάγει σωστά συμπεράσματα για την ισχύουσα κατάσταση, είναι ελεύθερος να απαντήσει απλά αλλά ουσιαστικά ερωτήματα που αφορούν την Μεταπολίτευση:
Η Εθνεγερσία, όπως ήδη αναφέρθηκε πριν δύο αιώνες ήγειρε αξιώσεις για 100% δημοκρατία κλασικά νοούμενη στο επίπεδο των κοινοτήτων, δημιουργία Εθνοσυνέλευσης που θα αντιπροσώπευε τις κοινότητες και το σύνολο του έθνους, δημιουργία προϋποθέσεων εντολοδόχου και ανακλητής πολιτικής εξουσίας σε όλα τα επίπεδα και ασφαλώς εθνική ελευθερία με την έννοια της εθνικής ανεξαρτησίας που επιτρέπει αυτεξούσια κοινωνικοπολιτική αυτοθέσπιση. Ερωτάται: Πόσο και πως η Μεταπολίτευση αναίρεσε τις εμφύλιες ιδεολογικές-κομματικές διαιρέσεις, πως και πόσο ο πολίτης κατέστη εντολέας της εκάστοτε εξουσίας, πόσο και πως είναι ανακλητή η πολιτική εξουσία όταν δεν εκπληρώνει τις υποσχέσεις και πόσο και πως διασφαλίζονται τα θέσφατα και οι έσχατες λογικές της εθνικής ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας της κρατικής Επικράτειας που προβλέπουν οι Συνθήκες και το Διεθνές Δίκαιο;
Εν τέλει, έστω και αν δεν κοντέψαμε την Ιθάκη της πολιτικής ελευθερίας που αποτελεί κατάκτηση του οικουμενικών προδιαγραφών πολιτικού πολιτισμού της Ελληνικότητας -του οποίου εξ αντικειμένου τα σύγχρονα δεσποτικά καθεστώτα αλλά και τα δήθεν αντιπροσωπευτικά ολιγαρχικά καθεστώτα τα οποία αυτοονομάζονται «δημοκρατία» είναι φτωχοί συγγενείς- είμαστε τουλάχιστον προς τα εκεί προσανατολισμένοι; Δημιουργήσαμε, τουλάχιστον προϋποθέσεις ούτως ώστε να ταξιδεύουμε προς αυτή την Ιθάκη και προϋποθέσεις έστω και μακροχρόνιας εκπλήρωσης των υψηλών σκοπών της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας που υπερψήφισαν οι Επαναστάτες τις Εθνεγερσίας πριν δύο αιώνες;
Μεταπολίτευση και σύγχρονο εθνοκρατοκεντρικό διεθνές σύστημα
Δεύτερον, κάθε εθνικά ανεξάρτητο κράτος, δηλαδή κάθε κράτος το οποίο είναι προικισμένο με συλλογική ελευθερία των μελών της κοινωνίας, πέραν του γεγονότος ότι η εθνική ανεξαρτησία / κρατική κυριαρχία είναι έσχατη λογική και κοσμοθεωρητικό θέσφατο όλων των εθνών, καταγράφεται ως υψηλή αρχή του διεθνούς δικαίου στον Καταστατικό του Χάρτη του ΟΗΕ (άρθρο 2, Κεφάλαιο Ι άρθρο 2 παράγραφος 7 όπου ορίζονται οι προϋποθέσεις της εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας). Υπογραμμίζεται ότι αυτός ο υψηλός θεσμός του καθεστώτος της κρατικής κυριαρχίας δεν ονομάστηκε Οργανισμός Ηνωμένων Κρατών αλλά Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Όπως έτυχε περιγραφής εκτενέστερα σε άλλη περίπτωση, συνοπτικά τονίζονται τα εξής:
Ανεξαρτήτως διοικητικών εποικοδομημάτων στα θεμέλια των ηγεμονικών διοικήσεων των Μεταμεσαιωνικών Χρόνων οι οποίες εξελίχθηκαν σε κράτη, τα κατά τον Αριστοτέλη έλλογα ανθρώπινα όντα ως μέλη των κοινωνικών οντοτήτων που βρίσκονται στα θεμέλια των κρατικών διοικήσεων, σταθερά αξιώνουν αυτεξουσιότητα, σμιλεύουν τον οικείο πολιτικό πολιτισμό και εδραιώνουν την εθνική τους οντολογία, η οποία εκκόλαψε ένα πλέον εθνοκρατοκεντρικό διεθνές σύστημα.
Το γεγονός ότι παράλληλα με αυτή την πασίδηλη και καταμαρτυρούμενη πραγματικότητα φούντωσαν εάν όχι οργίασαν τα εσχατολογικά μετακρατικά ανθρωπολογικά εξομοιωτικά και πολιτικά εξισωτικά δόγματα είναι άλλης τάξης ζήτημα που βαίνει αντίρροπα στις εθνοκρατικές οντολογίες, κάτι το οποίο δεν είναι του παρόντος και εξετάστηκε επανειλημμένα και εκτεταμένα σε άλλες περιπτώσεις. Σημασία έχει να τονιστεί ότι όπως προαναφέρθηκε δημιουργήθηκε ένα εθνοκρατοκεντρικό διεθνές σύστημα, γεγονός βαθύτατων πολιτικών προεκτάσεων. Ούτως ή άλλως, εξάλλου, τα προαναφερθέντα μετακρατικά εσχατολογικά δόγματα δεν ήταν οτιδήποτε άλλο παρά μεταμφιέσεις των ηγεμονικών αξιώσεων ισχύος (Edward H. Carr) και υπό το πρίσμα της ηγεμονικής διαπάλης ξεκάθαρα αποσκοπούσαν στον έλεγχο των περιφερειακών κρατών.
Αφού υπενθυμίσουμε τον έξωθεν υποκινούμενο τραγικό και άσκοπο Μεταπολεμικό «Ελληνικό» εμφύλιο πόλεμο που διαίρεσε την κοινωνία, προκάλεσε σκληρή ξένη εξάρτηση και διαίρεσε τους Έλληνες γύρω από ανυπόστατες εσχατολογίες και ανορθολογικές ταυτίσεις κάθε είδους, ερωτάται:
Η Μεταπολίτευση που προέκυψε λόγω μιας ακόμη καταστροφής στην Κύπρο το 1974 πως και πόσο αναίρεσε τις εμφύλιες διαιρέσεις και π ως και πόσο προσανατόλισε την κοινωνία προς τις υψηλές αρχές της δημοκρατίας και της ελευθερίας όπως καταγράφονται επακριβώς στις αξιώσεις της Εθνεγερσίας;
Πώς και πόσο αναδομήθηκε το κράτος Συνταγματικά και ποιες πολιτειακές αποφάσεις δημιουργούν προϋποθέσεις ο πολίτης να καθίσταται ολοένα και περισσότερο εντολέας της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας; Εξουσίας η οποία με βάση τον Ελληνικό πολιτικό πολιτισμό πολλών χιλιετιών απαιτείται να λογοδοτεί κατά το δυνατό άμεσα στην κοινωνία και να υπάρχει δυνατότητα ανάκλησης εάν δεν υπηρετεί επαρκώς την συλλογική πολιτική βούληση των μελών της κοινωνίας.
Είναι εν τέλει δημοκρατικά προσανατολισμένο ένα σύστημα αποκλειστικά κομματικά δομημένο και που κατά συνέπεια στερείται τρόπων άμεσης (μη κομματικής) εκπροσώπησης στο κοινοβούλιο των μελών της κοινωνίας ή τουλάχιστον των κοινοτήτων και των τοπικών δήμων; Πόσο και πώς εκπληρώνεται, έστω και σταδιακά, η διαχρονικά νοούμενη δημοκρατία;
Είναι εντέλει δημοκρατία η μη τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων ―και όπως τα μνημόνια και τόσα άλλα καταμαρτύρησαν- αναπόφευκτη εάν όχι και «υποχρεωτική» η υπερψήφιση «κάποιου» από τα τελικά πανομοιότυπα ασυνεπή κόμματα; Όταν μάλιστα οι αποφάσεις ολοφάνερα λαμβάνονται ενάντια στην καταμαρτυρούμενη βούληση της πλειοψηφίας των μελών της κοινωνίας και με «ενδείξεις» ότι ξένα συμφέρονται επηρεάζουν ή και επιβάλλουν αποφάσεις επί ζητημάτων ύψιστης εθνικής σημασίας;
Κρατοκεντρισμός, απειλές, ισχύς, στρατηγική
Τρίτον, πόσο και πως η Μεταπολίτευση όχι μόνο λειτούργησε με τους όρους και τα αξιώματα κάθε κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος και εάν το έπραξε σε κάποιο βαθμό πως και πόσο ανάπτυξε μια αξιόπιστη εθνική αποτρεπτική στρατηγική κατά των πασίδηλων και καθημερινά καταμαρτυρούμενων εξωτερικών αναθεωρητικών απειλών; Και επειδή αυτά τα ερωτήματα δεν είναι ρητορικά αλλά εμπράγματα μείζονος σημασίας ερωτάται:
Εκπληρώθηκαν οι πρόνοιες του διεθνούς δικαίου και των Συνθηκών για την Αιγιαλίτιδα ζώνη, την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ; Συνεκτιμάται δεόντως, ναι ή όχι, η ορθότατη θεώρηση του Morgenthau ότι βιώσιμο είναι το κράτος που διαθέτει επαρκή ισχύ και στρατηγική εκπλήρωσης των προνοιών του διεθνούς δικαίου για την Επικράτειά του; Ποιες είναι οι διαδοχικές στάσεις και αποφάσεις της Μεταπολίτευσης όσον αφορά το μείζον αυτό το ζήτημα και πως όπως έπραξαν όλα τα άλλα κράτη δρομολογούνται σχέδια και αποφάσεις πλήρους εκπλήρωσης των προνοιών των Συνθηκών;
Τι «καταμαρτυρεί-προδίδει» όσον αφορά τα εθνικά συμφέροντα και την εθνική στρατηγική η τελικά καθολική προσκόλληση της Μεταπολίτευσης στο δόγμα «η Κύπρος κείται μακράν» όταν αυτό σημαίνει:
1ον. Παρά το ότι η Αθήνα είναι Μητρόπολη του Ελληνικού έθνους και εγγυήτρια δύναμη της ΚΔ επί μισό αιώνα δεν εφαρμόζονται οι πρόνοιες τη διεθνούς νομιμότητας σύμφωνα με τις πάντοτε ισχύουσες αποφάσεις του ΣΑ του 1974, 1975, 1983,1984 που καλούν για αναίρεση των παράνομων τετελεσμένων της Τουρκικής εισβολής,
2ον. Γιατί εμείς οι ίδιοι δεν επικαλούμαστε αυτές τις αποφάσεις αλλά προσκολλόμαστε σε μεταγενέστερες αρνητικές παραινέσεις των μελών του ΣΑ που είναι αντίθετες στον Καταστατικό Χάρτη μιλώντας για το εσωτερικό καθεστώς (δδο με πολιτική ισότητα) για διευθετήσεις που καταργούν την Κυπριακή Δημοκρατία, καθιστούν όμηρο το ένα δέκατο του έθνους και παγιδεύουν το ελληνικό κράτος και δημιουργούν προϋποθέσεις περιφερειακής αστάθειας πέραν κάθε φαντασίας,
3ον. Πόσο και ποιοι συνεκτιμούν επαρκώς ότι η κατ’ αυτό τον τρόπο εγκατάλειψη του ενός δέκατου του Ελληνισμού συρρικνώνει γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά την Ελλάδα και αναβαθμίζει εάν όχι γιγαντώνει την στρατηγική σημασία της Τουρκίας.
4ον. Ως προς το τελευταίο ποιες είναι οι κυρίαρχες θέσεις (εάν υπάρχουν) απέναντι στην Τουρκική αναθεωρητική άποψη που τόσο ξεκάθαρα δήλωσε ο μέντορας του νεοοθωμανισμού Αχμέτ Νταβούτογλου στο «Στρατηγικό βάθος» όταν έκανε σαφή τόσο την κατά τα άλλα γνωστή σε όλους γεωπολιτική σημασία της Μεγαλονήσου (όπου επαναλαμβάνεται ζει το ένα δέκατο του Ελληνισμού και που αποτελεί το 82% των νόμιμων κατοίκων) όσο και τους σκοπούς της Τουρκίας.
Εδώ ένα σύντομο χαρακτηριστικό απόσπασμα που περιγράφει την στρατηγική της Τουρκίας και όλοι απαιτείται να διερωτηθούν τι θέσεις και τι πολιτικές κυριαρχούν στην Μητρόπολη του Ελληνισμού μισό αιώνα μετά την εισβολή και την Μεταπολίτευση:
«Η Κύπρος που βρίσκεται μεταξύ των Στενών, που χωρίζουν την Ασία από την Ευρώπη, και της διώρυγας του Σουέζ, η οποία χωρίζει την Ασία από την Αφρική, επέχει επίσης τόπο μιας σταθερής βάσης και αεροπλανοφόρου που είναι σε θέση να ελέγχει τις περιοχές του Περσικού κόλπου και της Κασπίας και τις υδάτινες αρτηρίες του Άντεν και του Ορμούζ, οι οποίες αποτελούν τις σημαντικότερες υδάτινες περιοχές που συνδέουν Ευρασία και Αφρική. Δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει τη στρατηγική θέση της Κύπρου λόγω της οποίας οι Άγγλοι παρότι η μεγαλοπρεπής αποικιακή τους περίοδος έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί αποφάσισαν και μέχρι σήμερα διατηρούν σε αυτήν στρατιωτική βάση» …
...«Μια χώρα που παραμελεί την Κύπρο δεν είναι δυνατόν να έχει έναν αποφασιστικό λόγο στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές. Δεν μπορεί να είναι δραστήρια στις παγκόσμιες πολιτικές, διότι αυτό το μικρό νησί κατέχει μία θέση που μπορεί να επηρεάσει άμεσα τους στρατηγικούς συνδέσμους μεταξύ της Ασίας και της Αφρικής, της Ευρώπης και της Αφρικής και της Ευρώπης και της Ασίας. Και δεν μπορεί να είναι δραστήρια στις περιφερειακές πολιτικές, διότι η Κύπρος με την ανατολική της άκρη ομοιάζει με ένα βέλος στραμμένο προς τη Μέση Ανατολή και με τη δυτική της άκρη συγκροτεί τον θεμέλιο λίθο των στρατηγικών ισορροπιών της Ανατολικής Μεσογείου, των Βαλκανίων και της Βόρειας Αφρικής» …
...«Ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα Κυπριακό ζήτημα. … είναι ένα είδος πλωτής βάσης, για τη συνολική ασφάλεια της χερσονήσου της Μικράς Ασίας. … σχετίζεται με τη θέση που κατέχει η νήσος για τις περιφερειακές και παγκόσμιες στρατηγικές. Καμία παγκόσμια και περιφερειακή δύναμη που κάνει στρατηγικούς υπολογισμούς στη Μέση Ανατολή, στην Ανατολική Μεσόγειο, στο Αιγαίο, στη διώρυγα του Σουέζ, στην Ερυθρά θάλασσα και στον Περσικό κόλπο δεν μπορεί να παραμελήσει την Κύπρο. Η Κύπρος βρίσκεται σε μία τόσο εγγύς απόσταση σε όλες αυτές τις περιοχές, ώστε να έχει την ιδιότητα μίας παραμέτρου η οποία είναι σε θέση να επηρεάζει άμεσα όλες μαζί»
Μεταπολίτευση: Συμμετέχουμε ως κυρίαρχο κράτος ή «ανήκουμε»
5ον. Τέλος αλλά όχι το τελευταίο πλην ίσως το πιο σημαντικό, ποια στάση και ποια αντίληψη ισχύει Μεταπολιτευτικά όσον αφορά την στρατηγική της Ελλάδας στους διεθνούς θεσμούς: Συμμετέχουμε στις δυτικές συμμαχίες και στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ως κυρίαρχο κράτος με όρους εθνικών συμφερόντων που αδιάλειπτα και ακούραστα επιδιώκουμε να εκπληρώσουμε ή «ανήκουμε στην Δύση» και «ανήκουμε στην Ευρώπη»;
Κανένα κυρίαρχο κράτος δεν «ανήκει» οπουδήποτε, διαρκώς συναλλάσσεται και παλεύει να μεγιστοποιήσει τα θεμιτά νομικά συμφέροντα, τίποτα δεν αποδέχεται εάν δεν δημιουργούνται ισόρροπες και συμμετρικές σχέσεις και θέτει κόκκινες γραμμές για τα έσχατα συμφέροντα που αφορούν την κυριαρχία της Επικράτειας και τις προϋποθέσεις που την διασφαλίζουν. Τι εικόνα δίνει ένα κράτος όταν δηλώσει ότι δήθεν «ανήκουμε» εκπέμπεται ακόμη και ως αιτιολόγηση για νόμους που αφορούν, για παράδειγμα, το φύλο των ανθρώπων και τις Ελληνικές πολιτικές παραδόσεις;
Εν τέλει, ποια είναι τα ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα, ποιος και πότε τα όρισε; Έχει η Ελλάδα όπως κάνουν όλα τα κράτη ορίσει και ιεραρχήσει με όρους σύγχρονων κρατοκεντρικών προϋποθέσεων τα εθνικά συμφέροντα στην βάση των οποίων συμμετέχει και αποφασίζει στην διεθνή πολιτική; Είναι μήπως εικόνα σοβαρού και αξιόπιστου κράτους άτομα που κατείχαν ή κατέχουν θέσεις ευθύνης να ομιλούν για την ακεραιότητα της Επικράτειας που ορίζει το διεθνές δίκαιο με ελαστικότητα ως και να επιτρέπονται «παζάρια» που οδηγούν σε συρρίκνωση των ορίων που προβλέπουν οι Συνθήκες; Ως προς αυτό χρήζει να γίνει σαφές κάτι που είναι αντικειμενικά και καθολικά αποδεκτό: Σε όλα τα βιώσιμα κράτη όχι μόνο δεν γίνονται «παζάρια», ακόμη και εάν αυτό αφορά μια ίντσα της κρατικής Επικράτειας που προβλέπει το διεθνές δίκαιο, αλλά καμιά υποχώρηση δεν γίνεται αποδεκτή για όλα τα μείζονα εθνικά συμφέροντα τα οποία μονίμως και σταθερά ορίζονται και ιεραρχούνται.
Συνόψιση ερωτημάτων
Καταληκτικά, πέραν υποκειμενισμών ή ιδεολογικών και κομματικών ταυτίσεων που λογικά όλοι αντιλαμβάνονται ότι είναι παρωχημένες, όλοι αξίζει να ερωτήσουν και να απαντήσουν με αντικειμενικό τρόπο τα εξής κύρια απορρέοντα ερωτήματα, τα οποία και συνοψίζουμε:
1) Εάν είμαστε προσανατολισμένοι προς υψηλότερες βαθμίδες του πολιτικού πολιτισμού της Ελληνικότητας που προϋποθέτει ολοένα και υψηλότερο ρόλο του πολίτη και μεταρρυθμίσεις που καθιστούν την εκάστοτε πολιτική εξουσία εντολοδόχο και ανακλητή. Τον προσανατολισμό τον όρισαν, επαναλαμβάνουμε, τα ψηφίσματα των Εθνοσυνελεύσεων της Εθνεγερσίας.
2) Εάν συνεκτιμάται δεόντως το προαναφερθέν γεγονός ότι εξ αντικειμένου οι Μεταπολεμικές ιδεολογικές εσχατολογίες είναι παρωχημένες, το ίδιο και οι συνεπαγόμενες κομματικές διαιρέσεις εν πολλοίς πελατειακά προσανατολισμένες που είχαν ως αποτέλεσμα τις συνεχιζόμενες εμφύλιες διαιρέσεις των νεοελλήνων (γεγονός που επιτάσσει πολιτειακές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τον ρόλο του πολίτη σε όλα τα επίπεδα του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι και που καθιστούν την εξουσία ανακλητή).
3) Εάν η Μεταπολίτευση δρομολόγησε στρατηγικές συμβατές με το ισχύον κρατοκεντρικό σύστημα και όχι ενθάρρυνση χαλαρότητας με όρους κάποιας μυστήριας φαντασιόπληκτης «παγκοσμιοποίησης» η οποία δήθεν αναιρεί την κρατική κυριαρχία και τους εθνικούς πολιτισμούς (όπως ακόμη και κατέχοντες υψηλά αξιώματα συχνά υποστηρίζουν).
4) Εάν το κράτος διαθέτει επαρκή ισχύ και αξιόπιστη στρατηγική στερημένη παλινωδιών και αντιφάσεων που εκπληρώνει πλήρως τις πρόνοιες των Συνθηκών για την Ελληνική Επικράτεια και κατά πόσο στο σημαντικότερο γεωπολιτικό σημείο του πλανήτη, την Κύπρο, εξισορροπήθηκε η αναθεωρητική-κατακτητική παρουσία της απειλητικής Τουρκίας και εκπληρώθηκαν οι εγγυητικές υποχρεώσεις για το ένα δέκατο του Ελληνισμού.
5) Εάν τελικά διανύοντας την Μεταπολίτευση διορθώθηκαν παθογένειες του τύπου «ανήκουμε» που δεν αρμόζουν σε ένα κυρίαρχο κράτος και εάν αναπτύχθηκε στρατηγική διαπραγματευτική στρατηγική ισότιμης συμμετοχής στις Δυτικές συμμαχίες και στην ΕΕ. Εάν εν τέλει στους θεσμούς, στις συμμαχίες και σε όλες τις άλλες διακρατικές σχέσεις επιδιώκονται και επιτυγχάνονται ισόρροπες και συμμετρικές σχέσεις που εκπληρώνουν τα εθνικά συμφέροντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου