Ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος Κυβερνήτης του ελληνικού κράτους, γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1776 στην Κέρκυρα[1]. Ήταν γόνος μεσαίας αριστοκρατικής οικογένειας, του Αντωνίου-Μαρία Καποδίστρια και της Αδαμαντίνης Γονέμη, το γένος Γονέμη εκ Κύπρου[2]. Επτανήσιος στην καταγωγή, μεγάλωσε σε περιοχή με ευρωπαϊκή παρουσία, μακριά από την επιρροή της οθωμανικής κυριαρχίας[3]. Ως εκ τούτου ήταν εκτεθειμένος στους δυτικούς τρόπους διακυβέρνησης[4]. Δέχτηκε επιρροές από τους Ιταλούς, τους Αυστριακούς, αλλά και από τη μετέπειτα παρουσία των δημοκρατικών Γάλλων στα νησιά[5]. Το φθινόπωρο του 1795 γράφτηκε στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας στη Βενετία[6] στον κλάδο των artisti, όπου προείχαν τα μαθήματα ιατρικής και φιλοσοφίας[7].
Το 1799, μετά τη συνθήκη Ρωσίας και Υψηλής Πύλης για την ανακήρυξη της ελεύθερης Ιονίου πολιτείας, ο πατέρας του Αντώνιος-Μαρία, εκπροσώπησε τα Ιόνια στις διαπραγματεύσεις περί του τρόπου εφαρμογής του νέου Συντάγματος και της οργάνωσης της δημοκρατίας σ’ αυτά[8]. Το 1801, και αφού ο Αντώνιος-Μαρία ανέθεσε την ευθύνη των διαπραγματεύσεων στον Καποδίστρια, ο δεύτερος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη για τον σκοπό αυτό[9].
Η πολιτική δράση του Καποδίστρια συνεχίστηκε στη Ρωσία, όπου και εντάχθηκε στην υπηρεσία της ρωσικής αυλής. Ο δυναμισμός του χαρακτήρα του και η οξυδέρκειά του απέφεραν καρπούς. Σταδιακά απέκτησε σημαντικές θέσεις με αποκορύφωση τον διορισμό του στη θέση του Υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας το 1815[10]. Το 1815 παρευρέθηκε στο συνέδριο της Βιέννης[11], όπου οι ηγεμόνες των ευρωπαϊκών χωρών ίδρυσαν την Ιερή Συμμαχία και αποφάσισαν να επαναφέρουν το «παλαιό καθεστώς» των αριστοκρατικών προνομίων. Η επαναχάραξη των ευρωπαϊκών συνόρων και η καταστολή των επαναστατικών ιδεών και κινημάτων ήταν μεταξύ άλλων οι αποφάσεις του συνεδρίου[12]. Ο Καποδίστριας, παρών στο συνέδριο αυτό και επηρεασμένος από τα παλαιά καθεστώτα, υποστήριξε τις θέσεις της Πεφωτισμένης Δεσποτείας. Η Πεφωτισμένη Δεσποτεία ήταν ένα είδος αντίστασης στην απολυταρχία των «παλαιών καθεστώτων». Εφάρμοζε δε την ευνομία, την ευταξία, την ανάπτυξη της γεωργίας και του εμπορίου, καθώς και τη στοιχειώδη μόρφωση του λαού[13].
Οι αποφάσεις του Συνέδριο της Βιέννης δημιούργησαν ρήγμα στο εσωτερικό διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών, όπως και στην Ελλάδα. Οι Έλληνες χωρίστηκαν σε δύο παρατάξεις, στους οπαδούς του συντηρητικού ρεύματος και στους διανοούμενους, οι οποίοι, διαπνεόμενοι από τα ιδανικά του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, οραματίζονταν τη δημοκρατική «Νέα Ευρώπη»[14]. Ο ιδεολογικός προσανατολισμός του Καποδίστρια έκλινε προς την πρώτη παράταξη[15]. Αυτές τις ιδέες επρόκειτο να εφαρμόσει αργότερα στον τρόπο διακυβέρνησης του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Το 1822 παραιτήθηκε από τη θέση του Υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας. Ως μόνιμος κάτοικος Γενεύης πλέον επεδόθη σε προσπάθειες ευαισθητοποίησης των φιλελλήνων του εξωτερικού προς τον ιερό αγώνα του έθνους των Ελλήνων[16]. Τον Μάρτιο του 1827 εκλέγεται Κυβερνήτης της Ελλάδας από την Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας. Ανέλαβε δε τα καθήκοντά το 1828[17]. Έφθασε στο Ναύπλιο[18] με στόχο την οργάνωση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους και την αναδιάρθρωσή του σε όλους τους τομείς.
Η διακυβέρνηση του Καποδίστρια
Το οργανωτικό πρόγραμμα του Καποδίστρια σε θέματα εσωτερικής πολιτικής αφορούσε κυρίως τη δημιουργία υποδομών για την επέκταση της παιδείας και την καταπολέμηση της πειρατείας και της διαφθοράς. Η χώρα μετά τις πολύνεκρες και αιματηρές μάχες κατά την Επανάσταση, ήταν ερειπωμένη και ο λαός εξαθλιωμένος. Οι αυθαιρεσίες των στρατιωτών, οι ληστείες, οι φόνοι και το λαθρεμπόριο συμπλήρωναν την απελπιστική πραγματικότητα της Ελλάδας[19].
Αρχικά ο Κυβερνήτης συγκέντρωσε όλες τις εξουσίες στα χέρια του[20], γεγονός που δημιούργησε ρήξη με αρκετούς Έλληνες διανοούμενους, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, σημαντικός εκπρόσωπος του νεοελληνικού διαφωτισμού. Ο Κοραής επέμενε σε δημοκρατικότερους τρόπους διακυβέρνησης και αντιτίθετο στις δυτικότροπες αντιλήψεις του Καποδίστρια[21]. Σε μια νέα εξέλιξη ο Κυβερνήτης συγκρότησε το 27μελές συμβούλιο του «Πανελληνίου» και όρισε γραμματέα της Επικρατείας[22].
Ο Καποδίστριας είχε να αντιμετωπίσει το ζήτημα της εξεύρεσης πόρων για την επίλυση του οικονομικού προβλήματος της χώρας[23]. Η έλλειψη κρατικών εισοδημάτων καθιστούσε αναγκαστική την προσφυγή στο ξένο κεφάλαιο. Η καταβολή μηνιαίων βοηθημάτων από Γαλλία και Ρωσία τον Μάιο του 1828, πρέπει να θεωρηθεί προσωπική επιτυχία του Καποδίστρια[24]. Επιπλέον, έκοψε νέο εθνικό νόμισμα, τον «Φοίνικα», και προσπάθησε να χρησιμοποιήσει το κεφάλαιο των Ελλήνων της διασποράς[25]. Επιλήφθηκε άμεσα την οργάνωση στρατού και στόλου. Η σύσταση αξιόμαχων ένοπλων δυνάμεων, οφείλεται αποκλειστικά στο κεφάλαιο που διέθεσε ο Καποδίστριας με την καταβολή 300,000 φράγκων[26].
Ο Καποδίστριας έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην αποκατάσταση και ασφάλεια της τάξης. Σε αυτό τον πολιτικό σχεδιασμό εντάσσεται και η ανάπτυξη της ελληνικής εμπορικής ναυτιλιας[27], όπου εξέδωσε την πρώτη ναυτιλιακή νομοθεσία. Ο νόμος αποτελείτο από 35 άρθρα και απέβλεπε κυρίως στην καταστολή της πειρατείας στον θαλάσσιο χώρο της Ελλάδας[28], στο Αιγαίο, στις βόρειες Σποράδες και στη Γραμβούσα[29]. Το επίτευγμα τούτο πιστώνεται στον Ανδρέα Μιαούλη, ο οποίος κατέβαλε τους πειρατές στις Βόρειες Σποράδες. Σε μια επιχείρηση λίγων ημερών κατόρθωσε να επαναφέρει στις τάξεις του ελληνικού στόλου τους πειρατές, αφού πρώτα παραδόθηκαν «αμαχητί»[30]. Οι Αγγλογάλλοι με τη σύμπραξη της ελληνικής κυβέρνησης ανέλαβαν την εξόντωση των πειρατών στη Γραμβούσα, επιχείρηση που επίσης στέφθηκε με επιτυχία και διευκόλυνε την ομαλή διεξαγωγή του εμπορίου[31].
Το ναυτιλιακό πρόγραμμα της κυβέρνησης ενισχύθηκε περισσότερο με την ίδρυση ναυτασφαλειών. Στη Σύρο, τον Ιανουάριο του 1830 ιδρύθηκε η πρώτη ελληνική ασφαλιστική εταιρεία με το όνομα «Ελληνικόν Ασφαλιστικόν Κατάστημα». Αργότερα ιδρύθηκε και δεύτερη εταιρεία με το όνομα «Φιλεμπορική». Ο Κυβερνήτης μάλιστα στην προσπάθειά του να καταστήσει σημαντική την ιδέα για την ανάπτυξη του εμπορίου, έγινε και ο ίδιος μέτοχος στην πρώτη ασφαλιστική εταιρεία[32]. Εκτός από την πειρατεία στο Αιγαίο, επιτεύχθηκε και η εξάλειψη της ληστείας στην ύπαιθρο[33].
Η ορθή προσέγγιση του Κυβερνήτη σε διπλωματικό και πολεμικό επίπεδο, είχε ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση των Τούρκων από τη Στερεά Ελλάδα, η οποία επιτεύχθηκε ως αποτέλεσμα του ρωσοτουρκικού πολέμου[34]. Η μάχη της Πέτρας στις 12 Σεπτεμβρίου 1829 με τη νίκη των Ελλήνων σήμανε και την οριστική κατίσχυση της επανάστασης[35]. Υπέδειξε ζήλο για την ανάπτυξη της γεωργίας και τη διανομή εθνικών γαιών σε ακτήμονες αγρότες[36] και εισήγαγε και διάσωσε νέα προϊόντα και νέες καλλιεργητικές μεθόδους[37].
Παρόλες τις προσπάθειές του ο Κυβερνήτης δεν κατόρθωσε να επιλύσει πλήρως το πρόβλημα του αστικού κώδικα, αλλά έθεσε σε τάξη τη νομοθεσία και την οργάνωση των δικαστηρίων και την εύρυθμη λειτουργία τους[38].
Μεγαλειώδης ήταν και η προσπάθεια για εκμάθηση των ελληνικών γραμμάτων στην εγκύκλια στοιχειώδη εκπαίδευση με την εφαρμογή του αλληλοδιδακτικού συστήματος[39]. Στα άμεσα σχέδια του Κυβερνήτη για το μέλλον ήταν και η οργάνωση της ανώτατης εκπαίδευσης, εφόσον υπήρχαν τα απαραίτητα καταρτισμένα άτομα για την στελέχωση αυτών των ανωτάτων εκπαιδευτικών οργανισμών[40]. Τα σχολικά προγράμματα εκτός από τα βασικά μαθήματα τη γραφή, την ανάγνωση και την αριθμητική, περιλάμβαναν και τη χριστιανική διδασκαλία. Το μόνο βιβλίο που πρόλαβε να τυπωθεί ήταν αυτό των θρησκευτικών, γεγονός που αποδεικνύει την προτεραιότητα που έδινε η κυβέρνηση στη θρησκευτική αγωγή των μαθητών[41]. Στα δευτεροβάθμια σχολεία δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στην κλασσική παιδεία και στην εκμάθηση ελληνικών, ιστορίας και γεωγραφίας[42]. Τα βιβλία που χρησιμοποιήθηκαν για την εκμάθηση ιστορίας, φυσικών, μαθηματικών και γεωγραφίας, αποτελούσαν μεταφράσεις ευρωπαϊκών εγχειριδίων. Η χρησιμοποίηση ξένων βιβλίων στο μάθημα της ιστορίας είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή ευρωπαϊκή επιρροή στον χώρο της ελληνικής εκπαίδευσης, και την υιοθέτηση της δυτικής οπτικής αναφορικά με τα ελληνικά ζητήματα[43].
Το πρόγραμμα διακυβέρνησης του Καποδίστρια περιελάμβανε αναστήλωση, διαμόρφωση και ίδρυση οικισμών, ανέγερση νέων δημοσίων κτηρίων, σχολείων και εκκλησιών, επισκευή και συντήρηση ιστορικών μνημείων. Όλα αυτά στηρίχθηκαν σε συστηματικές μελέτες κορυφαίων Ελλήνων και ξένων ειδικών, σύμφωνα με τα πολεοδομικά δεδομένα της εποχής[44]. Ο Κυβερνήτης δρώντας υπεύθυνα επιτέλεσε μέσα σε τρία χρόνια αξιόλογο έργο σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Αποκατέστησε το αίσθημα της εσωτερικής ασφάλειας, φρόντισε για την ευταξία των δημόσιων υπηρεσιών, περιέθαλψε το πλήθος, δημιούργησε προϋποθέσεις εργοδότησης των πολιτών του κράτους, φρόντισε για την περίθαλψη χιλιάδων ανέστιων ατόμων[45]. Στις προτεραιότητές του πρωταρχική θέση είχε η οικονομική ανύψωση του λαού[46].
Παρόλο το εποικοδομητικό πρόγραμμα που διενήργησε ο Καποδίστριας, οι ρήξεις στο εσωτερικό της Ελλάδας δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν. Και τούτο διότι η απόφασή του να συγκεντρώσει όλες τις εξουσίες στο πρόσωπό του, τον έφερε, όπως προαναφέραμε, σε ρήξη με τους πρόκριτους του τόπου, των οποίων η δύναμη και επιρροή περιορίστηκε[47]. Απομάκρυνε κάθε αξίωμα από τους Φαναριώτες[48], όπως επίσης δεν έλαβε υπόψιν του την ελληνική αστική τάξη[49].
Αξίζει τον κόπο να αναφερθεί ότι μερίδα πολιτικών αντιπάλων του Καποδίστρια, φαίνεται ότι είχε πεισθεί για την αναγκαιότητα του αυταρχικού πολιτεύματος προς την εδραίωση του κράτους και τον περιορισμό της δύναμης των τοπικών εκπροσώπων του λαού, πριν να αποκτήσει η χώρα φιλελευθέρους δεσμούς και συνταγματικό πολίτευμα. Συμμερίζονταν επίσης και τη γενική αντίληψη ότι μόνο ο Καποδίστριας θα μπορούσε να προστατεύσει την ανεξαρτησία της χώρας από τις υπονομευτικές ενέργειες των Μεγάλων δυνάμεων και των εν Ελλάδι οργάνων τους[50].
Στον τομέα του εξωτερικού προγραμματισμού προείχε η απελευθέρωση της χώρας και η διεθνής αναγνώρισή της[51]. Η δημιουργία ανεξάρτητου ή αυτόνομου κράτους και η εξασφάλιση της ευρύτερης δυνατής γεωγραφικής περιοχής όπου θα επεκτείνονταν τα όρια του ελληνικού κράτους, αποτελούσαν τους πρώτιστους στόχους του Κυβερνήτη[52]. Σε επανειλημμένα υπομνήματα σε Λονδίνο, και ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, τόνιζε ότι τα εδάφη που έπρεπε να προσαρτηθούν στην Ελλάδα εκτείνονταν από την Κρήτη ως τον Όλυμπο. Το μαρτυρικό νησί της Κύπρου συγκαταλεγόταν μεταξύ των εδαφών που διεκδικούσε για την Ελλάδα ο Καποδίστριας[53]. Χάριν στους λεπτούς χειρισμούς του κατόρθωσε στα δύο πρώτα χρόνια της διακυβέρνησής του, να θεσμοθετήσει την ανεξαρτησία της Ελλάδας, όπως αυτή διακηρύχθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 1830[54].
Καποδίστριας και Κύπρος
Στο κεφάλαιο αυτό θα αναφερθεί η σχέση του Καποδίστρια με την Κύπρο, η συμμετοχή Κυπρίων στην κυβέρνηση Καποδίστρια, καθώς και οι προσπάθειές τους για ένταξη της νήσου στον εθνικό κορμό. Όπως αναφέραμε στην αρχή του κειμένου μας, ο Ιωάννης Καποδίστριας έλκει εκ μητρογονίας την καταγωγή του από την Κύπρο. Η οικογένεια Γονέμη είχε έλθει στην Κύπρο με την ακολουθία του Guy de Lusignan από το Λατινικό Βασίλειο της Ιερουσαλήμ το 1192[55]. Οι Γονέμη μετείχαν στα συμβούλια των Lusignan, στα οποία και απέκτησαν προνόμια. Τα προνόμια τούτα διατήρησαν μέχρι και την άλωση της Κύπρου από τους Τούρκους το 1570-1571[56].
Η τουρκική κυριαρχία στο νησί ώθησε αρκετές οικογένειες να αναζητήσουν καταφύγιο σε άλλες περιοχές. Η οικογένεια Γονέμη διέφυγε στη Βενετία και την Κέρκυρα[57]. Ο κερκυραίος κόμης ιατρός Χριστόδουλος Γονέμης και η σύζυγός του Κατερίνα, μεταξύ των άλλων παιδιών τους απέκτησαν και την Αδαμαντίνη, τη μετέπειτα σύζυγο του Αντώνη-Μαρία Καποδίστρια. Γόνος του γάμου του Αντώνη-Μαρία Καποδίστρια και της Αδαμαντίνης ήταν ο μεταγενέστερα Κυβερνήτης της Ελλάδας, Ιωάννης Καποδίστριας[58].
Μετά τα θλιβερά γεγονότα της 9ης Ιουλίου 1821 και το καθεστώς τρομοκρατίας που δημιουργήθηκε στο νησί εκ μέρους των Τούρκων, μεγάλος αριθμός Κυπρίων οδηγήθηκε στον δρόμο της αυτοεξορίας με προορισμό είτε τις ακμάζουσες ελληνικές παροικίες της δυτικής Ευρώπης είτε τα επαναστατικά κέντρα της Ελλάδας, όπου συντάχθηκαν με τους επαναστατημένους Έλληνες, λαμβάνοντας μέρος σε αρκετές μάχες[59]. Σταθμό στην κυπριακή ιστορία αποτελεί η υπογραφή της εθνικής Διακήρυξης στις 6 Δεκεμβρίου 1821, στη Ρώμη, από επιφανείς Κύπριους που κατόρθωσαν να γλυτώσουν από το μένος των Τούρκων τον Ιούλιο του 1821. Πρόκειται για την πρώτη «ενωτική» διακήρυξη των Κυπρίων[60].
Μία από τις σημαντικές περιπτώσεις Κυπρίων, πριν, κατά και μετά την Επανάσταση, είναι ο Χαράλαμπος Μάλης. Δάσκαλος στο επάγγελμα στην Κωνσταντινούπολη, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Παπαφλέσσα, με τον οποίο τον Φεβρουάριο του 1820 μετέβη στην Ελλάδα. Συμμετείχε δε στην πρώτη εθνική συνέλευση της Επιδαύρου το 1821-22 και διορίστηκε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Θρησκείας και Δικαίου[61].
Τον Ιούνιο του 1823 διορίστηκε γραμματέας του Ανδρέα Ζαΐμη, ηγετική μορφή της επανάστασης, με καθήκοντα τη συγκρότηση του στρατοπέδου στην Πάτρα. Μετά το τέλος της Επανάστασης υπηρέτησε για λίγο χρονικό διάστημα στην κυβέρνηση Καποδίστρια ως έπαρχος Κυνουρίας. Εισήγαγε στην επαρχία την καλλιέργεια της συκαμινιάς και της χαρουπιάς, αποξήρανε έλη και οργάνωσε τη διοίκηση της επαρχίας[62]. Στη συνδιάσκεψη του Πόρου το 1828 ο Μάλης ενεργώντας ως πληρεξούσιος της κυπριακής επιτροπής, η οποία είχε επικεφαλής τον αρχιεπίσκοπο Πανάρετο, έκανε γνωστά τα αιτήματά της στον Κυβερνήτη που αφορούσαν κυρίως τη συμπερίληψη της Κύπρου στα σύνορα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους[63].
Μία άλλη περίπτωση Κύπριου, ο οποίος συμπεριλήφθηκε στον διοικητικό μηχανισμό της κυβέρνησης Καποδίστρια, είναι ο Δημήτριος Φραγκούδης. Γεννημένος στη Λεμεσό το 1785 ανέλαβε αρκετές διοικητικές θέσεις με τελευταία το διορισμό του το 1840 ως πρόξενος Ζακύνθου[64].
Σημαντική ήταν και η προσφορά της οικογένειας Οικονομίδη. Με καταγωγή από οικογένεια προκρίτων της Λευκωσίας και της Λάρνακας, τα μέλη της ασπάσθηκαν ευθύς εξ αρχής τις αρχές της Φιλικής Εταιρείας και προσχώρησαν σε αυτήν. Μάλιστα δύο μέλη της οικογένειας, ο Πάφου Χρύσανθος και ο δημογέροντας Πέτρος Οικονομίδης, καρατομήθηκαν στα γεγονότα της 9ης και 10ης Ιουλίου 1821. Μετά από αυτό εγκατέλειψαν το νησί και εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη, απ’ όπου ενίσχυαν οικονομικά τον αγώνα. Ο Δημήτριος Οικονομίδης υπηρέτησε από το 1823 σε διάφορες διοικητικές θέσεις στην κυβέρνηση Καποδίστρια φθάνοντας μέχρι και τη θέση του αντιπροέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί βασιλείας Όθωνα[65].
Μέσα στον κυκεώνα των θεμάτων που έχρηζε αντιμετώπιση από τον ίδιο τον Καποδίστρια ήταν και αυτό της Κύπρου. Το πρόβλημα της Μεγαλόνησου ήταν πάντα το ίδιο και συνοψιζόταν στην εθνική απελευθέρωση και την ενσωμάτωση της Κύπρου στον εθνικό κορμό[66]. Η ελληνικότητα της Κύπρου και η ανάγκη για την εθνική της δικαίωση φαίνεται ότι αποτελούσε σημαντική επιδίωξη του Καποδίστρια, όταν τον Οκτώβριο του 1827 ερωτηθείς από τον εκπρόσωπο του Αγγλικού Υπουργείου Wilmot Horton, αναφορικά με τα όρια που αξιούσε η Ελλάδα μετά το τέλος του αγώνα, ο Καποδίστριας απάντησε: Τα όρια ταύτα από το 1821 καθορίζονται υπό του αίματος του εκχυθέντος εις τα σφαγεία των Κυδωνιών, της Κύπρου, της Χίου, της Κρήτης, των Ψαρών και του Μεσολογγίου και εις τους πολλούς κατά γην και κατά θάλασσαν αγώνας, δια των οποίων εδοξάσθη το ανδρείον τούτο έθνος[67].
Αρκετά ήταν τα υπομνήματα των Κυπρίων προς τον Καποδίστρια. Σε ένα από αυτά, ημερομηνίας 8 Νοεμβρίου 1829, μαρτυρείται ότι η κυπριακή αντιπροσωπεία, η οποία βρισκόταν στην Ελλάδα από το τέλος του 1827 ή αρχές του 1828, είχε την ευθύνη να διαπραγματευτεί την τύχη της Κύπρου και να διεκδικήσει την ένταξή της στα εθνικά σύνορα της χώρας. Ενημέρωση για τις προθέσεις των Κυπρίων έκανε από το Άργος με επιστολή του ο Αντιπρέσβυς της Μεγάλης Βρετανίας Edward Dawkins προς τον κόμητα του Αμπερντήν. Ο Καποδίστριας, ως καλός γνώστης των πολιτικών καταστάσεων στην Ευρώπη και διαβλέποντας τις προθέσεις των Ευρωπαίων, δεν είχε άλλη επιλογή από του να αποθαρρύνει τους Κύπριους αντιπροσώπους ως προς τα αιτήματά τους[68].
Τον Αύγουστο του 1828 ο αρχιεπίσκοπος Πανάρετος και οι πρόκριτοι της Κύπρου υπέγραψαν μια μυστική αναφορά προς τον Καποδίστρια. Την αναφορά ανέλαβε να παραδώσει η κυπριακή αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τον Χαράλαμπο Μάλη, τον Παύλο Βαλσαμάκη και τον Δημήτριο Φραγκούδη. Η συνάντηση έγινε τον Νοέμβριο του 1828 στον Πόρο. Τα αποτελέσματα της συνάντησης φαίνεται ότι ήταν απογοητευτικά για ακόμα μια φορά[69]. Στην επιστολή οι Κύπριοι αποκαλούν την Ελλάδα «μητέρα πατρίδα» και παρακαλούν τον Κυβερνήτη να λάβει μέτρα έναντι του προβλήματος της Κύπρου[70]. Απάντηση του Καποδίστρια στα υπομνήματα των Κυπρίων δεν έχει βρεθεί[71].
Το τέλος του Καποδίστρια αποτελεί μία από τις μελανές σελίδες της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας. Στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831 έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος στο Ναύπλιο, οι Κωνσταντίνος και Γεώργιος Μαυρομιχάλης, έρμαια της προσωπικής τους αντιπαλότητας με τον Καποδίστρια, λόγω της σύλληψης και φυλάκισης του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, αλλά και του γενικότερου κλίματος της εποχής με τις εμφύλιες διενέξεις και προστριβές των Μεγάλων Δυνάμεων, δολοφόνησαν εν ψυχρώ τον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας. Έτσι η Ελλάδα έχασε ένα μεγάλο άντρα και μεγάλο πολιτικό.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας, πολιτικός ήρωας της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας, εντάσσεται λόγω του τραγικού του τέλους, στην κατηγορία αυτών που θυσίασαν τη ζωή τους για την πατρίδα και το έθνος[72].
Ο ανδριάντας του σήμερα κοσμεί το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το οποίο τιμητικά φέρει το όνομά του[73].
[1] Αικατερίνη Κουμαριανού, «Κοραής και Καποδίστριας: Η αναπόφευκτη σύγκρουση», στο Γιώργος Γεωργή (επ.) Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015, σσ. 15-16
[2] Αριστείδης Λ. Κουδουνάρης, «Οικογένεια Γονέμη, η εκ μητρός καταγωγή του Κυβερνήτη», στο Γιώργος Γεωργή (επ.) Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015 σ. 253
[3] Α. Κουμαριανού, ό.π., σ. 16
[4] Α. Κουμαριανού, ό.π., σ. 16
[5] Α. Κουμαριανού, ό.π., σ. 18
[6] Α. Κουμαριανού, ό.π., σ. 16
[7] Χρήστος Λούκος, «Ιωάννης Καποδίστριας», Οι ιδρυτές της Νεότερης Ελλάδας, Φεβρουάριος 2020, σ. 12
[8] Α. Κουμαριανού, ό.π., σ. 18
[9] Α. Κουμαριανού, ό.π., σ. 18
[10] Α. Κουμαριανού, ό.π., σ. 18
[11] Ε. Αρτέμη ό.π.
[12] Ε. Αρτέμη ό.π.
[13] Βασίλης Κρεμμύδας, «Η διακυβέρνηση Καποδίστρια: Κοινωνία, πολιτική, ιδεολογία», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015, σσ. 46-47
[14] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ. 39
[15] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ. 39
[16] Ε. Αρτέμη ό.π.
[17] Α. Κουμαριανού, ό.π., σ. 23
[18] Ε. Αρτέμη ό.π.
[19] Χ. Λούκος, «Ιωάννης Καποδίστριας», ό.π., σ. 52
[20] Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, «Ο Ιωάννης Καποδίστριας μεταξύ απολυταρχίας και φιλελευθερισμού», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015, σ.30
[21] Α. Κουμαριανού, ό.π., σ.17
[22] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.30
[23] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.31
[24] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.31
[25] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.34
[26] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.31
[27] Μαρία Παναγιώτου, «Όψεις της ελληνικής ναυτιλιακής ανάπτυξης επί Καποδίστρια και ελληνικά πλοία στην Κύπρο, 1828-1831», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015, σ.215
[28] Μ. Παναγιώτου, ό.π., σσ. 216-217
[29] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.32
[30] Ε. Αρτέμη ό.π
[31] Μ. Παναγιώτου, σσ. 217-218
[32] Μ. Παναγιώτου, ό.π., σ.220
[33] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.32
[34] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.33
[35] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.33
[36] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σσ. 33-34
[37] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.33
[38] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.34
[39] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.34
[40] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.34
[41] Αννίτα Πράσα, «Κατευθύνσεις και προοπτικές της εκπαιδευτικής πολιτικής του πρώτου Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια (1828-1831)», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015, σ.205
[42] Α. Πράσα, ό.π., σσ. 205-206
[43] Α. Πράσα, ό.π. σ. 207
[44] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.35
[45] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.31
[46] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.33
[47] Ε. Αρτέμη ό.π
[48] Β. Κρεμμύδας, ό.π., σ.49
[49] Β. Κρεμμύδας, ό.π., σ.50
[50] Χρήστος Λούκος, «Η αντιπολίτευση κατά του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια: Επανεξέταση κάποιων προσεγγίσεων», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015, σ.64
[50] Β. Κρεμμύδας, ό.π., σ.50
[51] Χ. Λούκος, «Ιωάννης Καποδίστριας», ό.π., σ.56
[52] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.35
[53] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.37
[54] Κ. Σβολόπουλος, ό.π., σ.36
[55] Α. Κουδουνάρης, ό.π., σ.251
[56] Α. Κουδουνάρης, ό.π., σ.251
[57] Α. Κουδουνάρης, ό.π., σ.251
[58] Α. Κουδουνάρης, ό.π., σ.253
[59] Κυριάκος Ιακωβίδης, «Κύπριοι στη διοίκηση Καποδίστρια», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015, σ.255
[60] Σ. Παπαγεωργίου, ό.π., σ. 30
[61] Κ. Ιακωβίδης, ό.π., σ.256
[62] Κ. Ιακωβίδης, ό.π., σ.257
[63] Κ. Ιακωβίδης, ό.π., σ.258
[64] Κ. Ιακωβίδης, ό.π., σ.260
[65] Κ. Ιακωβίδης, ό.π., σ.261
[66] Σπύρος Παπαγεωργίου, Ο Καποδίστριας και οι ρίζες του Κυπριακού, Λευκωσία 1977, σ. 13
[67] Σ. Παπαγεωργίου, ό.π., σσ. 20-21
[68] Σ. Παπαγεωργίου, ό.π., σσ. 14-16
[69] Σ. Παπαγεωργίου, ό.π., σ.21
[70] Σ. Παπαγεωργίου, ό.π., σσ. 21-26
[71] Σ. Παπαγεωργίου, ό.π., σ. 28
[72] Χριστίνα Κουλούρη, «Ο Καποδίστριας ως εθνικό ήρωας: Οι αντιφάσεις της μνήμης και της ιστορίας», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015, σ.97
[73] Χ. Κουλούρη, ό.π., σ. 88
Βιβλιογραφία:
Αικατερίνη Κουμαριανού, «Κοραής και Καποδίστριας: Η αναπόφευκτη σύγκρουση», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015.
Αννίτα Πράσα, «Κατευθύνσεις και προοπτικές της εκπαιδευτικής πολιτικής του πρώτου Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια (1828-1831), στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015.
Αριστείδης Λ. Κουδουνάρης, «Οικογένεια Γονέμη, η εκ μητρός καταγωγή του Κυβερνήτη», στο Γιώργος Γεωργής (επ.), Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015.
Βασίλης Κρεμμύδας, «Η διακυβέρνηση Καποδίστρια: Κοινωνία, πολιτική, ιδεολογία», στο Γιώργος Γεωργής (επ.), Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015.
Ειρήνη Αρτέμη, «Ιωάννης Καποδίστριας, ένας σπουδαίος άνθρωπος, ένας σπουδαίος Έλληνας», Διεθνές Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων, 25 Μαρτίου 2020. https://www.orthodoxianewsagency.gr/epikairotita/ioannis-kapodistrias-enas-spoudaios-anthropos-enas-spoudaios-ellinas/
Κυριάκος Ιακωβίδης, «Κύπριοι στη διοίκηση Καποδίστρια», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015.
Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, «Ο Ιωάννης Καποδίστριας μεταξύ απολυταρχίας και φιλελευθερισμού», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015.
Μαρία Παναγιώτου, «Όψεις της ελληνικής ναυτιλιακής ανάπτυξης επί Καποδίστρια και ελληνικά πλοία στην Κύπρο, 1828-1831», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, επιμ. Γιώργος Γεωργής, Αθήνα 2015.
Σπύρος Παπαγεωργίου, Ο Καποδίστριας και οι ρίζες του Κυπριακού, Λευκωσία 1977.
Χρήστος Λούκος, «Η αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια: Επανεξέταση κάποιων προσεγγίσεων», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015.
Χρήστος Λούκος, «Ιωάννης Καποδίστριας», Οι ιδρυτές της Νεότερης Ελλάδας, Φεβρουάριος 2020.
Χριστίνα Κουλούρη, «Ο Καποδίστριας ως εθνικός ήρωας: Οι αντιφάσεις της μνήμης και της ιστορίας», στο Γιώργος Γεωργή (επ.), Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Κριτικές προσεγγίσεις και επιβεβαιώσεις, Αθήνα 2015.
ΠΗΓΗ cyprusgreece2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου