Την ελάφρυνση των επόμενων προϋπολογισμών από το “βάρος των νέων φρεγατών Belharra, των νέων κορβετών για το ΠΝ των F-35 και των υπόλοιπων προμηθειών πολεμικού υλικού που έχουν προγραμματιστεί τα επόμενα χρόνια, θα εξασφαλίσει η εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από το έλλειμμα.
Το θέμα της εξαίρεσης των αμυντικών δαπανών, μαζί με τις κάποιες από τις δαπάνες για δημόσιες επενδύσεις για πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις τέθηκε στη συνεδρίαση του ECOFIN της Παρασκευής, από τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών κ. Μπρουνό Λεμέρ. Παρότι δεν υπήρξε τελική συμφωνία, ο Γερμανός ομόλογός του κ. Κριστιάν Λϊντνερ, έδειξε πολύ πιο θετικός για την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών και λιγότερο για τις δημόσιες επενδύσεις.
Διπλωματικές πηγές από τις Βρυξέλλες, θεωρούσαν ότι τουλάχιστον το θέμα των αμυντικών δαπανών “θα περάσει”. Τούτο με δεδομένο, ότι μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία κερδίζει έδαφος η θέση ότι η ΕΕ πρέπει να ενισχύσει την άμυνά της.
Ειδικά για την Ελλάδα, η εξαίρεση των αμυντικών δαπανών ήταν μια από τις βασικές παραμέτρους της αρχικής πρότασής της, για την αναμόρφωση των δημοσιονομικών κανόνων. Το ίδιο αίτημα είχαν και άλλες χώρες των ανατολικών συνόρων της ΕΕ (Πολωνία, Ουγγαρία, Λιθουανία, Λετονία) με αναλογικά μεγάλο ποσοστό αμυντικών δαπανών. Ειδικά η χώρα μας, μετά το εξοπλιστικό πρόγραμμα που αποφασίστηκε το 2020 και υλοποιείται σταδιακά, έχει βρεθεί στις πρώτες θέσεις στις δαπάνες της ως ποσοστό του ΑΕΠ για την αγορά αμυντικού υλικού. Το 2022 λόγω της παραλαβής των γαλλικών μαχητικών Rafalle οι δαπάνες της άμυνας έφτασαν το 3,8% του ΑΕΠ, σχεδόν διπλάσια από το ελάχιστο ποσοστό δαπανών που απαιτεί από τα μέλη του το ΝΑΤΟ.
Πώς ακριβώς προκύπτει το κέρδος
Με βάση τον Ευρωπαϊκό Κώδικα για τη λογιστική αποτύπωση των δαπανών (ESA), οι αμυντικές δαπάνες καταγράφονται στο σύνολό τους στο έτος κατά το οποίο το κράτος μέλος έχει την παραλαβή του αμυντικού υλικού. Για παράδειγμα, για το 2024, η Ελλάδα θα πάρει άλλα 8 νέα μαχητικά αεροσκάφη. Ακόμη και αν η προπληρωμή γίνει σε δόσεις, το σύνολο του κόστους θα πρέπει να εγγραφεί στον προϋπολογισμό του 2024, στο σύνολο του. Με το να εξαιρεθούν οι δαπάνες από τον υπολογισμό του ελλείμματος, δεν σημαίνει ότι δεν θα εγγραφούν ποτέ. Σημαίνει όμως ότι η δαπάνη θα εγγράφεται σταδιακα, με τον ρυθμό που η χώρα θα αποπληρώνει το υλικό που έχει παραλάβει. Αυτό προστατεύει όλες τις χώρες και περισσότερο την Ελλάδα από το να μπει σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Τη διαδικασία δηλαδή, κατά την οποία θα πρέπει να λάβει περιοριστικά μέτρα, για να επαναφέρει το έλλειμμά της κάτω από το 3% του ΑΕΠ. Τούτο, τη στιγμή που τα επόμενα α χρόνια η Ελλάδα αναμένει να παραλάβει αμυντικό υλικό, η αξία του οποίου κυμαίνεται από 10 έως 15 δισ. ευρώ.
Εξασφάλιση δημοσιονομικού χώρου
Ακόμη και αν ο στόχος του 3% του ΑΕΠ για το έλλειμμα δεν κινδυνεύει από τις αμυντικές δαπάνες, η άνεση που δίνεται στο να μην εγγράφονται οι δαπάνες για άμυνα στους δημόσιους λογαριασμούς, όπως σήμερα, θα δίνει πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για μειώσεις φόρων και κοινωνική πολιτική. Οι αμυντικές δαπάνες, θα συνυπολογίζονται στην “οροφή” δαπανών που θα είναι το βασικό κριτήριο αξιολόγησης στα πολυετή δημοσιονομικά πλάνα για κάθε κράτος μέλος και φυσικά για την Ελλάδα, που θα έχουν χρέος πάνω από 60%. Η εγγραφή μόνο της πραγματικής ετήσιας δαπάνης για αμυντικές δαπάνες και όχι του συνόλου της δαπάνης για το υλικό που παραλαμβάνεται, θα δώσει περιθώριο για την άσκηση οικονομικής πολιτικής χωρίς να παραβιάζεται ο στόχος των δαπανών.
Για παράδειγμα, η πρώτη νέα φρεγάτα που θα παραληφθεί το 2025 έχει κόστος 2 δισ. ευρώ. Αν η Ελλάδα την ίδια χρονιά πληρώσει 200 εκατ. ευρώ ως πρώτη δόση για την αποπληρωμή της, θα εγγραφεί μόνο το ποσό της δόσης και όχι η συνολική αξία του πλοίου.
από το capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου