Οι εξελίξεις στη Συρία αποτελούν συνέχεια και εν πολλοίς συνέπεια της αποδυνάμωσης του σιιτικού ισλαμικού μπλοκ –από την Χεζμπολάχ μέχρι το Ιράν – και αναδεικνύουν και πάλι τον σουνιτικό ισλαμισμό και την Τουρκία ως τον βασικό εκπρόσωπο του ισλαμικού εξτρεμισμού στη Μέση ανατολή.
Δεν χωράει αμφιβολία πως το Ιράν έχει εισέλθει σε μία βαθύτατη κρίση καθώς η απώλεια της Συρίας –που αποτελούσε τη γέφυρα ανάμεσα στο Ιράν και την Χεζμπολάχ – απαγορεύει στο εξής στο θεοκρατικό καθεστώς να έχει άμεση πρόσβαση στα τεκταινόμενα της περιοχής και να διατηρεί άμεσους δεσμούς με τη Χαμάς και την Χεζμπολάχ.
Το Ιράν κινδυνεύει τώρα από μία απομόνωση πού μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην ανατροπή του θεοκρατικού καθεστώτος. Και πάντως έχει δύο δρόμους, είτε να συγκρουστεί με το Ισραήλ και να επιταχύνει το πυρηνικό του πρόγραμμα και “γαία πυρί μιχθήτω”, είτε αντίθετα να έρθει σε έμμεση ή άμεση συνεννόηση με τη Δύση μέσω της Σαουδικής Αραβίας. Ανάλογα με το ποια πτέρυγα του καθεστώτος θα κυριαρχήσει θα επιλεγεί η μία ή άλλη κατεύθυνση. Πάντως εκείνο που είναι βέβαιο είναι πως θα πάψει να αποτελεί τον άμεσο τροφοδότη της Χαμάς, ενώ και η Χεζμπολάχ θα οδηγηθεί σε ακόμα βαθύτερη απαξίωση.
Ο ισλαμικός εξτρεμισμός θα επανέλθει στη σουνιτική του κοιτίδα, την οποία θα εποπτεύει με τον ένα ή άλλο τρόπο η Τουρκία.
Είναι προφανές ότι από τη στιγμή που ανάμεσα στην Τουρκία και την υπόλοιπη αραβική Μέση Ανατολή –κατεξοχήν το Ισραήλ και την Παλαιστίνη– δεν θα βρίσκεται ένα εχθρικό προς την Τουρκία καθεστώς, όπως ήταν εκείνο του Άσαντ, αλλά αντίθετα ένα καθεστώς λιγότερο ή περισσότερο φιλικό ή ακόμα και υποταγμένο στον τουρκικό νεοθωμανισμό, η τουρκική θέση στο χώρο του αραβικού ισλάμ άμεσα ενδυναμώνεται.
Η Τουρκία μοιάζει να δημιουργεί ένα οθωμανικό lebensraum στα νότια σύνορά της, πράγμα που συν τοις άλλοις θα της επιτρέψει να κινηθεί δραστικότερα εναντίον των Κούρδων. Τα “σύνορα της καρδιάς” του Ερντογάν αρχίζουν να συμπίπτουν τουλάχιστον στη Μέση Ανατολή με εκείνα του υπαρκτού νεοθωμανισμού. Διότι είναι προφανές ότι ακόμα και αν ο Τζολάνι δεν αποτελέσει ένα τουρκικό ανδρείκελο, τουλάχιστον για μία περίοδο, θα είναι υποχρεωμένος να στηρίζεται προνομιακά στην Τουρκία, οικονομικά, στρατιωτικά, πολιτικά.
Η Τουρκία θα αναλάβει προνομιακά την ανοικοδόμηση της χώρας, ενώ η ύπαρξη εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων στην Τουρκία αποτελεί ένα σημαντικό μέσο ελέγχου και επηρεασμού της Συρίας· μπορούμε λοιπόν να είμαστε βέβαιοι ότι σε αυτή την μεταβατική περίοδο η Τουρκία θα βγει κερδισμένη.
Αργά ή γρήγορα όμως θα συναντήσει σημαντικά αγκάθια στην παρουσία της: Καταρχάς το ζήτημα του ελέγχου πόλεων και περιοχών της Συρίας από τον τουρκικό στρατό. Η τουρκική κατοχή εμφανιζόταν ως επέμβαση της Τουρκίας για να “σταθεροποιηθεί” η βόρεια Συρία στις συνθήκες του εμφυλίου πολέμου. Εάν το συριακό κράτος ενοποιηθεί εκ νέου, τότε η Τουρκία πολύ δύσκολα θα μπορεί να δικαιολογεί τη στρατιωτική παρουσία της στη Συρία. Και όμως θεωρώ αδύνατο να αποποιηθεί η Τουρκία την παρουσία της στο εσωτερικό της Συρίας, δεδομένης μάλιστα της παρουσίας των Κούρδων.
Συνεπώς την Τουρκία δεν την συμφέρει η πλήρης σταθεροποίηση ενός οποιουδήποτε συριακού κράτους, έστω και φιλικού προς αυτήν και θα επιθυμεί μάλλον την διαιώνιση μιας διχασμένης Συρίας ώστε να μπορεί να αιτιολογεί την στρατιωτική παρουσία της. Σε αυτή την περίπτωση αργά ή γρήγορα θα έλθει σε αντίθεση με τις οποίες κεντρομόλες δυνάμεις του συριακού κράτους.
Το δεύτερο πρόβλημα με την κάθοδο της Τουρκίας προς το νότο –προς τη Συρία και τον Λίβανο– είναι πως θα υποχρεωθεί πλέον να αναλάβει αυτή την κεντρική διαχείριση του παλαιστινιακού ζητήματος, αντικαθιστώντας το Ιράν.
Και προφανώς δεν μπορεί και δεν πρόκειται να το κάνει πριμοδοτώντας τις μετριοπαθείς δυνάμεις των Παλαιστινίων, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, ώστε να βρει ένα πιθανό modus vivendi με το Ισραήλ. Αντίθετα η φορά των πραγμάτων και η επικράτηση των ισλαμιστών στη Συρία θα κάνουν περισσότερο επιτακτική τη στήριξη της Χαμάς από την Τουρκία οδηγώντας σε παρόξυνση των αντιθέσεων με το Ισραήλ. Η αντιπαράθεση νεοθωμανισμού και εβραϊσμού θα επιταθεί.
Επιπλέον η επικράτηση των ισλαμιστών στη Συρία και η τουρκική παρουσία εκεί θα προκαλέσει αντίρροπες κινήσεις από την πλευρά των αραβικών χωρών του Κόλπου και από την Αίγυπτο, που φοβάται όσο τίποτε άλλο τους στηριζόμενους από την Τουρκία Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Παράλληλα αυτή η αναζωπύρωση των σχέσεων με τον ισλαμισμό θα κάνει περισσότερο επισφαλή τη διαχείριση των σχέσεων της Τουρκίας με μια Ευρώπη που αντιμετωπίζει στο εσωτερικό της τον ισλαμισμό. Και προφανώς μία υπερεπέκταση της Τουρκίας δεν θα τη δουν με ευνοϊκό βλέμμα ούτε οι Αμερικανοί ούτε το ισραηλινό λόμπι στις ΗΠΑ.
Συνοψίζοντας, η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ αποτέλεσε μια στρατηγική ήττα για το Ιράν και προφανώς μία σημαντική τακτική επιτυχία για τον τουρκικό νεοθωμανισμό. Ωστόσο, μεσοπρόθεσμα θα αποτελέσει μία πηγή νέων προβλημάτων και αντιθέσεων, καθώς ο αραβικός κόσμος δεν είναι πλέον οι αραιοκατοικημένες περιοχές τις οποίες είχαν καταλάβει κατά τον 16ο αιώνα οι οσμανλήδες. Σήμερα κατοικούνται από εκατοντάδες εκατομμύρια πληθυσμό και κάποιες από αυτές είναι παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις. Σε καμία περίπτωση, λοιπόν, όποιες τακτικές συμμαχίες κι αν συνάψουν με τους Τούρκους δεν είναι διατεθειμένες να παραδοθούν στο νεοθωμανικό όραμα του Ερντογάν.
Ο τελευταίος κέρδισε μία παρτίδα, και μάλιστα σημαντική. Όμως αυτή η νίκη οδηγεί σε όλο μεγαλύτερη απομάκρυνση από τη Δύση, δυσκολεύοντας εξαιρετικά το παιγνίδι της ισορροπίας μεταξύ Δύσης και Ισλάμ και τη μεταβάλλει θέλοντας και μη στον κατεξοχήν εκπρόσωπο του ισλαμισμού.
Όσο για τη θέση της Ελλάδας και της Κύπρου, ο δρόμος είναι αποκλειστικά μιας κατεύθυνσης. Μέριμνα για τους χριστιανούς της Μέσης Ανατολής αφενός, ενίσχυση στρατιωτική, διπλωματική, οικονομική, αφετέρου, ώστε τα ισλαμιστικά σύνορα της καρδιάς του Ερντογάν να μείνουν καθηλωμένα εσαεί στα σημερινά σύνορα της Τουρκίας.
*Συγγραφέας, εκδότης περιοδικού Άρδην
από το capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου