Από τη στιγμή που η Αθήνα
αντελήφθη, ή μάλλον αποδέχθηκε, ότι η Τουρκία επιδιώκει διά της
επίδειξης στρατιωτικής ισχύος να καταγάγει νίκες, αρπάζοντας ελληνικά
κυριαρχικά δικαιώματα χωρίς να ρίξει ντουφεκιά, έχει αλλάξει και
τακτική. Έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την αλλαγή του
περιφερειακού πλαισίου το οποίο οικοδόμησε προσεκτικά και εντός του
οποίου κινείται η Άγκυρα, επιδιώκοντας ηγεμονία στην περιοχή.
Του Ζαχαρία Β. Μίχα*
Η υπογραφή του συμφώνου μερικής οριοθέτησης ανάμεσα στην Ελλάδα και
την Αίγυπτο
“αποσυντόνισε” την Άγκυρα, η οποία είχε μεθοδεύσει –σε συνεργασία επί της ουσίας με τον γερμανικό παράγοντα– ένα ελληνοτουρκικό διάλογο για την ειρηνική υποτίθεται επίλυση των προβλημάτων με την Ελλάδα.
Η αντίδραση των Τούρκων στο ελληνοαιγυπτιακό σύμφωνο απέδειξε στην πράξη πως ακριβώς είχαν οι Τούρκοι στο μυαλό τους αυτό τον διάλογο. Έσπευσαν να κατηγορήσουν την Αθήνα ότι παραβίασε τα συμφωνηθέντα, λες και πουθενά είχε συμφωνηθεί η αναστολή της κυβερνητικής λειτουργίας στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής!
Κατά τους Τούρκους η υπογραφή της συμφωνίας Ελλάδας-Αιγύπτου συνιστά παραβίαση και κλιμάκωση! Η υπογραφή του μνημονίου Άγκυρας-Τρίπολης τίποτα από τα δυο! Ούτε ασφαλώς η απόφαση αποστολής του “Μπαρμπαρός” στην κυπριακή ΑΟΖ. Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, πως ο Ερντογάν φροντίζει να κρατήσει επιμελώς την Αίγυπτο εκτός κάδρου, δηλώνοντας ότι δεν έχει παραβιάσει τα τουρκικά δικαιώματα με την υπογραφή του συμφώνου με την Ελλάδα!
Επιλέγει βολικά να εμφανιστεί ότι όσον αφορά τις σχέσεις της με την Αίγυπτο, “το ποτήρι είναι μισογεμάτο”. Σύμφωνα με τη λογική της, θα έπρεπε να θεωρούσε επιλήψιμο το γεγονός ότι το Κάιρο αναγνωρίζει ότι τα ελληνικά νησιά δικαιούνται ΑΟΖ. Ο Τσαβούσογλου, έκρινε ότι αυτό εξυπηρετεί την Τουρκία, διότι η συμφωνία δεν αποδίδει πλήρη επήρεια στην Κρήτη, λησμονώντας ότι η τουρκική θέση αρνείται παντελώς το δικαίωμα σε ΑΟΖ.
Προκειμένου να μην βρεθεί αντιμέτωπη και με τις αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις, οι Τούρκοι αποδέχονται όσα εξασφαλίζει η Αίγυπτος από τη συμφωνία του Καΐρου, αλλά θεωρούν ότι η ΑΟΖ που αποδίδεται στην Ελλάδα τους ανήκει. Και για να την διεκδικήσουν εμπράκτως καταφεύγουν στη στρατιωτική ισχύ!
Η Άγκυρα επιθυμεί διάλογο με την Αθήνα αποκλειστικά και μόνον με στόχο να επιβάλει σημαντικό μέρος των μονομερών και καταφανώς παρανόμων –με βάση το διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας– ισχυρισμών της, για την ακρίβεια των επεκτατικών διεκδικήσεών της.
Αρνείται να ανατεθεί στο Διεθνές Δικαστήριο να κρίνει την ελληνοτουρκική διαφορά για την οριοθέτηση της ΑΟΖ. Επιδιώκει με στρατιωτικό καταναγκασμό να κάμψει την αντίσταση της Ελλάδας και να την σύρει σε υπογραφή συνυποσχετικού, το οποίο με το πρόσχημα των “ειδικών περιστάσεων” θα υπαγορεύει οριοθέτηση με βάση τα τουρκικά συμφέροντα. Κάπως έτσι φτάσαμε στη σημερινή στρατιωτική κλιμάκωση.
Δύο είναι ωστόσο οι παράγοντες που πρέπει να προσεχθούν ιδιαιτέρως από την Αθήνα κατά την εξέταση των δεδομένων της παρούσας συγκυρίας. Και τα δύο αφορούν το εσωτερικό μέτωπο της Τουρκίας, το οποίο σε μεγάλο βαθμό θα καθορίσει και τα περιθώρια κινήσεων του Ερντογάν.
Ο πρώτος είναι η ζημιά που κάνει στην εικόνα του, όταν ο ίδιος προβάλει τον εαυτό του ως ηγέτη μιας περιφερειακής υπερδύναμης.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Τούρκος πρόεδρος αντιμετωπίζει την Ελλάδα σαν μικρό γεωπολιτικό μέγεθος, κυρίως επειδή έτσι τον έμαθε το φοβικό σύνδρομο των ελληνικών κυβερνήσεων. Θα ήταν σήμερα αλλιώς τα πράγματα εάν η Αθήνα είχε εδώ και πολλά χρόνια ακολουθήσει άλλη πολιτική. Αυτή την περίοδο, στριμωγμένη από την τουρκική επεκτατική πίεση, η Ελλάδα δείχνει να σηκώνει κεφάλι, υπό την έννοια ότι αντιστέκεται.
Η τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία κατά μία έννοια έχει αιφνιδιαστεί, επειδή διαψεύδεται η εκτίμηση ότι η Ελλάδα τελικά θα αποδεχτεί τα τετελεσμένα, περιοριζόμενη σε διπλωματικές αντιδράσεις. Παρότι βρισκόμαστε στη δυσκολότερη συγκυρία, λόγω της συνειδητής παραμέλησης της στρατιωτικής ισχύος για πάνω από μια δεκαετία, η Αθήνα υιοθετεί μια άλλη στάση, επειδή αυτά που κάνουν οι Τούρκοι δεν της αφήνουν περιθώρια υποχώρησης.
Παρότι ο Ερντογάν γνωρίζει ότι οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν αποτελούν αμελητέο μέγεθος, ότι έχουν τη δυνατότητα να “ματώσουν” σοβαρά την Τουρκία, αντιλαμβάνεται ότι για λόγους κύρους σε εσωτερικό και εξωτερικό, δεν μπορεί να μείνει με σταυρωμένα χέρια. Και αυτό ακριβώς πράττει, προβάλλοντας εικόνες από τον πλου του “Ορούτς Ρέις”.
Η αγωνία του Τούρκου προέδρου να πείσει ότι δεν γίνονται αποδεκτά τα υποτιθέμενα “ελληνικά τετελεσμένα” είναι καταφανής. Άλλο αυτό, όμως, και άλλο η απειλή Τσαβούσογλου ότι η επερχόμενη κρίση θα είναι χειρότερη από αυτή του 1974…
Ο δεύτερος παράγοντας που τεχνηέντως μένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας είναι η πολύ άσχημη κατάσταση της τουρκικής οικονομίας.
Η αγωνία χρηματοοικονομικών κύκλων της Κωνσταντινούπολης για τη συνεχή και χωρίς πλέον δυνατότητα ανάσχεσης διολίσθηση της τουρκικής λίρας, έχει οδηγήσει σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
Η τουρκική ηγεσία έχοντας διδαχθεί από την ελληνική κρίση, φρόντισε να εγκλωβίσει ευρωπαϊκές (γερμανικές και γαλλικές) τράπεζες, καθώς –κατά πληροφορίες– και μια μεγάλη αμερικανική, οι οποίες έπαιζαν κερδοσκοπικά παιχνίδια με την τουρκική λίρα. Ως αποτέλεσμα, η Τουρκία απειλεί εμμέσως τον διεθνή παράγοντα με μια ιδιότυπη εκδοχή της “στρατηγικής του Σαμψών“.
Εάν οδηγηθεί σε κατάρρευση η τουρκική οικονομία, θα υποστούν μεγάλες ζημιές οι προβληματικές στην παρούσα συγκυρία οικονομίες τουλάχιστον της Γαλλίας και της Γερμανίας. Ωστόσο, η εφαρμογή αυτής της στρατηγικής μπορεί να αποθαρρύνει σκέψεις αξιοποίησης οικονομικών “εργαλείων” σε βάρος της Τουρκίας, αλλά δεν έχει κατορθώσει να ανακόψει την υποχώρηση της τουρκικής λίρας.
Οι δυο παράγοντες που προαναφέρθηκαν, υπό φυσιολογικές συνθήκες θα οδηγούσαν σε μια πιο διαλλακτική πολιτική. Ακόμα κι αν στόχος του Ερντογάν ήταν αυτός, θα πρέπει να συγκαλυφθεί ώστε να μη δώσει την εντύπωση υποχωρητικής στάσης απέναντι στην Ελλάδα.
Τα χειραγωγούμενα τουρκικά ΜΜΕ, που παρουσιάζουν αρνητικά την Ελλάδα, βοηθούν πλέον και προς αυτή την κατεύθυνση. Η Τουρκία πάντα πρέπει να εμφανίζεται σαν κραταιά και οποιαδήποτε φωνή τολμήσει να παρεκκλίνει, θα κατηγορηθεί για εθνική προδοσία…
Η Τουρκία δεν γνωρίζει άλλον δρόμο από αυτόν της επίδειξης πυγμής και αυτό θα συνεχίσει να κάνει. Εκεί, όμως, κρύβεται και ο μεγάλος κίνδυνος γι’ αυτήν. Εάν κάτι δεν πάει καλά, εάν ο αντίπαλος δεν “πειστεί” για την τρομακτική ισχύ που επιδιώκει να προβάλλει, τότε δημιουργούνται συνθήκες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο να τεθούν σε κίνηση διαδικασίες που θα έθεταν την κατάσταση εκτός ελέγχου για τον Ερντογάν, το καθεστώς του και τη χώρα του…
*Ο Ζαχαρίας Β. Μίχας είναι Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ / ISDA)
ΠΗΓΗ defence-point
Του Ζαχαρία Β. Μίχα*
“αποσυντόνισε” την Άγκυρα, η οποία είχε μεθοδεύσει –σε συνεργασία επί της ουσίας με τον γερμανικό παράγοντα– ένα ελληνοτουρκικό διάλογο για την ειρηνική υποτίθεται επίλυση των προβλημάτων με την Ελλάδα.
Η αντίδραση των Τούρκων στο ελληνοαιγυπτιακό σύμφωνο απέδειξε στην πράξη πως ακριβώς είχαν οι Τούρκοι στο μυαλό τους αυτό τον διάλογο. Έσπευσαν να κατηγορήσουν την Αθήνα ότι παραβίασε τα συμφωνηθέντα, λες και πουθενά είχε συμφωνηθεί η αναστολή της κυβερνητικής λειτουργίας στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής!
Κατά τους Τούρκους η υπογραφή της συμφωνίας Ελλάδας-Αιγύπτου συνιστά παραβίαση και κλιμάκωση! Η υπογραφή του μνημονίου Άγκυρας-Τρίπολης τίποτα από τα δυο! Ούτε ασφαλώς η απόφαση αποστολής του “Μπαρμπαρός” στην κυπριακή ΑΟΖ. Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, πως ο Ερντογάν φροντίζει να κρατήσει επιμελώς την Αίγυπτο εκτός κάδρου, δηλώνοντας ότι δεν έχει παραβιάσει τα τουρκικά δικαιώματα με την υπογραφή του συμφώνου με την Ελλάδα!
Επιλέγει βολικά να εμφανιστεί ότι όσον αφορά τις σχέσεις της με την Αίγυπτο, “το ποτήρι είναι μισογεμάτο”. Σύμφωνα με τη λογική της, θα έπρεπε να θεωρούσε επιλήψιμο το γεγονός ότι το Κάιρο αναγνωρίζει ότι τα ελληνικά νησιά δικαιούνται ΑΟΖ. Ο Τσαβούσογλου, έκρινε ότι αυτό εξυπηρετεί την Τουρκία, διότι η συμφωνία δεν αποδίδει πλήρη επήρεια στην Κρήτη, λησμονώντας ότι η τουρκική θέση αρνείται παντελώς το δικαίωμα σε ΑΟΖ.
Προκειμένου να μην βρεθεί αντιμέτωπη και με τις αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις, οι Τούρκοι αποδέχονται όσα εξασφαλίζει η Αίγυπτος από τη συμφωνία του Καΐρου, αλλά θεωρούν ότι η ΑΟΖ που αποδίδεται στην Ελλάδα τους ανήκει. Και για να την διεκδικήσουν εμπράκτως καταφεύγουν στη στρατιωτική ισχύ!
Η Άγκυρα επιθυμεί διάλογο με την Αθήνα αποκλειστικά και μόνον με στόχο να επιβάλει σημαντικό μέρος των μονομερών και καταφανώς παρανόμων –με βάση το διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας– ισχυρισμών της, για την ακρίβεια των επεκτατικών διεκδικήσεών της.
Αρνείται να ανατεθεί στο Διεθνές Δικαστήριο να κρίνει την ελληνοτουρκική διαφορά για την οριοθέτηση της ΑΟΖ. Επιδιώκει με στρατιωτικό καταναγκασμό να κάμψει την αντίσταση της Ελλάδας και να την σύρει σε υπογραφή συνυποσχετικού, το οποίο με το πρόσχημα των “ειδικών περιστάσεων” θα υπαγορεύει οριοθέτηση με βάση τα τουρκικά συμφέροντα. Κάπως έτσι φτάσαμε στη σημερινή στρατιωτική κλιμάκωση.
Δύο είναι ωστόσο οι παράγοντες που πρέπει να προσεχθούν ιδιαιτέρως από την Αθήνα κατά την εξέταση των δεδομένων της παρούσας συγκυρίας. Και τα δύο αφορούν το εσωτερικό μέτωπο της Τουρκίας, το οποίο σε μεγάλο βαθμό θα καθορίσει και τα περιθώρια κινήσεων του Ερντογάν.
Ο πρώτος είναι η ζημιά που κάνει στην εικόνα του, όταν ο ίδιος προβάλει τον εαυτό του ως ηγέτη μιας περιφερειακής υπερδύναμης.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Τούρκος πρόεδρος αντιμετωπίζει την Ελλάδα σαν μικρό γεωπολιτικό μέγεθος, κυρίως επειδή έτσι τον έμαθε το φοβικό σύνδρομο των ελληνικών κυβερνήσεων. Θα ήταν σήμερα αλλιώς τα πράγματα εάν η Αθήνα είχε εδώ και πολλά χρόνια ακολουθήσει άλλη πολιτική. Αυτή την περίοδο, στριμωγμένη από την τουρκική επεκτατική πίεση, η Ελλάδα δείχνει να σηκώνει κεφάλι, υπό την έννοια ότι αντιστέκεται.
Η τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία κατά μία έννοια έχει αιφνιδιαστεί, επειδή διαψεύδεται η εκτίμηση ότι η Ελλάδα τελικά θα αποδεχτεί τα τετελεσμένα, περιοριζόμενη σε διπλωματικές αντιδράσεις. Παρότι βρισκόμαστε στη δυσκολότερη συγκυρία, λόγω της συνειδητής παραμέλησης της στρατιωτικής ισχύος για πάνω από μια δεκαετία, η Αθήνα υιοθετεί μια άλλη στάση, επειδή αυτά που κάνουν οι Τούρκοι δεν της αφήνουν περιθώρια υποχώρησης.
Παρότι ο Ερντογάν γνωρίζει ότι οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν αποτελούν αμελητέο μέγεθος, ότι έχουν τη δυνατότητα να “ματώσουν” σοβαρά την Τουρκία, αντιλαμβάνεται ότι για λόγους κύρους σε εσωτερικό και εξωτερικό, δεν μπορεί να μείνει με σταυρωμένα χέρια. Και αυτό ακριβώς πράττει, προβάλλοντας εικόνες από τον πλου του “Ορούτς Ρέις”.
Η αγωνία του Τούρκου προέδρου να πείσει ότι δεν γίνονται αποδεκτά τα υποτιθέμενα “ελληνικά τετελεσμένα” είναι καταφανής. Άλλο αυτό, όμως, και άλλο η απειλή Τσαβούσογλου ότι η επερχόμενη κρίση θα είναι χειρότερη από αυτή του 1974…
Ο δεύτερος παράγοντας που τεχνηέντως μένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας είναι η πολύ άσχημη κατάσταση της τουρκικής οικονομίας.
Η αγωνία χρηματοοικονομικών κύκλων της Κωνσταντινούπολης για τη συνεχή και χωρίς πλέον δυνατότητα ανάσχεσης διολίσθηση της τουρκικής λίρας, έχει οδηγήσει σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
Η τουρκική ηγεσία έχοντας διδαχθεί από την ελληνική κρίση, φρόντισε να εγκλωβίσει ευρωπαϊκές (γερμανικές και γαλλικές) τράπεζες, καθώς –κατά πληροφορίες– και μια μεγάλη αμερικανική, οι οποίες έπαιζαν κερδοσκοπικά παιχνίδια με την τουρκική λίρα. Ως αποτέλεσμα, η Τουρκία απειλεί εμμέσως τον διεθνή παράγοντα με μια ιδιότυπη εκδοχή της “στρατηγικής του Σαμψών“.
Εάν οδηγηθεί σε κατάρρευση η τουρκική οικονομία, θα υποστούν μεγάλες ζημιές οι προβληματικές στην παρούσα συγκυρία οικονομίες τουλάχιστον της Γαλλίας και της Γερμανίας. Ωστόσο, η εφαρμογή αυτής της στρατηγικής μπορεί να αποθαρρύνει σκέψεις αξιοποίησης οικονομικών “εργαλείων” σε βάρος της Τουρκίας, αλλά δεν έχει κατορθώσει να ανακόψει την υποχώρηση της τουρκικής λίρας.
Οι δυο παράγοντες που προαναφέρθηκαν, υπό φυσιολογικές συνθήκες θα οδηγούσαν σε μια πιο διαλλακτική πολιτική. Ακόμα κι αν στόχος του Ερντογάν ήταν αυτός, θα πρέπει να συγκαλυφθεί ώστε να μη δώσει την εντύπωση υποχωρητικής στάσης απέναντι στην Ελλάδα.
Τα χειραγωγούμενα τουρκικά ΜΜΕ, που παρουσιάζουν αρνητικά την Ελλάδα, βοηθούν πλέον και προς αυτή την κατεύθυνση. Η Τουρκία πάντα πρέπει να εμφανίζεται σαν κραταιά και οποιαδήποτε φωνή τολμήσει να παρεκκλίνει, θα κατηγορηθεί για εθνική προδοσία…
Η Τουρκία δεν γνωρίζει άλλον δρόμο από αυτόν της επίδειξης πυγμής και αυτό θα συνεχίσει να κάνει. Εκεί, όμως, κρύβεται και ο μεγάλος κίνδυνος γι’ αυτήν. Εάν κάτι δεν πάει καλά, εάν ο αντίπαλος δεν “πειστεί” για την τρομακτική ισχύ που επιδιώκει να προβάλλει, τότε δημιουργούνται συνθήκες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο να τεθούν σε κίνηση διαδικασίες που θα έθεταν την κατάσταση εκτός ελέγχου για τον Ερντογάν, το καθεστώς του και τη χώρα του…
*Ο Ζαχαρίας Β. Μίχας είναι Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ / ISDA)
ΠΗΓΗ defence-point
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου