[Ο Μπουαλέμ Σανσάλ είναι Γαλλο-αλγερινός συγγραφέας – γεννήθηκε το 1949 στην Αλγερία όπου έζησε και τα περισσότερα χρόνια της ζωής του. Υπήρξε εξέχουσα προσωπικότητα στη χώρα του καθώς χρημάτισε καθηγητής, σύμβουλος και ανώτερος αξιωματούχος στο υπουργείο Βιομηχανίας της Αλγερίας.
Δυστυχώς γι’ αυτόν ασκούσε πάντοτε κριτική στον φονταμενταλισμό του ισλάμ, γεγονός που του κόστισε την αποπομπή του από όλα τα αξιώματα. Έχει γράψει πολλά βιβλία, μυθιστορήματα και δοκίμια, πολλά από τα οποία έχουν βραβευθεί. Στην Ελλάδα έχουν κυκλοφορήσει δύο βιβλία του: 2084, το τέλος του κόσμου (εκδ. Διάμετρος 2016) και Ο Γερμανός μουτζαχεντίν ή Το ημερολόγιο των αδελφών Σίλλερ (εκδ. Πόλις 2010), βραβευμένα και τα δύο. Το 2024 έλαβε και τη γαλλική υπηκοότητα.
Έχοντας συγκεντρώσει τη μήνι του αλγερινού καθεστώτος, στις 16 Νοεμβρίου 2024, συνελήφθη κατεβαίνοντας από το αεροπλάνο, καθώς επέστρεφε από τη Γαλλία, όπου νοσηλεύεται η σύζυγός του. Αντιμετωπίζει βαριές ποινές φυλάκισης για «προσβολή της εθνικής ενότητας» και φυσικά για τις θέσεις του ενάντια στον ισλαμισμό. Αμέσως ξεσηκώθηκε ένα μαζικό κύμα διαμαρτυρίας σε όλη την Ευρώπη, δυστυχώς πλην… Λακεδαιμονίων. Η αριστερά στη Γαλλία έχασε τη μιλιά της, για να μην δυσαρεστήσει το κοινό της και τους ψηφοφόρους της. Ξέχασε και τους πύρινους λόγους της για την ελευθερία στην έκφραση και τις καταγγελίες της για την καταστολή, που αποδείχτηκαν, για μια ακόμα φορά, απολύτως επιλεκτικές.]
Πρόλογος της μεταφράστριας
Ο Μπουαλέμ Σανσάλ είναι για τον μουσουλμανικό κόσμο ό,τι ήταν ο Βολταίρος για τον χριστιανικό κόσμο. Ευτυχώς, δεν έχει τον κυνισμό του Βολταίρου και είναι πολύ πιο αγνός στο πνεύμα από τον Γάλλο φιλόσοφο. Έχει πολύ πιο ευγενική ψυχή από τον Βολταίρο. Όταν ένας από τους υπουργούς του θέλησε να συλλάβει τον Σαρτρ για υποκίνηση ανυπακοής, το 1960, ο στρατηγός Ντε Γκωλ απάντησε: «Δεν φυλακίζεται ο Βολταίρος». Και όμως, ο Σαρτρ ήταν ένας ορκισμένος αντίπαλος του Ντε Γκωλ. Κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αλγερίας, τάχθηκε στο πλευρό των επίσημων εχθρών της Γαλλίας, τους βοήθησε υλικά, προώθησε τους στόχους τους και συμμάχησε με το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (FLN). Αν και αθώος για τα εγκλήματα με τα οποία τον κατηγορεί η χώρα του, η Αλγερία, ο Σανσάλ βρίσκεται στην κατάσταση που απέτρεψε ο Ντε Γκωλ για τον Σαρτρ, αυτή του φυλακισμένου διανοούμενου. Ο πρόεδρος Μακρόν θα πρέπει να υπενθυμίσει στην αλγερινή κυβέρνηση τα λόγια του ντε Γκωλ και να πει: «Όπως δεν φυλακίζονται ο Βολταίρος και ο Σαρτρ, έτσι και ο Σανσάλ δεν μπορεί να φυλακιστεί!»
Ας μην ξεχνάμε: τη δεκαετία του 1970, η Αριστερά δυσκολεύτηκε πολύ να υποστηρίξει τον Σολζενίτσιν. Γι’ αυτήν, η ΕΣΣΔ αντιπροσώπευε το στρατόπεδο του καλού, όπως ακριβώς συμβαίνει συχνά σήμερα με το ισλάμ. Ο Σαρτρ αρνήθηκε να πει την αλήθεια για την ΕΣΣΔ για να «μη στενοχωρήσει τη Billancourt[1]». Η Αριστερά δεν αγαπά την ελευθερία της έκφρασης παρά μόνο για εκείνους που συμφωνούν μαζί της. Αλλά, όπως έκανε και ο Σολζενίτσιν πριν από μερικές δεκαετίες, έτσι και ο Σανσάλ κλονίζει τα ιδεολογικά και συναισθηματικά θεμέλια αυτής της Αριστεράς. Αυτός ο κλονισμός επιτείνεται από τις διώξεις που υφίσταται. Το έργο του Σολζενίτσιν ήταν διττό: μια ριζοσπαστική κριτική του σοσιαλισμού και μια περιγραφή της δίωξης την οποία υπέστη. Ο Σολζενίτσιν έδειξε ότι αυτή η δίωξη ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον σοσιαλισμό· δεν θα μπορούσε να υπάρξει σοσιαλισμός χωρίς αναγκαστική αναμόρφωση, χωρίς στρατόπεδα για την τιμωρία των αντιφρονούντων. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φρίκη του σταλινισμού δεν ήταν μια ανωμαλία του σοσιαλισμού, αλλά η βαθύτερη φύση του. Ο Σανσάλ δεν διαχωρίζει το ισλάμ από τον ισλαμισμό, ακολουθεί τα χνάρια του Σολζενίτσιν, ο οποίος δεν διαχώρισε τον σοσιαλισμό από τον ολοκληρωτισμό. Στα μάτια του, ο ισλαμισμός είναι ενσωματωμένος στο DNA του ισλάμ με τον ίδιο τρόπο που ο ολοκληρωτισμός ήταν ενσωματωμένος στο DNA του σοσιαλισμού για τον Σολζενίτσιν.
Έχει δίκιο ή άδικο; Δεν πρόκειται εδώ να ενδιατρίψουμε στο διηνεκές σχετικά με την ορθότητα της άποψής του, ούτε να σταθμίσουμε την ερμηνευτική, θεολογική και πολιτική αληθοφάνεια της· εδώ πρόκειται για τη διάσωση ενός ανθρώπου, τη διάσωση ενός συγγραφέα, τη διάσωση των δικαιωμάτων του πνεύματος, τα οποία θα έπρεπε να είναι εγγεγραμμένα στην απαραβίαστη άυλη κληρονομιά της ανθρωπότητας. Η δυσφορία της Αριστεράς, η απροθυμία της να στηρίξει τον συγγραφέα, πηγάζει από το γεγονός ότι, και στις δύο περιπτώσεις, το λογοτεχνικό έργο παρουσιάζει αυτό που εκείνη αρνείται να εξετάσει, φοβούμενη ότι η άσκηση κριτικής σκέψης θα αποξενώσει ορισμένους από τους ψηφοφόρους της και θα ευνοήσει τους αντιπάλους της. Έτσι, είναι διατεθειμένη να θυσιάσει τον Σανσάλ, όπως παραλίγο να κάνει και με τον Σολζενίτσιν, στον βωμό της καθαρής της συνείδησης.
Ό,τι κι αν πιστεύει η δειλή αριστερά, σήμερα ο Σαρτρ θα υποστήριζε τον Σανσάλ: πρώτον, επειδή, με τα χρόνια, θα θεωρούσε απεχθές το καθεστώς του FLN και, δεύτερον, επειδή θα ανακάλυπτε στον Σανσάλ τον διωκόμενο διανοούμενο, κάποιον στον οποίο θα ήθελε να μοιάσει, θα ήθελε να είναι το alter ego του, χωρίς ποτέ να το πετύχει. Ο Σαρτρ θα το παραδεχόταν: το θάρρος του Σανσάλ είναι απαράμιλλο.
Το ζήτημα που διακυβεύεται στην υπόθεση Σανσάλ είναι ζήτημα πολιτισμού. Η ελευθερία της σκέψης και της γραφής, η οποία δεν υφίσταται έξω από τον δυτικό φιλελεύθερο πολιτισμό, που γεννήθηκε από τον χριστιανισμό, και παρά τα εμπόδια που έβαλαν στον δρόμο αυτής της ελευθερίας οι ίδιες οι χριστιανικές αρχές, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας, είναι η πιο πολύτιμη κατάκτησή μας. Σήμερα απειλείται από οποιονδήποτε στον πλανήτη διακηρύσσει ότι είναι αντιδυτικός. Βυθίζοντας τις ρίζες της στο παρελθόν, αυτή η ελευθερία είναι το πιο όμορφο παιδί της «φροντίδας για την ψυχή», που ανακαλύφθηκε από τον Πλάτωνα και τον ιουδαϊσμό και που με τη σειρά του ανέπτυξε ο χριστιανισμός. Ήταν ο Τσέχος φιλόσοφος Γιαν Πατόκα που έγραψε, μετά την αυτοκτονική τραγωδία του πολέμου 1914-1918, ότι η ουσία της Ευρώπης βρίσκεται στην «φροντίδα για την ψυχή», από την οποία προφανώς απορρέει η ελευθερία να σκέφτεσαι και να περιγράφεις. Εγκαταλείποντας τον Σανσάλ στους διώκτες του, είτε από την αριστερά, είτε από τη δεξιά, είτε από το κέντρο, σημαίνει ότι προδίδουμε την πνευματική ουσία της Ευρώπης, ότι προδίδουμε τις τρεις καταβολές μας –την Αθήνα, την Ιερουσαλήμ και τη Ρώμη– και ότι προδίδουμε τους ίδιους τους εαυτούς μας.
Διαβάστε επίσης:
[1] Μπιγιανκούρ: προάστιο του Παρισιού, με μεγάλο οικονομικό βάρος καθώς εκεί συγκεντρώνονται πολλές βιομηχανίες και επιχειρήσεις. Εκεί βρισκόταν και το περίφημο εργοστάσιο της Ρενώ, με χιλιάδες εργάτες, ιδιαίτερα ισχυρά συνδικάτα και πολύ μεγάλη δύναμη του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (σ.τ.μ.).
*Ο Ρομπέρ Ρεντεκέ είναι καθηγητής φιλοσοφίας και συγγραφέας
Μετάφραση Χριστίνα Σταματοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου