Η γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου για τον Μαυρίκιο
μπορεί να αποτελέσει όπλο στη φαρέτρα των επιχειρημάτων της Λευκωσίας,
λένε νομικοί, διεθνολόγοι και πρόσωπα που χειρίστηκαν από θέσεις ευθύνης
το θέμα της προσφυγής της νησιωτικής χώρας στη Χάγη.
Μιλώντας στο ΚΥΠΕ ο τέως Υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης
Κασουλίδης, οι νομικοί Κρις Τριανταφυλλίδης και Ανδρέας Αγγελίδης και ο
διεθνολόγος και επικεφαλής Κυπριακού του ΑΚΕΛ Τουμάζος Τσελεπής
εκφράζουν ωστόσο διαφορετικές εκτιμήσεις αναφορικά με το εύρος και τον
τρόπο αξιοποίησης της νομικής απόφασης. Πρόκειται για συμβουλευτικού
χαρακτήρα γνωμοδότηση και όχι για απόφαση, λέει η Βρετανική Ύπατη
Αρμοστεία στη Λευκωσία.
Στη γνωμοδότησή που εκδόθηκε την Τρίτη, το Διεθνές Δικαστήριο σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει την υποχρέωση να τερματίσει τη διοίκησή του στο Αρχιπέλαγος Τσάγκος «το συντομότερο δυνατόν». Το αρχιπέλαγος αποσπάστηκε το 1965 από τη πρώην αποικία με αντάλλαγμα την ανεξαρτησία του Μαυρικίου από το Ηνωμένο Βασίλειο το 1968. Το 1966 Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ κατέληξαν σε συμφωνία για την εγκαθίδρυση αμερικανικής στρατιωτικής βάσης στο αρχιπέλαγος.
Στη γνωμοδότησή που εκδόθηκε την Τρίτη, το Διεθνές Δικαστήριο σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει την υποχρέωση να τερματίσει τη διοίκησή του στο Αρχιπέλαγος Τσάγκος «το συντομότερο δυνατόν». Το αρχιπέλαγος αποσπάστηκε το 1965 από τη πρώην αποικία με αντάλλαγμα την ανεξαρτησία του Μαυρικίου από το Ηνωμένο Βασίλειο το 1968. Το 1966 Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ κατέληξαν σε συμφωνία για την εγκαθίδρυση αμερικανικής στρατιωτικής βάσης στο αρχιπέλαγος.
Ο Ιωάννης Κασουλίδης χαρακτηρίζει «νομικό και
διπλωματικό όπλο» στο ευρύτερο πλέγμα των σχέσεων Λευκωσίας-Λονδίνου, τη
γνωμοδότηση, σημειώνει ωστόσο ότι η πολιτική όλων των Κυβερνήσεων της
Κύπρου, από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και εντεύθεν, δεν είχε ως στόχο την
αποχώρηση των βρετανικών βάσεων.
«Δεν βλέπω την ανάγκη αυτή τη στιγμή, τουλάχιστον σε αυτή την εποχή που είμαστε, να ανοίγει ένας τέτοιος δρόμος», είπε. Ανέφερε ωστόσο ότι «εάν η Βρετανία δεν προσέξει να κρατήσει την ισορροπία των σχέσεών της με την Κύπρο, τότε τίποτα δεν μας εμποδίζει από το να ανοίξουμε τέτοιο θέμα». Ενόσω τα πράγματα βρίσκονται σε μια ισορροπία δούναι και λαβείν, γιατί να ανοίξουμε θέμα βάσεων, διερωτήθηκε.
«Δεν βλέπω την ανάγκη αυτή τη στιγμή, τουλάχιστον σε αυτή την εποχή που είμαστε, να ανοίγει ένας τέτοιος δρόμος», είπε. Ανέφερε ωστόσο ότι «εάν η Βρετανία δεν προσέξει να κρατήσει την ισορροπία των σχέσεών της με την Κύπρο, τότε τίποτα δεν μας εμποδίζει από το να ανοίξουμε τέτοιο θέμα». Ενόσω τα πράγματα βρίσκονται σε μια ισορροπία δούναι και λαβείν, γιατί να ανοίξουμε θέμα βάσεων, διερωτήθηκε.
Όπως ανέφερε ο κ. Κασουλίδης, ο Μαυρίκιος αποτάθηκε στη Γενική Συνέλευση
του ΟΗΕ όταν ο ίδιος ήταν Υπουργός Εξωτερικών, με τη Λευκωσία να
ψηφίζει τότε υπέρ της παραπομπής της υπόθεσης για γνωμοδότηση στη Χάγη,
τη στιγμή που τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ απείχαν ή ψήφισαν κατά.
Το σχετικό ψήφισμα υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση στις 22 Ιουνίου
2017.
«Ο λόγος για τον οποίο ψηφίσαμε υπέρ είναι διότι το θέμα μας αφορά ιδιαίτερα, όσον αφορά τη διαδικασία της αποαποικιοποίησης» είπε ενώ πρόσθεσε ότι ακολούθησε η συνεννόηση με τη Νομική Υπηρεσία για την εκπροσώπηση της Λευκωσίας κατά την εξέταση της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου της Χάγης.
«Η απόφαση είναι ιδιαίτερα θετική, δημιουργεί νομολογία στο διεθνές δίκαιο, η οποία αφορά όλες τις χώρες που ήταν αποικίες», είπε ο τέως Υπουργός Εξωτερικών. Πρόσθεσε ότι έχουμε πλέον ένα επιπρόσθετο νομικό και διπλωματικό όπλο στο ευρύτερο πλέγμα των σχέσεων Λευκωσίας-Λονδίνου.
«Ο λόγος για τον οποίο ψηφίσαμε υπέρ είναι διότι το θέμα μας αφορά ιδιαίτερα, όσον αφορά τη διαδικασία της αποαποικιοποίησης» είπε ενώ πρόσθεσε ότι ακολούθησε η συνεννόηση με τη Νομική Υπηρεσία για την εκπροσώπηση της Λευκωσίας κατά την εξέταση της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου της Χάγης.
«Η απόφαση είναι ιδιαίτερα θετική, δημιουργεί νομολογία στο διεθνές δίκαιο, η οποία αφορά όλες τις χώρες που ήταν αποικίες», είπε ο τέως Υπουργός Εξωτερικών. Πρόσθεσε ότι έχουμε πλέον ένα επιπρόσθετο νομικό και διπλωματικό όπλο στο ευρύτερο πλέγμα των σχέσεων Λευκωσίας-Λονδίνου.
Όσον αφορά το αίτημα για αποχώρηση των βάσεων, ο κ. Κασουλίδης είπε ότι
το ζήτημα δεν είναι τόσο απλό, καθώς υπάρχει μια σειρά από ζητήματα στο
πλαίσιο του δούναι και λαβείν μεταξύ των δύο πλευρών.
Παράλληλα αναφέρθηκε σε διαφωνίες που υπάρχουν μεταξύ των δύο πλευρών, όπως το γεγονός ότι για τη Λευκωσία οι βρετανικές βάσεις δεν θεωρούνται κυρίαρχες, αλλά περιορισμένης κυριαρχίας αποκλειστικά για στρατιωτικούς σκοπούς.
«Για όλο το πλέγμα των σχέσεων, αυτό θα είναι επωφελές» είπε ο κ. Κασουλίδης, και πρόσθεσε ότι το Υπουργείο Εξωτερικών σε συνεργασία με τη Νομική Υπηρεσία θα πρέπει πλέον να επεξεργαστεί όλες τις περιπτώσεις.
Ο τέως Υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε εξάλλου στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην οποία περιλαμβάνεται η απόφαση για τη δημιουργία των βάσεων και είπε ότι «εάν δεν επιβεβαιωθεί κατά τη διάρκεια της οποιαδήποτε λύσης του Κυπριακού, τότε η άλλη πλευρά θα επικαλείται παρθενογένεση ή ένα κράτος που δεν υπήρχε προηγουμένως».
Αντίθετα, είπε, η Συνθήκη Εγκαθίδρυσης «επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για το ίδιο κράτος, το οποίο συνεχίζει υπό την ομοσπονδιακή του μορφή» εφόσον φτάσουμε σε μια τέτοια λύση.
Η γνωμοδότηση «είναι ένα πολύ δυνατό όπλο στην επιχειρηματολογία που ενδεχομένως μπορεί να προτάξει και η Κυπριακή Δημοκρατία στον κατάλληλο χρόνο» σε μια συζήτηση για την κατάργηση των αγγλικών βάσεων στην Κύπρο ή για περιορισμό της έκτασής τους, ανέφερε ο νομικός Κρις Τριανταφυλλίδης.
Πρόσθεσε ότι η απόφαση είναι καθαρά πολιτική και θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έχει να αντιμετωπίσει το μέγιστο πρόβλημα, που είναι η τουρκική κατοχή. Επίσης, συνέχισε, θα πρέπει να συνεκτιμηθεί ότι οι βάσεις ανήκουν σε χώρα που είναι μια από τις εγγυήτριες δυνάμεις, οι οποίες έχουν λόγο στην εξωτερική πτυχή του κυπριακού προβλήματος, ένα μέρος της οποίας είναι η κατάργηση των εγγυήσεων.
«Είναι λεπτό το θέμα, χρονικά θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε πως εξελίσσονται οι προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού σε σχέση με την κατοχική δύναμη, την Τουρκία, και μετά να αξιοποιηθεί αυτό το νομικό όπλο σε πολιτικό επίπεδο», είπε.
Η γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου «είναι όντως όπλο και στα δικά μας χέρια, το οποίο πρέπει να χρησιμοποιήσουμε με όλη τη δυνατή σύνεση, έτσι ώστε να φτάσουμε σε θετικό αποτέλεσμα και όχι να περιπλέξουμε την κατάσταση», είπε ο διεθνολόγος και επικεφαλής του γραφείου Κυπριακού του ΑΚΕΛ Τουμάζος Τσελεπής.
Ανέφερε επίσης ότι η Κύπρος αντλεί επιχειρηματολογία από τη γνωμοδότηση για τον Μαυρίκιο, όμως «η λύση του Κυπριακού, η απελευθέρωση και η επανένωση δημιουργούν πιο ευνοϊκές συνθήκες, ούτως ώστε ο λαός της Κύπρου ως σύνολο να αγωνιστεί για απομάκρυνση του αποικιοκρατικού κατάλοιπου» των βρετανικών βάσεων.
Όσον αφορά το ενδεχόμενο να ακολουθήσει η Λευκωσία το παράδειγμα του Μαυρίκιου και να θέσει το ζήτημα στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ο κ. Τσελεπής είπε ότι «πάντα υπάρχει αυτό το περιθώριο, νοουμένου ότι θα αντλήσουμε την απαιτούμενη πλειοψηφία» και «θα μετρήσουμε τα κουκιά μας».
Αναφέρθηκε στις ομοιότητες της περίπτωσης με την Κύπρο, είπε όμως ότι «πέραν όλων των άλλων υπάρχει και η σοβαρή ιδιομορφία ότι εδώ αντιμετωπίζουμε κατοχή». «Από άποψη προτεραιοτήτων, ασφαλώς προέχει η απαλλαγή από την κατοχή, η απελευθέρωση και επανένωση του τόπου και του λαού», πρόσθεσε.
Είπε επίσης ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι στο Κραν Μοντάνα, οι Βρετανοί υποστήριξαν το αίτημα της ε/κ πλευράς για απαλλαγή από τη Συνθήκη Εγγύησης και τα επεμβατικά δικαιώματα. «Όλα αυτά πρέπει να συνυπολογίζονται όταν διαλέγεις τη στιγμή που θα ανοίξεις τέτοιο μέτωπο» είπε.
Ο κ. Τσελεπής ανέφερε ακόμη ότι «δεν περιμέναμε τον Μαυρίκιο για να ανοίξουν και τα δικά μας μάτια», καθώς «ως ΑΚΕΛ από το 1991 είχαμε προβάλει μια ολοκληρωμένη πρόταση στο Εθνικό Συμβούλιο», όπου ανάμεσα σε άλλα ενδεχόμενα, εξεταζόταν και η περίπτωση της προσφυγής στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ για να ζητηθεί γνωμοδότηση, τόσο για την περίπτωση των βρετανικών βάσεων, όσο και για τη Συνθήκη Εγγύησης, αν κρινόταν αναγκαίο.
«Είναι η ώρα να ανοίξουμε το μέτωπο και με τη Μεγάλη Βρετανία», ανέφερε από την πλευρά του ο νομικός Ανδρέας Αγγελίδης.
Πρόσθεσε ότι η γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τον Μαυρίκιο είναι ιδιαίτερα σημαντική και για την Κύπρο, καθώς υπάρχουν μεγάλες αναλογίες. Αναφερόμενος στις πολιτικές προεκτάσεις της υπόθεσης, ο κ. Αγγελίδης είπε ότι «μόνο η νομική διεκδίκηση πιθανόν να μην είναι αρκετή».
Το θέμα των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο, είπε ο νομικός, θα πρέπει να συζητηθεί στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, ενώ η Λευκωσία θα πρέπει να πείσει τους εταίρους της, ώστε να μη γίνει αποδεκτή η θέση της Αγγλίας περί «μη δεσμευτικής απόφασης».
«Το διεθνές δίκαιο υπάρχει για να διαφυλάσσει τα δικαιώματα κυρίως των αδυνάτων» συνέχισε ο κ. Αγγελίδης. Αν ο δυνατός θέλει να παραγνωρίζει τέτοιου είδους αποφάσεις, είπε, η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να ασκήσει πολιτική πίεση, διαμορφώνοντας τη δυνατότητα συζήτησης του θέματος στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, με βάση τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Όσον αφορά τη γνωμοδότηση τους Διεθνούς Δικαστηρίου, ο κ. Αγγελίδης είπε τέλος ότι «πρέπει να χαιρετίσουμε αυτή την απόφαση σαν μια μεγάλη επιτυχία ενός μικρού κράτους έναντι μιας μεγάλης δύναμης, όπως είναι η Μεγάλη Βρετανία». «Πρέπει να μας παραδειγματίσει ότι η διεκδίκηση του δικαίου είναι η ασφαλέστερη οδός για να φτάσει κάποιος στη δικαίωση» κατέληξε.
Τι λέει η Βρετανική Ύπατη Αρμοστεία
Παράλληλα αναφέρθηκε σε διαφωνίες που υπάρχουν μεταξύ των δύο πλευρών, όπως το γεγονός ότι για τη Λευκωσία οι βρετανικές βάσεις δεν θεωρούνται κυρίαρχες, αλλά περιορισμένης κυριαρχίας αποκλειστικά για στρατιωτικούς σκοπούς.
«Για όλο το πλέγμα των σχέσεων, αυτό θα είναι επωφελές» είπε ο κ. Κασουλίδης, και πρόσθεσε ότι το Υπουργείο Εξωτερικών σε συνεργασία με τη Νομική Υπηρεσία θα πρέπει πλέον να επεξεργαστεί όλες τις περιπτώσεις.
Ο τέως Υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε εξάλλου στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην οποία περιλαμβάνεται η απόφαση για τη δημιουργία των βάσεων και είπε ότι «εάν δεν επιβεβαιωθεί κατά τη διάρκεια της οποιαδήποτε λύσης του Κυπριακού, τότε η άλλη πλευρά θα επικαλείται παρθενογένεση ή ένα κράτος που δεν υπήρχε προηγουμένως».
Αντίθετα, είπε, η Συνθήκη Εγκαθίδρυσης «επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για το ίδιο κράτος, το οποίο συνεχίζει υπό την ομοσπονδιακή του μορφή» εφόσον φτάσουμε σε μια τέτοια λύση.
Η γνωμοδότηση «είναι ένα πολύ δυνατό όπλο στην επιχειρηματολογία που ενδεχομένως μπορεί να προτάξει και η Κυπριακή Δημοκρατία στον κατάλληλο χρόνο» σε μια συζήτηση για την κατάργηση των αγγλικών βάσεων στην Κύπρο ή για περιορισμό της έκτασής τους, ανέφερε ο νομικός Κρις Τριανταφυλλίδης.
Πρόσθεσε ότι η απόφαση είναι καθαρά πολιτική και θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έχει να αντιμετωπίσει το μέγιστο πρόβλημα, που είναι η τουρκική κατοχή. Επίσης, συνέχισε, θα πρέπει να συνεκτιμηθεί ότι οι βάσεις ανήκουν σε χώρα που είναι μια από τις εγγυήτριες δυνάμεις, οι οποίες έχουν λόγο στην εξωτερική πτυχή του κυπριακού προβλήματος, ένα μέρος της οποίας είναι η κατάργηση των εγγυήσεων.
«Είναι λεπτό το θέμα, χρονικά θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε πως εξελίσσονται οι προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού σε σχέση με την κατοχική δύναμη, την Τουρκία, και μετά να αξιοποιηθεί αυτό το νομικό όπλο σε πολιτικό επίπεδο», είπε.
Η γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου «είναι όντως όπλο και στα δικά μας χέρια, το οποίο πρέπει να χρησιμοποιήσουμε με όλη τη δυνατή σύνεση, έτσι ώστε να φτάσουμε σε θετικό αποτέλεσμα και όχι να περιπλέξουμε την κατάσταση», είπε ο διεθνολόγος και επικεφαλής του γραφείου Κυπριακού του ΑΚΕΛ Τουμάζος Τσελεπής.
Ανέφερε επίσης ότι η Κύπρος αντλεί επιχειρηματολογία από τη γνωμοδότηση για τον Μαυρίκιο, όμως «η λύση του Κυπριακού, η απελευθέρωση και η επανένωση δημιουργούν πιο ευνοϊκές συνθήκες, ούτως ώστε ο λαός της Κύπρου ως σύνολο να αγωνιστεί για απομάκρυνση του αποικιοκρατικού κατάλοιπου» των βρετανικών βάσεων.
Όσον αφορά το ενδεχόμενο να ακολουθήσει η Λευκωσία το παράδειγμα του Μαυρίκιου και να θέσει το ζήτημα στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ο κ. Τσελεπής είπε ότι «πάντα υπάρχει αυτό το περιθώριο, νοουμένου ότι θα αντλήσουμε την απαιτούμενη πλειοψηφία» και «θα μετρήσουμε τα κουκιά μας».
Αναφέρθηκε στις ομοιότητες της περίπτωσης με την Κύπρο, είπε όμως ότι «πέραν όλων των άλλων υπάρχει και η σοβαρή ιδιομορφία ότι εδώ αντιμετωπίζουμε κατοχή». «Από άποψη προτεραιοτήτων, ασφαλώς προέχει η απαλλαγή από την κατοχή, η απελευθέρωση και επανένωση του τόπου και του λαού», πρόσθεσε.
Είπε επίσης ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι στο Κραν Μοντάνα, οι Βρετανοί υποστήριξαν το αίτημα της ε/κ πλευράς για απαλλαγή από τη Συνθήκη Εγγύησης και τα επεμβατικά δικαιώματα. «Όλα αυτά πρέπει να συνυπολογίζονται όταν διαλέγεις τη στιγμή που θα ανοίξεις τέτοιο μέτωπο» είπε.
Ο κ. Τσελεπής ανέφερε ακόμη ότι «δεν περιμέναμε τον Μαυρίκιο για να ανοίξουν και τα δικά μας μάτια», καθώς «ως ΑΚΕΛ από το 1991 είχαμε προβάλει μια ολοκληρωμένη πρόταση στο Εθνικό Συμβούλιο», όπου ανάμεσα σε άλλα ενδεχόμενα, εξεταζόταν και η περίπτωση της προσφυγής στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ για να ζητηθεί γνωμοδότηση, τόσο για την περίπτωση των βρετανικών βάσεων, όσο και για τη Συνθήκη Εγγύησης, αν κρινόταν αναγκαίο.
«Είναι η ώρα να ανοίξουμε το μέτωπο και με τη Μεγάλη Βρετανία», ανέφερε από την πλευρά του ο νομικός Ανδρέας Αγγελίδης.
Πρόσθεσε ότι η γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τον Μαυρίκιο είναι ιδιαίτερα σημαντική και για την Κύπρο, καθώς υπάρχουν μεγάλες αναλογίες. Αναφερόμενος στις πολιτικές προεκτάσεις της υπόθεσης, ο κ. Αγγελίδης είπε ότι «μόνο η νομική διεκδίκηση πιθανόν να μην είναι αρκετή».
Το θέμα των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο, είπε ο νομικός, θα πρέπει να συζητηθεί στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, ενώ η Λευκωσία θα πρέπει να πείσει τους εταίρους της, ώστε να μη γίνει αποδεκτή η θέση της Αγγλίας περί «μη δεσμευτικής απόφασης».
«Το διεθνές δίκαιο υπάρχει για να διαφυλάσσει τα δικαιώματα κυρίως των αδυνάτων» συνέχισε ο κ. Αγγελίδης. Αν ο δυνατός θέλει να παραγνωρίζει τέτοιου είδους αποφάσεις, είπε, η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να ασκήσει πολιτική πίεση, διαμορφώνοντας τη δυνατότητα συζήτησης του θέματος στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, με βάση τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Όσον αφορά τη γνωμοδότηση τους Διεθνούς Δικαστηρίου, ο κ. Αγγελίδης είπε τέλος ότι «πρέπει να χαιρετίσουμε αυτή την απόφαση σαν μια μεγάλη επιτυχία ενός μικρού κράτους έναντι μιας μεγάλης δύναμης, όπως είναι η Μεγάλη Βρετανία». «Πρέπει να μας παραδειγματίσει ότι η διεκδίκηση του δικαίου είναι η ασφαλέστερη οδός για να φτάσει κάποιος στη δικαίωση» κατέληξε.
Τι λέει η Βρετανική Ύπατη Αρμοστεία
Ερωτηθείς για το θέμα από το ΚΥΠΕ, Εκπρόσωπος της
Βρετανικής Ύπατης Αρμοστείας στη Λευκωσία επανέλαβε ότι πρόκειται για
γνωμοδότηση και όχι για απόφαση. Πρόσθεσε ότι το Λονδίνο επαναλαμβάνει
τη μακροχρόνια δέσμευσή του να παραχωρήσει την κυριαρχία του
Αρχιπελάγους Τσάγκος, όταν δεν θα είναι πλέον απαραίτητο για την
ασφάλεια της Βρετανίας και άλλων.
Ως προς τον απόηχο της απόφασης για το Λονδίνο, αναφέρθηκε ότι «το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ιδρυτικό μέλος του ΟΗΕ, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και ο τρίτος μεγαλύτερος δωρητής του ΟΗΕ. Θα συνεχίσουμε να διαμορφώνουμε και να επηρεάζουμε την παγκόσμια ατζέντα για έναν ασφαλέστερο και περισσότερο ευημερούντα κόσμο».
«Κοιτάζουμε προσεκτικά τις λεπτομέρειες της γνωμοδότησης. Επαναλαμβάνουμε όμως ότι πρόκειται για συμβουλευτικού χαρακτήρα γνωμοδότηση και όχι για απόφαση» κατέληξε.
Ως προς τον απόηχο της απόφασης για το Λονδίνο, αναφέρθηκε ότι «το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ιδρυτικό μέλος του ΟΗΕ, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και ο τρίτος μεγαλύτερος δωρητής του ΟΗΕ. Θα συνεχίσουμε να διαμορφώνουμε και να επηρεάζουμε την παγκόσμια ατζέντα για έναν ασφαλέστερο και περισσότερο ευημερούντα κόσμο».
«Κοιτάζουμε προσεκτικά τις λεπτομέρειες της γνωμοδότησης. Επαναλαμβάνουμε όμως ότι πρόκειται για συμβουλευτικού χαρακτήρα γνωμοδότηση και όχι για απόφαση» κατέληξε.
ΠΗΓΗ philenews/ΚΥΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου