Παρασκευή 20 Μαΐου 2022

Πώς «διαβάζει» το Βερολίνο την εκ νέου αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας, τι σημαίνει αυτό για την Αθήνα

 

Γιάννης Αγγέλης

Η αλήθεια είναι ότι η διαρροή της είδησης, πως την επόμενη Δευτέρα η Κομισιόν -με την έγκριση των ΥΠΟΙΚ- πρόκειται να ανακοινώσει την εκ νέου αναστολή επανενεργοποίησης του Συμφώνου Σταθερότητας μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου του 2023, λίγο πολύ προκάλεσε ένα αίσθημα ανακούφισης.

Κάτι σαν τις παρατάσεις των προθεσμιών από την Εφορία...

Η αναστολή αυτή, όπως είχε αναφέρει σε σχετικό ρεπορτάζ το Insider.gr στις 16/5, θα συνοδεύεται με ένα νέο χρονοδιάγραμμα προγραμματισμού των διαπραγματεύσεων για την αναμόρφωση των κανονισμών του Συμφώνου Σταθερότητας, που θα πρέπει να εφαρμοσθούν, όταν αυτό επανέλθει σε λειτουργία. Μετά την επιβεβαίωση της αναστολής, το ενδιαφέρον πλέον επανήλθε στο τι θα αλλάξει μέσα στον χρόνο αυτό.

Για χώρες όπως η Ελλάδα αλλά και άλλες οικονομίες της Ε.Ε. με μεγάλα δημοσιονομικά προβλήματα χρέους και ελλειμμάτων, το ζήτημα αυτό είναι «καυτό». Βερολίνο και Παρίσι εδώ και καιρό, από τότε που τέθηκε το ζήτημα, ανταλλάσσουν «δημόσια» απόψεις αποκαλύπτοντας μεγάλες διαφορές προσέγγισης, πέραν εκείνων που έχουν διατυπωθεί από τις αποκαλούμενες, λόγω των θέσεών τους, «σκληρές» χώρες.

Σε μία πρόσφατη δημόσια τοποθέτησή του ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ Κρίστιαν Λίντνερ, σε συνέντευξή του στον ιταλικό τύπο (Corriere della Sera), λίγα 24ωρα πριν από την ανακοίνωση της εκ νέου αναστολής του Συμφώνου, έδειξε τις προθέσεις της κυβέρνησής του.

Ξεκαθάρισε ότι το Βερολίνο είναι υπέρ μιας «περισσότερο ρεαλιστικής πλατφόρμας» κανόνων καθώς η τρέχουσα κατάσταση της Οικονομίας έχει μεταβληθεί σημαντικά. Οι αλλαγές αυτές όμως πρέπει να βασίζονται και πάλι στους στόχους μακροπρόθεσμης σταθερότητας, μέχρι την επίτευξη των οποίων όμως χρειάζεται μία «ευελιξία» μεσοπρόθεσμα. Η οποία θα επιτρέπει την μετάβαση στην προσαρμογή των δημόσιων οικονομικών μακροπρόθεσμα...

Τα όρια αυτής της ευελιξίας αλλού είναι ορατά και αλλού ακόμα μένει να φανούν κατά τον κ. Λίντνερ.

Για παράδειγμα στο κρίσιμο ζήτημα της έκδοσης νέου ευρωπαϊκού χρέους που θα συνδέεται με τον Προϋπολογισμό της Ε.Ε. ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ εμφανίζεται απόλυτα αντίθετος. Η έκδοση κοινού ευρωπαϊκού χρέους σταματά στις έκτακτες και μόνο πρωτοβουλίες όπως αυτή της χρηματοδότησης του NGEU...

Ακόμα και στο σημείο αυτό όμως υπενθυμίζει ότι πολλές κυβερνήσεις δεν έχουν ακόμα απορροφήσει τους πόρους αυτούς, καθώς δεν έχουν ακόμα συγκεντρώσει τις προϋποθέσεις πειθαρχίας, διαφάνειας και στόχευσης, που συνοδεύουν την εκταμίευσή τους.

Βέβαια ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ αναγνωρίζει ότι υπάρχει οικονομική κρίση και υπάρχει επιτακτική ανάγκη να αποφευχθεί ή έστω να μετριασθεί ο κίνδυνος της ύφεσης.

Με την ΕΚΤ να είναι έτοιμη να δρομολογήσει την σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής (ακριβότερη χρηματοδότηση), η δημοσιονομική πολιτική αποκτά έτσι ακόμα σημαντικότερο ρόλο στην αποφυγή της ύφεσης.

Και μόνο αυτή η αλλαγή (στην νομισματική πολιτική) στο ήδη πολύ επιβαρυμένο οικονομικό περιβάλλον (πληθωρισμό, πόλεμος, κ.λ.π.), θέτει ένα επιπλέον δίλημμα στην δημοσιονομική πολιτική.

Η «βιωσιμότητα» της οικονομίας ειδικά στις χώρες με μεγάλο χρέος, προϋποθέτει ισχυρή παρέμβαση στον παρονομαστή του κλάσματος χρέος/ΑΕΠ, προκειμένου να διασφαλισθεί αυτή. Ιδιαίτερα όσο αυξάνεται ο αριθμητής... Και αυτή η σχέση επηρεάζει άμεσα την αντίδραση των αγορών, αντίδραση η οποία αποτυπώνεται στην ανοδική ή καθοδική πορεία των spreads.

H EKT έχει... υποσχεθεί ότι θα παρέμβει όταν χρειαστεί για να εμποδίσει τον κατακερματισμό της αγοράς ομολόγων παρά την απόσυρση της νομισματικής χαλάρωσης.

Ο κ. Λίντνερ όμως στη συνέντευξή του αυτή φρόντισε να επισημάνει ότι προς το παρόν δεν συντρέχει τέτοιος λόγος θεωρώντας ότι ο σχεδόν διπλασιασμός των spreads για χώρες όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία δεν αποτελεί απειλή και ότι η τρέχουσα κατάσταση δεν είναι συγκρίσιμη με εκείνη πριν από 12 χρόνια.

Δεν σχολιάζει όμως το γεγονός ότι με τα spreads στα επίπεδα αυτά, το κόστος του χρήματος που αφορά τις υπερχρεωμένες χώρες, αναδεικνύεται σε ισχυρό δημοσιονομικό εμπόδιο άσκησης πολιτικής, που δύσκολα θα μπορεί να εξασφαλίσει «την αποφυγή της ύφεσης» ακόμα και αν δεν βρισκόμαστε σε καταστάσεις τύπου 2010...

Με αυτά τα δεδομένα η συζήτηση για την αναμόρφωση των κανόνων του Συμφώνου στο υπόλοιπο των 18 μηνών, που απομένουν μέχρι την επαναφορά του, αναμένεται να έχει υψηλές εντάσεις, πολύ περισσότερο που στις χώρες που ενδιαφέρονται άμεσα γι' αυτό, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία εκκρεμούν εκλογικές διαδικασίες.

ΠΗΓΗ https://www.insider.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου