Λεπτομερή στοιχεία - Συσσωρευμένο εθνικό εισόδημα 33 ετών οι καταστροφές κατά την Κατοχή.
Στο συσσωρευμένο εθνικό εισόδημα 33 ετών ή τον προϋπολογισμό του κράτους για 130 χρόνια (!) υπολόγισε τις καταστροφές που υπέστη η Ελλάδα από τη Γερμανία, τη Βουλγαρία και την Ιταλία κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο αείμνηστος πολεοδόμοςΚωνσταντίνος Δοξιάδης (1913-1975) στην ιστορική του έκθεση, την οποία είχε συντάξει ως διευθυντής του υπουργείου Ανοικοδόμησης το 1946.
Και όμως από τα 17,8 δισ. προπολεμικά δολάρια ή αλλιώς 1,994 τρισ. προπολεμικές δραχμές που διεκδικούσε η χώρα, η Ελλάδα δεν πήρε παρά μόνο «ψίχουλα» από τις δίκαιες απαιτήσεις της, λόγω της στάσης των συμμάχων. Ο Δοξιάδης, ως κυβερνητικός συντονιστής όλων των συναρμόδιων υπουργείων, μέτρησε με ανατριχιαστική ακρίβεια το μέγεθος της ζημιάς στη χώρα σε κάθε επίπεδο και, στη συνέχεια, υπολόγισε τις αξιώσεις της Ελλάδας.
Η ηλεκτρονική έκδοση του «Βήματος» εντόπισε την «έκθεση Δοξιάδη», η οποία σώζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος υπό τον τίτλο «Θυσίες της Ελλάδος: Αιτήματα και επανορθώσεις στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο» (Αθήναι, Υπουργείον Ανοικοδομήσεως, 1947).
Η έκθεση σκιαγραφεί τόσο τα μεγέθη της καταστροφής που προκάλεσαν η Γερμανία, η Ιταλία και η Βουλγαρία στην Ελλάδα της Κατοχής όσο και την πρωτοφανή αδικία που υπέστη η χώρα, μεταπολεμικά από τους συμμάχους.
Εξόντωση με όπλο την παύση των εισαγωγών
Σύμφωνα με την έκθεση, η ελάττωση της καλλιέργειας και της μέσης ετήσιας γεωργικής παραγωγής (1941-1944) έφτασε σε σχέση με το 1938 το 40% στα δημητριακά, το 36% στα όσπρια, το 89% στον καπνό και το 75%, ενώ σε άλλα είδη, όπως η σταφίδα και τα σταφύλια, μειώθηκε κατά 66%. Μέγα τίμημα πλήρωσε ο δασικός πλούτος της χώρας.
«Έπειτα ήρθε η Κατοχή, άρχισαν οι εμπρησμοί και η έντονη ξύλευση έγινε από τους κατακτητές με τρόπο πρωτόγονο γιατί γνώριζαν ότι η παραμονή τους στην Ελλάδα θα ήταν σύντομη και έτσι αδιαφορώντας για τη μελλοντική παραγωγή των δασών μας θέλησαν να τα καταστρέψουν για πολλά χρόνια» έγραφε ο Δοξιάδης.
Η μελέτη βρήκε ότι περί τα 5.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα δασών, δηλαδή το 25% του δασικού πλούτου της χώρας, καταστράφηκε, ενώ η Αττική έχασε το 75% των δασών της. Αντίστοιχα, τα ζώα εργασίας ελαττώθηκαν κατά 60% σε σχέση με το 1939, τα αιγοπρόβατα και τα πουλερικά κατά 50%, ενώ οι χοίροι κατά 80%.
Η εξορυκτική βιομηχανία (σίδερο, μαγγάνιο, νικέλιο, χρώμιο κ.ά.) καταστράφηκε, καθώς οι εξαγωγές μειώθηκαν το 1940 στο 29% των προπολεμικών μεγεθών, στο 6% το 1941 και στο 2% το 1942. Το ίδιο άλλωστε συνέβη στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, καθώς οι εισαγωγές κατέρρευσαν στο 6%, 10% και 12% αντίστοιχα την περίοδο 1941-1943, ενώ οι εξαγωγές στο 8%, 6% και 3% αντίστοιχα.
«Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του τρόπου που χρησιμοποίησε ο Άξονας για να εξοντώσει τον ελληνικό λαό ελαττώνοντας τις εισαγωγές τροφίμων είναι και το τι έγινε με τις εισαγωγές ζώων κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η εισαγωγή κτηνών για τη διατροφή του πληθυσμού και την κάλυψη των στοιχειωδών αναγκών πέφτει στο μηδέν σχεδόν. Κι ενώ η εισαγωγή ζωντανών ζώων που γινόταν πριν από τον πόλεμο σχεδόν εντελώς από τις χώρες που ανήκαν τώρα στον Άξονα έπεσε στο 0,05% του προπολεμικού επίπεδου, η εισαγωγή κρέατος νωπού ή συντηρημένου μηδενίσθηκε εντελώς» έγραφε ο αείμνηστος πολεοδόμος.
Πλήρης καταστροφή των υποδομών
Τεράστιες ζημιές υπέστησαν οι υποδομές. Σύμφωνα με την έκθεση, στους Σιδηροδρόμους του Ελληνικού Κράτους (ΣΕΚ) αχρηστεύθηκε το 75% της γραμμής Πειραιάς – Πλατύ, το 100% των γραμμών Θεσσαλονίκης – Φλώρινας και Θεσσαλονίκης – Ειδομένης, και το 23% της γραμμής Θεσσαλονίκης – Αλεξανδρούπολης. Επίσης καταστράφηκε το 80% των σιδηροδρομικών σταθμών, το 40% των γεφυρών, το 35% των σηράγγων, ενώ στους Σιδηροδρόμους Πειραιώς – Αθηνών – Πελοποννήσου (ΣΠΑΠ) αχρηστεύθηκε το 97% της γραμμής.
«Από το σύνολο των 7.708 τεμαχίων τροχαίου υλικού που είχαν οι σιδηρόδρομοι της Ελλάδος αρπάχτηκαν ή καταστράφηκαν 7.101 τεμάχια και δεν έμειναν παρά μονάχα 607 και αυτά σε κακή κατάσταση από την υπερβολική τους χρήση κατά την Κατοχή» έγραφε. Οι ζημιές που υπέστη η σιδηροδρομική υποδομή εκτιμήθηκαν σε 8 δισ. προπολεμικές δραχμές ή 72 εκατ. προπολεμικά δολάρια.
Συστηματική καταστροφή διαπιστώνεται και στο οδικό δίκτυο και στις γέφυρες, όπου καταγράφονται ζημιές σε ολικό μήκος οδοστρωμάτων 14.721 χλμ. και 5,5 χιλιάδες ημιτελείς δρόμους, αλλά και καταστροφή γεφυρών συνολικού μήκους 15 χλμ. Το μέγεθος αποτιμήθηκε σε 54,4 εκατ. προπολεμικά δολάρια.
Επίσης οι ζημιές σε τεχνικό εξοπλισμό (αυτοκίνητα, οδοστρωτήρες, μηχανήματα) του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα αθροιστικά εκτιμήθηκαν σε 4,2 εκατ. προπολεμικά δολάρια. «Η μανία της καταστροφής έκανε ασυγκράτητους τους εχθρούς μας. Γκρέμισαν ορεινές διαβάσεις, ανατίναξαν σήραγγες» έλεγε και σημείωνε σε τέσσερα χρόνια χάθηκε το 85% των υποδομών και του τροχαίου υλικού που υπήρχε το 1940. Οι ολικές απώλειες των επιβατικών αυτοκινήτων έφτασαν το 65%, των φορτηγών το 60% και των λεωφορείων το 80%, τόνιζε ο Δοξιάδης.
Κατέστρεψαν τη Διώρυγα της Κορίνθου
Πλήρης ήταν η καταστροφή και στα λιμάνια της χώρας. Η αξία των ζημιών σε προπολεμικά δολάρια έφτασε τα 4,7 εκατ. για τον Πειραιά, το 1,3 εκατ. για τον Βόλο, το 1,2 εκατ. για τη Θεσσαλονίκη κτλ. Επίσης, μεγάλη ήταν η ζημιά που έπαθε η Διώρυγα της Κορίνθου αφού οι Γερμανοί «στις παραμονές ακόμη της αποχώρησής τους ανατίναξαν τα πρανή και τη μεγάλη σιδηροδρομική γέφυρα, βύθισαν πλοία και πλωτά γεφύρια, στα στόμια του ισθμού, έριξαν βαγόνια σιδηροδρομικά, πόντισαν νάρκες, έκαμαν το παν για να αχρηστεύσουν για όσο περισσότερο καιρό ήταν δυνατόν τη μοναδική διώρυγα της χώρας», προκαλώντας ζημιές 860.000 δολαρίων, σημείωνε.
«Όλες οι εναέριες τηλεφωνικές και τηλεγραφικές γραμμές αποκόπτονται, τα υποβρύχια καλώδια καταστρέφονται. Όλες οι εγκαταστάσεις αχρηστεύονται κατά 100%, ενώ τα ειδικά μηχανήματα διαβιβάσεων μεταφέρονται στη Γερμανία κατά ποσοστό 70%. Η επικοινωνία με διάφορα διαμερίσματα της χώρας είναι αδύνατη. Το Ηράκλειο, η Πρέβεζα, η Άρτα, η Κέρκυρα, η Πάτρα, η Θεσσαλονίκη απομονώνονται» εξηγούσε ο Δοξιάδης και συμπλήρωνε ότι καταστροφική ήταν η Κατοχή και για τις αεροπορικές συγκοινωνίες.
Διέλυσαν το τεχνικό θαύμα του Μεσοπολέμου
Γερμανοί και Βούλγαροι κατέστρεψαν ολοκληρωτικά τα μεγάλα υδραυλικά και αρδευτικά έργα των κάμπων της Θεσσαλονίκης και των Σερρών, που αποτελούσαν το μεγαλύτερο μεταπολεμικό επίτευγμα των Ελλήνων μηχανικών, καθώς η δημιουργία τους είχε επιτύχει τη ραγδαία αύξηση της αγροτικής παραγωγής.
Η ζημιά έφτασε το 13,2% της υποδομής στη Θεσσαλονίκη και το 38,6% σε Δράμα και Σέρρες. Οι καταστροφές σε έργα υδρονομικά, εγγειοβελτιωτικά, υδρεύσεων και υπονόμων ξεπέρασε τα 2 δισ. προπολεμικών δραχμών σε όλη τη χώρα, τόνιζε ο Δοξιάδης.
Επίσης, μετρήθηκε ότι οι απώλειες σε φορτηγά πλοία έφτασαν το 74%, ενώ στα επιβατικά το 94,5%. «Το ελληνικό εμπορικό ναυτικό διαλύεται. Η ελληνική εμπορική ναυτιλία, που κρατούσε την έβδομη θέση ανάμεσα στην φορτηγό ναυτιλία όλου του κόσμου, πλήρωσε και αυτή τον βαρύτατο φόρο στον αγώνα των Ηνωμένων Εθνών. Από την πρώτη μέρα που κηρύχθηκε ο πόλεμος, τα ελληνικά πλοία πέρασαν στην υπηρεσία των συμμαχικών στόλων, για να σκορπιστούν αργότερα σ’ όλες τις συμμαχικές θάλασσες και σ’ όλους τους ωκεανούς για τη μεγάλη υπόθεση της Ελευθερίας. Από τα 583 εμπορικά πλοία που είχε η Ελλάς το 1939, χάθηκαν τα 434» έγραφε ο Δοξιάδης. Επίσης, χάθηκε το 66% των ιστιοφόρων και συνολικά το 73% της χωρητικότητας του εθνικού στόλου.
Καταστράφηκε το ένα τέταρτο του κτιριακού αποθέματος
Οι καταστροφές των οικοδομών ήταν τεράστιας αξίας κυρίως από τους Βούλγαρους, αλλά και από τους Ιταλούς και τους Γερμανούς. Συνολικά η απώλεια έφτασε τις 409.000 οικοδομές, δηλαδή το 23,6% του προπολεμικού κτιριακού αποθέματος, εκ των οποίων οι 111.000 καταστροφές αφορούσαν πυρπολήσεις και αντίποινα.
Την κύρια ευθύνη είχαν οι Γερμανοί, οι οποίοι κατέστρεψαν περί τις 208.500 οικοδομές αξίας 31 δισ. προπολεμικών δραχμών. Η συνολική αξία των καταστροφών έφτασε τα 61 δισ. προπολεμικές δραχμές, τόνιζε.
Σύμφωνα με την «έκθεση Δοξιάδη»:
- 3.700 πόλεις και οικισμοί καταστράφηκαν από βομβαρδισμούς, λεηλασίες και πυρπολήσεις
- 1,2 εκατ. κάτοικοι, δηλαδή το 18% του πληθυσμού της χώρας έμειναν άστεγοι
- 88.000 αγροτικές οικογένειες ζούσαν σε ερείπια και 100.000 αστικές οικογένειες υπό άθλιες συνθήκες
- 15.000 καταστηματάρχες και βιοτέχνες έχασαν την επαγγελματική τους στέγη
- 80.000 οικογένειες πούλησαν τα σπίτια τους και έχασαν την περιουσία τους
- 5.000 σχολεία καταστράφηκαν
- 1,5 εκατ. οικογένειες ζούσαν σε σπίτια χωρίς τζάμια, φως ή θέρμανση.
Κλοπές και καταστροφές μουσείων και μνημείων
Η καταγραφή των υπουργείων εντόπισε καταστροφές μνημείων τέχνης, βυζαντινής και λαϊκής αρχιτεκτονικής, εκκλησιών και αρχοντικών.
Πολλά μοναστήρια και επτά μεγάλες βυζαντινές εκκλησίες καταστράφηκαν εντελώς (οι έξι από τους Γερμανούς), ενώ 12 άλλες έπαθαν σοβαρές ζημιές. Καταστράφηκαν βενετικά κτίρια, βιβλιοθήκες και μουσεία. Ένα διαλύθηκε εντελώς, τέσσερα υπέστησαν σοβαρές ζημιές, καθώς και μία βιβλιοθήκη (από τους Γερμανούς).
Ο Κ. Δοξιάδης έγραφε ότι οι Γερμανοί προκάλεσαν καταστροφές σε 87 αρχαιολογικούς χώρους, οι Ιταλοί σε 39 και οι Βούλγαροι σε τρεις, με χαρακτηριστικότερες τις περιπτώσεις της Βάρης, της Δημητριάδας και του Παλαιοκάστρου Κρήτης. Επίσης, εντοπίζονται ανασκαφές από τους Γερμανούς σε 24 σημεία και από τους Ιταλούς σε άλλα δύο.
Ακόμη, εντοπίζονται κλοπές αρχαιολογικές θησαυρών, με τους Γερμανούς να κλέβουν αρχαιότητες από 42 μουσεία ή αρχαιολογικούς χώρους, τους Ιταλούς από 33 και τους Βουλγάρους από εννέα.
Μαζικός θάνατος δια του πληθωρισμού
«Οι εχθροί της χώρας εκτός από τις ανατινάξεις, τις πυρπολήσεις και τις κατεδαφίσεις, προχώρησαν και στη συστηματική λεηλασία των όσων απόμεναν. Με το πρόσχημα της επίταξης, έπαιρναν κάθε εφόδιο και μέσο παραγωγής, ζωοτροφίες, οχήματα και μηχανήματα κάθε είδους. Μα η επίταξη δεν ήταν πάντα εύκολη, κυρίως στο εσωτερικό της χώρας, και δεν έφερνε αποτελέσματα γιατί οι κάτοικοι έκρυβαν τα αγαθά τους. Κι έτσι οι Γερμανοί για να καταφέρουν να μαζέψουν ό,τι ήταν δυνατόν εφάρμοσαν μία νέα μέθοδο: τον πληθωρισμό» έγραφε ο Δοξιάδης.
Έτσι, εξηγούσε, οι Γερμανοί άφησαν να κυκλοφορούν μεγάλες ποσότητες χαρτονομίσματος και η νομισματική κυκλοφορία έφτασε τον Σεπτέμβριο του 1944 τα 7,3 τετράκις εκατομμύρια δραχμές. Αποτέλεσμα; Η διατροφή της μέσης εργατικής οικογένειας στην Αθήνα μειώθηκε ραγδαία και έφτασε σε επίπεδα υποσιτισμού.
Σύμφωνα με τον Κ. Δοξιάδη, οι σκοποί των κατακτητών ήταν οι εξής: «Με τον πληθωρισμό είχαν την ευχέρεια να αποκτούν ό,τι τους ήταν αναγκαίο πληρώνοντας με νόμισμα χωρίς εσωτερική αξία που δεν τους κόστιζε τίποτε και υποχρέωναν τον ελληνικό λαό με τις άθλιες συνθήκες ζωής που δημιουργούσαν, αφού πουλήσει τα σπίτια του, τα κοσμήματά του, τα υπάρχοντά του και να στραφεί προς τον κατακτητή ζητώντας δουλειά στα εργοστάσια της Γερμανίας».
Πέθαναν από την πείνα 300.000 άνθρωποι
Έτσι, η νομισματική κυκλοφορία από τα 11 δισ. δραχμές του 1940 είχε φτάσει τον Σεπτέμβριο του 1944 σε 7,3 τετράκις εκατ. δραχμές. Μία οκά ψωμί κόστιζε 10 δρχ. το 1941, όμως τρία χρόνια μετά έφτασε τα 153 εκατ. δρχ. Η συνέπεια ήταν η κακή διατροφή και η πτώση του επιπέδου της στο μηδέν. Προπολεμικά από τις 2.800 θερμίδες την ημέρα η κατανάλωση έπεσε στις 930 το 1942, ενώ τον χειμώνα του 1941-1942 μόνο το 4% του λαού διατρέφονταν επαρκώς.
Ο Κ. Δοξιάδης έλεγε ότι οι ξένοι παρατηρητές «πάνω στα ορεινά μέρη αντίκρισαν κατάκοιτα, εξαντλημένα παιδιά που ζούσαν σε μία κατάσταση αποχαύνωσης, τέλεια αποσκελετωμένα από την ασιτία, ανίκανα όχι μόνο να κινηθούν, αλλά και να μιλήσουν ακόμα». «Η θνησιμότητα έφτασε στο εξαπλάσιο, ιδίως τον πρώτο χειμώνα της Κατοχής, ενώ οι νεκροί από την πείνα γέμιζαν τους δρόμους» έγραφε.
Οι απώλειες που υπέστη η Ελλάδα, σύμφωνα με τον Κ. Δοξιάδη, έφτασαν τον αριθμό των 390.700 νεκρών, εκ των οποίων οι 300.000 από την πείνα, ενώ με τους άστεγους των ορέων ο αριθμός ξεπερνούσε το μισό εκατ. ανθρώπους, έγραφε.
Παράλληλα, διαπιστώθηκαν μεγάλες αναγκαστικές μετακινήσεις πληθυσμών. Οι Βούλγαροι πήραν ομήρους 40.000 πολίτες, οι Ιταλοί 10.000 και οι ναζιστές 70.000, εκ των οποίων οι 60.000 έλληνες εβραίοι. Περί τους 140.000 πολίτες συνολικά εκπατρίστηκαν, ενώ οι ισραηλίτες εξολοθρεύτηκαν ολοκληρωτικά από τους ναζί. Επίσης, οι Βούλγαροι εκδίωξαν μαζικά χιλιάδες ανθρώπους από τη ζώνη κατοχής της Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης και των Σερρών.
Πώς υπολογίστηκαν τα αιτήματα της Ελλάδας
«Τα αιτήματα της Ελλάδος είναι δίκαια, γιατί ζητάμε να καταβάλουν οι υπεύθυνοι για τις καταστροφές λαοί που ζουν σήμερα πολύ καλύτερα από την Ελλάδα επανορθώσεις για την ανασυγκρότηση» σημειώνει και ανέφερε ότι, παρ’ όλο που οι Αλβανοί συνεργάστηκαν με τους κατακτητές και προκάλεσαν ζημιές στη χώρα, «επειδή όμως ο αλβανικός λαός ζει σε χαμηλότερο επίπεδο από τον ελληνικό, η Ελλάς δεν έθεσε ζήτημα επανορθώσεων από την Αλβανία».
Ο Κ. Δοξιάδης έγραφε ότι οι αξιώσεις της Ελλάδας στηρίχθηκαν όχι στο τι χάθηκε, αλλά στο τι αποδεικνύεται ότι χάθηκε και μπορεί να εκτιμηθεί σε μονάδες. Έτσι, αξιολόγησε τις άμεσες ζημιές (θετικές), όπως «διαρπαγές, καταστροφές, απλήρωτες υπηρεσίες, πληρωμές, δαπάνες του προϋπολογισμού, κλήριγκ, συντάξεις στα θύματα, διαρπαγές κρατικών αποθηκών, πολεμικό υλικό και ποσά που καταβλήθηκαν σε εργάτες από εργοδότες». Οι έμμεσες ζημίες (αποθετικές) της περιόδου 1940-1944 ήταν η πτώση του εθνικού εισοδήματος και η ελάττωση της απόδοσης της εργασίας, που είχαν παρόμοιες συνέπειες και στη μεταπολεμική εποχή.
Ωστόσο, στις αξιώσεις δεν περιλαμβάνονται θυσίες του πληθυσμού (θάνατοι, ασθένειες, ελάττωση γεννήσεων), θυσίες του πολιτισμού (απώλεια καλλιτεχνικών και πνευματικών αξιών, ιδιωτικών περιουσιών κτλ). «Μετά από συστηματική δουλειά όλων των αρμοδίων», έγραφε, «οι συγκεκριμένες και σταθμητές θυσίες της χώρας ήσαν 17,8 δισ. δολάρια του 1938 ή 1,994 τρισ. δραχμές του 1938».
Το ΑΕΠ 33 ετών εξαφανίστηκε
Το 1938 το συνολικό εθνικό εισόδημα ήταν σχεδόν 60 δισ. δραχμές και ο προϋπολογισμός 15 δισ. δραχμές. Σύμφωνα με τον Κ. Δοξιάδη, οι αξιώσεις της Ελλάδας έφταναν το εθνικό εισόδημα 33 ετών ή τον προϋπολογισμό του κράτους για 130 χρόνια.
Η κατανομή των αποζημιώσεων έγινε ως εξής:
- 60,9% από τη Γερμανία, δηλαδή 10,8 δισ. δολάρια ή 1,2 τρισ. δραχμές
- 33,6% από την Ιταλία, ήτοι 6 δισ. δολάρια ή 670 δισ. δραχμές
- 5,5% από τη Βουλγαρία, δηλαδή σχεδόν 1 δισ. δολάρια ή 198 δισ. δραχμές.
«Για την Γερμανία το ποσόν που θα έπρεπε να πληρώσει στην Ελλάδα είναι αντίστοιχο με το ένα τρίτον του εθνικού εισοδήματος ενός έτους.
Για την Ιταλία είναι αντίστοιχο με ένα σχεδόν εθνικό εισόδημα ενός έτους. Για την Βουλγαρία το ποσόν είναι αντίστοιχο με το εθνικό εισόδημα δύο ετών» έγραφε ο Δοξιάδης.
«Ενώ λοιπόν ο κάθε κάτοικος της Ελλάδος θα πρέπει να εργάζεται 33 χρόνια για να αποκαταστήσει όλες τις ζημιές, οι υπεύθυνοι λαοί θα μπορούσαν να εργασθούν πολύ λιγότερο για να αποκαταστήσουν το ό,τι κατέστρεψαν» σημείωνε. Συγκεκριμένα, οι Γερμανοί θα χρειάζονταν μόνον τέσσερις μήνες, οι Ιταλοί έναν χρόνο και οι Βούλγαροι δύο χρόνια.
«Το πρόβλημα λοιπόν για τον ελληνικό λαό είναι 66 φορές σημαντικότερο από ό,τι για τους Γερμανούς, 33 φορές για τους Ιταλούς και 16 για τους Βουλγάρους» εξηγούσε.
Η Ελλάδα πήρε «ψίχουλα»
Σύμφωνα με τον πολεοδόμο, η Γερμανία προκάλεσε το 60,9% όλων των ζημιών και σχεδόν τις μισές από τις αποθετικές ζημιές. Έτσι, οι συνέπειες των ζημιών χρεώνουν όλες τη Γερμανία ως κύριο υπεύθυνο του πολέμου και της καταστροφής. Ωστόσο, τα επιχειρήματα των συμμάχων ήταν τελείως διαφορετικά, έγραφε, αφού υποστήριζαν ότι «η Γερμανία πρέπει να ανασυγκροτηθεί, η Ιταλία είναι πολύ πτωχή και η Βουλγαρία θυσιάστηκε για μας».
«Αυτά ήσαν τα νέα συνθήματα των μεγάλων δυνάμεων, ένα μόλις χρόνο μετά την ανακωχή στην Ευρώπη πριν συνταχθούν και υπογραφούν οι συνθήκες με τις αξονικές χώρες. Έτσι τα ελληνικά αιτήματα παραμερίστηκαν και αντί για εκπλήρωσή τους, τα διάφορα συνέδρια και οι συσκέψεις επιδίκασαν στην Ελλάδα συμβολικά και μόνον ένα ποσόν» τόνιζε ο Δοξιάδης.
Το συμβολικό ποσό ήταν 300 εκατ. δολάρια (του 1946) έναντι ελληνικών αιτημάτων 17,8 δισ. δολαρίων (του 1938), τα οποία δεν αντιστοιχούν παρά στο μισό ή τα δύο τρία της προπολεμικής τους αξίας, δηλαδή επιδικάσθηκε μόλις το 1% των αξιώσεων της χώρας.
«Η απόφαση αυτή δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα και οφείλεται κυρίως στη διεθνή πολιτική που ασκήθηκε από τις μεγάλες δυνάμεις μετά τον πόλεμο. Υπεύθυνες για την απόφαση αυτή είναι οι μεγάλες δυνάμεις και προς αυτές πρέπει να απευθύνονται από εδώ κι εμπρός τα αιτήματά μας» σημείωνε.
Πήρε μόλις το 1%, παρά τις καταστροφές
«Η Ελλάς υπέφερε κατά τον πόλεμο και την Κατοχή όσο καμία άλλη χώρα του κόσμου. Είχε το μεγαλύτερο ποσοστό ανθρώπινων θυσιών και τον μεγαλύτερο βαθμό υλικών φθορών μεταξύ όλων των συμμάχων χωρών και πιθανώς και μεταξύ των ηττημένων. Τα αιτήματα της Ελλάδος ήταν δίκαια και λογικά. Δεν ζήτησε να αποζημιωθεί ούτε για τον πληθυσμό που έχασε ούτε για τις ηθικές ή άλλες πνευματικές φθορές ούτε ακόμη για την προσπάθεια που πήγε χαμένη. Ζήτησε απλώς να αποζημιωθεί για τις υλικές της φθορές» έγραφε ο Κ. Δοξιάδης.
«Από τα ηθικά και δίκαια αυτά ελληνικά αιτήματα δεν ικανοποιήθηκε, έστω θεωρητικά, με την αναγνώριση δικαιωμάτων παρά ένα ποσοστό 1% από το σύνολο των θυσιών. Το ποσόν αυτό αντιπροσωπεύει μόλις το 1% των ζημιών που προκάλεσαν οι Γερμανοί, το 1% των ζημιών που προκάλεσαν οι Ιταλοί και το 3% των ζημιών που προκάλεσαν οι Βούλγαροι. Το αποτέλεσμα είναι ότι μόνο η Ελλάς καταδικάζεται τελικά σε ένα παθητικό 17,6 δισ. δολαρίων του 1938 που αντιστοιχεί σε εθνικό εισόδημα 33 σχεδόν ετών» σημείωνε με λύπη.
«Για τις υπεύθυνες για τις καταστροφές χώρες το αποτέλεσμα είναι ότι η Γερμανία θα πληρώσει το 1/300 σχεδόν του εθνικού της εισοδήματος, η Ιταλία θα πληρώσει το 1/100 του εθνικού της εισοδήματος και η Βουλγαρία το 6% του εθνικού της εισοδήματος» συμπλήρωνε.
«Ενώ η Ελλάς που αγωνίσθηκε και δεν προκάλεσε ζημιές σε κανένα, θα χάση 33 φορές τις εθνικές της προσπάθειες, οι υπεύθυνες χώρες, που θα μπορούσαν με προσπάθεια μικρότερη του ενός χρόνου να εξοφλήσουν τις υποχρεώσεις τους στην Ελλάδα, δεν πρόκειται να συμβάλουν παρά με ένα ελάχιστο ποσοστό της εθνικής τους προσπάθειας ενός έτους, πράγμα που δημιουργεί όμως μίαν απόστασιν μεταξύ των θυσιών της Ελλάδος και των θυσιών των άλλων χωρών σχεδόν 3.000 προς 1. Αυτή είναι συγκριτικά η ικανοποίηση της Ελλάδος για τις προσπάθειες που κατέβαλε για τον αγώνα της Δημοκρατίας» σημείωνε ο Δοξιάδης.
Κατά κεφαλήν ζημιά 2.220 δολαρίων
«Ενώ οι συνολικές θυσίες της χώρας ήταν τόσες ώστε ο κάθε Έλληνας να έχει χάσει 2.550 δολάρια, οι επανορθώσεις είναι ίσες προς 30 δολάρια, δηλαδή μένει κατά κεφαλήν παθητικό 2.220 δολάρια» τόνιζε και υπογράμμιζε ότι δόθηκαν χώρες με μικρότερες ζημιές έλαβαν μεγαλύτερες αποζημιώσεις, ενώ σύμμαχοι του Άξονα κατέβαλαν μεγαλύτερες αποζημιώσεις σε τρίτες χώρες από ό,τι οι Γερμανοί στην Ελλάδα.
«Η αιτία που έγιναν όλες αυτές οι αδικίες ήταν η πολιτική που ακολούθησαν οι μεγάλες δυνάμεις να εξασφαλίσουν η κάθε μία τις χώρες που μένουν στην δική τους σφαίρα επιρροής και που ήταν προσκολλημένες στην πολιτική τους» έγραφε.
«Ένα συμπέρασμα είναι βέβαια και ασφαλές και αυτό δεν μπορεί να το αμφισβήτηση κανένας, γιατί αποδεικνύεται από όλα τα στοιχεία που διατίθενται. Πως η Ελλάς που υπέστη τις μεγαλύτερες ζημιές στον πόλεμο πήρες τις μικρότερες επανορθώσεις και επομένως η Ελλάς βγήκε δύο φορές κατεστραμμένη, μία από τους εχθρούς με την κολοσσιαία μείωση του εθνικού της πλούτου και μία από τους συμμάχους της, με την αδικία που έγινε στην επανόρθωση των ζημιών της» διαπίστωνε ο πολεοδόμος.
«Ενώ βρισκόταν μετά τον πόλεμο ορισμένους βαθμούς κάτω από το προπολεμικό της επίπεδο και κάτω από τις άλλες χώρες, μετά την πληρωμή των επανορθώσεων θα βρίσκεται ακόμη χαμηλότερα, σχετικά με κάθε άλλη χώρα. Χάρη στις επανορθώσεις, η απόσταση της Ελλάδος από τις άλλες χώρες, αντί να μικρύνει, θα μεγαλώσει» κατέληγε.
«Κωνσταντίνος Αποστόλου Δοξιάδης, Αρχιτέκτων Μηχανικός, Διπλωματούχος του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, Διδάκτωρ Μηχανικός του Πολυτεχνείου του Βερολίνου. 1940-1946 προϊστάμενος Γραφείου Χωροταξικών – Πολεοδομικών Μελετών και Ερευνών Υπουργείου Δημοσίων έργων. 28.12.45 – 4.4.46 Υφυπουργός Ανοικοδομήσεως. Από 5.4.46 Γενικός Διευθυντής Υπουργείου Ανοικοδομήσεως».
ΠΗΓΗ vimasaronikou ΚΑΙ
tovima
geopolitics-gr.
Στο συσσωρευμένο εθνικό εισόδημα 33 ετών ή τον προϋπολογισμό του κράτους για 130 χρόνια (!) υπολόγισε τις καταστροφές που υπέστη η Ελλάδα από τη Γερμανία, τη Βουλγαρία και την Ιταλία κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο αείμνηστος πολεοδόμοςΚωνσταντίνος Δοξιάδης (1913-1975) στην ιστορική του έκθεση, την οποία είχε συντάξει ως διευθυντής του υπουργείου Ανοικοδόμησης το 1946.
Και όμως από τα 17,8 δισ. προπολεμικά δολάρια ή αλλιώς 1,994 τρισ. προπολεμικές δραχμές που διεκδικούσε η χώρα, η Ελλάδα δεν πήρε παρά μόνο «ψίχουλα» από τις δίκαιες απαιτήσεις της, λόγω της στάσης των συμμάχων. Ο Δοξιάδης, ως κυβερνητικός συντονιστής όλων των συναρμόδιων υπουργείων, μέτρησε με ανατριχιαστική ακρίβεια το μέγεθος της ζημιάς στη χώρα σε κάθε επίπεδο και, στη συνέχεια, υπολόγισε τις αξιώσεις της Ελλάδας.
Η ηλεκτρονική έκδοση του «Βήματος» εντόπισε την «έκθεση Δοξιάδη», η οποία σώζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος υπό τον τίτλο «Θυσίες της Ελλάδος: Αιτήματα και επανορθώσεις στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο» (Αθήναι, Υπουργείον Ανοικοδομήσεως, 1947).
Η έκθεση σκιαγραφεί τόσο τα μεγέθη της καταστροφής που προκάλεσαν η Γερμανία, η Ιταλία και η Βουλγαρία στην Ελλάδα της Κατοχής όσο και την πρωτοφανή αδικία που υπέστη η χώρα, μεταπολεμικά από τους συμμάχους.
Εξόντωση με όπλο την παύση των εισαγωγών
Σύμφωνα με την έκθεση, η ελάττωση της καλλιέργειας και της μέσης ετήσιας γεωργικής παραγωγής (1941-1944) έφτασε σε σχέση με το 1938 το 40% στα δημητριακά, το 36% στα όσπρια, το 89% στον καπνό και το 75%, ενώ σε άλλα είδη, όπως η σταφίδα και τα σταφύλια, μειώθηκε κατά 66%. Μέγα τίμημα πλήρωσε ο δασικός πλούτος της χώρας.
«Έπειτα ήρθε η Κατοχή, άρχισαν οι εμπρησμοί και η έντονη ξύλευση έγινε από τους κατακτητές με τρόπο πρωτόγονο γιατί γνώριζαν ότι η παραμονή τους στην Ελλάδα θα ήταν σύντομη και έτσι αδιαφορώντας για τη μελλοντική παραγωγή των δασών μας θέλησαν να τα καταστρέψουν για πολλά χρόνια» έγραφε ο Δοξιάδης.
Η μελέτη βρήκε ότι περί τα 5.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα δασών, δηλαδή το 25% του δασικού πλούτου της χώρας, καταστράφηκε, ενώ η Αττική έχασε το 75% των δασών της. Αντίστοιχα, τα ζώα εργασίας ελαττώθηκαν κατά 60% σε σχέση με το 1939, τα αιγοπρόβατα και τα πουλερικά κατά 50%, ενώ οι χοίροι κατά 80%.
Η εξορυκτική βιομηχανία (σίδερο, μαγγάνιο, νικέλιο, χρώμιο κ.ά.) καταστράφηκε, καθώς οι εξαγωγές μειώθηκαν το 1940 στο 29% των προπολεμικών μεγεθών, στο 6% το 1941 και στο 2% το 1942. Το ίδιο άλλωστε συνέβη στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, καθώς οι εισαγωγές κατέρρευσαν στο 6%, 10% και 12% αντίστοιχα την περίοδο 1941-1943, ενώ οι εξαγωγές στο 8%, 6% και 3% αντίστοιχα.
«Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του τρόπου που χρησιμοποίησε ο Άξονας για να εξοντώσει τον ελληνικό λαό ελαττώνοντας τις εισαγωγές τροφίμων είναι και το τι έγινε με τις εισαγωγές ζώων κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η εισαγωγή κτηνών για τη διατροφή του πληθυσμού και την κάλυψη των στοιχειωδών αναγκών πέφτει στο μηδέν σχεδόν. Κι ενώ η εισαγωγή ζωντανών ζώων που γινόταν πριν από τον πόλεμο σχεδόν εντελώς από τις χώρες που ανήκαν τώρα στον Άξονα έπεσε στο 0,05% του προπολεμικού επίπεδου, η εισαγωγή κρέατος νωπού ή συντηρημένου μηδενίσθηκε εντελώς» έγραφε ο αείμνηστος πολεοδόμος.
Πλήρης καταστροφή των υποδομών
Τεράστιες ζημιές υπέστησαν οι υποδομές. Σύμφωνα με την έκθεση, στους Σιδηροδρόμους του Ελληνικού Κράτους (ΣΕΚ) αχρηστεύθηκε το 75% της γραμμής Πειραιάς – Πλατύ, το 100% των γραμμών Θεσσαλονίκης – Φλώρινας και Θεσσαλονίκης – Ειδομένης, και το 23% της γραμμής Θεσσαλονίκης – Αλεξανδρούπολης. Επίσης καταστράφηκε το 80% των σιδηροδρομικών σταθμών, το 40% των γεφυρών, το 35% των σηράγγων, ενώ στους Σιδηροδρόμους Πειραιώς – Αθηνών – Πελοποννήσου (ΣΠΑΠ) αχρηστεύθηκε το 97% της γραμμής.
«Από το σύνολο των 7.708 τεμαχίων τροχαίου υλικού που είχαν οι σιδηρόδρομοι της Ελλάδος αρπάχτηκαν ή καταστράφηκαν 7.101 τεμάχια και δεν έμειναν παρά μονάχα 607 και αυτά σε κακή κατάσταση από την υπερβολική τους χρήση κατά την Κατοχή» έγραφε. Οι ζημιές που υπέστη η σιδηροδρομική υποδομή εκτιμήθηκαν σε 8 δισ. προπολεμικές δραχμές ή 72 εκατ. προπολεμικά δολάρια.
Συστηματική καταστροφή διαπιστώνεται και στο οδικό δίκτυο και στις γέφυρες, όπου καταγράφονται ζημιές σε ολικό μήκος οδοστρωμάτων 14.721 χλμ. και 5,5 χιλιάδες ημιτελείς δρόμους, αλλά και καταστροφή γεφυρών συνολικού μήκους 15 χλμ. Το μέγεθος αποτιμήθηκε σε 54,4 εκατ. προπολεμικά δολάρια.
Επίσης οι ζημιές σε τεχνικό εξοπλισμό (αυτοκίνητα, οδοστρωτήρες, μηχανήματα) του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα αθροιστικά εκτιμήθηκαν σε 4,2 εκατ. προπολεμικά δολάρια. «Η μανία της καταστροφής έκανε ασυγκράτητους τους εχθρούς μας. Γκρέμισαν ορεινές διαβάσεις, ανατίναξαν σήραγγες» έλεγε και σημείωνε σε τέσσερα χρόνια χάθηκε το 85% των υποδομών και του τροχαίου υλικού που υπήρχε το 1940. Οι ολικές απώλειες των επιβατικών αυτοκινήτων έφτασαν το 65%, των φορτηγών το 60% και των λεωφορείων το 80%, τόνιζε ο Δοξιάδης.
Κατέστρεψαν τη Διώρυγα της Κορίνθου
Πλήρης ήταν η καταστροφή και στα λιμάνια της χώρας. Η αξία των ζημιών σε προπολεμικά δολάρια έφτασε τα 4,7 εκατ. για τον Πειραιά, το 1,3 εκατ. για τον Βόλο, το 1,2 εκατ. για τη Θεσσαλονίκη κτλ. Επίσης, μεγάλη ήταν η ζημιά που έπαθε η Διώρυγα της Κορίνθου αφού οι Γερμανοί «στις παραμονές ακόμη της αποχώρησής τους ανατίναξαν τα πρανή και τη μεγάλη σιδηροδρομική γέφυρα, βύθισαν πλοία και πλωτά γεφύρια, στα στόμια του ισθμού, έριξαν βαγόνια σιδηροδρομικά, πόντισαν νάρκες, έκαμαν το παν για να αχρηστεύσουν για όσο περισσότερο καιρό ήταν δυνατόν τη μοναδική διώρυγα της χώρας», προκαλώντας ζημιές 860.000 δολαρίων, σημείωνε.
«Όλες οι εναέριες τηλεφωνικές και τηλεγραφικές γραμμές αποκόπτονται, τα υποβρύχια καλώδια καταστρέφονται. Όλες οι εγκαταστάσεις αχρηστεύονται κατά 100%, ενώ τα ειδικά μηχανήματα διαβιβάσεων μεταφέρονται στη Γερμανία κατά ποσοστό 70%. Η επικοινωνία με διάφορα διαμερίσματα της χώρας είναι αδύνατη. Το Ηράκλειο, η Πρέβεζα, η Άρτα, η Κέρκυρα, η Πάτρα, η Θεσσαλονίκη απομονώνονται» εξηγούσε ο Δοξιάδης και συμπλήρωνε ότι καταστροφική ήταν η Κατοχή και για τις αεροπορικές συγκοινωνίες.
Διέλυσαν το τεχνικό θαύμα του Μεσοπολέμου
Γερμανοί και Βούλγαροι κατέστρεψαν ολοκληρωτικά τα μεγάλα υδραυλικά και αρδευτικά έργα των κάμπων της Θεσσαλονίκης και των Σερρών, που αποτελούσαν το μεγαλύτερο μεταπολεμικό επίτευγμα των Ελλήνων μηχανικών, καθώς η δημιουργία τους είχε επιτύχει τη ραγδαία αύξηση της αγροτικής παραγωγής.
Η ζημιά έφτασε το 13,2% της υποδομής στη Θεσσαλονίκη και το 38,6% σε Δράμα και Σέρρες. Οι καταστροφές σε έργα υδρονομικά, εγγειοβελτιωτικά, υδρεύσεων και υπονόμων ξεπέρασε τα 2 δισ. προπολεμικών δραχμών σε όλη τη χώρα, τόνιζε ο Δοξιάδης.
Επίσης, μετρήθηκε ότι οι απώλειες σε φορτηγά πλοία έφτασαν το 74%, ενώ στα επιβατικά το 94,5%. «Το ελληνικό εμπορικό ναυτικό διαλύεται. Η ελληνική εμπορική ναυτιλία, που κρατούσε την έβδομη θέση ανάμεσα στην φορτηγό ναυτιλία όλου του κόσμου, πλήρωσε και αυτή τον βαρύτατο φόρο στον αγώνα των Ηνωμένων Εθνών. Από την πρώτη μέρα που κηρύχθηκε ο πόλεμος, τα ελληνικά πλοία πέρασαν στην υπηρεσία των συμμαχικών στόλων, για να σκορπιστούν αργότερα σ’ όλες τις συμμαχικές θάλασσες και σ’ όλους τους ωκεανούς για τη μεγάλη υπόθεση της Ελευθερίας. Από τα 583 εμπορικά πλοία που είχε η Ελλάς το 1939, χάθηκαν τα 434» έγραφε ο Δοξιάδης. Επίσης, χάθηκε το 66% των ιστιοφόρων και συνολικά το 73% της χωρητικότητας του εθνικού στόλου.
Καταστράφηκε το ένα τέταρτο του κτιριακού αποθέματος
Οι καταστροφές των οικοδομών ήταν τεράστιας αξίας κυρίως από τους Βούλγαρους, αλλά και από τους Ιταλούς και τους Γερμανούς. Συνολικά η απώλεια έφτασε τις 409.000 οικοδομές, δηλαδή το 23,6% του προπολεμικού κτιριακού αποθέματος, εκ των οποίων οι 111.000 καταστροφές αφορούσαν πυρπολήσεις και αντίποινα.
Την κύρια ευθύνη είχαν οι Γερμανοί, οι οποίοι κατέστρεψαν περί τις 208.500 οικοδομές αξίας 31 δισ. προπολεμικών δραχμών. Η συνολική αξία των καταστροφών έφτασε τα 61 δισ. προπολεμικές δραχμές, τόνιζε.
Σύμφωνα με την «έκθεση Δοξιάδη»:
- 3.700 πόλεις και οικισμοί καταστράφηκαν από βομβαρδισμούς, λεηλασίες και πυρπολήσεις
- 1,2 εκατ. κάτοικοι, δηλαδή το 18% του πληθυσμού της χώρας έμειναν άστεγοι
- 88.000 αγροτικές οικογένειες ζούσαν σε ερείπια και 100.000 αστικές οικογένειες υπό άθλιες συνθήκες
- 15.000 καταστηματάρχες και βιοτέχνες έχασαν την επαγγελματική τους στέγη
- 80.000 οικογένειες πούλησαν τα σπίτια τους και έχασαν την περιουσία τους
- 5.000 σχολεία καταστράφηκαν
- 1,5 εκατ. οικογένειες ζούσαν σε σπίτια χωρίς τζάμια, φως ή θέρμανση.
Κλοπές και καταστροφές μουσείων και μνημείων
Η καταγραφή των υπουργείων εντόπισε καταστροφές μνημείων τέχνης, βυζαντινής και λαϊκής αρχιτεκτονικής, εκκλησιών και αρχοντικών.
Πολλά μοναστήρια και επτά μεγάλες βυζαντινές εκκλησίες καταστράφηκαν εντελώς (οι έξι από τους Γερμανούς), ενώ 12 άλλες έπαθαν σοβαρές ζημιές. Καταστράφηκαν βενετικά κτίρια, βιβλιοθήκες και μουσεία. Ένα διαλύθηκε εντελώς, τέσσερα υπέστησαν σοβαρές ζημιές, καθώς και μία βιβλιοθήκη (από τους Γερμανούς).
Ο Κ. Δοξιάδης έγραφε ότι οι Γερμανοί προκάλεσαν καταστροφές σε 87 αρχαιολογικούς χώρους, οι Ιταλοί σε 39 και οι Βούλγαροι σε τρεις, με χαρακτηριστικότερες τις περιπτώσεις της Βάρης, της Δημητριάδας και του Παλαιοκάστρου Κρήτης. Επίσης, εντοπίζονται ανασκαφές από τους Γερμανούς σε 24 σημεία και από τους Ιταλούς σε άλλα δύο.
Ακόμη, εντοπίζονται κλοπές αρχαιολογικές θησαυρών, με τους Γερμανούς να κλέβουν αρχαιότητες από 42 μουσεία ή αρχαιολογικούς χώρους, τους Ιταλούς από 33 και τους Βουλγάρους από εννέα.
Μαζικός θάνατος δια του πληθωρισμού
«Οι εχθροί της χώρας εκτός από τις ανατινάξεις, τις πυρπολήσεις και τις κατεδαφίσεις, προχώρησαν και στη συστηματική λεηλασία των όσων απόμεναν. Με το πρόσχημα της επίταξης, έπαιρναν κάθε εφόδιο και μέσο παραγωγής, ζωοτροφίες, οχήματα και μηχανήματα κάθε είδους. Μα η επίταξη δεν ήταν πάντα εύκολη, κυρίως στο εσωτερικό της χώρας, και δεν έφερνε αποτελέσματα γιατί οι κάτοικοι έκρυβαν τα αγαθά τους. Κι έτσι οι Γερμανοί για να καταφέρουν να μαζέψουν ό,τι ήταν δυνατόν εφάρμοσαν μία νέα μέθοδο: τον πληθωρισμό» έγραφε ο Δοξιάδης.
Έτσι, εξηγούσε, οι Γερμανοί άφησαν να κυκλοφορούν μεγάλες ποσότητες χαρτονομίσματος και η νομισματική κυκλοφορία έφτασε τον Σεπτέμβριο του 1944 τα 7,3 τετράκις εκατομμύρια δραχμές. Αποτέλεσμα; Η διατροφή της μέσης εργατικής οικογένειας στην Αθήνα μειώθηκε ραγδαία και έφτασε σε επίπεδα υποσιτισμού.
Σύμφωνα με τον Κ. Δοξιάδη, οι σκοποί των κατακτητών ήταν οι εξής: «Με τον πληθωρισμό είχαν την ευχέρεια να αποκτούν ό,τι τους ήταν αναγκαίο πληρώνοντας με νόμισμα χωρίς εσωτερική αξία που δεν τους κόστιζε τίποτε και υποχρέωναν τον ελληνικό λαό με τις άθλιες συνθήκες ζωής που δημιουργούσαν, αφού πουλήσει τα σπίτια του, τα κοσμήματά του, τα υπάρχοντά του και να στραφεί προς τον κατακτητή ζητώντας δουλειά στα εργοστάσια της Γερμανίας».
Πέθαναν από την πείνα 300.000 άνθρωποι
Έτσι, η νομισματική κυκλοφορία από τα 11 δισ. δραχμές του 1940 είχε φτάσει τον Σεπτέμβριο του 1944 σε 7,3 τετράκις εκατ. δραχμές. Μία οκά ψωμί κόστιζε 10 δρχ. το 1941, όμως τρία χρόνια μετά έφτασε τα 153 εκατ. δρχ. Η συνέπεια ήταν η κακή διατροφή και η πτώση του επιπέδου της στο μηδέν. Προπολεμικά από τις 2.800 θερμίδες την ημέρα η κατανάλωση έπεσε στις 930 το 1942, ενώ τον χειμώνα του 1941-1942 μόνο το 4% του λαού διατρέφονταν επαρκώς.
Ο Κ. Δοξιάδης έλεγε ότι οι ξένοι παρατηρητές «πάνω στα ορεινά μέρη αντίκρισαν κατάκοιτα, εξαντλημένα παιδιά που ζούσαν σε μία κατάσταση αποχαύνωσης, τέλεια αποσκελετωμένα από την ασιτία, ανίκανα όχι μόνο να κινηθούν, αλλά και να μιλήσουν ακόμα». «Η θνησιμότητα έφτασε στο εξαπλάσιο, ιδίως τον πρώτο χειμώνα της Κατοχής, ενώ οι νεκροί από την πείνα γέμιζαν τους δρόμους» έγραφε.
Οι απώλειες που υπέστη η Ελλάδα, σύμφωνα με τον Κ. Δοξιάδη, έφτασαν τον αριθμό των 390.700 νεκρών, εκ των οποίων οι 300.000 από την πείνα, ενώ με τους άστεγους των ορέων ο αριθμός ξεπερνούσε το μισό εκατ. ανθρώπους, έγραφε.
Παράλληλα, διαπιστώθηκαν μεγάλες αναγκαστικές μετακινήσεις πληθυσμών. Οι Βούλγαροι πήραν ομήρους 40.000 πολίτες, οι Ιταλοί 10.000 και οι ναζιστές 70.000, εκ των οποίων οι 60.000 έλληνες εβραίοι. Περί τους 140.000 πολίτες συνολικά εκπατρίστηκαν, ενώ οι ισραηλίτες εξολοθρεύτηκαν ολοκληρωτικά από τους ναζί. Επίσης, οι Βούλγαροι εκδίωξαν μαζικά χιλιάδες ανθρώπους από τη ζώνη κατοχής της Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης και των Σερρών.
Πώς υπολογίστηκαν τα αιτήματα της Ελλάδας
«Τα αιτήματα της Ελλάδος είναι δίκαια, γιατί ζητάμε να καταβάλουν οι υπεύθυνοι για τις καταστροφές λαοί που ζουν σήμερα πολύ καλύτερα από την Ελλάδα επανορθώσεις για την ανασυγκρότηση» σημειώνει και ανέφερε ότι, παρ’ όλο που οι Αλβανοί συνεργάστηκαν με τους κατακτητές και προκάλεσαν ζημιές στη χώρα, «επειδή όμως ο αλβανικός λαός ζει σε χαμηλότερο επίπεδο από τον ελληνικό, η Ελλάς δεν έθεσε ζήτημα επανορθώσεων από την Αλβανία».
Ο Κ. Δοξιάδης έγραφε ότι οι αξιώσεις της Ελλάδας στηρίχθηκαν όχι στο τι χάθηκε, αλλά στο τι αποδεικνύεται ότι χάθηκε και μπορεί να εκτιμηθεί σε μονάδες. Έτσι, αξιολόγησε τις άμεσες ζημιές (θετικές), όπως «διαρπαγές, καταστροφές, απλήρωτες υπηρεσίες, πληρωμές, δαπάνες του προϋπολογισμού, κλήριγκ, συντάξεις στα θύματα, διαρπαγές κρατικών αποθηκών, πολεμικό υλικό και ποσά που καταβλήθηκαν σε εργάτες από εργοδότες». Οι έμμεσες ζημίες (αποθετικές) της περιόδου 1940-1944 ήταν η πτώση του εθνικού εισοδήματος και η ελάττωση της απόδοσης της εργασίας, που είχαν παρόμοιες συνέπειες και στη μεταπολεμική εποχή.
Ωστόσο, στις αξιώσεις δεν περιλαμβάνονται θυσίες του πληθυσμού (θάνατοι, ασθένειες, ελάττωση γεννήσεων), θυσίες του πολιτισμού (απώλεια καλλιτεχνικών και πνευματικών αξιών, ιδιωτικών περιουσιών κτλ). «Μετά από συστηματική δουλειά όλων των αρμοδίων», έγραφε, «οι συγκεκριμένες και σταθμητές θυσίες της χώρας ήσαν 17,8 δισ. δολάρια του 1938 ή 1,994 τρισ. δραχμές του 1938».
Το ΑΕΠ 33 ετών εξαφανίστηκε
Το 1938 το συνολικό εθνικό εισόδημα ήταν σχεδόν 60 δισ. δραχμές και ο προϋπολογισμός 15 δισ. δραχμές. Σύμφωνα με τον Κ. Δοξιάδη, οι αξιώσεις της Ελλάδας έφταναν το εθνικό εισόδημα 33 ετών ή τον προϋπολογισμό του κράτους για 130 χρόνια.
Η κατανομή των αποζημιώσεων έγινε ως εξής:
- 60,9% από τη Γερμανία, δηλαδή 10,8 δισ. δολάρια ή 1,2 τρισ. δραχμές
- 33,6% από την Ιταλία, ήτοι 6 δισ. δολάρια ή 670 δισ. δραχμές
- 5,5% από τη Βουλγαρία, δηλαδή σχεδόν 1 δισ. δολάρια ή 198 δισ. δραχμές.
«Για την Γερμανία το ποσόν που θα έπρεπε να πληρώσει στην Ελλάδα είναι αντίστοιχο με το ένα τρίτον του εθνικού εισοδήματος ενός έτους.
Για την Ιταλία είναι αντίστοιχο με ένα σχεδόν εθνικό εισόδημα ενός έτους. Για την Βουλγαρία το ποσόν είναι αντίστοιχο με το εθνικό εισόδημα δύο ετών» έγραφε ο Δοξιάδης.
«Ενώ λοιπόν ο κάθε κάτοικος της Ελλάδος θα πρέπει να εργάζεται 33 χρόνια για να αποκαταστήσει όλες τις ζημιές, οι υπεύθυνοι λαοί θα μπορούσαν να εργασθούν πολύ λιγότερο για να αποκαταστήσουν το ό,τι κατέστρεψαν» σημείωνε. Συγκεκριμένα, οι Γερμανοί θα χρειάζονταν μόνον τέσσερις μήνες, οι Ιταλοί έναν χρόνο και οι Βούλγαροι δύο χρόνια.
«Το πρόβλημα λοιπόν για τον ελληνικό λαό είναι 66 φορές σημαντικότερο από ό,τι για τους Γερμανούς, 33 φορές για τους Ιταλούς και 16 για τους Βουλγάρους» εξηγούσε.
Η Ελλάδα πήρε «ψίχουλα»
Σύμφωνα με τον πολεοδόμο, η Γερμανία προκάλεσε το 60,9% όλων των ζημιών και σχεδόν τις μισές από τις αποθετικές ζημιές. Έτσι, οι συνέπειες των ζημιών χρεώνουν όλες τη Γερμανία ως κύριο υπεύθυνο του πολέμου και της καταστροφής. Ωστόσο, τα επιχειρήματα των συμμάχων ήταν τελείως διαφορετικά, έγραφε, αφού υποστήριζαν ότι «η Γερμανία πρέπει να ανασυγκροτηθεί, η Ιταλία είναι πολύ πτωχή και η Βουλγαρία θυσιάστηκε για μας».
«Αυτά ήσαν τα νέα συνθήματα των μεγάλων δυνάμεων, ένα μόλις χρόνο μετά την ανακωχή στην Ευρώπη πριν συνταχθούν και υπογραφούν οι συνθήκες με τις αξονικές χώρες. Έτσι τα ελληνικά αιτήματα παραμερίστηκαν και αντί για εκπλήρωσή τους, τα διάφορα συνέδρια και οι συσκέψεις επιδίκασαν στην Ελλάδα συμβολικά και μόνον ένα ποσόν» τόνιζε ο Δοξιάδης.
Το συμβολικό ποσό ήταν 300 εκατ. δολάρια (του 1946) έναντι ελληνικών αιτημάτων 17,8 δισ. δολαρίων (του 1938), τα οποία δεν αντιστοιχούν παρά στο μισό ή τα δύο τρία της προπολεμικής τους αξίας, δηλαδή επιδικάσθηκε μόλις το 1% των αξιώσεων της χώρας.
«Η απόφαση αυτή δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα και οφείλεται κυρίως στη διεθνή πολιτική που ασκήθηκε από τις μεγάλες δυνάμεις μετά τον πόλεμο. Υπεύθυνες για την απόφαση αυτή είναι οι μεγάλες δυνάμεις και προς αυτές πρέπει να απευθύνονται από εδώ κι εμπρός τα αιτήματά μας» σημείωνε.
Πήρε μόλις το 1%, παρά τις καταστροφές
«Η Ελλάς υπέφερε κατά τον πόλεμο και την Κατοχή όσο καμία άλλη χώρα του κόσμου. Είχε το μεγαλύτερο ποσοστό ανθρώπινων θυσιών και τον μεγαλύτερο βαθμό υλικών φθορών μεταξύ όλων των συμμάχων χωρών και πιθανώς και μεταξύ των ηττημένων. Τα αιτήματα της Ελλάδος ήταν δίκαια και λογικά. Δεν ζήτησε να αποζημιωθεί ούτε για τον πληθυσμό που έχασε ούτε για τις ηθικές ή άλλες πνευματικές φθορές ούτε ακόμη για την προσπάθεια που πήγε χαμένη. Ζήτησε απλώς να αποζημιωθεί για τις υλικές της φθορές» έγραφε ο Κ. Δοξιάδης.
«Από τα ηθικά και δίκαια αυτά ελληνικά αιτήματα δεν ικανοποιήθηκε, έστω θεωρητικά, με την αναγνώριση δικαιωμάτων παρά ένα ποσοστό 1% από το σύνολο των θυσιών. Το ποσόν αυτό αντιπροσωπεύει μόλις το 1% των ζημιών που προκάλεσαν οι Γερμανοί, το 1% των ζημιών που προκάλεσαν οι Ιταλοί και το 3% των ζημιών που προκάλεσαν οι Βούλγαροι. Το αποτέλεσμα είναι ότι μόνο η Ελλάς καταδικάζεται τελικά σε ένα παθητικό 17,6 δισ. δολαρίων του 1938 που αντιστοιχεί σε εθνικό εισόδημα 33 σχεδόν ετών» σημείωνε με λύπη.
«Για τις υπεύθυνες για τις καταστροφές χώρες το αποτέλεσμα είναι ότι η Γερμανία θα πληρώσει το 1/300 σχεδόν του εθνικού της εισοδήματος, η Ιταλία θα πληρώσει το 1/100 του εθνικού της εισοδήματος και η Βουλγαρία το 6% του εθνικού της εισοδήματος» συμπλήρωνε.
«Ενώ η Ελλάς που αγωνίσθηκε και δεν προκάλεσε ζημιές σε κανένα, θα χάση 33 φορές τις εθνικές της προσπάθειες, οι υπεύθυνες χώρες, που θα μπορούσαν με προσπάθεια μικρότερη του ενός χρόνου να εξοφλήσουν τις υποχρεώσεις τους στην Ελλάδα, δεν πρόκειται να συμβάλουν παρά με ένα ελάχιστο ποσοστό της εθνικής τους προσπάθειας ενός έτους, πράγμα που δημιουργεί όμως μίαν απόστασιν μεταξύ των θυσιών της Ελλάδος και των θυσιών των άλλων χωρών σχεδόν 3.000 προς 1. Αυτή είναι συγκριτικά η ικανοποίηση της Ελλάδος για τις προσπάθειες που κατέβαλε για τον αγώνα της Δημοκρατίας» σημείωνε ο Δοξιάδης.
Κατά κεφαλήν ζημιά 2.220 δολαρίων
«Ενώ οι συνολικές θυσίες της χώρας ήταν τόσες ώστε ο κάθε Έλληνας να έχει χάσει 2.550 δολάρια, οι επανορθώσεις είναι ίσες προς 30 δολάρια, δηλαδή μένει κατά κεφαλήν παθητικό 2.220 δολάρια» τόνιζε και υπογράμμιζε ότι δόθηκαν χώρες με μικρότερες ζημιές έλαβαν μεγαλύτερες αποζημιώσεις, ενώ σύμμαχοι του Άξονα κατέβαλαν μεγαλύτερες αποζημιώσεις σε τρίτες χώρες από ό,τι οι Γερμανοί στην Ελλάδα.
«Η αιτία που έγιναν όλες αυτές οι αδικίες ήταν η πολιτική που ακολούθησαν οι μεγάλες δυνάμεις να εξασφαλίσουν η κάθε μία τις χώρες που μένουν στην δική τους σφαίρα επιρροής και που ήταν προσκολλημένες στην πολιτική τους» έγραφε.
«Ένα συμπέρασμα είναι βέβαια και ασφαλές και αυτό δεν μπορεί να το αμφισβήτηση κανένας, γιατί αποδεικνύεται από όλα τα στοιχεία που διατίθενται. Πως η Ελλάς που υπέστη τις μεγαλύτερες ζημιές στον πόλεμο πήρες τις μικρότερες επανορθώσεις και επομένως η Ελλάς βγήκε δύο φορές κατεστραμμένη, μία από τους εχθρούς με την κολοσσιαία μείωση του εθνικού της πλούτου και μία από τους συμμάχους της, με την αδικία που έγινε στην επανόρθωση των ζημιών της» διαπίστωνε ο πολεοδόμος.
«Ενώ βρισκόταν μετά τον πόλεμο ορισμένους βαθμούς κάτω από το προπολεμικό της επίπεδο και κάτω από τις άλλες χώρες, μετά την πληρωμή των επανορθώσεων θα βρίσκεται ακόμη χαμηλότερα, σχετικά με κάθε άλλη χώρα. Χάρη στις επανορθώσεις, η απόσταση της Ελλάδος από τις άλλες χώρες, αντί να μικρύνει, θα μεγαλώσει» κατέληγε.
«Κωνσταντίνος Αποστόλου Δοξιάδης, Αρχιτέκτων Μηχανικός, Διπλωματούχος του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, Διδάκτωρ Μηχανικός του Πολυτεχνείου του Βερολίνου. 1940-1946 προϊστάμενος Γραφείου Χωροταξικών – Πολεοδομικών Μελετών και Ερευνών Υπουργείου Δημοσίων έργων. 28.12.45 – 4.4.46 Υφυπουργός Ανοικοδομήσεως. Από 5.4.46 Γενικός Διευθυντής Υπουργείου Ανοικοδομήσεως».
ΠΗΓΗ vimasaronikou ΚΑΙ
tovima
geopolitics-gr.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου