Η Ελλάδα
υποστηρίζει απόλυτα και ολοκληρωτικά την πολιτική της Κυπριακής
Δημοκρατίας στο Κυπριακό, δήλωσε σήμερα ο Υπουργός Εξωτερικών της
Ελλάδας Νίκος Κοτζιάς μετά από συνάντηση με τον Κύπριο ομόλογό του
Ιωάννη Κασουλίδη στο Υπουργείο Εξωτερικών στη Λευκωσία.
Καλωσορίζοντας τον κ. Κοτζιά, ο οποίος βρίσκεται στην Κύπρο στο πλαίσιο επίσκεψης του για τους εορτασμούς της επετείου της 25ης Μαρτίου, ο κ. Κασουλίδης είπε ότι η ελληνική Κυβέρνηση, καταβάλλει “άοκνες και φιλότιμες προσπάθειες για εξεύρεση βιώσιμης και ευρωπαϊκής λύσης του Κυπριακού, χωρίς αναχρονιστικά συστήματα στρατιωτικών εγγυήσεων”.
Στις δηλώσεις του, ο ΥΠΕΞ είπε ότι έγινε μια “ανασκόπηση και ανάλυση των
κοινών προσπαθειών που περιλάμβανε και εκατέρωθεν αλληλοενημέρωση για
τις επαφές μας σε διάφορες χώρες.Καλωσορίζοντας τον κ. Κοτζιά, ο οποίος βρίσκεται στην Κύπρο στο πλαίσιο επίσκεψης του για τους εορτασμούς της επετείου της 25ης Μαρτίου, ο κ. Κασουλίδης είπε ότι η ελληνική Κυβέρνηση, καταβάλλει “άοκνες και φιλότιμες προσπάθειες για εξεύρεση βιώσιμης και ευρωπαϊκής λύσης του Κυπριακού, χωρίς αναχρονιστικά συστήματα στρατιωτικών εγγυήσεων”.
Ο κ. Κασουλίδης τόνισε ότι “αποδεικνύεται τώρα ότι όλες οι προσπάθειες μιας κοινής πολιτικής στην Ανατολική Μεσόγειο, οι τριμερείς συνεργασίες που έγιναν με τα μετριοπαθή κράτη της Ανατολικής Μεσογείου, οι κοινές μας και κεχωρισμένες προσπάθειες συμμετοχής στον συνασπισμό για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και οι συνεργασίες που έχουμε κάνει και αποδείξει ότι είμαστε σημαντικές και χώρες ανάχωμα- όπως έχει πει και πολλές φορές - για τις ασύμμετρες απειλές περιοχής, αρχίζουν σήμερα να αποδεικνύουν πόσο χρήσιμες είναι και πόσο μπορούμε να δρέψουμε καρπούς στην υπηρεσία της υπόθεσης των εθνικών θεμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου”.
Ο κ. Κοτζιάς εξέφρασε συγκίνηση που βρίσκεται στην Κύπρο και ανέφερε ότι με τον κ. Κασουλίδη, συζήτησαν για το πού πάει η περιοχή μας, πώς θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε την ασφάλεια και σταθερότητα σε αυτήν ακόμα καλύτερα. “Εξετάσαμε πού βρίσκονται οι τριμερείς μας και συζητήσαμε για την επέκτασή τους με νέες χώρες”, είπε.
Ο Ελληνας ΥΠΕΞ αναφέρθηκε επίσης στις συναντήσεις που είχαν οι δύο Υπουργοί με ομολόγους τους και Συμβούλους Ασφαλείας από διάφορα κράτη που επισκέφθηκαν. Εξέτασαν δε, σημείωσε, τις νέες δυνατότητες που ανοίγονται για την εξωτερική πολιτική των δύο κρατών, αλλά και για τα συμφέροντα των δύο κρατών και της Ευρώπης.
Για το Κυπριακό, ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι οι δύο χώρες έχουν άριστη συνεργασία και κοινή φροντίδα. Ευχαρίστησε δε τόσο τον Υπουργό Εξωτερικών όσο και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τις ενδιαφέρουσες και φιλικές συζητήσεις.
Για την ανακοίνωση για το δείπνο των ηγετών που θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Κυριακή, ο κ. Κασουλίδης είπε ότι οι δύο ηγέτες θα συναντηθούν για πρώτη φορά μετά από, για μας το μη σημαντικό λόγο για τον οποία διακόπηκαν οι διαπραγματεύσεις, σε μια συνάντηση κοινωνικής φύσεως δείπνο, θα έχουν την ευκαιρία να ανταλλάξουν με κάθε ειλικρίνεια τις σκέψεις τους και τις προθέσεις τους και ό,τι αποφασίσουν θα το αναγγείλουν.” Πρόσθεσε “εγώ τι μπορώ να πω περισσότερο από το ότι όταν έχεις διαφορές, οι διαφορές επιλύονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και όχι εκτός αυτού».
Κληθείς να αναφέρει την άποψη της Ελλάδας για το πώς διαμορφώνεται τώρα η κατάσταση στο Κυπριακό, σε σχέση με το τι βλέπουμε να υπάρχει από πλευράς Τουρκίας στην προσέγγιση των θεμάτων όχι μόνο σε ό,τι αφορά την Κύπρο, αλλά και τα Ελληνοτουρκικά, και τι μπορεί να κάνει η ελληνική πλευρά για να διευκολύνει το διάλογο, έστω και υπό συνθήκες έντασης που δημιουργούνται από πλευράς Άγκυρας, ο κ. Κοτζιάς εξήγησε ότι το Κυπριακό έχει δύο διαστάσεις.
“Η μια είναι η
εσωτερική διάσταση και η άλλη εξωτερική. Στην εσωτερική πτυχή, η Ελλάδα
ουδέποτε ανακατεύτηκε είτε εξέφρασε, ούτε εγώ προσωπικά εξέφρασα γνώμη,
διότι, υπογραμμίζω, στηρίζουμε απόλυτα και ολοκληρωτικά την πολιτική της
Κυπριακής Δημοκρατίας”.
Οσον αφορά την εξωτερική πτυχή, σημείωσε, “η αίσθηση που αποκόμισα από τις διαπραγματεύσεις στη Γενεύη είναι ότι η Τουρκία δεν ήταν έτοιμη, μπορεί και να μην θέλει, θα το δείξει το μέλλον, πάνω στο τραπέζι θα φανεί αυτό, να συζητήσει πραγματικά και ουσιαστικά το ζήτημα των λεγόμενων εγγυήσεων, δηλαδή της συνθήκης των εγγυήσεων και την υποχρεωτική, στις σημερινές συνθήκες, παραίτησής της από τα λεγόμενα δικαιώματα, τα ανύπαρκτα, κατά τη γνώμη μου, παράνομα δικαιώματα παρέμβασης”.
Εξήγησε ότι η “Τουρκία εγκατέλειψε το τραπέζι διαπραγματεύσεων στη Γενεύη σε αυτό ακριβώς το σημείο στο οποίο δεν έχει ή δεν θέλει να έχει απαντήσεις. Και όπως ανέμενα και είναι εκτίμησή μου, ανακαλύπτει άλλα ζητήματα, π.χ. τις λεγόμενες τέσσερις ελευθερίες προκειμένου η όποια μη συνέχιση των συζητήσεων να γίνει σε άσχετα από το Κυπριακό θέματα και όχι στον πυρήνα του Κυπριακού που είναι η κατοχή της βορείας Κύπρου.”
Σημείωσε ότι υποστηρίζει να “διατηρεί κανείς τις συνομιλίες του και τα κανάλια συνομιλίας ανοικτά ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία. Είναι μια πολιτική την οποία συνέβαλα και εγώ προσωπικά τη δεκαετία του `90, μια εποχή που μαζί με τον Γιάννο Κρανιδιώτη δουλέψαμε για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και από εκείνη την εποχή είμαι οπαδός του να κρατούμε ανοικτά το διάλογο. Η Τουρκία αυτήν την περίοδο έχει μια δυσκολία διότι δεν συζητά και ορισμένες φορές φωνασκεί. Φωνασκεί διότι όπως έχουμε αναλύσει στην Ελλάδα και είναι διεθνώς αποδεκτό, αυτήν την εποχή είναι μια νευρική δύναμη. Ελπίζω να υπερβεί τα εσωτερικά της ζητήματα και τη νευρικότητά της και να μπορέσουμε να επανέλθουμε σε ένα ουσιαστικό και ορθολογικό διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου και των πραγματικών δικαίων των λαών”.
Σε ερώτηση για τις επαφές του στις ΗΠΑ και αν υπάρχει μια αναβάθμιση των σχέσεων των ΗΠΑ με την Ελλάδα και την Κύπρο και κατά πόσο Κύπρος και Ελλάδα θεωρούνται ότι είναι οι χώρες που μπορούν να παίξουν ρόλο στην ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή και αν αναμένει εμπλοκή των ΗΠΑ στο θέμα του Κυπριακού, ανέφερε ότι στηρίζει μια πολυδιάστατη ενεργή δημοκρατική εξωτερική πολιτική.
“Και πιστεύω αυτή τη στιγμή ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ βρίσκεται σε μια μεταβατική περίοδο και αξίζει τον κόπο να γνωστοποιήσουμε και να αποδείξουμε την εμβέλεια των απόψεων και των προτάσεων που έχουμε για την περιοχή. Να δείξουμε ότι σε αυτήν την περιοχή της μεγάλης αστάθειας η Ελλάδα και η Κύπρος, και η Κύπρος και η Ελλάδα αποτελούν ένα άξονα σταθερότητας που μπορεί να συμβάλει να σταθεροποιηθεί ολόκληρη η περιοχή και ιδιαίτερα τα κράτη τα οποία ενδιαφέρουν την αμερικάνικη εξωτερική πολιτική τη σημερινή, Αίγυπτο και Ισραήλ. Δεν παρακολουθώ παθητικά την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Προσπαθούμε να είμαστε ενεργός συμμέτοχος σε αυτή την πολιτική, δηλαδή να εξηγούμε, να προτείνουμε και να κερδίζουμε με τα επιχειρήματά μας. Δεν σημαίνει ότι πάντα είναι αυτό δυνατό, αλλά το διεκδικούμε και το επιδιώκουμε», κατέληξε.
Οσον αφορά την εξωτερική πτυχή, σημείωσε, “η αίσθηση που αποκόμισα από τις διαπραγματεύσεις στη Γενεύη είναι ότι η Τουρκία δεν ήταν έτοιμη, μπορεί και να μην θέλει, θα το δείξει το μέλλον, πάνω στο τραπέζι θα φανεί αυτό, να συζητήσει πραγματικά και ουσιαστικά το ζήτημα των λεγόμενων εγγυήσεων, δηλαδή της συνθήκης των εγγυήσεων και την υποχρεωτική, στις σημερινές συνθήκες, παραίτησής της από τα λεγόμενα δικαιώματα, τα ανύπαρκτα, κατά τη γνώμη μου, παράνομα δικαιώματα παρέμβασης”.
Εξήγησε ότι η “Τουρκία εγκατέλειψε το τραπέζι διαπραγματεύσεων στη Γενεύη σε αυτό ακριβώς το σημείο στο οποίο δεν έχει ή δεν θέλει να έχει απαντήσεις. Και όπως ανέμενα και είναι εκτίμησή μου, ανακαλύπτει άλλα ζητήματα, π.χ. τις λεγόμενες τέσσερις ελευθερίες προκειμένου η όποια μη συνέχιση των συζητήσεων να γίνει σε άσχετα από το Κυπριακό θέματα και όχι στον πυρήνα του Κυπριακού που είναι η κατοχή της βορείας Κύπρου.”
Σημείωσε ότι υποστηρίζει να “διατηρεί κανείς τις συνομιλίες του και τα κανάλια συνομιλίας ανοικτά ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία. Είναι μια πολιτική την οποία συνέβαλα και εγώ προσωπικά τη δεκαετία του `90, μια εποχή που μαζί με τον Γιάννο Κρανιδιώτη δουλέψαμε για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και από εκείνη την εποχή είμαι οπαδός του να κρατούμε ανοικτά το διάλογο. Η Τουρκία αυτήν την περίοδο έχει μια δυσκολία διότι δεν συζητά και ορισμένες φορές φωνασκεί. Φωνασκεί διότι όπως έχουμε αναλύσει στην Ελλάδα και είναι διεθνώς αποδεκτό, αυτήν την εποχή είναι μια νευρική δύναμη. Ελπίζω να υπερβεί τα εσωτερικά της ζητήματα και τη νευρικότητά της και να μπορέσουμε να επανέλθουμε σε ένα ουσιαστικό και ορθολογικό διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου και των πραγματικών δικαίων των λαών”.
Σε ερώτηση για τις επαφές του στις ΗΠΑ και αν υπάρχει μια αναβάθμιση των σχέσεων των ΗΠΑ με την Ελλάδα και την Κύπρο και κατά πόσο Κύπρος και Ελλάδα θεωρούνται ότι είναι οι χώρες που μπορούν να παίξουν ρόλο στην ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή και αν αναμένει εμπλοκή των ΗΠΑ στο θέμα του Κυπριακού, ανέφερε ότι στηρίζει μια πολυδιάστατη ενεργή δημοκρατική εξωτερική πολιτική.
“Και πιστεύω αυτή τη στιγμή ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ βρίσκεται σε μια μεταβατική περίοδο και αξίζει τον κόπο να γνωστοποιήσουμε και να αποδείξουμε την εμβέλεια των απόψεων και των προτάσεων που έχουμε για την περιοχή. Να δείξουμε ότι σε αυτήν την περιοχή της μεγάλης αστάθειας η Ελλάδα και η Κύπρος, και η Κύπρος και η Ελλάδα αποτελούν ένα άξονα σταθερότητας που μπορεί να συμβάλει να σταθεροποιηθεί ολόκληρη η περιοχή και ιδιαίτερα τα κράτη τα οποία ενδιαφέρουν την αμερικάνικη εξωτερική πολιτική τη σημερινή, Αίγυπτο και Ισραήλ. Δεν παρακολουθώ παθητικά την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Προσπαθούμε να είμαστε ενεργός συμμέτοχος σε αυτή την πολιτική, δηλαδή να εξηγούμε, να προτείνουμε και να κερδίζουμε με τα επιχειρήματά μας. Δεν σημαίνει ότι πάντα είναι αυτό δυνατό, αλλά το διεκδικούμε και το επιδιώκουμε», κατέληξε.
ΠΗΓΗ philenews / ΚΥΠΕ
Φωτογραφία: ΚΥΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου