Μαριλένα Παναγή
ΦΩΤΟ Γιάννης Νησιώτης
Από το philenews
Ο Λαλά Μουσταφά, θριαμβευτής, έπειτα από 11 ολόκληρους μήνες πολιορκίας και ανελέητου κανονιοβολισμού, μπαίνει καβάλα στο άλογό του στη γονατισμένη και λεηλατημένη πόλη της Αμμοχώστου. Πίσω του εσύ με το αυτοκίνητό σου περνάς αργά-αργά τα τείχη της παλιάς πόλης και θέλεις δεν θέλεις χάνεσαι στον χώρο, τον χρόνο και την ιστορία του τόπου σου.
Φράγκοι, Ενετοί, Οθωμανοί είναι εκεί. Στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο σού λένε το δικό τους κομμάτι ιστορίας. Ακόμα και ο Σαίξπηρ μπερδεύεται στο μυαλό σου και αναπόφευκτα ακούς την κραυγή του Οθέλλου λίγο πριν θέσει τέρμα στη ζωή του.
Και όλα αυτά τα βλέπεις και τα ακούς με τα μάτια και τ’ αφτιά του μυαλού σου γιατί στην πραγματικότητα μπροστά σου υπάρχουν μόνο τουρκικές επιγραφές, καφετερίες, ένα παλιό οθωμανικό λουτρό που μετατράπηκε σε εστιατόριο, ένας επιβλητικός, τεράστιος Άγιος Νικόλαος των Φράγκων που μετατράπηκε σε τζαμί, δεκάδες ορθόδοξες και καθολικές εκκλησίες που ξεπροβάλλουν ερειπωμένες και μισογκρεμισμένες οι περισσότερες από κάθε γωνιά της πόλης.
Αυτά βλέπεις, και τα τείχη. Τα τείχη που κτίστηκαν για να προστατεύουν αυτή την πόλη, αλλά στο τέλος εγκλώβισαν την ψυχή της και από τότε που οι Οθωμανοί την κατέλαβαν, δεν την αφήνουν να αναπνεύσει ελεύθερα.
Τον έχασες τον Λαλά Μουσταφά από μπροστά σου. Πάει, χάθηκε από τα μάτια σου γιατί πριν από αυτόν, η ψυχή τούτης της πόλης μιλούσε κι άλλες γλώσσες μα πάνω απ’ όλα μιλούσε ελληνικά.
Την έκτισαν οι Αχαιοί και την είπαν Σαλαμίνα. Έγινε Αρσινόη, Κωνσταντία... Αμμόχωστος. Και συνέχισε να μιλά ελληνικά και καθώς πίστευε στο δωδεκάθεο των Ελλήνων, έβαλε τον σταυρό της και προσευχήθηκε στην Παναγία. Έκτισε εκκλησίες και παρεκκλήσια και συνέχισε να μιλά ελληνικά.
Και ήρθαν πρώτοι οι Φράγκοι και είπαν να δείξουν την υπεροχή τους. Ύψωσαν μέχρι τον ουρανό τον επιβλητικό ναό του Αγίου Νικολάου. Όσο μπόι κι αν σου χάρισε ο Ύψιστος, μπροστά σε τούτο το κτίσμα φαίνεσαι πολύ, μα πολύ μικρός.
«Υπέρογκες αρχιτεκτονικές, Λαρίων, Φαμαγκούστα, Μπουφαβέντο», φωνάζει στ’ αφτιά σου ο ποιητής. Όντως υπέρογκες αρχιτεκτονικές που στήθηκαν στην καρδιά της πόλης, την έκαναν από Αμμόχωστο Φαμαγκούστα, και θέλησαν να επιβάλουν την ισχύ τους.
Μόλις το σκεφτείς αυτό, κάνεις ένα γύρο με τα μάτια σου και αρχίζεις να μετράς εκκλησίες. Έστησαν οι Φράγκοι τον καθολικό ναό του Αγίου Νικολάου, απάντησαν οι Ορθόδοξοι Έλληνες με τον ναό του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων. Λες και προσπαθούσαν να παραβγούν η Δύση με την Ανατολή, έπιασαν να υψώνουν εκκλησίες σε κάθε γωνιά της πόλης και μόλις το διαπιστώσεις αυτό, έρχονται στο μυαλό σου και οι μοναχοί της Καντάρας που μαρτύρησαν στα χέρια των Λουζινιανών αρνούμενοι να ασπαστούν τον Καθολικισμό.
Εκκλησία Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ναός Αγίου Γεωργίου των Λατίνων, εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Εξορινού, εκκλησία και μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου, η διπλή εκκλησία των Τεμπλάρων και των Ιπποτών, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου των Ορθοδόξων, η εκκλησία της Αγίας Ζώνης, της Αγίας Άννας, η εκκλησία των Καρμελιτών... 365 εκκλησίες είχε τούτη η πόλη μέσα από τα τείχη της, λέει η παράδοση. Αλήθεια ή ψέματα δεν μπορείς να ξέρεις, δεν σου φαίνεται όμως καθόλου παράξενο.
Και όπως κάνεις τη «βόλτα» με το μυαλό σου, πέφτεις πάνω στον πύργο του Οθέλλου. Πουθενά δεν μιλά για Αμμόχωστο στο έργο του ο Σαίξπηρ, ο πύργος όμως, είναι για αιώνες συνδεδεμένος με την ιστορία του Μαυριτανού στρατηγού της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, ο οποίος στάλθηκε στην Κύπρο για να πολεμήσει τους Τούρκους, επειδή νυμφεύτηκε κρυφά την όμορφη Δυσδαιμόνα. Τον ακολούθησε στο ταξίδι του η Δυσδαιμόνα, όμως αυτό αποδείχθηκε μοιραίο και για τους δύο. Η Δυσδαιμόνα κατασυκοφαντήθηκε από τον Ιάγο στον Οθέλλο, ο οποίος τη θανάτωσε μέσα στη ζήλια του. Όταν όμως αποδείχθηκε στη συνέχεια η αρετή της, ο στρατηγός δεν άντεξε το έγκλημά του και αυτοκτόνησε.
Στρατηγός της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας. Ναι, μετά τους Φράγκους μάς ήρθαν οι Ενετοί κι έπιασαν και εκείνοι να φτιάχνουν εκκλησίες, παλάτια, οχυρά. Στο κέντρο της πόλης, βρίσκεται το παλάτι στο οποίο μεγαλούργησαν οι Ενετοί. «Palazzo del Proveditore», το Παλάτι των Κυβερνητών δηλαδή.
Δεν το έκτισαν όμως οι ίδιοι. Κι αυτοί το κληρονόμησαν από τους Φράγκους αφού προηγούμενοι ένοικοί του, ήταν όπως διαπιστώνεται οι Λουζινιανοί. Στεκόταν κι αυτό επιβλητικό στη μέση της πόλης και επιδείκνυε την ισχύ των κατακτητών του νησιού μέχρι τη μέρα που οι Οθωμανοί άρχισαν να κανονιοβολούν ανελέητα την πόλη. Το παλάτι, κατάντησε ερείπιο. Τους ακούς τους Οθωμανούς που επί έντεκα ολόκληρους μήνες ούρλιαζαν έξω από τα τείχη που στέκουν ακόμα στέρεα μπροστά σου. Και κάπου εκεί, έξω από το παλάτι εμφανίζεται και πάλι θριαμβευτής ο μεγάλος και τρανός Λαλά Μουσταφά που σου τρώει από τότε την ψυχή. Τις έδειξε από τότε τις προθέσεις του. Ο Μαρκαντώνιος Βραγαδίνος σού το επιβεβαιώνει. Τον βλέπεις στα τείχη εξευτελισμένο να εκτελεί τα βασανιστήρια του αδίστακτου Οθωμανού. Από τον Σεπτέμβριο του 1570 μέχρι τον Αύγουστο του 1571, οι Οθωμανοί σφυροκοπούσαν την Αμμόχωστο. Αντιστάθηκε η πόλη, και τα τείχη που οι Ενετοί είχαν ενισχύσει επιτέλεσαν το καθήκον τους. Η διάρκεια όμως της πολιορκίας, η πείνα, η έλλειψη πυρομαχικών, ο θάνατος χιλιάδων στρατιωτών και αμάχων, γονάτισαν τελικά την Αμμόχωστο.
Στις 15 Αυγούστου 1571, ο Λαλά Μουσταφά εισέρχεται θριαμβευτικά και επίσημα στην κατεστραμμένη πόλη. Σκληρό τούτο το κομμάτι της ιστορίας της Αμμοχώστου. Ο Βραγαδίνος είχε επισκεφθεί τον Λαλά Μουσταφά στο αντίσκηνό του για να του παραδώσει τα κλειδιά της πόλης. Συνοδευόταν από πολλούς αξιωματούχους σε επίσημη μεγαλοπρεπή και θεαματική πομπή, με υπερηφάνεια και
αξιοπρέπεια.
Ο Λαλά Μουσταφά, όμως, τους κατηγόρησε ότι κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας είχαν καταστρέψει συστηματικά τις προμήθειες στις αποθήκες και είχαν εκτελέσει τους Οθωμανούς αιχμαλώτους. Ο Βραγαδίνος απαντά ότι επρόκειτο για μεμονωμένες καταστροφές και ότι μερικοί αιχμάλωτοι είχαν σταλεί στη Βενετία, ενώ οι υπόλοιποι βρίσκονταν στις φυλακές της Αμμοχώστου. Ο Λαλά Μουσταφά αποκεφαλίζει τους συνοδούς του Βραγαδίνου και τον ίδιο τον υποβάλλει σε φρικτά βασανιστήρια. Αρχικά τον αναγκάζει να σκύψει και προσποιείται τρεις φορές ότι θα τον αποκεφαλίσει, αλλά του αποκόπτει τα αυτιά και τη μύτη. Ύστερα από 10 μέρες στα μπουντρούμια, τον περιφέρουν στην πόλη και τον αναγκάζουν να μεταφέρει έναν σάκο χώμα στην κορυφή όλων των προμαχώνων. Αλυσοδεμένος μεταφέρεται στην πλατεία, όπου του προτείνουν να εξισλαμιστεί. Αρνείται, γυμνώνεται και δένεται
στον ιστό της σημαίας και αρχίζουν να τον γδέρνουν ζωντανό. Η εκδορά άρχισε από το κεφάλι, προχώρησε στον λαιμό και στο στήθος και όταν ο Βραγαδίνος γδάρθηκε μέχρι τον ομφαλό, εξέπνευσε. Το δέρμα του παραγεμίστηκε με άχυρο και βαμβάκι, και το παρήλασαν στους δρόμους της Αμμοχώστου πάνω σε ένα βόδι...
Δεν αντέχει η ψυχή σου να «ζωγραφίσει» αυτό το θέαμα σε κανένα σημείο της πόλης. Ξέρεις όμως ότι από τότε η εντός των τειχών Αμμόχωστος, άρχισε να μιλά όλο και πιο λίγα ελληνικά.
Το χαμένο κομμάτι της ιστορίας μας
Μετά που έπεσε η πόλη, ελάχιστοι ήταν οι Έλληνες που παρέμειναν εκεί. Προτίμησαν να βγουν έξω από τα τείχη, να κτίσουν μια νέα πόλη, να ζήσουν μακριά από τον αδίστακτο κατακτητή. Μέσα στα τείχη κλείστηκαν οι Οθωμανοί και μόνο λιγοστοί Έλληνες έμειναν για να κρατήσουν κι αυτοί, ποιος ξέρει, τις δικές τους Θερμοπύλες.
Κάποιοι δεν άντεξαν, εξισλαμίστηκαν για να επιβιώσουν και μόνο όταν οι Οθωμανοί μάς άφησαν το 1878 και παρέδωσαν την Κύπρο στους Άγγλους, οι Έλληνες που παρέμεναν στην παλιά πόλη πήραν μια μικρή ανάσα και ο πληθυσμός τους άρχισε να μεγαλώνει και πάλι. Δεν κράτησε όμως για πολύ. Το 1956, όταν η Κύπρος επαναστάτησε και απαίτησε την ελευθερία της, το «διαίρει και βασίλευε» των Βρετανών, έκανε και στην Αμμόχωστο το «θαύμα» του.
Οι Έλληνες, οι Χριστιανοί της εντός των τειχών Αμμοχώστου, δέχονταν συνεχώς επιθέσεις από τους μουσουλμάνους. Εγκατέλειψαν την προσπάθεια. Πέρασαν και εκείνοι τα τείχη και κατοίκησαν στη νέα πόλη της Αμμοχώστου που είχε ήδη αρχίσει να μεγαλουργεί. Το 1963 οι πύλες των τειχών έκλεισαν οριστικά για τους Έλληνες Χριστιανούς, εγκλωβίζοντας εντός και μια ιστορία αιώνων. Εσύ στέκεσαι εκεί. Τα σκέφτεσαι όλα αυτά και επειδή τούτο το κομμάτι της ιστορίας κανένας δεν σου το είχε μάθει, αρχίζεις να ρωτάς και να διερωτάσαι: Αυτό το μέρος της Αμμοχώστου θα το πάρουμε πίσω με τη λύση; Η απάντηση, «όχι». «Εμείς θα πάρουμε, δίπλα την κλειστή πόλη, εκείνη που λέμε πόλη φάντασμα». Και αυτό το κομμάτι; Αυτή την πόλη που κρύβει μέσα της στην κυριολεξία ολόκληρη την ιστορία της Κύπρου δεν τη θέλουμε; Τη θέλουμε, αλλά από το ’56 είχαν φύγει οι Ελληνοκύπριοι.
Δεν τα πολυκαταλαβαίνεις όλα αυτά εσύ. Εσύ που δεν είσαι απ’ αυτά τα μέρη, εσύ που δεν ήξερες, επειδή κανένας δεν σου έμαθε,
ούτε καν στο σχολείο ότι μέσα από τα τείχη της Αμμοχώστου κρύβεται ένας ολόκληρος θησαυρός μένεις να κοιτάς γύρω σου απορημένος. Μόνο τον φράγκικο Άη Νικόλα ξέρεις από κάποιες μαυρόασπρες φωτογραφίες και τώρα τελευταία έμαθες και τον Άγιο Γεώργιο τον Εξορινό από τις ειδήσεις. Η ιστορία της Κύπρου για κάποιο λόγο ήταν τότε που εσύ πήγαινες στο σχολείο το «συνοδευτικό» της ιστορίας του ελληνικού έθνους. Σωστό ή λάθος δεν ξέρεις αν ήταν αυτό, αλλά σίγουρα νιώθεις πολύ «φτωχός» σε γνώσεις. Γυρίζεις την πλάτη στην ιστορία σου και βγαίνεις, δεν οδηγείς άρα δεν παρακολουθείς τη διαδρομή. Ξαφνικά μπροστά σου, δίπλα από ένα καλοφτιαγμένο ξενοδοχείο, κλεμμένο κι αυτό από κάποιον Ελληνοκύπριο που το εγκατέλειψε άρον-άρον το μαύρο καλοκαίρι του ’74, βλέπεις την περίφραξη κι από πάνω μια πολυκατοικία ετοιμόρροπη. Κατεβαίνεις στην παραλία, δεκάδες εγκαταλελειμμένες, βομβαρδισμένες, μισογκρεμισμένες πλέον πολυκατοικίες στέκονται μπροστά σου. Γνωστή η εικόνα.
Με αυτήν μεγάλωσες. Από κάτω οι τουρίστες απολαμβάνουν την αμμοχωστιανή αμμουδιά αμέριμνοι και χαμογελαστοί.
Άραγε ξέρουν γιατί η πολυκατοικία πάνω από το κεφάλι τους είναι έτοιμη να πέσει και να τους πλακώσει; Διερωτάσαι. Δεν παίρνεις απάντηση. Θυμώνεις, βουρκώνεις και φεύγεις...
ΦΩΤΟ Γιάννης Νησιώτης
Από το philenews
Ο Λαλά Μουσταφά, θριαμβευτής, έπειτα από 11 ολόκληρους μήνες πολιορκίας και ανελέητου κανονιοβολισμού, μπαίνει καβάλα στο άλογό του στη γονατισμένη και λεηλατημένη πόλη της Αμμοχώστου. Πίσω του εσύ με το αυτοκίνητό σου περνάς αργά-αργά τα τείχη της παλιάς πόλης και θέλεις δεν θέλεις χάνεσαι στον χώρο, τον χρόνο και την ιστορία του τόπου σου.
Φράγκοι, Ενετοί, Οθωμανοί είναι εκεί. Στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο σού λένε το δικό τους κομμάτι ιστορίας. Ακόμα και ο Σαίξπηρ μπερδεύεται στο μυαλό σου και αναπόφευκτα ακούς την κραυγή του Οθέλλου λίγο πριν θέσει τέρμα στη ζωή του.
Και όλα αυτά τα βλέπεις και τα ακούς με τα μάτια και τ’ αφτιά του μυαλού σου γιατί στην πραγματικότητα μπροστά σου υπάρχουν μόνο τουρκικές επιγραφές, καφετερίες, ένα παλιό οθωμανικό λουτρό που μετατράπηκε σε εστιατόριο, ένας επιβλητικός, τεράστιος Άγιος Νικόλαος των Φράγκων που μετατράπηκε σε τζαμί, δεκάδες ορθόδοξες και καθολικές εκκλησίες που ξεπροβάλλουν ερειπωμένες και μισογκρεμισμένες οι περισσότερες από κάθε γωνιά της πόλης.
Αυτά βλέπεις, και τα τείχη. Τα τείχη που κτίστηκαν για να προστατεύουν αυτή την πόλη, αλλά στο τέλος εγκλώβισαν την ψυχή της και από τότε που οι Οθωμανοί την κατέλαβαν, δεν την αφήνουν να αναπνεύσει ελεύθερα.
Τον έχασες τον Λαλά Μουσταφά από μπροστά σου. Πάει, χάθηκε από τα μάτια σου γιατί πριν από αυτόν, η ψυχή τούτης της πόλης μιλούσε κι άλλες γλώσσες μα πάνω απ’ όλα μιλούσε ελληνικά.
Την έκτισαν οι Αχαιοί και την είπαν Σαλαμίνα. Έγινε Αρσινόη, Κωνσταντία... Αμμόχωστος. Και συνέχισε να μιλά ελληνικά και καθώς πίστευε στο δωδεκάθεο των Ελλήνων, έβαλε τον σταυρό της και προσευχήθηκε στην Παναγία. Έκτισε εκκλησίες και παρεκκλήσια και συνέχισε να μιλά ελληνικά.
Και ήρθαν πρώτοι οι Φράγκοι και είπαν να δείξουν την υπεροχή τους. Ύψωσαν μέχρι τον ουρανό τον επιβλητικό ναό του Αγίου Νικολάου. Όσο μπόι κι αν σου χάρισε ο Ύψιστος, μπροστά σε τούτο το κτίσμα φαίνεσαι πολύ, μα πολύ μικρός.
«Υπέρογκες αρχιτεκτονικές, Λαρίων, Φαμαγκούστα, Μπουφαβέντο», φωνάζει στ’ αφτιά σου ο ποιητής. Όντως υπέρογκες αρχιτεκτονικές που στήθηκαν στην καρδιά της πόλης, την έκαναν από Αμμόχωστο Φαμαγκούστα, και θέλησαν να επιβάλουν την ισχύ τους.
Μόλις το σκεφτείς αυτό, κάνεις ένα γύρο με τα μάτια σου και αρχίζεις να μετράς εκκλησίες. Έστησαν οι Φράγκοι τον καθολικό ναό του Αγίου Νικολάου, απάντησαν οι Ορθόδοξοι Έλληνες με τον ναό του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων. Λες και προσπαθούσαν να παραβγούν η Δύση με την Ανατολή, έπιασαν να υψώνουν εκκλησίες σε κάθε γωνιά της πόλης και μόλις το διαπιστώσεις αυτό, έρχονται στο μυαλό σου και οι μοναχοί της Καντάρας που μαρτύρησαν στα χέρια των Λουζινιανών αρνούμενοι να ασπαστούν τον Καθολικισμό.
Εκκλησία Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ναός Αγίου Γεωργίου των Λατίνων, εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Εξορινού, εκκλησία και μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου, η διπλή εκκλησία των Τεμπλάρων και των Ιπποτών, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου των Ορθοδόξων, η εκκλησία της Αγίας Ζώνης, της Αγίας Άννας, η εκκλησία των Καρμελιτών... 365 εκκλησίες είχε τούτη η πόλη μέσα από τα τείχη της, λέει η παράδοση. Αλήθεια ή ψέματα δεν μπορείς να ξέρεις, δεν σου φαίνεται όμως καθόλου παράξενο.
Και όπως κάνεις τη «βόλτα» με το μυαλό σου, πέφτεις πάνω στον πύργο του Οθέλλου. Πουθενά δεν μιλά για Αμμόχωστο στο έργο του ο Σαίξπηρ, ο πύργος όμως, είναι για αιώνες συνδεδεμένος με την ιστορία του Μαυριτανού στρατηγού της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, ο οποίος στάλθηκε στην Κύπρο για να πολεμήσει τους Τούρκους, επειδή νυμφεύτηκε κρυφά την όμορφη Δυσδαιμόνα. Τον ακολούθησε στο ταξίδι του η Δυσδαιμόνα, όμως αυτό αποδείχθηκε μοιραίο και για τους δύο. Η Δυσδαιμόνα κατασυκοφαντήθηκε από τον Ιάγο στον Οθέλλο, ο οποίος τη θανάτωσε μέσα στη ζήλια του. Όταν όμως αποδείχθηκε στη συνέχεια η αρετή της, ο στρατηγός δεν άντεξε το έγκλημά του και αυτοκτόνησε.
Στρατηγός της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας. Ναι, μετά τους Φράγκους μάς ήρθαν οι Ενετοί κι έπιασαν και εκείνοι να φτιάχνουν εκκλησίες, παλάτια, οχυρά. Στο κέντρο της πόλης, βρίσκεται το παλάτι στο οποίο μεγαλούργησαν οι Ενετοί. «Palazzo del Proveditore», το Παλάτι των Κυβερνητών δηλαδή.
Δεν το έκτισαν όμως οι ίδιοι. Κι αυτοί το κληρονόμησαν από τους Φράγκους αφού προηγούμενοι ένοικοί του, ήταν όπως διαπιστώνεται οι Λουζινιανοί. Στεκόταν κι αυτό επιβλητικό στη μέση της πόλης και επιδείκνυε την ισχύ των κατακτητών του νησιού μέχρι τη μέρα που οι Οθωμανοί άρχισαν να κανονιοβολούν ανελέητα την πόλη. Το παλάτι, κατάντησε ερείπιο. Τους ακούς τους Οθωμανούς που επί έντεκα ολόκληρους μήνες ούρλιαζαν έξω από τα τείχη που στέκουν ακόμα στέρεα μπροστά σου. Και κάπου εκεί, έξω από το παλάτι εμφανίζεται και πάλι θριαμβευτής ο μεγάλος και τρανός Λαλά Μουσταφά που σου τρώει από τότε την ψυχή. Τις έδειξε από τότε τις προθέσεις του. Ο Μαρκαντώνιος Βραγαδίνος σού το επιβεβαιώνει. Τον βλέπεις στα τείχη εξευτελισμένο να εκτελεί τα βασανιστήρια του αδίστακτου Οθωμανού. Από τον Σεπτέμβριο του 1570 μέχρι τον Αύγουστο του 1571, οι Οθωμανοί σφυροκοπούσαν την Αμμόχωστο. Αντιστάθηκε η πόλη, και τα τείχη που οι Ενετοί είχαν ενισχύσει επιτέλεσαν το καθήκον τους. Η διάρκεια όμως της πολιορκίας, η πείνα, η έλλειψη πυρομαχικών, ο θάνατος χιλιάδων στρατιωτών και αμάχων, γονάτισαν τελικά την Αμμόχωστο.
Στις 15 Αυγούστου 1571, ο Λαλά Μουσταφά εισέρχεται θριαμβευτικά και επίσημα στην κατεστραμμένη πόλη. Σκληρό τούτο το κομμάτι της ιστορίας της Αμμοχώστου. Ο Βραγαδίνος είχε επισκεφθεί τον Λαλά Μουσταφά στο αντίσκηνό του για να του παραδώσει τα κλειδιά της πόλης. Συνοδευόταν από πολλούς αξιωματούχους σε επίσημη μεγαλοπρεπή και θεαματική πομπή, με υπερηφάνεια και
αξιοπρέπεια.
Ο Λαλά Μουσταφά, όμως, τους κατηγόρησε ότι κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας είχαν καταστρέψει συστηματικά τις προμήθειες στις αποθήκες και είχαν εκτελέσει τους Οθωμανούς αιχμαλώτους. Ο Βραγαδίνος απαντά ότι επρόκειτο για μεμονωμένες καταστροφές και ότι μερικοί αιχμάλωτοι είχαν σταλεί στη Βενετία, ενώ οι υπόλοιποι βρίσκονταν στις φυλακές της Αμμοχώστου. Ο Λαλά Μουσταφά αποκεφαλίζει τους συνοδούς του Βραγαδίνου και τον ίδιο τον υποβάλλει σε φρικτά βασανιστήρια. Αρχικά τον αναγκάζει να σκύψει και προσποιείται τρεις φορές ότι θα τον αποκεφαλίσει, αλλά του αποκόπτει τα αυτιά και τη μύτη. Ύστερα από 10 μέρες στα μπουντρούμια, τον περιφέρουν στην πόλη και τον αναγκάζουν να μεταφέρει έναν σάκο χώμα στην κορυφή όλων των προμαχώνων. Αλυσοδεμένος μεταφέρεται στην πλατεία, όπου του προτείνουν να εξισλαμιστεί. Αρνείται, γυμνώνεται και δένεται
στον ιστό της σημαίας και αρχίζουν να τον γδέρνουν ζωντανό. Η εκδορά άρχισε από το κεφάλι, προχώρησε στον λαιμό και στο στήθος και όταν ο Βραγαδίνος γδάρθηκε μέχρι τον ομφαλό, εξέπνευσε. Το δέρμα του παραγεμίστηκε με άχυρο και βαμβάκι, και το παρήλασαν στους δρόμους της Αμμοχώστου πάνω σε ένα βόδι...
Δεν αντέχει η ψυχή σου να «ζωγραφίσει» αυτό το θέαμα σε κανένα σημείο της πόλης. Ξέρεις όμως ότι από τότε η εντός των τειχών Αμμόχωστος, άρχισε να μιλά όλο και πιο λίγα ελληνικά.
Το χαμένο κομμάτι της ιστορίας μας
Μετά που έπεσε η πόλη, ελάχιστοι ήταν οι Έλληνες που παρέμειναν εκεί. Προτίμησαν να βγουν έξω από τα τείχη, να κτίσουν μια νέα πόλη, να ζήσουν μακριά από τον αδίστακτο κατακτητή. Μέσα στα τείχη κλείστηκαν οι Οθωμανοί και μόνο λιγοστοί Έλληνες έμειναν για να κρατήσουν κι αυτοί, ποιος ξέρει, τις δικές τους Θερμοπύλες.
Κάποιοι δεν άντεξαν, εξισλαμίστηκαν για να επιβιώσουν και μόνο όταν οι Οθωμανοί μάς άφησαν το 1878 και παρέδωσαν την Κύπρο στους Άγγλους, οι Έλληνες που παρέμεναν στην παλιά πόλη πήραν μια μικρή ανάσα και ο πληθυσμός τους άρχισε να μεγαλώνει και πάλι. Δεν κράτησε όμως για πολύ. Το 1956, όταν η Κύπρος επαναστάτησε και απαίτησε την ελευθερία της, το «διαίρει και βασίλευε» των Βρετανών, έκανε και στην Αμμόχωστο το «θαύμα» του.
Οι Έλληνες, οι Χριστιανοί της εντός των τειχών Αμμοχώστου, δέχονταν συνεχώς επιθέσεις από τους μουσουλμάνους. Εγκατέλειψαν την προσπάθεια. Πέρασαν και εκείνοι τα τείχη και κατοίκησαν στη νέα πόλη της Αμμοχώστου που είχε ήδη αρχίσει να μεγαλουργεί. Το 1963 οι πύλες των τειχών έκλεισαν οριστικά για τους Έλληνες Χριστιανούς, εγκλωβίζοντας εντός και μια ιστορία αιώνων. Εσύ στέκεσαι εκεί. Τα σκέφτεσαι όλα αυτά και επειδή τούτο το κομμάτι της ιστορίας κανένας δεν σου το είχε μάθει, αρχίζεις να ρωτάς και να διερωτάσαι: Αυτό το μέρος της Αμμοχώστου θα το πάρουμε πίσω με τη λύση; Η απάντηση, «όχι». «Εμείς θα πάρουμε, δίπλα την κλειστή πόλη, εκείνη που λέμε πόλη φάντασμα». Και αυτό το κομμάτι; Αυτή την πόλη που κρύβει μέσα της στην κυριολεξία ολόκληρη την ιστορία της Κύπρου δεν τη θέλουμε; Τη θέλουμε, αλλά από το ’56 είχαν φύγει οι Ελληνοκύπριοι.
Δεν τα πολυκαταλαβαίνεις όλα αυτά εσύ. Εσύ που δεν είσαι απ’ αυτά τα μέρη, εσύ που δεν ήξερες, επειδή κανένας δεν σου έμαθε,
ούτε καν στο σχολείο ότι μέσα από τα τείχη της Αμμοχώστου κρύβεται ένας ολόκληρος θησαυρός μένεις να κοιτάς γύρω σου απορημένος. Μόνο τον φράγκικο Άη Νικόλα ξέρεις από κάποιες μαυρόασπρες φωτογραφίες και τώρα τελευταία έμαθες και τον Άγιο Γεώργιο τον Εξορινό από τις ειδήσεις. Η ιστορία της Κύπρου για κάποιο λόγο ήταν τότε που εσύ πήγαινες στο σχολείο το «συνοδευτικό» της ιστορίας του ελληνικού έθνους. Σωστό ή λάθος δεν ξέρεις αν ήταν αυτό, αλλά σίγουρα νιώθεις πολύ «φτωχός» σε γνώσεις. Γυρίζεις την πλάτη στην ιστορία σου και βγαίνεις, δεν οδηγείς άρα δεν παρακολουθείς τη διαδρομή. Ξαφνικά μπροστά σου, δίπλα από ένα καλοφτιαγμένο ξενοδοχείο, κλεμμένο κι αυτό από κάποιον Ελληνοκύπριο που το εγκατέλειψε άρον-άρον το μαύρο καλοκαίρι του ’74, βλέπεις την περίφραξη κι από πάνω μια πολυκατοικία ετοιμόρροπη. Κατεβαίνεις στην παραλία, δεκάδες εγκαταλελειμμένες, βομβαρδισμένες, μισογκρεμισμένες πλέον πολυκατοικίες στέκονται μπροστά σου. Γνωστή η εικόνα.
Με αυτήν μεγάλωσες. Από κάτω οι τουρίστες απολαμβάνουν την αμμοχωστιανή αμμουδιά αμέριμνοι και χαμογελαστοί.
Άραγε ξέρουν γιατί η πολυκατοικία πάνω από το κεφάλι τους είναι έτοιμη να πέσει και να τους πλακώσει; Διερωτάσαι. Δεν παίρνεις απάντηση. Θυμώνεις, βουρκώνεις και φεύγεις...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου