O αρχιτέκτονας της εποχής του Αυγούστου Βιτρούβιος (περ. 25 π.Χ.) μιλά για τις Καρυάτιδες
που σηκώνουν φορτία αρχιτεκτονημάτων (Ι, 1,5). Eρμηνεύει όμως τα
ενταγμένα σε οικοδομήματα αυτά αγάλματα ως γυναίκες της λακωνικής πόλης
των Καρυών, οι οποίες ήταν καταδικασμένες σε αιώνια δουλεία επειδή η
πόλη τους είχε μηδίσει κατά τους περσικούς πολέμους. Σύμφωνα με άλλες
πηγές ωστόσο Καρυάτιδες ήταν οι παρθένες των Καρυών που έπαιρναν μέρος
σε τελετουργικούς χορούς προς τιμήν της Αρτέμιδος Καρυάτιδος. Κατ'
επέκταση Καρυάτιδες ονομάζονται και άλλες ανάλογες
μορφές που χορεύουν, ταυτόχρονα όμως και μορφές που βαστάζουν κάποια
αρχιτεκτονική κατασκευή. Οπως δείχνουν τα έργα τέχνης, οι δύο πράξεις,
χορός και στήριξη αρχιτεκτονημάτων, μπορεί να συνυπάρχουν.
Στην ελληνική τέχνη οι παλιότερες Καρυάτιδες απαντούν σε μαρμάρινα
περιρραντήρια (τέλη 7ου αι. π.Χ.), δηλαδή σκεύη σε μορφή λεκάνης που
αφιερώνονται σε ιερά. Στο β' μισό του 6ου αι. οι αρχιτέκτονες
εκμεταλλεύτηκαν τον χαρακτηριστικό αυτόν τύπο των γυναικών που βαστάζουν
τοποθετώντας τις στη θέση κιόνων, όπως λ.χ. στο κομψό ναόσχημο κτίριο
που έχτισαν στο ιερό των Δελφών οι Σίφνιοι ως θησαυρό (κτίριο για τη
φύλαξη πολύτιμων αναθημάτων) λίγο πριν από το 525 π.Χ. Στην πρόσοψή του
δύο αγάλματα αρχαϊκών κορών εξαίρετης παριανής τέχνης φέρουν στην κεφαλή
τους το επιστύλιο υπηρετώντας με τον τρόπο αυτό τη θεότητα. Οχι πολύ
διαφορετικό είναι το νόημα των Κορών/Καρυατίδων του
Ερεχθείου έναν περίπου αιώνα αργότερα (416 π.Χ.). Και αυτές βαστάζουν το
επιστύλιο με τον ίδιο τρόπο και εντάσσονται επίσης σε ένα ιερό κτίσμα,
στη νότια πρόσταση του Ερεχθείου, πάνω από τον τάφο του Κέκροπα, του
πανάρχαιου χθόνιου ήρωα των Αθηνών. Τώρα οι έξι κόρες αποδίδονται στο
σύγχρονό τους μεταπαρθενώνειο στυλ, αν και διατηρούν κάποια παλαιικά
χαρακτηριστικά: τους σπειροειδείς πλοκάμους των μαλλιών και το ανασήκωμα
του ενδύματος (πέπλου) με το ένα χέρι. Στο άλλο χέρι κρατούσαν
σπονδικές φιάλες, σκεύη θυσίας. Πρόκειται δηλαδή για νεαρές Αθηναίες που
θυσιάζουν προσφέροντας υπηρεσία στον ήρωα.
Στο β' μισό του 4ου αι. π.Χ. εισάγεται το μοτίβο της Καρυάτιδας η
οποία στηρίζει με το κεφάλι και ταυτόχρονα με το ένα ανυψωμένο χέρι που
στρέφει την παλάμη προς τα επάνω, όπως λ.χ. οι περίφημες χορεύτριες των
Δελφών που βάσταζαν με το ένα τους χέρι τον δελφικό τρίποδα και οι λίγο
μεταγενέστερες Καρυάτιδες στον θρακικό τάφο στο
Σβέσταρι της Βουλγαρίας. Ομοιες είναι και οι μικρογραφικές Καρυάτιδες
από τον θρόνο στον λεγόμενο τάφο της Ευρυδίκης στη Βεργίνα, αλλά και οι
νέες Καρυάτιδες της Αμφίπολης.
Η ιστορία των Καρυατίδων συνεχίζεται ως τη ρωμαϊκή
περίοδο, στην οποία εντάσσονται λ.χ. οι εντυπωσιακές κολοσσιαίες Κόρες
από τα Μικρά Προπύλαια της Ελευσίνας. Οι δύο μορφές φέρουν στο κεφάλι,
κρατώντας την με τα δύο χέρια, κυλινδρική κίστη με τα ιερά σύμβολα
της Ελευσίνας. Και αυτές βρίσκονται επομένως στην υπηρεσία των
ελευσινιακών θεοτήτων Δήμητρας και Κόρης, συνεχίζοντας από νοηματική
άποψη την παλιά παράδοση. Ενα πλήθος άλλων παραδειγμάτων τέτοιων μορφών
γνωρίζουμε από όλες τις περιοχές του ελληνικού κόσμου και κατόπιν της
ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και συνδέονται με ιερά κτίσματα, ηρώα, τάφους,
ακόμη και με θεατρικά οικοδομήματα. Σε ό,τι αφορά τα μορφολογικά
χαρακτηριστικά τους υπάρχει μεγάλη ποικιλία ανάλογα με την εποχή. Ο
ρόλος τους σε αυτά είναι άλλοτε λειτουργικός, βαστάζουν δηλαδή το
επιστύλιο, και άλλοτε στέκονται ως ανάγλυφες μορφές μπροστά σε δομικά
στοιχεία του αρχιτεκτονήματος, π.χ. πεσσούς, δίνοντας την εντύπωση με τη
συμβολική κίνηση των χεριών τους ότι βαστάζουν το οικοδόμημα.
Κοινό χαρακτηριστικό της πλειονότητας των Καρυατίδων
σε όλες τις εποχές είναι τα στοιχεία που δανείζονται από την τέχνη της
αρχαϊκής εποχής στα ενδύματα, στις κομμώσεις, στην κίνηση του χεριού που
ανασύρει τις πτυχές, αλλά και στην εν γένει στάση. Πρόκειται δηλαδή για
αρχαϊστικά έργα που υιοθετούν σκόπιμα παλαιικά στοιχεία και είναι
αγαπητά από τον 5ο αι. π.Χ. έως και τον 3ο αι. μ.Χ. Σε αυτό το στυλ
αποδίδονται και οι Καρυάτιδες τις Αμφίπολης αποτελώντας ένα πολύ
χαρακτηριστικό πρώιμο παράδειγμα Καρυατίδων αυτής της κατηγορίας που θα
έχει μεγάλη συνέχεια. Για ποιο λόγο οι καλλιτέχνες δημιουργούν τέτοιες
μορφές, κομψές και περίτεχνες αλλά και με έντονη επιτήδευση, που
ξεχωρίζουν σημαντικά από τις άλλες σύγχρονές τους δημιουργίες;
Η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί στη λειτουργία τους, γιατί
σημειωτέον η αρχαία τέχνη δεν είναι ποτέ διακοσμητική με τη σημερινή
σημασία του όρου. Οι παναθηναϊκοί αμφορείς, τα έπαθλα δηλαδή των
παναθηναϊκών αγώνων στη μεγάλη γιορτή της Αθήνας, που κατασκευάζονται
ακόμη και στην κλασική εποχή με τον μελανόμορφο, δηλαδή τον αρχαϊκό
ρυθμό, και εικονίζουν την Αθηνά με τα αρχαϊκά της χαρακτηριστικά,
μπορούν να μας δώσουν την απάντηση. Η διατήρηση του παλαιού, του
παραδοσιακού, επιδιώκεται σκόπιμα, γιατί αυτό είναι σεβάσμιο και τονίζει
την ιερότητα ενός θεσμού, μιας μορφής ή ενός τόπου. Την ιερότητα του
τόπου που κοσμούν υπογραμμίζουν συνεπώς και οι Καρυάτιδες που τίθενται συμβολικά στην υπηρεσία ενός ανώτερου όντος: θεού, ήρωα ή νεκρού.
ΠΗΓΗ iellada
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου