Από Άρης Χατζηστεφάνου
Από το sputniknews
Καθώς ο ελληνικός και ο τουρκικός στόλος άρχισαν να δοκιμάζουν ο ένας τις αντιδράσεις του άλλου στο Αιγαίο, μια αντιπαράθεση με τρομακτικές ομοιότητες κλιμακωνόταν σε απόσταση 9.500 χιλιομέτρων, στη νότια κινεζική θάλασσα.
Από το sputniknews
Καθώς ο ελληνικός και ο τουρκικός στόλος άρχισαν να δοκιμάζουν ο ένας τις αντιδράσεις του άλλου στο Αιγαίο, μια αντιπαράθεση με τρομακτικές ομοιότητες κλιμακωνόταν σε απόσταση 9.500 χιλιομέτρων, στη νότια κινεζική θάλασσα.
Μια αντιπαράθεση από την οποία η Ελλάδα
μπορεί να αντλήσει πολύτιμα συμπεράσματα, αν όχι για το πώς να
αναπτύσσει τις ναυτικές τις δυνάμεις, τουλάχιστον για το ποιοι πρέπει
και δεν πρέπει να είναι οι σύμμαχοί της.
Εδώ και δεκαετίες, τουλάχιστον έξι χώρες (Κίνα, Ταϊβάν, Βιετνάμ, Φιλιππίνες, Μαλαισία και Μπρουνέι) διεκδικούν απόλυτη κυριαρχία (ή κυριαρχικά δικαιώματα) σε όλα ή μερικά από τα νησιά και τις νησίδες Σπράτλι. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα βραχονησίδων και μικροσκοπικών νησιών που θεωρητικά δεν θα τα γνώριζε κανείς εάν δεν είχαν την «ατυχία» να βρίσκονται πάνω σε ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά περάσματα του πλανήτη και κοντά σε κοιτάσματα πετρελαίου.
Όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, αν οι ελληνοτουρκικές διαφορές φαντάζουν σύνθετες στα μάτια ενός μη ειδικού, οι ταυτόχρονες διεκδικήσεις έξι χωρών για τα Σπράτλι θα μπορούσαν να οδηγήσουν και τους μεγαλύτερους διεθνολόγους στα όρια της σχιζοφρένειας. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τι συμβαίνει κάθε φορά που ένα ωκεανογραφικό σκάφος ή ακόμη και η βάρκα ενός ψαρά διασχίζουν μια περιοχή όπου κάθε χώρα έχει διαφορετικές διεκδικήσεις χωρικών υδάτων, υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Πίσω όμως από τον νομικό κυκεώνα κρύβεται μια πολύ απλή γεωπολιτική πραγματικότητα: Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν και υποδαυλίζουν τις διεκδικήσεις όλων των άλλων χωρών, στην προσπάθειά τους να απομονώσουν την Κίνα. Η αντιπαράθεση λοιπόν έχει φτάσει να μετατρέψει τους μικρούς παίκτες σε πιόνια που κινούνται στη μεγάλη σκακιέρα της Ουάσινγκτον και του Πεκίνου. Οι ΗΠΑ μάλιστα έφτασαν να ισχυρίζονται ότι η διένεξη στην περιοχή των Σπράτλι αφορά άμεσα την εθνική τους ασφάλεια (!) και γι' αυτό στέλνουν διαρκώς σκάφη του πολεμικού ναυτικού σε διαμφισβητούμενες περιοχές προκαλώντας ανοιχτά την Κίνα να αντιδράσει.
Για να καταλάβει βέβαια κανείς τις πραγματικές ισορροπίες, πρέπει να θυμάται ότι το Πεντάγωνο έχει τοποθετήσει περίπου 400 στρατιωτικές βάσεις (δηλαδή σχεδόν τη μισή στρατιωτική δύναμη που σταθμεύει εκτός της Αμερικανικής επικράτειας) περιμετρικά της Κίνας. Παράλληλα, πραγματοποιεί συνεχώς ναυτικές και αεροπορικές ασκήσεις με χώρες της ευρύτερης περιοχής, συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας και της Αυστραλίας, στις οποίες προσομοιώνει ναυτικό αποκλεισμό ή ακόμη και ολομέτωπη επίθεση εναντίον της Κίνας. Μεταξύ άλλων, δοκιμάζει τη δυνατότητα να αποκλείσει ολόκληρες ναυτικές ζώνες που θα στερούσαν από την Κίνα το 80% του πετρελαίου που εισάγει από τη Μέση Ανατολή και το μεγαλύτερο μέρος του εξαγωγικού της εμπορίου.
Αν προσθέσει κανείς σε αυτή την εξίσωση και το γεγονός ότι οι ΗΠΑ
επικαλούνται διαρκώς το διεθνές δίκαιο στην αντιπαράθεσή τους με την
Κίνα, ενώ οι ίδιες δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της
Θάλασσας του 1982, μπορεί ίσως να διακρίνει τις πρώτες ομοιότητες
ανάμεσα στα Σπράτλι και την κατάσταση που δημιουργείται στο Αιγαίο.
Τηρουμένων των αναλογιών (και τοποθετώντας μια σειρά από αστερίσκους) θα
μπορούσαμε να δούμε ότι οι ΗΠΑ συμπεριφέρονται στην Κίνα όπως η Τουρκία
απέναντι στην Ελλάδα: τηρούν μια επιθετική στάση ενώ επικαλούνται
αποσπασματικά διεθνείς συνθήκες τις οποίες στην πραγματικότητα δεν
αναγνωρίζουν.
Η Κίνα από την πλευρά της (όπως ίσως και η Ελλάδα) πιστεύει ότι έχει το απόλυτο δίκαιο με το μέρος της, ακόμη και όταν κινείται ή αναγκάζεται να κινηθεί σε γκρίζες ζώνες του διεθνούς δικαίου.
Το γεγονός, παραδείγματος χάριν, ότι το Πεκίνο κατασκευάζει στην περιοχή τεχνητά νησιά προκειμένου να διεκδικήσει κυριαρχικά δικαιώματα και δικαιώματα ΑΟΖ, προκαλεί εύλογα ερωτήματα για το πώς αντιλαμβάνεται κάθε χώρα το διεθνές δίκαιο. Αντίστοιχα στην περίπτωση της Ελλάδας, πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για πρακτικές όπως η αναντιστοιχία εναέριου χώρου και χωρικών υδάτων, η αναφορά σε ΑΟΖ που δεν έχουν οριοθετηθεί κ.ο.κ.
Στην περίπτωση της Κίνας όμως υπήρξε και ένα άλλο πρόβλημα που θα μπορούσε να λειτουργήσει διδακτικά για την Ελλάδα. Το 2016 το Πεκίνο υπέστη μεγάλη διπλωματική ήττα όταν το διεθνές δικαστήριο της Χάγης, ύστερα από προσφυγή των Φιλιππίνων, έκρινε ότι οι περισσότερες από τις διεκδικήσεις του στην περιοχή των Σπράτλι δεν έχουν νομική βάση σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας. Ως εκ τούτου, η Κίνα δεν μπορεί να διεκδικεί ΑΟΖ 200 ναυτικών μιλίων ή υφαλοκρηπίδα. Η συγκεκριμένη απόφαση έχει χαρακτηριστεί σαν μια από τις πιο «πολιτικοποιημένες» αποφάσεις στην ιστορία του δικαστηρίου και όπως εξηγούσε ο διάσημος δημοσιογράφος και ντοκιμαντερίστας, Τζον Πίλγκερ, «τα ίχνη της έφταναν στο γραφείο της Αμερικανίδας, τότε υπουργού Εξωτερικών, Χίλαρι Κλίντον». Ουσιαστικά, η Ουάσινγκτον χρησιμοποίησε τις Φιλιππίνες σαν μεσάζοντα για να προσφύγει στο διεθνές δικαστήριο. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι τη νομική επιχειρηματολογία προετοίμασε το αμερικανικό δικηγορικό γραφείο Foley Hoag, το οποίο διατηρούσε ιδιαίτερα στενές σχέσεις με τον Μπαράκ Ομπάμα - είχαν χρηματοδοτήσει την προεκλογική του εκστρατεία και ανταμείφθηκαν βλέποντας αρκετά στελέχη τους να καταλαμβάνουν κρατικά πόστα.
Οι βεβαιότητες λοιπόν της Κίνας, οι οποίες στηρίζονταν στην ιστορία
της και το εθιμικό δίκαιο, τινάχτηκαν στον αέρα ύστερα από μια
συντονισμένη παρέμβαση των ΗΠΑ, οι οποίες χρησιμοποίησαν ένα όπλο το
οποίο ποτέ δεν αναγνώρισαν και ποτέ δεν σεβάστηκαν – το διεθνές δίκαιο.
Μόλις πριν από μια εβδομάδα ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάικ
Πομπέο, χρησιμοποίησε αυτή την απόφαση για να αμφισβητήσει επισήμως όλα
τα δικαιώματα της Κίνας και να στείλει στην περιοχή το αντιτορπιλικό USS Ralph Johnson, το οποίο εισήλθε στη ζώνη 12 μιλίων των Σπράτλι.
Η Κίνα λοιπόν (όπως και η Ελλάδα) θα είχε περισσότερα να κερδίσει εάν ερχόταν σε συνεννόηση με τους γείτονές της ακυρώνοντας έτσι τη δυνατότητα των ΗΠΑ (και της αμερικανικής βιομηχανίας ενέργειας και οπλικών συστημάτων) να παρεμβαίνουν σε μια περιοχή που βρίσκεται αρκετές χιλιάδες ναυτικά μίλια από τα δικά της παράλια.
Εδώ και δεκαετίες, τουλάχιστον έξι χώρες (Κίνα, Ταϊβάν, Βιετνάμ, Φιλιππίνες, Μαλαισία και Μπρουνέι) διεκδικούν απόλυτη κυριαρχία (ή κυριαρχικά δικαιώματα) σε όλα ή μερικά από τα νησιά και τις νησίδες Σπράτλι. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα βραχονησίδων και μικροσκοπικών νησιών που θεωρητικά δεν θα τα γνώριζε κανείς εάν δεν είχαν την «ατυχία» να βρίσκονται πάνω σε ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά περάσματα του πλανήτη και κοντά σε κοιτάσματα πετρελαίου.
Όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, αν οι ελληνοτουρκικές διαφορές φαντάζουν σύνθετες στα μάτια ενός μη ειδικού, οι ταυτόχρονες διεκδικήσεις έξι χωρών για τα Σπράτλι θα μπορούσαν να οδηγήσουν και τους μεγαλύτερους διεθνολόγους στα όρια της σχιζοφρένειας. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τι συμβαίνει κάθε φορά που ένα ωκεανογραφικό σκάφος ή ακόμη και η βάρκα ενός ψαρά διασχίζουν μια περιοχή όπου κάθε χώρα έχει διαφορετικές διεκδικήσεις χωρικών υδάτων, υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Πίσω όμως από τον νομικό κυκεώνα κρύβεται μια πολύ απλή γεωπολιτική πραγματικότητα: Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν και υποδαυλίζουν τις διεκδικήσεις όλων των άλλων χωρών, στην προσπάθειά τους να απομονώσουν την Κίνα. Η αντιπαράθεση λοιπόν έχει φτάσει να μετατρέψει τους μικρούς παίκτες σε πιόνια που κινούνται στη μεγάλη σκακιέρα της Ουάσινγκτον και του Πεκίνου. Οι ΗΠΑ μάλιστα έφτασαν να ισχυρίζονται ότι η διένεξη στην περιοχή των Σπράτλι αφορά άμεσα την εθνική τους ασφάλεια (!) και γι' αυτό στέλνουν διαρκώς σκάφη του πολεμικού ναυτικού σε διαμφισβητούμενες περιοχές προκαλώντας ανοιχτά την Κίνα να αντιδράσει.
Για να καταλάβει βέβαια κανείς τις πραγματικές ισορροπίες, πρέπει να θυμάται ότι το Πεντάγωνο έχει τοποθετήσει περίπου 400 στρατιωτικές βάσεις (δηλαδή σχεδόν τη μισή στρατιωτική δύναμη που σταθμεύει εκτός της Αμερικανικής επικράτειας) περιμετρικά της Κίνας. Παράλληλα, πραγματοποιεί συνεχώς ναυτικές και αεροπορικές ασκήσεις με χώρες της ευρύτερης περιοχής, συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας και της Αυστραλίας, στις οποίες προσομοιώνει ναυτικό αποκλεισμό ή ακόμη και ολομέτωπη επίθεση εναντίον της Κίνας. Μεταξύ άλλων, δοκιμάζει τη δυνατότητα να αποκλείσει ολόκληρες ναυτικές ζώνες που θα στερούσαν από την Κίνα το 80% του πετρελαίου που εισάγει από τη Μέση Ανατολή και το μεγαλύτερο μέρος του εξαγωγικού της εμπορίου.
Η Κίνα από την πλευρά της (όπως ίσως και η Ελλάδα) πιστεύει ότι έχει το απόλυτο δίκαιο με το μέρος της, ακόμη και όταν κινείται ή αναγκάζεται να κινηθεί σε γκρίζες ζώνες του διεθνούς δικαίου.
Το γεγονός, παραδείγματος χάριν, ότι το Πεκίνο κατασκευάζει στην περιοχή τεχνητά νησιά προκειμένου να διεκδικήσει κυριαρχικά δικαιώματα και δικαιώματα ΑΟΖ, προκαλεί εύλογα ερωτήματα για το πώς αντιλαμβάνεται κάθε χώρα το διεθνές δίκαιο. Αντίστοιχα στην περίπτωση της Ελλάδας, πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για πρακτικές όπως η αναντιστοιχία εναέριου χώρου και χωρικών υδάτων, η αναφορά σε ΑΟΖ που δεν έχουν οριοθετηθεί κ.ο.κ.
Στην περίπτωση της Κίνας όμως υπήρξε και ένα άλλο πρόβλημα που θα μπορούσε να λειτουργήσει διδακτικά για την Ελλάδα. Το 2016 το Πεκίνο υπέστη μεγάλη διπλωματική ήττα όταν το διεθνές δικαστήριο της Χάγης, ύστερα από προσφυγή των Φιλιππίνων, έκρινε ότι οι περισσότερες από τις διεκδικήσεις του στην περιοχή των Σπράτλι δεν έχουν νομική βάση σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας. Ως εκ τούτου, η Κίνα δεν μπορεί να διεκδικεί ΑΟΖ 200 ναυτικών μιλίων ή υφαλοκρηπίδα. Η συγκεκριμένη απόφαση έχει χαρακτηριστεί σαν μια από τις πιο «πολιτικοποιημένες» αποφάσεις στην ιστορία του δικαστηρίου και όπως εξηγούσε ο διάσημος δημοσιογράφος και ντοκιμαντερίστας, Τζον Πίλγκερ, «τα ίχνη της έφταναν στο γραφείο της Αμερικανίδας, τότε υπουργού Εξωτερικών, Χίλαρι Κλίντον». Ουσιαστικά, η Ουάσινγκτον χρησιμοποίησε τις Φιλιππίνες σαν μεσάζοντα για να προσφύγει στο διεθνές δικαστήριο. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι τη νομική επιχειρηματολογία προετοίμασε το αμερικανικό δικηγορικό γραφείο Foley Hoag, το οποίο διατηρούσε ιδιαίτερα στενές σχέσεις με τον Μπαράκ Ομπάμα - είχαν χρηματοδοτήσει την προεκλογική του εκστρατεία και ανταμείφθηκαν βλέποντας αρκετά στελέχη τους να καταλαμβάνουν κρατικά πόστα.
Η Κίνα λοιπόν (όπως και η Ελλάδα) θα είχε περισσότερα να κερδίσει εάν ερχόταν σε συνεννόηση με τους γείτονές της ακυρώνοντας έτσι τη δυνατότητα των ΗΠΑ (και της αμερικανικής βιομηχανίας ενέργειας και οπλικών συστημάτων) να παρεμβαίνουν σε μια περιοχή που βρίσκεται αρκετές χιλιάδες ναυτικά μίλια από τα δικά της παράλια.
ΠΗΓΗ sputniknews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου