Οι Ιταλικές Προκλήσεις:
Η Ιταλία μετά από την είσοδό της στον πόλεμο, στο πλευρό της Γερμανίας, είχε απώτερο σκοπό να κυριαρχήσει στην ανατολική Μεσόγειο, αναβιώνοντας τις ένδοξες εποχές της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, το μεγάλο εμπόδιο ήταν προφανώς η Ελλάδα, καθώς και η Κύπρος με τη Μάλτα που ήταν υπό βρετανική κατοχή. Γι’ αυτό το λόγο, η Ιταλία ξεκίνησε μια συστηματική σειρά προκλήσεων εις βάρος της χώρας μας, επικεντρωμένες κυρίως στον αεροναυτικό τομέα, με απώτερο σκοπό να εξαναγκάσει την ελληνική πλευρά να αντιδράσει δυναμικά.
Από τον Απρίλιο του 1939 που η Ιταλία κατέλαβε την Αλβανία, οι Έλληνες επιτελείς του Βασιλικού Ναυτικού άρχισαν να ενεργοποιούνται για ενδεχόμενες επιθετικές ενέργειες των Ιταλών κατά της χώρας μας. Εκείνη την περίοδο, αρχηγός του Βασιλικού Ναυτικού ήταν ο Αντιναύαρχος Αλέξανδρος Σακελλαρίου και Αρχηγός Στόλου ήταν ο Υποναύαρχος Ι. Καββαδίας, οι οποίοι διαβλέποντας την ιδιαίτερη ισχυροποίηση του ιταλικού στόλου, ξεκίνησαν τις προπαρασκευές για την απόκρουση μιας ενδεχόμενης επίθεσης.
Οι Αρχικές Προκλήσεις:
Ήδη από το 1938 η Ιταλία είχε αρχίσει μικρές προκλήσεις, όπως υπερπτήσεις αεροσκαφών και κατασκόπευση νευραλγικών θέσεων. Μάλιστα ένας από τους εντοπισθέντες κατασκόπους ήταν ο γραμματέας της ιταλικής Πρεσβείας στην Αθήνα, ο οποίος συνελήφθη να φωτογραφίζει εγκαταστάσεις και πλοία του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού. Στη συνέχεια, τον Ιούνιο του 1940, η Ιταλία συνέχισε τις προκλήσεις σε πολιτικό επίπεδο, κατηγορώντας την Ελλάδα ως υπεύθυνη για τη δολοφονία του Αλβανού Νταούτ Χότζα, δήθεν από Έλληνες μυστικούς πράκτορες. Επιπλέον, ο ιταλικός τύπος ξεκίνησε μια εκστρατεία εμπρηστικών ανθελληνικών άρθρων και συγχρόνως παρουσιάζονταν χάρτες της Μεγάλης Ιταλίας στους οποίους περιλαμβάνονταν τα Επτάνησα, η Κρήτη και η Κύπρος.
Οι Αεροναυτικές Προκλήσεις:
Στις αρχές Ιουνίου του 1940 απέπλευσε από το λιμάνι του Τάραντα ένας ιταλικός στολίσκος βοηθητικών πλοίων και κατέπλευσε στη Μήλο, με δικαιολογία τις άσχημες καιρικές συνθήκες. Στο νησί ήδη ναυλοχούσε Μοίρα αντιτορπιλικών του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού. Προφανώς η ιταλική κίνηση στόχευε στην εκδήλωση κάποιας θερμής ελληνικής αντίδρασης. Παρ’ όλα αυτά η ελληνική πλευρά παρέμεινε ψύχραιμη. Στα μέσα Ιουνίου, η Ιταλία κατηγορεί την ελληνική κυβέρνηση ότι παρέχει σειρά διευκολύνσεων στις βρετανικές αεροναυτικές δυνάμεις, οι οποίες κάνοντας χρήση των χωρικών μας υδάτων πραγματοποιούσαν επιθέσεις κατά των ιταλικών ναυτικών δυνάμεων. Στις 12 Ιουλίου σημειώθηκε η πρώτη σοβαρή πρόκληση, όταν σμήνος ιταλικών αεροσκαφών προσπάθησε να πλήξει ανεπιτυχώς το φαρόπλοιο «Ωρίων» κατά τη διάρκεια που αυτό ανεφοδίαζε το φάρο της Γαμβρούσας στη ΒΔ άκρο της Κρήτης (κόλπος Κισσάμου). Αμέσως έσπευσε το αντιτορπιλικού «Ύδρα», το οποίο βρισκόταν κοντά στην περιοχή και το οποίο δέχτηκε επίθεση με βόμβες από ιταλικά βομβαρδιστικά. Οι βόμβες δεν κατάφεραν να πετύχουν το στόχο τους, ενώ το «Ωρίων» απάντησε με πυκνό φράγμα αντιαεροπορικών πυρών, που εξανάγκασε τα ιταλικά αεροπλάνα σε φυγή. Στις 16 Ιουλίου σμήνος ιταλικών βομβαρδιστικών προσπάθησε ανεπιτυχώς να προσβάλει τέσσερα ελληνικά υποβρύχια που βρίσκονταν στον όρμο της Ιτέας στον Κορινθιακό Στις 26 Ιουλίου ένα σμήνος ιταλικών πολεμικών αεροσκαφών πέταξε πάνω από την ήπειρο, παραβιάζοντας τον εθνικό εναέριο χώρο. Στις 30 Ιουλίου 2 ελληνικά αντιτορπιλικά και δύο υποβρύχια που βρίσκονταν στον όρμο της Ναυπάκτου, δέχτηκαν την επίθεση ενός ιταλικού βομβαρδιστικού το οποίο έριψε τέσσερις βόμβες, οι οποίες αστόχησαν. Στις 2 Αυγούστου, μια ακόμα προσπάθεια σμήνους ιταλικών να πλήξουν μια ελληνική ακτοφυλακίδα στο Σαρωνικό κόλπο, κατέληξε σε αποτυχία.
Ο Τορπιλισμός Της Έλλης:
Ανήμερα της 15ης Αυγούστου το Ελληνικό καταδρομικό αγκυροβόλησε 600 μέτρα από τον μεσημβρινό λιμενοβραχίονα της Τήνου. Η ατμόσφαιρα στο σημαιοστολισμένο πλοίο ήταν πανηγυρική. Μόνο ο κυβερνήτης Αγ. Χατζόπουλος, εμφανώς ανήσυχος, διέταξε τη λήψη όλων των απαιτούμενων μέτρων ασφαλείας: τήρηση στεγανών εν πλω, ο λέβητας σε πλήρη πίεση και τα αντιαεροπορικά πυροβόλα σε ετοιμότητα. Ωστόσο η επίθεση δεν θα ερχόταν από τον αέρα, αλλά από τον βυθό. Κατά τις 07.00 εμφανίστηκε ένα ιταλικό αναγνωριστικό αεροπλάνο το οποίο, αφού διέγραψε δύο κύκλους πάνω από το λιμάνι, αποχώρησε. Κανείς δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός. Oι Ιταλοί συνήθιζαν αυτού του είδους τις «επιδείξεις». Επρόκειτο όμως για αναγνώριση εν όψει επικείμενης υποβρυχιακής επίθεσης. Στις 08.25 οι φωνές του αρχικελευστή Κατσαϊτη έσκισαν τον αέρα: «Τορπίλη δεξιά, τορπίλη δεξιά». Η φωνή του διακόπηκε από τον πάταγο μιας τρομακτικής έκρηξης η οποία ανασήκωσε το πλοίο από την επιφάνεια σαν παιδικό παιχνίδι! Πολλοί άνδρες έπεσαν στη θάλασσα. Για λίγα λεπτά κανείς δεν γνώριζε τι είχε συμβεί. Κομμάτια σάρκας, φωτιά, καπνοί και βογγητά πληγωμένων συνέθεταν ένα σκηνικό κόλασης. Ο κυβερνήτης ανέκτησε γρήγορα την ψυχραιμία του και έδωσε διαταγές περίθαλψης των τραυματιών, διάσωσης των ανδρών που βρίσκονταν στη θάλασσα και ρυμούλκησης του πλοίου. Εν τω μεταξύ άλλες δύο τορπίλες εξερράγησαν πάνω στον λιμενοβραχίονα, έχοντας προφανώς ως στόχο τα επιβατηγά που βρίσκονταν μέσα στο λιμάνι, κατάφορτα με προσκυνητές. Το επιβατηγό ατμόπλοιο «ΕΣΠΕΡΟΣ» με κυβερνήτη τον ηρωικό Γεράσιμο Φωκά έσπευσε σε βοήθεια του πληγωμένου καταδρομικού. Ωστόσο, μετά από δύο ώρες εναγώνιων προσπαθειών το «ΕΛΛΗ» άρχιζε να βυθίζεται, παρασύροντας στον υγρό του τάφο και εννέα μέλη του πληρώματος. Ο κυβερνήτης Χατζόπουλος θέλησε να μοιραστεί την τύχη του πλοίου του, ωστόσο οι αξιωματικοί του τον πήραν «σηκωτό» και επιβιβάστηκαν σε μια σωστική λέμβο.
Μόλις ο Μεταξάς πληροφορήθηκε το συμβάν, αναζήτησε τους αξιωματικούς του πλοίου. Αφού πληροφορήθηκε τα τεκταινόμενα διέταξε να γίνει η δοξολογία και η περιφορά της εικόνας σα να μη συνέβη τίποτα. Επίσης απαγόρευσε την έκφραση της παραμικρής υπόνοιας σχετικά με την εθνικότητα του επιτιθέμενου υποβρυχίου. Οι Έλληνες εμπειρογνώμονες διαπίστωσαν εύκολα την ιταλική ταυτότητα του υποβρυχίου από τους σειριακούς αριθμούς στα κομμάτια των τορπιλών . Μετά τον πόλεμο διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο για το Delfino με κυβερνήτη τον Τζιουζέπε Αϊκάρντι. Η κυβέρνηση όμως απέφυγε να ανακοινώσει οτιδήποτε για την εθνικότητά του και προσπάθησε ως την τελευταία στιγμή να αποφύγει κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως πρόκληση. Παράλληλα όμως, διέταξε όλους τους στρατιωτικούς σχηματισμούς να προετοιμαστούν με την ύψιστη διακριτικότητα για την επερχόμενη σύγκρουση, καθώς ήταν φανερό ότι η φασιστική Ιταλία είχε δώσει τον λόγο στα όπλα.
Το Τέλος Του Υποβρύχιου Delfino:
Στις 23 Μαρτίου 1943 και ενώ το υποβρύχιο Delfino επιχειρούσε στον Τάραντα στη Νότια Ιταλία, βυθίστηκε παρασύροντας μαζί του και τα 28 μέλη του πληρώματος, που είχαν συμμετάσχει στον τορπιλισμό της «ΕΛΛΗΣ». Ο μόνος επιζών ήταν ο πρώην κυβερνήτης Αικάρντι, ο οποίος, αμέσως μετά τον τορπιλισμό του ελληνικού πλοίου, είχε παραδώσει τη διοίκηση στον Μάριο Βιολάντε. Πάντως ο Αικάρντι, ακόμη και μετά τον πόλεμο δήλωνε αμετανόητος για την ενέργειά του, η οποία ήταν έξω από το δίκαιο του πολέμου, εφόσον τορπίλισε πλοίο ουδέτερης χώρας. Το 1960 δήλωσε στο περιοδικό Tempo: «Δεν είχα ούτε δισταγμό ούτε ταλάντευση. Είχα συνείδηση ότι εκτελώ μια στρατιωτική διαταγή, η οποία δεν έδινε περιθώρια για αμφιβολίες ( η διαταγή είχε δοθεί από τον υπερφίαλο Ιταλό διοικητή της Δωδεκανήσου Ντε Βέκι). Σήμερα τρέφω για την Ελλάδα αισθήματα συμπάθειας και θαυμασμού. Αλλά, τότε, πέρα από κάθε αμφιβολία βρισκόμασταν σε αντίθετα στρατόπεδα ( η Ελλάδα όμως τότε ήταν ακόμη ουδέτερη χώρα). Από ότι ήξερα η διαταγή που είχα πάρει μπορούσε να αποτελεί το προοίμιο για μια άμεση, κανονική είσοδο στον πόλεμο».
Η Αντίδραση Του Ελληνικού Στόλου: (διήγηση Του Ναυάρχου Γρηγορίου Μεζεβίρη διευθυντή της Δ.Ρ.Υ.Ν)
[«Την 15η Αυγούστου 1940, ενώ βρισκόμουνα στην Αθήνα, ο Διευθυντής της Δ.Ρ.Υ.Ν. με πληροφορούσε τον τορπιλισμό και τη καταβύθιση της ΕΛΛΗΣ από άγνωστο υποβρύχιο. Κατέβηκα αμέσως στον Ναύσταθμο και έσπευσα να συναντήσω τον Αρχηγό του Στόλου, που είχε μόλις πληροφορηθεί το γεγονός. Ήταν έξαλλος και φοβερά αγανακτισμένος κατά του Υφυπουργού. Παρά τους αιφνιδιαστικούς βομβαρδισμούς πολεμικών μας σκαφών που είχαν προηγηθεί, ένα από τα μεγαλύτερα πλοία του Στόλου είχε διαταχθεί να παραμείνει επί ώρες αγκυροβολημένο σε όρμο τελείως ανοικτό, για να μην διακοπεί η παράδοση των καλών ειρηνικών καιρών της συμμετοχής του Ναυτικού στη θρησκευτική τελετή της Τήνου!
Φαίνεται, μάλιστα, ότι το Γ.Ε.Ν., για να μην διακινδυνεύσει την ΕΛΛΗ, είχε εισηγηθεί την αποστολή του α/τ «ΑΕΤΟΣ». Ο Υφυπουργός όμως, επέμενε να αποσταλεί το εύδρομο για την μεγαλοπρεπέστερη συμμετοχή του Ναυτικού στην τελετή. Τη στιγμή που η δολοφόνος τορπίλη έπληττε την ΕΛΛΗ, το πλοίο έφερε μεγάλο σημαιοστολισμό, το επιτελείο του φορούσε τη μεγάλη στολή για να συμμετάσχει στη τελετή και το άγημα ετοιμάζονταν να αποβιβαστεί στη στεριά για να αποδώσει τις τιμές. Σύμφωνα με παλιό έθιμο, στη Τήνο είχαν συρρεύσει χιλιάδες προσκυνητές που δεν φαντάζονταν ότι την εποχή εκείνη η θάλασσα έκρυβε πολλούς κινδύνους. Ήδη, δικαιολογημένα, οι προσκυνητές αυτοί βρίσκονταν σε μεγάλη αγωνία για την ασφαλή επιστροφή τους. Αποφασίστηκε λοιπόν, να επιστρέψουν με νηοπομπή που θα συνόδευαν τα α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ».
Τα αντιτορπιλικά απέπλευσαν από τον Ναύσταθμο το επόμενο πρωί, προκειμένου να ειδοποιηθούν οι εμπόλεμοι για την κίνηση αυτή και να αποφευχθεί νέα… παρεξήγηση. Ο Αρχηγός του Στόλου επέβαινε στο α/τ «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» και εγώ στο α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ». Κατά τον πλου είχαν ληφθεί τα συνήθη σε καιρό πολέμου μέτρα. Ενώ παραπλέαμε τη Σύρο φάνηκε, σε ύψος 2.000 μέτρων περίπου αεροσκάφος στο οποίο δεν διακρίνονταν χαρακτηριστικά εθνικότητας με κατεύθυνση προς το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ». Διέταξα τον αξιωματικό πυροβολικού του πλοίου οι σκοπευτές των Α/Α να παρακολουθούν το αεροσκάφος και τα πυροβόλα να ετοιμαστούν για έναρξη πυρός.
Σε λίγο, δέσμη οκτώ μικρών βομβών έπεφτε σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μέτρων από το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ», αμέσως το πλοίο άρχισε να βάλλει κατά του αεροσκάφους και διαταζόταν «πλους ελίγδην» με πάση ταχύτητα, προκειμένου να διαταραχθεί η σκόπευση του αεροσκάφους. Ακολούθησε η πτώση άλλων δυο δεσμών των οκτώ βομβών και η τελευταία έπεσε μερικές δεκάδες μέτρα από το πλοίο. Δυστυχώς η ισχυρή θαλασσοταραχή δυσκόλευε πολύ τη σκόπευση των πολυβόλων μας και παρά το εντατικό πυρ το αεροσκάφος δεν κτυπήθηκε, αλλά ανέβηκε σε μεγάλο ύψος και εξαφανίστηκε στον ορίζοντα. Κατά τον κατάπλου στην Τήνο, το α/τ «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» αγκυροβόλησε, ενώ για προστασία, το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» κινούνταν με μεγάλη ταχύτητα γύρω από το αγκυροβόλιο. Κανένα από τα πλοία μας δεν διέθετε την εποχή εκείνη συσκευή εντοπισμού υποβρυχίων.
Όπως εξακριβώθηκε, εκτός από την μοιραία τορπίλη που είχε βυθίσει την ΕΛΛΗ, είχαν βληθεί άλλες δυο τορπίλες που είχαν προσκρούσει στον κυματοθραύστη. Διαπιστώθηκε, από θραύσματα των τορπιλών που βρέθηκαν, ότι ήταν ιταλικής προέλευσης. Όσον αφορά το μικρό μας εύδρομο, το μόνο ίχνος του που βρήκαμε ήταν η άκρη του καταρτιού του που προεξείχε από τη θάλασσα. Αποπλεύσαμε από την Τήνο τις πρώτες απογευματινές ώρες συνοδεύοντας τα πλοία των προσκυνητών και χωρίς άλλο επεισόδιο καταπλεύσαμε στον Πειραιά. Πλήθη κόσμου και μέλη της Κυβερνήσεως περίμεναν με αγωνία τον κατάπλου της νηοπομπής.»] [1].
Τι Απέγινε Το Θρυλικό Καταδρομικό: Η Διαδικασία Του Διαμελισμού
Οι δύτες έβαζαν εκρηκτικά σε διάφορα σημεία του πλοίου για να αρχίσει ο διαμελισμός του και τα κομμάτια του μεταφέρονταν σιγά σιγά στην επιφάνεια, σε μια ειδική εξέδρα που είχε στηθεί από τον εργολάβο. Ήταν μια δύσκολη διαδικασία αφού η Έλλη κείτονταν σε βάθος 47 μέτρων και σε απόσταση 450 μέτρων από το λιμάνι της Τήνου. Αφού ολοκληρώθηκε το έργο μετά από δύο χρόνια, οι δύτες, κατόπιν άδειας από τον εργολάβο «σκούπισαν» τα μικρά κομμάτια του πλοίου από το βυθό και τα πούλησαν για προσωπικό τους όφελος. Το ακόμα πιο παρανοϊκό μέρος της ιστορίας ήταν ότι οι ίδιοι δύτες ανέλαβαν να απομακρύνουν και τα πυρομαχικά, χωρίς καμία επίβλεψη από τις αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους, τα οποία προφανώς δεν παραδόθηκαν στο Πολεμικό Ναυτικό αλλά στον εργολάβο για την εκποίηση τους.
Όμως το πλέον εξοργιστικό της υπόθεσης είναι ότι, το καταδρομικό θα μπορούσε να ανελκυστεί με τη χρήση ειδικών μπαλονιών, διότι το πλοίο ήταν στο βυθό κυριολεκτικά ατόφιο! Στην ουσία είχε μόνο μια τρύπα κάτω από την παχιά θωρακική ζώνη την οποία προκάλεσε η τορπίλη και βύθισε το πλοίο. Το πλοίο ούτε εξερράγη ούτε διαλύθηκε. Βυθίστηκε ατόφιο λόγω εισροής υδάτων από την τρύπα. Το 1983 Έλληνες δύτες με επικεφαλής τον επονομαζόμενο «Έλληνα Ζαν Κουστώ» Αλέξανδρο Παπαδόπουλο, κατέβηκαν στο βυθό για να κινηματογραφήσουν ό,τι είχε απομείνει από το ναυάγιο. Γνώριζαν για το διαμελισμό του πλοίου και την εκποίηση των κομματιών του, αλλά έλπιζαν ότι θα έβρισκαν αρκετά από τα μέρη του πλοίου.
Προς μεγάλη τους απογοήτευση βρήκαν το βυθό «σκουπισμένο». Δεν είχε απομείνει απολύτως τίποτα που να θυμίζει ότι σε εκείνο το μέρος είχε βυθιστεί η Έλλη». Πέρα από κάποια κομματάκια λαμαρίνας στο μέγεθος ενός ταψιού, το μόνο αξιόλογο κομμάτι που βρήκαν και ανέσυραν ήταν η ανεμοδόχος του πλοίου.
*Του Κωνσταντίνου Αραμπάμπασλη
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
*By Konstantinos Arababaslis (Historian)
ΠΗΓΗ cognoscoteam
Η Ιταλία μετά από την είσοδό της στον πόλεμο, στο πλευρό της Γερμανίας, είχε απώτερο σκοπό να κυριαρχήσει στην ανατολική Μεσόγειο, αναβιώνοντας τις ένδοξες εποχές της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, το μεγάλο εμπόδιο ήταν προφανώς η Ελλάδα, καθώς και η Κύπρος με τη Μάλτα που ήταν υπό βρετανική κατοχή. Γι’ αυτό το λόγο, η Ιταλία ξεκίνησε μια συστηματική σειρά προκλήσεων εις βάρος της χώρας μας, επικεντρωμένες κυρίως στον αεροναυτικό τομέα, με απώτερο σκοπό να εξαναγκάσει την ελληνική πλευρά να αντιδράσει δυναμικά.
Από τον Απρίλιο του 1939 που η Ιταλία κατέλαβε την Αλβανία, οι Έλληνες επιτελείς του Βασιλικού Ναυτικού άρχισαν να ενεργοποιούνται για ενδεχόμενες επιθετικές ενέργειες των Ιταλών κατά της χώρας μας. Εκείνη την περίοδο, αρχηγός του Βασιλικού Ναυτικού ήταν ο Αντιναύαρχος Αλέξανδρος Σακελλαρίου και Αρχηγός Στόλου ήταν ο Υποναύαρχος Ι. Καββαδίας, οι οποίοι διαβλέποντας την ιδιαίτερη ισχυροποίηση του ιταλικού στόλου, ξεκίνησαν τις προπαρασκευές για την απόκρουση μιας ενδεχόμενης επίθεσης.
Οι Αρχικές Προκλήσεις:
Ήδη από το 1938 η Ιταλία είχε αρχίσει μικρές προκλήσεις, όπως υπερπτήσεις αεροσκαφών και κατασκόπευση νευραλγικών θέσεων. Μάλιστα ένας από τους εντοπισθέντες κατασκόπους ήταν ο γραμματέας της ιταλικής Πρεσβείας στην Αθήνα, ο οποίος συνελήφθη να φωτογραφίζει εγκαταστάσεις και πλοία του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού. Στη συνέχεια, τον Ιούνιο του 1940, η Ιταλία συνέχισε τις προκλήσεις σε πολιτικό επίπεδο, κατηγορώντας την Ελλάδα ως υπεύθυνη για τη δολοφονία του Αλβανού Νταούτ Χότζα, δήθεν από Έλληνες μυστικούς πράκτορες. Επιπλέον, ο ιταλικός τύπος ξεκίνησε μια εκστρατεία εμπρηστικών ανθελληνικών άρθρων και συγχρόνως παρουσιάζονταν χάρτες της Μεγάλης Ιταλίας στους οποίους περιλαμβάνονταν τα Επτάνησα, η Κρήτη και η Κύπρος.
Οι Αεροναυτικές Προκλήσεις:
Στις αρχές Ιουνίου του 1940 απέπλευσε από το λιμάνι του Τάραντα ένας ιταλικός στολίσκος βοηθητικών πλοίων και κατέπλευσε στη Μήλο, με δικαιολογία τις άσχημες καιρικές συνθήκες. Στο νησί ήδη ναυλοχούσε Μοίρα αντιτορπιλικών του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού. Προφανώς η ιταλική κίνηση στόχευε στην εκδήλωση κάποιας θερμής ελληνικής αντίδρασης. Παρ’ όλα αυτά η ελληνική πλευρά παρέμεινε ψύχραιμη. Στα μέσα Ιουνίου, η Ιταλία κατηγορεί την ελληνική κυβέρνηση ότι παρέχει σειρά διευκολύνσεων στις βρετανικές αεροναυτικές δυνάμεις, οι οποίες κάνοντας χρήση των χωρικών μας υδάτων πραγματοποιούσαν επιθέσεις κατά των ιταλικών ναυτικών δυνάμεων. Στις 12 Ιουλίου σημειώθηκε η πρώτη σοβαρή πρόκληση, όταν σμήνος ιταλικών αεροσκαφών προσπάθησε να πλήξει ανεπιτυχώς το φαρόπλοιο «Ωρίων» κατά τη διάρκεια που αυτό ανεφοδίαζε το φάρο της Γαμβρούσας στη ΒΔ άκρο της Κρήτης (κόλπος Κισσάμου). Αμέσως έσπευσε το αντιτορπιλικού «Ύδρα», το οποίο βρισκόταν κοντά στην περιοχή και το οποίο δέχτηκε επίθεση με βόμβες από ιταλικά βομβαρδιστικά. Οι βόμβες δεν κατάφεραν να πετύχουν το στόχο τους, ενώ το «Ωρίων» απάντησε με πυκνό φράγμα αντιαεροπορικών πυρών, που εξανάγκασε τα ιταλικά αεροπλάνα σε φυγή. Στις 16 Ιουλίου σμήνος ιταλικών βομβαρδιστικών προσπάθησε ανεπιτυχώς να προσβάλει τέσσερα ελληνικά υποβρύχια που βρίσκονταν στον όρμο της Ιτέας στον Κορινθιακό Στις 26 Ιουλίου ένα σμήνος ιταλικών πολεμικών αεροσκαφών πέταξε πάνω από την ήπειρο, παραβιάζοντας τον εθνικό εναέριο χώρο. Στις 30 Ιουλίου 2 ελληνικά αντιτορπιλικά και δύο υποβρύχια που βρίσκονταν στον όρμο της Ναυπάκτου, δέχτηκαν την επίθεση ενός ιταλικού βομβαρδιστικού το οποίο έριψε τέσσερις βόμβες, οι οποίες αστόχησαν. Στις 2 Αυγούστου, μια ακόμα προσπάθεια σμήνους ιταλικών να πλήξουν μια ελληνική ακτοφυλακίδα στο Σαρωνικό κόλπο, κατέληξε σε αποτυχία.
Ο Τορπιλισμός Της Έλλης:
Ανήμερα της 15ης Αυγούστου το Ελληνικό καταδρομικό αγκυροβόλησε 600 μέτρα από τον μεσημβρινό λιμενοβραχίονα της Τήνου. Η ατμόσφαιρα στο σημαιοστολισμένο πλοίο ήταν πανηγυρική. Μόνο ο κυβερνήτης Αγ. Χατζόπουλος, εμφανώς ανήσυχος, διέταξε τη λήψη όλων των απαιτούμενων μέτρων ασφαλείας: τήρηση στεγανών εν πλω, ο λέβητας σε πλήρη πίεση και τα αντιαεροπορικά πυροβόλα σε ετοιμότητα. Ωστόσο η επίθεση δεν θα ερχόταν από τον αέρα, αλλά από τον βυθό. Κατά τις 07.00 εμφανίστηκε ένα ιταλικό αναγνωριστικό αεροπλάνο το οποίο, αφού διέγραψε δύο κύκλους πάνω από το λιμάνι, αποχώρησε. Κανείς δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός. Oι Ιταλοί συνήθιζαν αυτού του είδους τις «επιδείξεις». Επρόκειτο όμως για αναγνώριση εν όψει επικείμενης υποβρυχιακής επίθεσης. Στις 08.25 οι φωνές του αρχικελευστή Κατσαϊτη έσκισαν τον αέρα: «Τορπίλη δεξιά, τορπίλη δεξιά». Η φωνή του διακόπηκε από τον πάταγο μιας τρομακτικής έκρηξης η οποία ανασήκωσε το πλοίο από την επιφάνεια σαν παιδικό παιχνίδι! Πολλοί άνδρες έπεσαν στη θάλασσα. Για λίγα λεπτά κανείς δεν γνώριζε τι είχε συμβεί. Κομμάτια σάρκας, φωτιά, καπνοί και βογγητά πληγωμένων συνέθεταν ένα σκηνικό κόλασης. Ο κυβερνήτης ανέκτησε γρήγορα την ψυχραιμία του και έδωσε διαταγές περίθαλψης των τραυματιών, διάσωσης των ανδρών που βρίσκονταν στη θάλασσα και ρυμούλκησης του πλοίου. Εν τω μεταξύ άλλες δύο τορπίλες εξερράγησαν πάνω στον λιμενοβραχίονα, έχοντας προφανώς ως στόχο τα επιβατηγά που βρίσκονταν μέσα στο λιμάνι, κατάφορτα με προσκυνητές. Το επιβατηγό ατμόπλοιο «ΕΣΠΕΡΟΣ» με κυβερνήτη τον ηρωικό Γεράσιμο Φωκά έσπευσε σε βοήθεια του πληγωμένου καταδρομικού. Ωστόσο, μετά από δύο ώρες εναγώνιων προσπαθειών το «ΕΛΛΗ» άρχιζε να βυθίζεται, παρασύροντας στον υγρό του τάφο και εννέα μέλη του πληρώματος. Ο κυβερνήτης Χατζόπουλος θέλησε να μοιραστεί την τύχη του πλοίου του, ωστόσο οι αξιωματικοί του τον πήραν «σηκωτό» και επιβιβάστηκαν σε μια σωστική λέμβο.
Μόλις ο Μεταξάς πληροφορήθηκε το συμβάν, αναζήτησε τους αξιωματικούς του πλοίου. Αφού πληροφορήθηκε τα τεκταινόμενα διέταξε να γίνει η δοξολογία και η περιφορά της εικόνας σα να μη συνέβη τίποτα. Επίσης απαγόρευσε την έκφραση της παραμικρής υπόνοιας σχετικά με την εθνικότητα του επιτιθέμενου υποβρυχίου. Οι Έλληνες εμπειρογνώμονες διαπίστωσαν εύκολα την ιταλική ταυτότητα του υποβρυχίου από τους σειριακούς αριθμούς στα κομμάτια των τορπιλών . Μετά τον πόλεμο διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο για το Delfino με κυβερνήτη τον Τζιουζέπε Αϊκάρντι. Η κυβέρνηση όμως απέφυγε να ανακοινώσει οτιδήποτε για την εθνικότητά του και προσπάθησε ως την τελευταία στιγμή να αποφύγει κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως πρόκληση. Παράλληλα όμως, διέταξε όλους τους στρατιωτικούς σχηματισμούς να προετοιμαστούν με την ύψιστη διακριτικότητα για την επερχόμενη σύγκρουση, καθώς ήταν φανερό ότι η φασιστική Ιταλία είχε δώσει τον λόγο στα όπλα.
Το Τέλος Του Υποβρύχιου Delfino:
Στις 23 Μαρτίου 1943 και ενώ το υποβρύχιο Delfino επιχειρούσε στον Τάραντα στη Νότια Ιταλία, βυθίστηκε παρασύροντας μαζί του και τα 28 μέλη του πληρώματος, που είχαν συμμετάσχει στον τορπιλισμό της «ΕΛΛΗΣ». Ο μόνος επιζών ήταν ο πρώην κυβερνήτης Αικάρντι, ο οποίος, αμέσως μετά τον τορπιλισμό του ελληνικού πλοίου, είχε παραδώσει τη διοίκηση στον Μάριο Βιολάντε. Πάντως ο Αικάρντι, ακόμη και μετά τον πόλεμο δήλωνε αμετανόητος για την ενέργειά του, η οποία ήταν έξω από το δίκαιο του πολέμου, εφόσον τορπίλισε πλοίο ουδέτερης χώρας. Το 1960 δήλωσε στο περιοδικό Tempo: «Δεν είχα ούτε δισταγμό ούτε ταλάντευση. Είχα συνείδηση ότι εκτελώ μια στρατιωτική διαταγή, η οποία δεν έδινε περιθώρια για αμφιβολίες ( η διαταγή είχε δοθεί από τον υπερφίαλο Ιταλό διοικητή της Δωδεκανήσου Ντε Βέκι). Σήμερα τρέφω για την Ελλάδα αισθήματα συμπάθειας και θαυμασμού. Αλλά, τότε, πέρα από κάθε αμφιβολία βρισκόμασταν σε αντίθετα στρατόπεδα ( η Ελλάδα όμως τότε ήταν ακόμη ουδέτερη χώρα). Από ότι ήξερα η διαταγή που είχα πάρει μπορούσε να αποτελεί το προοίμιο για μια άμεση, κανονική είσοδο στον πόλεμο».
Η Αντίδραση Του Ελληνικού Στόλου: (διήγηση Του Ναυάρχου Γρηγορίου Μεζεβίρη διευθυντή της Δ.Ρ.Υ.Ν)
[«Την 15η Αυγούστου 1940, ενώ βρισκόμουνα στην Αθήνα, ο Διευθυντής της Δ.Ρ.Υ.Ν. με πληροφορούσε τον τορπιλισμό και τη καταβύθιση της ΕΛΛΗΣ από άγνωστο υποβρύχιο. Κατέβηκα αμέσως στον Ναύσταθμο και έσπευσα να συναντήσω τον Αρχηγό του Στόλου, που είχε μόλις πληροφορηθεί το γεγονός. Ήταν έξαλλος και φοβερά αγανακτισμένος κατά του Υφυπουργού. Παρά τους αιφνιδιαστικούς βομβαρδισμούς πολεμικών μας σκαφών που είχαν προηγηθεί, ένα από τα μεγαλύτερα πλοία του Στόλου είχε διαταχθεί να παραμείνει επί ώρες αγκυροβολημένο σε όρμο τελείως ανοικτό, για να μην διακοπεί η παράδοση των καλών ειρηνικών καιρών της συμμετοχής του Ναυτικού στη θρησκευτική τελετή της Τήνου!
Φαίνεται, μάλιστα, ότι το Γ.Ε.Ν., για να μην διακινδυνεύσει την ΕΛΛΗ, είχε εισηγηθεί την αποστολή του α/τ «ΑΕΤΟΣ». Ο Υφυπουργός όμως, επέμενε να αποσταλεί το εύδρομο για την μεγαλοπρεπέστερη συμμετοχή του Ναυτικού στην τελετή. Τη στιγμή που η δολοφόνος τορπίλη έπληττε την ΕΛΛΗ, το πλοίο έφερε μεγάλο σημαιοστολισμό, το επιτελείο του φορούσε τη μεγάλη στολή για να συμμετάσχει στη τελετή και το άγημα ετοιμάζονταν να αποβιβαστεί στη στεριά για να αποδώσει τις τιμές. Σύμφωνα με παλιό έθιμο, στη Τήνο είχαν συρρεύσει χιλιάδες προσκυνητές που δεν φαντάζονταν ότι την εποχή εκείνη η θάλασσα έκρυβε πολλούς κινδύνους. Ήδη, δικαιολογημένα, οι προσκυνητές αυτοί βρίσκονταν σε μεγάλη αγωνία για την ασφαλή επιστροφή τους. Αποφασίστηκε λοιπόν, να επιστρέψουν με νηοπομπή που θα συνόδευαν τα α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ».
Τα αντιτορπιλικά απέπλευσαν από τον Ναύσταθμο το επόμενο πρωί, προκειμένου να ειδοποιηθούν οι εμπόλεμοι για την κίνηση αυτή και να αποφευχθεί νέα… παρεξήγηση. Ο Αρχηγός του Στόλου επέβαινε στο α/τ «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» και εγώ στο α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ». Κατά τον πλου είχαν ληφθεί τα συνήθη σε καιρό πολέμου μέτρα. Ενώ παραπλέαμε τη Σύρο φάνηκε, σε ύψος 2.000 μέτρων περίπου αεροσκάφος στο οποίο δεν διακρίνονταν χαρακτηριστικά εθνικότητας με κατεύθυνση προς το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ». Διέταξα τον αξιωματικό πυροβολικού του πλοίου οι σκοπευτές των Α/Α να παρακολουθούν το αεροσκάφος και τα πυροβόλα να ετοιμαστούν για έναρξη πυρός.
Σε λίγο, δέσμη οκτώ μικρών βομβών έπεφτε σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μέτρων από το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ», αμέσως το πλοίο άρχισε να βάλλει κατά του αεροσκάφους και διαταζόταν «πλους ελίγδην» με πάση ταχύτητα, προκειμένου να διαταραχθεί η σκόπευση του αεροσκάφους. Ακολούθησε η πτώση άλλων δυο δεσμών των οκτώ βομβών και η τελευταία έπεσε μερικές δεκάδες μέτρα από το πλοίο. Δυστυχώς η ισχυρή θαλασσοταραχή δυσκόλευε πολύ τη σκόπευση των πολυβόλων μας και παρά το εντατικό πυρ το αεροσκάφος δεν κτυπήθηκε, αλλά ανέβηκε σε μεγάλο ύψος και εξαφανίστηκε στον ορίζοντα. Κατά τον κατάπλου στην Τήνο, το α/τ «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» αγκυροβόλησε, ενώ για προστασία, το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» κινούνταν με μεγάλη ταχύτητα γύρω από το αγκυροβόλιο. Κανένα από τα πλοία μας δεν διέθετε την εποχή εκείνη συσκευή εντοπισμού υποβρυχίων.
Όπως εξακριβώθηκε, εκτός από την μοιραία τορπίλη που είχε βυθίσει την ΕΛΛΗ, είχαν βληθεί άλλες δυο τορπίλες που είχαν προσκρούσει στον κυματοθραύστη. Διαπιστώθηκε, από θραύσματα των τορπιλών που βρέθηκαν, ότι ήταν ιταλικής προέλευσης. Όσον αφορά το μικρό μας εύδρομο, το μόνο ίχνος του που βρήκαμε ήταν η άκρη του καταρτιού του που προεξείχε από τη θάλασσα. Αποπλεύσαμε από την Τήνο τις πρώτες απογευματινές ώρες συνοδεύοντας τα πλοία των προσκυνητών και χωρίς άλλο επεισόδιο καταπλεύσαμε στον Πειραιά. Πλήθη κόσμου και μέλη της Κυβερνήσεως περίμεναν με αγωνία τον κατάπλου της νηοπομπής.»] [1].
Τι Απέγινε Το Θρυλικό Καταδρομικό: Η Διαδικασία Του Διαμελισμού
Οι δύτες έβαζαν εκρηκτικά σε διάφορα σημεία του πλοίου για να αρχίσει ο διαμελισμός του και τα κομμάτια του μεταφέρονταν σιγά σιγά στην επιφάνεια, σε μια ειδική εξέδρα που είχε στηθεί από τον εργολάβο. Ήταν μια δύσκολη διαδικασία αφού η Έλλη κείτονταν σε βάθος 47 μέτρων και σε απόσταση 450 μέτρων από το λιμάνι της Τήνου. Αφού ολοκληρώθηκε το έργο μετά από δύο χρόνια, οι δύτες, κατόπιν άδειας από τον εργολάβο «σκούπισαν» τα μικρά κομμάτια του πλοίου από το βυθό και τα πούλησαν για προσωπικό τους όφελος. Το ακόμα πιο παρανοϊκό μέρος της ιστορίας ήταν ότι οι ίδιοι δύτες ανέλαβαν να απομακρύνουν και τα πυρομαχικά, χωρίς καμία επίβλεψη από τις αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους, τα οποία προφανώς δεν παραδόθηκαν στο Πολεμικό Ναυτικό αλλά στον εργολάβο για την εκποίηση τους.
Όμως το πλέον εξοργιστικό της υπόθεσης είναι ότι, το καταδρομικό θα μπορούσε να ανελκυστεί με τη χρήση ειδικών μπαλονιών, διότι το πλοίο ήταν στο βυθό κυριολεκτικά ατόφιο! Στην ουσία είχε μόνο μια τρύπα κάτω από την παχιά θωρακική ζώνη την οποία προκάλεσε η τορπίλη και βύθισε το πλοίο. Το πλοίο ούτε εξερράγη ούτε διαλύθηκε. Βυθίστηκε ατόφιο λόγω εισροής υδάτων από την τρύπα. Το 1983 Έλληνες δύτες με επικεφαλής τον επονομαζόμενο «Έλληνα Ζαν Κουστώ» Αλέξανδρο Παπαδόπουλο, κατέβηκαν στο βυθό για να κινηματογραφήσουν ό,τι είχε απομείνει από το ναυάγιο. Γνώριζαν για το διαμελισμό του πλοίου και την εκποίηση των κομματιών του, αλλά έλπιζαν ότι θα έβρισκαν αρκετά από τα μέρη του πλοίου.
Προς μεγάλη τους απογοήτευση βρήκαν το βυθό «σκουπισμένο». Δεν είχε απομείνει απολύτως τίποτα που να θυμίζει ότι σε εκείνο το μέρος είχε βυθιστεί η Έλλη». Πέρα από κάποια κομματάκια λαμαρίνας στο μέγεθος ενός ταψιού, το μόνο αξιόλογο κομμάτι που βρήκαν και ανέσυραν ήταν η ανεμοδόχος του πλοίου.
*Του Κωνσταντίνου Αραμπάμπασλη
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
- Τσέρβι Μάριο, «Ο ελληνο-ιταλικός πόλεμος», Alvin Redman
- Hellas -ΑΘΗΝΑ 1967.
- [1] Η Αντίδραση Του Ελληνικού Στόλου: (διήγηση Του Ναυάρχου Γρηγορίου Μεζεβίρη διευθυντή της Δ.Ρ.Υ.Ν)
- Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού – ΥΙΝ
- armynow.net
- Η ιστορία της Βύθισης του Έλλη από το Ελληνικό Ναυτικό μουσείο
- Heinz Richter, Η Ιταλο-Γερμανική επίθεση εναντίον της Ελλάδος, μτφρ. Κώστας Σαρρόπουλος, εκδ. Γκοβόστη, Αθήνα, 1998.
- http://www.sommergibili.com/delfinoe.htm
- http://www.worldnavalships.com/italian_submarines.htm
- http://www.wrecksite.eu/wreck.aspx?13787
- Cognosco Team
*By Konstantinos Arababaslis (Historian)
ΠΗΓΗ cognoscoteam
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου