Η εξέλιξη αυτή περιλαμβάνονταν ανέκαθεν στη σφαίρα των επιδιώξεων της Αυστραλίας. Δεν επρόκειτο εν ολίγοις για πισώπλατη μαχαιριά στη Γαλλία, από την πλευρά των ΗΠΑ ειδικά. Από αυτή την άποψη τουλάχιστον. Αν η Αυστραλία δεν επιθυμούσε να γίνει πυρηνική δύναμη και να παίξει γεωστρατηγικά στις ανακατατάξεις που συμβαίνουν στη γεωπολιτική της περιφέρεια, δεν θα ματαίωνε τη συμφωνία που είχε υπογράψει με τους Γάλλους.
Ασφαλώς υπάρχει βέβαια και η ανάποδη ανάγνωση. ΚΑΙ η Γαλλία είχε τη δυνατότητα όχι μόνο πώλησης πυρηνοκίνητων υποβρυχίων στην Αυστραλία, αλλά και μεταφοράς τεχνογνωσίας στη μεγάλη αυτή χώρα – Ήπειρο. Έμεινε όμως πιστή, έστω εξ ανάγκης, στο Δόγμα που ήθελε την Αυστραλία εκτός της λίστας των πυρηνικών δυνάμεων του πλανήτη.
Δόγμα που άλλαξαν μονομερώς βέβαια προς εξυπηρέτηση των δικών τους παγκόσμιων συμφερόντων οι Αγγλοσάξονες. Από αυτή την άποψη ναι, η κίνηση Βρετανίας και ΗΠΑ μπορεί να θεωρηθεί πισώπλατη μαχαιριά…
Παρά το γεγονός αυτό, η κυβέρνηση της Αυστραλίας ήταν ο κύριος υπαίτιος της «μαχαιριάς», δεν θα μπορούσε να αρνηθεί την προσφορά Βρετανών και Αμερικανών στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ζύγισε τα υπέρ και τα κατά και πήρε τη μεγάλη απόφαση.
Ως χώρα μεγάλης αξιοπιστίας και παγκόσμιου κύρους, τα οποία και θα προστατέψει παντί τρόπω, η Αυστραλία βρει τρόπο να προσφέρει σημαντικά ανταλλάγματα σε άλλους τομείς στη Γαλλία. Δεν θα επιτρέψει δηλαδή στον εαυτό της να εκτεθεί. Ωστόσο, η ζημιά για τους Γάλλους έχει γίνει, είναι σημαντική και ουχί μόνον οικονομική…
Και περνάμε στο δια ταύτα για τα δικά μας. Αυτό που θα πρέπει να ενδιαφέρει την Ελλάδα στη συγκεκριμένη υπόθεση, είναι το ότι καθ’ υπόδειξη και προτροπή των Βρετανών (όλα τα στοιχεία και οι ενδείξεις σε αυτό συγκλίνουν…), οι ΗΠΑ καθιστούν κυρίαρχο παίκτη την Αυστραλία, στη λεκάνη του νότιου Ειρηνικού και του Ινδικού Ωκεανού.
Τα νέα πυρηνοκίνητα υποβρύχια που θα ναυπηγηθούν στο πλαίσιο της συμφωνίας AUKUS, θα παραδοθούν στο Ναυτικό της Αυστραλίας. Όχι στο αμερικανικό (USN), ούτε στο βρετανικό (RN). Σε αντίθεση δηλαδή με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα, αν και προφανώς τα μεγέθη είναι ανόμοια, οι Αυστραλοί δεν παραχώρησαν τη χρήση ναυτικών, αεροπορικών ή στρατιωτικών βάσεων στις ΗΠΑ, ή τη Βρετανία, αν και θρυλείται ότι η τρωτότητα των δυνάμεων στην Ιαπωνία, ίσως ανοίξει συζήτηση μετεγκατάστασης.
Οι Αυστραλοί, θα καταστούν οι ίδιοι πυρηνική δύναμη και θα διαχειρίζονται τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους. Σε συνεργασία και συντονισμό με τους συμμάχους τους. Σε κάθε περίπτωση, για να ενταχθούν στην ομάδα αντιμετώπισης του κοινού εχθρού, της Κίνας δηλαδή, έλαβαν ένα τεράστιο αντάλλαγμα.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπως η Κίνα στην περίπτωση της Αυστραλίας, «κοινός εχθρός» των συμμάχων είναι η Ρωσία, έχοντας ως στόχο την παρεμπόδιση του ρωσικού Στόλου να κατεβαίνει στη Μεσόγειο και όχι μόνο, δια της «κατάληψης» της Ελλάδας μέσω της παρουσίας αμερικανικών δυνάμεων; Ποιο είναι το αντίστοιχο εμβληματικό αντάλλαγμα που έλαβε η Ελλάδα για να συμμετάσχει σε τέτοιο παιχνίδι, τη στιγμή μάλιστα που η Ρωσία μπορεί σε τακτικό επίπεδο να είναι χρήσιμη στην αντιμετώπιση της Τουρκίας;
Στηρίχθηκε μήπως η εφαρμογή του διεθνούς δικαίου της θάλασσας πέρα από ρητορικές καταδίκες και παραινέσεις; Ενισχύθηκαν πραγματικά οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, ακόμη και με πιο «δεύτερα» συστήματα; Δεν είναι δυνατόν για παράδειγμα το JASSM (AGM-158 Joint Air to Surface Stand-off Missile) να είναι ως όπλο αποδεσμεύσιμο στην Πολωνία και όχι στην Ελλάδα.
Ή εκεί να προωθείται ναυπήγηση φρεγατών F110 με αμερικανικούς αισθητήρες και όπλα που παρέχουν πλήρεις επιχειρησιακές δυνατότητες σε όλους τους ρόλους και στην Ελλάδα να προωθείται πάσει δυνάμει, σαν να μην υπάρχει αύριο ένα πλοίο παράκτιων επιχειρήσεων, ενώ η χώρα αναζητά την επόμενή της ναυαρχίδα.
Δεν είναι δυνατόν να αποδεσμεύονται στην Πολωνία πυραυλικά συστήματα εδάφους-εδάφους, υψηλής ακρίβειας και μεγάλης ακτίνας HIMARS και στην Ελλάδα να γίνονται “συζητήσεις” για μη μεταφορά των ATACMS για την άμυνα των νησιών του ανατολικού Αιγαίου…
Τόσο οι πρόσφατες εξελίξεις στην Αυστραλία, όσο και όσες έχουν προηγηθεί στην Πολωνία και σε άλλες χώρες, μας οδηγούν με ασφάλεια σε ένα και μόνο συμπέρασμα: Ο αμερικανικός παράγοντας είναι διατεθειμένος να προβεί σε παραχωρήσεις όταν διαπραγματεύεται με κυβερνήσεις που έχουν πίσω τους δεδομένη και επίσημα αποδεκτή από όλους τους πολιτικούς φορείς εθνική πολιτική και στρατηγική. Με συγκεκριμένους στόχους. ΑΠΑΡΕΓΚΛΙΤΟΥΣ.
Δεν διαπραγματεύεται με κυβερνήσεις που φοβούμενες τον “πόλεμο” της εκάστοτε αντιπολίτευσης και των συστημικών ΜΜΕ, ή και τις προθέσεις του αντίπαλου, απλά προσπαθούν να κερδίσουν την εύνοιά του. Και μαζί με αυτή να κερδίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο στην εξουσία…
Όσο στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτή η προϋπόθεση και όχι μόνο στα εθνικά θέματα και την εξωτερική πολιτική, αλλά και σε άλλους κρίσιμους τομείς όπως η ενέργεια για παράδειγμα, τόσο ο όποιος ξένος παράγοντας θα εξυπηρετεί στυγνά τα συμφέροντα του, ακόμα κι αν αυτά στρέφονται εις βάρος αυτών του Ελληνισμού. Και καλά θα κάνει.
Η σημερινή κατάσταση δεν ισχύει τα τελευταία 40 χρόνια, όπως πολλοί υποστηρίζουν στηλιτεύοντας την περίοδο μεταπολίτευσης. Ισχύει από την πρώτη ημέρα της ίδρυσης και λειτουργίας του σύγχρονου ελληνικού Κράτους και οδήγησε σε πολλές καταστροφές (πόλεμος 1897, Μικρασιατική καταστροφή). Και 200 χρόνια είναι μεγάλο διάστημα για να βρισκόμαστε ακόμη στο σημείο μηδέν, με το αγγλικό να έχει αντικατασταθεί από το αμερικανικό κόμμα, το γαλλικό, το ρωσικό κ.λπ…
ΠΗΓΗ defence-point
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου