Του Δημήτρη Γ. Απόκη *
Τα τελευταία εικοσιτετράωρα ένα κλίμα απογοήτευσης διαχέεται από τις Βρυξέλλες, με δεδομένο το γεγονός ότι η ΕΕ φαίνεται να φτάνει στο τέλος των δυνατοτήτων της να πλήξει θανάσιμα των Πούτιν
για την παράνομη εισβολή του στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί τους τελευταίους τρεις μήνες εναντίον της Μόσχας, έχουν πλέον αρχίσει μα πλήττουν περισσότερο τις ευρωπαϊκές χώρες και τους πολίτες τους, με αποτέλεσμα η υπομονή απέναντι στην αδυναμία των Βρυξελλών να διαμορφώσουν ένα ρεαλιστικό σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης, να έχει αρχίσει να εξαντλείται.Στην περίπτωση του φιάσκου γύρω από το έκτο πακέτο κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, το πρόβλημα, και ας προσπαθούν οι Βρυξέλλες να το εντοπίσουν εκεί, δεν είναι μόνο η άρνηση του Πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, να συμφωνήσει, αλλά και μια σειρά άλλες χώρες που βλέποντας ότι η ιστορία των κυρώσεων όχι μόνο δεν πηγαίνει πουθενά, αλλά αρχίζει να δαγκώνει σημαντικά την Ευρώπη, άρχισαν να παίζουν μπάλα με τη Μόσχα, πληρώνοντας σε ρούβλια τη Ρωσία για την ενέργεια.
Καλή είναι η σκληρή ρητορική, αλλά όταν αποδεικνύεται η αδυναμία να συνοδευτεί από πράξεις τότε το κόστος είναι μεγάλο και πολιτικά και ουσιαστικά.
Ειδικά, όσο η κρίση στην Ουκρανία συνεχίζεται χωρίς να υπάρχει νικητής και ηττημένος, είναι πολύ πιθανό η πολυδιαφημισμένη ενότητα της ΕΕ, να αρχίσει να ξεφτίζει. Και ακόμη πιο σημαντικό, είναι σχεδόν βέβαιο ότι, οι περισσότερες Ευρωπαϊκές κοινωνίες θα είναι απρόθυμες να υπομείνουν τον πόνο των κυρώσεων.
Πέρα από τις κυρώσεις, είναι πλέον σαφές ότι υπάρχει διχασμός σχετικά με τα όπλα που θα πρέπει να σταλούν στην Ουκρανία. Επίσης, έχουν αρχίσει να ακούγονται φωνές για παραχωρήσεις που θα πρέπει να κάνει το Κίεβο και τους όρους που θα πρέπει να αποδεχθεί, σε οποιαδήποτε μελλοντική ειρηνευτική λύση.
Όλο και περισσότερο, τα μέλη της ΕΕ δυσκολεύονται να συμφωνήσουν, καθώς οι κυρώσεις που εξετάζονται σημαίνουν μεγαλύτερες επιβαρύνσεις στις εθνικές οικονομίες τους. Ακόμα κι αν συμφωνηθεί κάτι στη Σύνοδο Κορυφής, θα πρόκειται για κάτι το οποίο ελάχιστη ζημιά θα κάνει στον Πούτιν και τη Ρωσία, αλλά στην πραγματικότητα είναι πιθανό να επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τους ευρωπαίους πολίτες και να πλήξει σημαντικά εθνικά συμφέροντα χωρών μελών, ιδιαίτερα των μικρών και πιο αδύναμων.
Και εδώ είναι που αρχίζει το βρώμικο παιχνίδι από τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών αλλά και από τις μεγάλες χώρες της ΕΕ. Ξαφνικά σε μια προσπάθεια να δικαιολογηθεί η αποτυχία διαμόρφωσης στρατηγικής και σχεδίου αντιμετώπισης της κρίσης, πέφτει στο τραπέζι μέσω τοποθετήσεων διαφόρων κύκλων, η άποψη ότι η ΕΕ πρέπει να απαλλαγεί από τα κριτήρια ομοφωνίας για κυρώσεις και εξωτερική πολιτική. Την ιδέα αυτή στηρίζουν, ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν και ο Ιταλός Πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι οι οποίοι προέτρεψαν για τερματισμό της αρχής της ομοφωνίας.
Τι μας λένε λοιπόν οι Βρυξέλλες μετά την τραγελαφική διαχείριση της οικονομικής κρίσης του 2008 (μνημόνια και εξαθλίωση χωρών), την τρέχω πίσω από τις εξελίξεις αστεία διαχείριση της πανδημίας, και την τωρινή ανερμάτιστη αντιμετώπιση, με κίνδυνο τη φτωχοποίηση εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών, της κρίσης στην Ουκρανία;
Δεν φταίει η ανικανότητά μας, η έλλειψη διορατικότητας, προετοιμασίας και σχεδιασμού. Εκείνο που φταίει είναι η αγωνία κάποιων ηγετών που έχουν την τόλμη να πουν όχι στην ανικανότητα και να προτάξουν το εθνικό συμφέρον της χώρας τους και την ευημερία των πολιτών τους, απέναντι στους ανίκανους μη εκλεγμένους, χρυσοπληρωμένους, φωστήρες των Βρυξελλών, αλλά και κάποιες ηγεσίες μεγάλων χωρών.
Σήμερα μας λένε ότι αυτό είναι το πρόβλημα που εμποδίζει να ηττηθεί ο Πούτιν. Αύριο ένας Θεός ξέρει τι θα μας πουν για την Κύπρο, για το Αιγαίο και την Τουρκία.
Δοξάστε τους. Αυτό είναι το φάρμακο θεραπείας της επικίνδυνης ανικανότητας. Η Ευρώπη των δυο ταχυτήτων.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, ειδικός σε θέματα Αμερικανικής Πολιτικής. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και του The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον, μέλος του The International Institute for Strategic Studies του Λονδίνου, και υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.
ΠΗΓΗ thepresident
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου