Γιώργος Παυλόπουλος
Η Δύση έχει κάθε λόγο να τεντώνει τις κεραίες της για να παρακολουθήσει και να αξιολογήσει όσα συζητηθούν και συμφωνηθούν στη συνάντηση στο Ουζμπεκιστάν, σε μια κρίσιμη καμπή στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν 1.000 ημέρες – για την ακρίβεια 971, από τον Ιανουάριο του 2020, λίγο μετά το ξέσπασμα της Covid-19 – μέχρις ότου ο Σι Τζινπίνγκ αποφασίσει να βγει από τα σύνορα της Κίνας. Το έκανε όμως χθες, προκειμένου να παραβρεθεί στη σύνοδο κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης, η οποία πραγματοποιείται την Πέμπτη και την Παρασκευή στο Ουζμπεκιστάν.
Οι συμβολισμοί δεν λείπουν, βεβαίως, ούτε από αυτή την περιοδεία. Ο πρώτος σταθμός του Σι, άλλωστε, είναι το Καζακστάν, όπου χθες συνάντησε τον πρόεδρό του, Τζοκάρ Τοκάγεφ. Είναι εκεί που ο ίδιος, το 2013, είχε ανακοινώσει την πρωτοβουλία του για τον σύγχρονο «Δρόμο του Μεταξιού» (Belt and Road Initiative).
Συμβολισμός και ουσία
Όσο για τη Σαμαρκάνδη, όπου θα πραγματοποιηθεί η σύνοδος, είναι μια αρχαία πόλη που έχει συνδέσει το όνομά της με τον αρχικό «Δρόμο του Μεταξιού», που συνέδεσε την Ανατολή με τη Δύση και έφερε τα προϊόντα και τον πολιτισμό της Κίνας στην άλλη άκρη της υφηλίου.
Είναι γεγονός, επίσης, ότι το Καζακστάν έχει ιδιαίτερη σημασία για τους Κινέζους. Εκτός από τις σημαντικές επενδύσεις που έχουν κάνει εκεί και τις συμφωνίες που έχουν συνάψει για την αγορά πετρελαίου και φυσικού αερίου, συνορεύει και με την επαρχία Σιντζιάνγκ, όπου η μειονότητα των Ουιγούρων υφίσταται την καταπίεση του κινεζικού καθεστώτος.
Η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι σε αυτή την κρίσιμη, όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, σύνοδο τα βλέμματα είναι στραμμένα αλλού: Στη συνάντηση του Κινέζου προέδρου με τον Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν, που θα είναι η πρώτη μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Η συμμαχία «χωρίς όρια»
Υπενθυμίζεται ότι το προηγούμενο τετ-α-τετ των δύο ηγετών έγινε στις 4 Φεβρουαρίου, μόλις 20 ημέρες προτού ο Πούτιν δώσει την εντολή στον στρατό του να περάσει τα σύνορα. Αυτός ήταν και ο λόγος που αρκετοί, ειδικά στη Δύση, εμφανίστηκαν εξαιρετικά καχύποπτοι απέναντι στον Σι, θεωρώντας ότι είναι αδύνατο να μην είχε ενημερωθεί προκαταβολικά από τον Πούτιν για τις προθέσεις του.
Κάτι τέτοιο, εξάλλου, θα έλεγε κανείς ότι συνάδει με τον χαρακτήρα που έχουν δώσει οι δύο ηγέτες στη συμμαχία των χωρών τους, για την οποία – όπως αναφέρεται ρητά στο κοινό ανακοινωθέν της 4ης Φεβρουαρίου – «δεν υπάρχουν όρια», ούτε όμως και «απαγορευμένο τομείς».
Παρ’ όλα αυτά, ο πολιτικός χρόνος που έχει κυλήσει από τότε μέχρι σήμερα υπήρξε εξαιρετικά πυκνός. Με αποτέλεσμα, αρκετοί να θέτουν ευθέως το ερώτημα εάν οι Κινέζοι και ο Σι παραμένουν στην ίδια θέση και θα την επιβεβαιώσουν στη σύνοδο της Σαμαρκάνδης ή εάν, αντιθέτως, θα εμφανιστούν πιο συγκρατημένοι.
Το πλεονέκτημα στον Σι
Το παραπάνω ερώτημα αναβαθμίζεται στο φόντο του στραπάτσου που έπαθαν οι ρωσικές δυνάμεις στα πεδία των μαχών, εξαιτίας της επιτυχημένης αντεπίθεσης των Ουκρανών στο Χάρκοβο. Πολύ περισσότερο δε καθώς μια σειρά πληροφορίες και διαρροές αναφέρουν ότι ο Πούτιν είναι λιγότερο παντοδύναμος από ό,τι πριν 7 μήνες…
Βεβαίως, ένα «άδειασμα» του Πούτιν από τον Σι – ο οποίος, σε μερικές εβδομάδες – θα ανανεώσει για τρίτη συνεχόμενη πενταετία τη θητεία του στο τιμόνι της χώρας – πρέπει να θεωρείται απίθανο. Διόλου δεν αποκλείεται, όμως, ο πρόεδρος της Κίνας να προσπαθήσει να επιτύχει δύο άλλα πράγματα.
Το ένα είναι να πιέσει τον Πούτιν να επιταχύνει το τέλος του πολέμου, φοβούμενος ότι μια ήττα της Ρωσίας (η οποία δεν μοιάζει, πλέον, τόσο απίθανη) όχι απλώς θα τον εκθέσει, αλλά θα έχει κόστος και για τις δικές του φιλοδοξίες. Όσο για το άλλο, έχει να κάνει με τις διμερείς σχέσεις και τις ισορροπίες σε αυτές.
Όπως σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι Times του Λονδίνου, «το Κρεμλίνο μπορεί να είναι πρόθυμο να οικοδομήσει νέους δεσμούς με τον ανταγωνιστή του κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όμως ελάχιστη αμφιβολία υπάρχει αναφορικά με το ποιος είναι ο πιο ισχυρός εταίρος». Με άλλα λόγια, λοιπόν: Χωρίς να εγκαταλείψει τον Πούτιν και τη Ρωσία (άλλωστε, τους έχει ανάγκη), ο Σι είναι πιθανό να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία προκειμένου να σφραγίσει την ηγεμονία της Κίνας στον «άξονα».
Η Ρωσία και οι άλλοι
Εφόσον δε τα καταφέρει, τότε θα είναι πιο απλό το επόμενο βήμα: Να αποδεχθούν και οι υπόλοιποι συμμετέχοντες – ανάμεσά τους και η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν – ο οποίος επίσης θα είναι παρών στη Σαμαρκάνδη – την πρωτοκαθεδρία του Πεκίνου. Κάτι που αυτομάτως, θα αντανακλαστεί και σε δύο διεθνείς συνασπισμούς που διαρκώς διευρύνονται και αναβαθμίζονται.
Αφενός, τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης, όπου έχουν προσκληθεί Ινδία, Αφγανιστάν και, φυσικά, Τουρκία. Και, αφετέρου, τις BRICS, όπου έχουν καταθέσει αίτηση ένταξης η Τουρκία και η Αργεντινή.
Η αλλαγή του παγκόσμιου χάρτη επιταχύνεται.
ΠΗΓΗ https://www.ot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου