Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2022

Γενοκτονία ἤ ἁπλῶς ἐθνοκάθαρση τῶν Μικρασιατῶν;

Απόσπασμα από το βιβλίο του Γιάννη Ταχόπουλου, Όψεις εθνοαποδόμησης στην Ελλάδα (2009) που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.

Σημαντικό θέμα εἶναι τό κατά πόσο ὑπῆρξε γενοκτονία ἤ ἁπλῶς ἐθνοκάθαρση τῶν Ἑλλήνων ἀπό τούς Τούρκους στή Μ. Ἀσία. Οἱ ἴδιοι οἱ Νεότουρκοι –τούς ὁποίους διαδέχθηκε ὁ Κεμάλ ὑλοποιώντας τά ὁράματά τους– εἶχαν ἤδη διακηρύξει τήν ἀνάγκη γιά γενοκτονία στά 1911:

Ἡ Τουρκία πρέπει νά γίνει μωαμεθανική χώρα. Οἱ μωαμεθανικές ἀντιλήψεις καί ἡ μωαμεθανική ἰσχύς πρέπει νά κυριαρχήσουν στή χώρα.

Κάθε ἄλλη θρησκευτική προπαγάνδα πρέπει νά καταπνίγεται. Ἡ ὕπαρξη τῆς αὐτοκρατορίας ἐξαρτᾶται ἀπό τή δύναμη τοῦ νεοτουρκικοῦ κόμματος καί ἀπό τή συντριβή ὅλων τῶν ἀνταγωνιστικῶν σ’ αὐτό ἰδεολογιῶν. Ἀργά ἤ γρήγορα, θά πρέπει νά ὁλοκληρωθεῖ ἡ πλήρης ὀθωμανοποίηση ὅλων τῶν ὑπηκόων τῆς Τουρκίας. Καί ἀσφαλῶς, εἶναι ὁλοκάθαρο ὅτι αὐτό δέν θά μπορέσει νά γίνει μέ τήν πειθώ, καί κατά συνέπεια θά πρέπει νά προσφύγουμε στήν ἔνοπλη βία. Ὁ χαρακτήρας τῆς αὐτοκρατορίας πρέπει νά μείνει μωαμεθανικός καί θά πρέπει νά δοῦμε ὅτι οἱ μωαμεθανικοί θεσμοί καί οἱ μωαμεθανικές παραδόσεις θά πρέπει νά γίνονται σεβαστά. Τό δικαίωμα τῶν ἄλλων ἐθνοτήτων νά ἔχουν τίς δικές τους ὀργανώσεις θά πρέπει νά ἀποκλειστεῖ. Κάθε μορφή ἀποκέντρωσης εἶναι προδοσία στήν Τουρκική Αὐτοκρατορία. Οἱ ἐθνότητες εἶναι ἀμελητέες ποσότητες. Μποροῦν νά κρατήσουν τή θρησκεία τους, ἀλλά ὄχι τή γλώσσα τους. Ἡ διάδοση τῆς τουρκικῆς γλώσσας εἶναι ἕνα ἀπό τά κυριότερα μέσα ἐξασφάλισης τῆς μωαμεθανικῆς ὑπεροχῆς καί τῆς ἀφομοίωσης τῶν μή μωαμεθανικῶν στοιχείων […][1].

Τό ὅτι ἡ Τουρκία εἶχε φερθεῖ μεταξύ 1914-1918 μέ αὐτό τόν τρόπο στίς μή τουρκικές κοινότητες (ἐκτός τῶν Κούρδων, τούς ὁποίους περιποιήθηκε ἀργότερα), τῆς ἀφαιροῦσε, στά 1918, τό δικαίωμα νά ἐλέγχει τά ἐδάφη στά ὁποῖα κατοικοῦσαν αὐτές ὡς συμπαγεῖς πληθυσμιακές μάζες καί συνιστᾶ ἕναν δεύτερο λόγο γιά τόν ὁποῖο ἡ ἀπαίτηση προσάρτησης τῆς Ἰωνίας καί τῆς Ἀν. Θράκης (ὅπως καί ἡ ἵδρυση ἀρμενικοῦ καί κουρδικοῦ κράτους ἤ ἡ ἀπαίτηση γιά ποντιακό κράτος) ἦταν ἀπολύτως δικαιολογημένη καί ὄχι ἐπεκτατική ἐνέργεια. Τό ὅτι ὥς τά 1922, περίπου κάθε 70 καί 30 χρόνια σφάζονταν στή Μ. Ἀσία Ἕλληνες καί Ἀρμένιοι δέν συνιστᾶ αἰτία γιά τήν ὁποία ἡ συνεχής αὐτή ἀλλοίωση τῆς ἐθνολογικῆς σύστασης τῆς Μ. Ἀσίας καί ἡ συνεπακόλουθη τουρκική πληθυσμιακή ὑπεροχή θά ἔπρεπε νά γίνουν ἀποδεκτές στά 1918 ὡς κριτήρια τῆς τοτινῆς χάραξης τῶν συνόρων, ὅπως καί οἱ σφαγές τῶν Θεσσαλονικιῶν Ἑλλήνων κατά τήν Τουρκοκρατία δέν δίνουν τό δικαίωμα, μέ βάση τή μείωση τοῦ ἐκεῖ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ, νά ὑποστηρίζεται ἡ μή ἑλληνικότητά της[2] (τά ἴδια καί γιά τήν κατεχόμενη Κύπρο). Ἡ παράδοση ἐκ νέου, στά 1918, στήν Νέα Τουρκία ἐδαφῶν στήν Ἰωνία, τόν Πόντο καί τήν Ἀρμενία ἰσοδυναμοῦσε τότε μέ ἐπιβράβευση τῆς συμπεριφορᾶς της κατά τόν Α’ Π.Π. Ὅπως ἔλεγε ὁ Βενιζέλος: «Πῶς ἦταν δυνατόν τό Συνέδριο τῆς Εἰρήνης νά καταδικάσει στόν τουρκικό ζυγό αὐτούς πού ἐπέζησαν, βαυκαλίζοντάς τους μέ ἐλπίδες νέων μεταρρυθμίσεων;» (ΙΕΕ, τ. ΙΕ’, σ. 111).

Βεβαίως, ὁ ἀριθμός τῶν θυμάτων δέν ἐπηρεάζει τήν κρίση γιά τόν χαρακτηρισμό τῶν φόνων ὡς γενοκτονίας, καί τό παιχνίδι μέ τούς ἀριθμούς (δέν εἶναι 40 χλδ ἀλλά οὔτε καί 353 χλδ οἱ σφαγμένοι Πόντιοι, λέει ὁ Κωστόπουλος, ἐκφράζοντας μιά τάχα μέση, ψύχραιμη διαπίστωση[3]) δέν ἀλλάζει τό γεγονός πού οἱ «ἀντιεθνικιστές» ἀποφεύγουν ὁπωσδήποτε: Οἱ Τοῦρκοι / Ὀσμανοί / Κεμαλικοί εἶχαν ἀποφασίσει προγραμματικά, ἐν ψυχρῷ, τήν ἐκδίωξη ἤ ἐξόντωση ἤ ἐκτουρκισμό τῶν χριστιανῶν τῆς Μ. Ἀσίας, τά ὁποῖα καί κατάφεραν. Ἡ ἄποψη ὅτι οἱ Τοῦρκοι λίγο-πολύ δικαίως ἐξοργίστηκαν γιά τή στάση τῶν Ἑλλήνων στά 1919-1922 καί κατέστρεψαν τόν μικρασιατικό Ἑλληνισμό, ὅτι δηλαδή συνέβη μιά «ποδοσφαιρική» ἰσοπαλία ἐθνοκαθάρσεων καί, γι’ αὐτό, «μή μιλᾶτε γιά γενοκτονία τῶν Ἑλλήνων στή Μικρασία, ἀφοῦ “καθένας καί ἡ γενοκτονία του”»[4], παραβλέπει τό γεγονός ὅτι ἡ προαποφασισμένη γενοκτονία κι ἐθνοκάθαρση τῶν Μικρασιατῶν χριστιανῶν ξεκίνησε ἀπό τά 1914 ἀνεξάρτητα ἀπό τήν παρουσία / ἀπειλή παρουσίας τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στήν Ἀνατολία· συνεπῶς ἡ παρουσία αὐτή δέν εἶναι ἡ αἰτία τῆς ἐξάλειψης τοῦ μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Γι’ αὐτό καί ἡ ἐκδίωξη ὁλοκληρώθηκε μέ τά Σεπτεμβριανά τοῦ 1955 καί τίς ἀπελάσεις τοῦ ’60, ὅταν δέν ὑπῆρχε ἑλληνικός στρατός στή Μικρασία. Ἡ ἐξαφάνιση τῶν Ἑλλήνων ἀπό τή Μ. Ἀσία ἦταν στόχος δεκαετιῶν, ἀνεξάρτητα ἀπό τό ἄν τό ἑλλαδικό κράτος θά ἀντιδροῦσε ἔνοπλα (στά 1919) ἤ ὄχι (στά 1955). Μέ τόν ἕναν ἤ τόν ἄλλο τρόπο, τή μιά ἤ τήν ἄλλη ἀφορμή, θά ἐκδιώκονταν.

Διαβάστε επίσης:

Γιάννης Ταχόπουλος, Η Θεσσαλονίκη, ο Μαζάουερ και τα φαντάσματα του Οθωμανισμού

Ὁ Κωστόπουλος[5] προσπαθεῖ ἐμμέσως –μιά καί εἶναι προφανές σέ ὅλους ὅτι ἡ γενοκτονία καί ἡ ὁλοκληρωτική ἐκδίωξη τῶν Ἑλλήνων ἀπό τήν Τουρκία (1914-1964) θά γινόταν, καί σέ ἕνα βαθμό ἔγινε, καί χωρίς τήν παρουσία ἑλληνικοῦ στρατοῦ στή Μ. Ἀσία ὡς αἴτιο– νά πείσει ὅτι γιά τούς ἐκτοπισμούς καί τίς σφαγές φταῖνε οἱ Ἕλληνες Μικρασιάτες ἀντάρτες (ἄρα τό σχῆμα εἶναι περίπου ἰσοδύναμο μέ τό κλασικό «ἄς μήν πηγαίναμε οἱ Ἑλλαδίτες στή Μ. Ἀσία [=καλά νά πάθουμε/πάθουμε]»), ἀκόμη κι ἄν οἱ σφαγές ἔλαβαν χώρα σέ περιοχές (Πόντος καί λοιπή Μικρασία) στίς ὁποῖες δέν ὑπῆρχαν ἀντάρτες, ἐξισώνοντας, ἔτσι, τό δικαίωμα στήν αὐτοάμυνα τῶν Μικρασιατῶν καί Ποντίων κατά τόν Α΄ Π.Π. μέ τήν ἀντεκδίκηση τῆς Τουρκίας, ἡ ὁποία πρῶτα ὁδήγησε μέ τά μέτρα της τούς Ἕλληνες τῆς Μ. Ἀσίας στήν ἔσχατη λύση νά λάβουν τά ὅπλα γιά αὐτοάμυνα καί ἔπειτα τούς κατηγόρησε καί τούς ἐξόντωσε, ἀκριβῶς ἐπειδή εἶχαν ἀποφασίσει νά μήν πεθάνουν/ἐκδιωχθοῦν δίχως κάποια ἀντίσταση καί αὐτοάμυνα. Γι’ αὐτό καί θεωρεῖ «διόλου παράλογο» τόν φόβο τῶν ἀπελπισμένων Τούρκων κατά τό 1916, ὅταν ὁρισμένοι Ἑλληνοπόντιοι εἶχαν (τί θράσος καί ἀγνωμοσύνη ἐκ μέρους τους πρός τούς Ὀσμανούς προστάτες τους, θά ἔλεγε κάποιος!) «ὑποδεχτεῖ πανηγυρικά τούς Ρώσους ὡς ἐλευθερωτές» (Πόλεμος.., σ. 250).

Οἱ ἐνάντιοι στή Μικρασιατική Ἐκστρατεία δεξιοί φιλομεταξικοί (ὡς ἐνάντιοι στόν βενιζελισμό), δεξιοί κοσμοπολίτες, καθώς καί οἱ διεθνιστές, δέν ἔχουν κανένα ρεαλιστικό ἀντεπιχείρημα καί σοβαρή ἀντιπρόταση γιά τό πῶς θά ἔπρεπε νά ἀποτραπεῖ ἡ ἐθνοκάθαρση καί ἡ γενοκτονία στή Μ. Ἀσία, πῶς θά παρέμεναν ἀσφαλεῖς οἱ χριστιανικές μειονότητες (συνυπολογίζοντας τίς δικαστικές ἀποζημιώσεις γιά τίς περιουσίες, τήν ἐκτέλεση τῆς τιμωρίας τῶν Τούρκων ἐνόχων, στρατιωτικῶν καί παρακρατικῶν, ἀπό τούς ἴδιους τούς Ὀθωμανούς κ.λπ.) μετά ἀπό τόν τυφώνα τῶν σφαγῶν κι ἐκτοπισμῶν τοῦ Α’ Παγκοσμίου[6].

Ἀκριβῶς ἐπειδή καί σύγχρονοι φιλομεταξικοί ἤ ἀπολογητές τοῦ «Οἴκαδε» ἐναντιώνονται, ὡς ἀντιβενιζελικοί, στήν κατάληψη στά 1919 τῆς Σμύρνης, ἡ προσπάθεια σπίλωσης ὡς ἀκροδεξιῶν/ἐθνικιστῶν ὅσων σήμερα θεωροῦν πώς τότε ἡ κατάληψη τῆς Ἰωνίας ἦταν ἐπιβεβλημένη, εἶναι καταδικασμένη σέ ἀποτυχία. (Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ὁ Ἐνεπεκίδης ἐμποδίστηκε ἀπό τή δεξιά μετεμφυλιακή κυβέρνηση τό 1958 νά ἐρευνήσει τά γερμανικά καί αὐστριακά κρατικά ἀρχεῖα πού ἀφοροῦσαν στή γενοκτονία στήν Μ. Ἀσία). Τό ὅτι κάποιοι ἀκροδεξιοί σήμερα θεωροῦν ὀρθή τήν τοτινή ἀπόφαση κατάληψης τῆς Σμύρνης, ἐρχόμενοι σέ ἀντίθεση μέ τίς θέσεις τους στά 1920, δέν σημαίνει τίποτε ἄλλο ἐκτός ἀπό τή μικροκομματική τους ὑποκρισία καί μικρόνοια (τώρα, πού δέν ὑπάρχει λογική καί ἠθική βάση για ἀντίστοιχα ἐγχειρήματα, εἶναι ὑπέρμαχοι τῆς Μεγάλης Ἑλλάδας) διά μέσου τῶν δεκαετιῶν.

Ὁ Γ. Θ. Μαυρογορδάτος[7] ἔθεσε τό ὑποθετικό ζήτημα ὅτι ἡ ἀπελευθερωμένη καί ὁριστικά ἐνσωματωμένη στήν Ἑλλάδα ζώνη τῆς Ἰωνίας, ὄντας ἀποκομμένη ἀπό τή λοιπή τουρκική Μ. Ἀσία, θά παρήκμαζε οἰκονομικά· καί γι’ αὐτό, ἡ –τάχα αἰτιολογημένη στήν οἰκονομική ἀκτινοβολία της– ἀπόπειρα γιά κατάληψη τῆς Σμύρνης θά ἔδινε ἀποτελέσματα κατώτερα τῶν προσδοκιῶν μας ἀκόμη κι ἄν τήν καταλαμβάναμε ὁριστικά. Μάλιστα, ὑποστηρίζει ὅτι οἱ Μικρασιάτες Ἕλληνες καταπίεζαν (ἄδικα, μᾶλλον, ἐννοεῖ) οἰκονομικά τούς Τούρκους (ξεχνᾶ τούς δυσβάστακτους φόρους κι ἐκβιασμούς). Τέτοια ἐπιχειρήματα (λές καί οἱ Σμυρνιοί δέν θά συνέχιζαν τό ἐμπόριο μέ τήν οὐδέτερη ἤ ἑλληνική Κωνσταντινούπολη καί τή λοιπή Ἑλλάδα, ἤ λές καί ἡ μετά τό 1923 ἀποκοπή τῆς Σμύρνης ἀπό τόν νησιωτικό «ζωτικό χῶρο» της στό Αἰγαῖο συνιστᾶ αἰτία οἱ Τοῦρκοι νά θεωρήσουν ἄσκοπη τήν κατοχή τῆς Σμύρνης) μᾶς κάνουν νά πιστεύουμε ὅτι, γιά τόν παραπάνω ἀρθρογράφο, τό ζήτημα τῆς αὐτοδιάθεσης ἐπιλύεται μέ βάση αὐστηρῶς οἰκονομικά κριτήρια καί ὅτι ἡ ἐξ αἰτίας τῆς ἀπελευθέρωσης τοῦ 1912 σταδιακή ἐλάττωση τῆς βαλκανικῆς ἀκτινοβολίας καί τῆς πολυεθνικότητας τῆς Θεσσαλονίκης (ἡ Θράκη καί ἡ Ἀν. Μακεδονία εἶναι ἐπίσης «μιά στενή, ἀποκομμένη ἀπό τόν κύριο βαλκανικό ὄγκο, λωρίδα γῆς») συνεπάγεται ὅτι ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης ἦταν μιά ἄστοχη ἐνέργεια.

Πρέπει, πάντως, πρός ὅσους κατηγοροῦν τήν Ἑλλάδα / τούς τοτινούς Ἕλληνες γιά καιροσκοπισμό, νά τονιστεῖ ὅτι ἀγνοοῦν τίς προσπάθειες τόσο τῆς Ἑλλάδας (Βενιζέλος[8]) καί Ἑλλήνων διανοητῶν (π.χ. Ἴ. Δραγούμης[9], Ἀθ. Σουλιώτης-Νικολαΐδης, πιό παλιά «ἑλληνοθωμανισμός», καί ἀκόμη πιό παλιά «φαναριωτισμός») ὅσο καί τῶν ἴδιων τῶν Mικρασιατῶν Ἑλλήνων γιά ἰσότιμη (ἴδια ἀτομικά δικαιώματα κ.λπ. μέσῳ τῆς εὐμενοῦς ἀποδοχῆς τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1908) συμβίωση στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία, μέ διατήρηση τοῦ ἐδαφικοῦ στάτους κβό. Ὅταν ἀπέτυχαν αὐτές οἱ προσπάθειες, ὅταν ἡ Τουρκία ἔδειξε ἔμπρακτα ὅτι ἐπιδιώκει τήν ἐκδίωξη/ἐξόντωση τῶν Μικρασιατῶν Ἑλλήνων (πού ἀποτελοῦσαν πάνω ἀπό τό 1/3 τῶν Ἑλλήνων) καί τῶν λοιπῶν χριστιανῶν, ἦταν ἀπολύτως θεμιτό καί δίκαιο γιά τούς ἐκεῖ Ἕλληνες νά ἀμυνθοῦν ἔνοπλα, καί γιά τήν Ἑλλάδα νά ἐπιδιώξει τήν ἀπόσπαση μέρους τῶν ὀσμανικῶν ἐδαφῶν μετά τό τέλος τοῦ Α’ Π.Π. Ἡ κατάληψη τῆς Ἰωνίας δέν ἦταν πράξη τυχοδιωκτική λοιπόν. ἦταν ἡ τελευταία ἐπιλογή πού ἀπέμενε σέ Ἑλλάδα καί Μικρασιάτες.

Διαβάστε επίσης: Οι ελληνορθόδοξοι της Μέσης Ανατολής

Ενισχύστε την προσπάθειά μας κάνοντας μια δωρεά στο Άρδην πατώντας ΕΔΩ.

Ακολουθήστε το Άρδην στο Facebook

Εγγραφείτε στο κανάλι του Άρδην στο Youtube


[1] Ἐπίσης: «Τά ἔθνη πού ἀπόμειναν ἀπό παλιά στήν Αὐτοκρατορία μας μοιάζουν μέ ξένα καί βλαβερά χόρτα πού πρέπει νά ξερριζωθοῦν. Νά ξεκαθαρίσουμε τή γῆ μας. Αὐτός ἄλλωστε εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς ἐπανάστασής μας» (δρ. Σακίρ Μπεχαεντίν), καί «Θέλω νά ζήσει ὁ Τοῦρκος. Καί θέλω νά ζήσει μόνο σ’ αὐτά τά ἐδάφη καί νά εἶναι ἀνεξάρτητος. Ἐκτός τῶν Τούρκων ὅλα τά ἄλλα στοιχεῖα νά ἐξοντωθοῦν, ἄσχετα σέ ποιά θρησκεία ἤ πίστη ἀνήκουν. Αὐτή ἡ χώρα πρέπει νά καθαρίσει ἀπό τά ξένα στοιχεῖα. Οἱ Τοῦρκοι πρέπει νά κάνουν τήν ἐκκαθάριση» (δρ. Ναζίμ). Στίς 26-6-1909 ὁ γερμανός πρεσβευτής τῆς Κωνσταντινούπολης Miguel ἐνημέρωνε τό Βερολίνο γιά τή δραματική συνάντηση τοῦ Πατριάρχη Ἰωακείμ Γ’ μέ τόν ἀρχιστράτηγο Σεφκέτ Πασά, ὁ ὁποῖος ἀπείλησε τόν Πατριάρχη: «Θά σᾶς κόψουμε τά κεφάλια, θά σᾶς ἐξαφανίσουμε. Ἤ ἐμεῖς θά ἐπιζήσουμε ἤ ἐσεῖς». Ὑπάρχουν (παρατίθενται στό Γενοκτονία στόν Εὔξεινο Πόντο τοῦ Ἐνεπεκίδη· βλ. καί Κ. Φωτιάδη, Ἡ γενοκτονία…, σσ. 164-165, 250, 396-397, γιά γερμανικές, σουλτανικές καί κεμαλικές μαρτυρίες) οἱ ἐπανειλημμένες διαπιστώσεις καί ἀναφορές τίς ὁποῖες οἱ πρόξενοι τῶν Κεντρικῶν Δυνάμεων στήν Τουρκία, κατά τόν Α’ Π.Π., ἔστελναν στίς κυβερνήσεις τους καί οἱ ὁποῖες πιστοποιοῦν τόσο ὅτι ὑπῆρξε σχέδιο ἐξόντωσης ὅσο κι ὅτι λάμβανε χώρα ἐξόντωση τῶν Ἑλλήνων. Γιά παράδειγμα: «Εἰς τάς 26 Νοεμβρίου τρέχοντος ἔτους (1916) μοῦ εἶπε ὁ Ραφέτ μπέης: “Τελικά μέ τούς Ἕλληνας πρέπει νά ξεκαθαρίσωμεν, ὅπως καί μέ τούς Ἀρμενίους”» (ἀναφορά αὐστριακοῦ προξένου στήν Ἀμισό). Τά διπλωματικά ἔγγραφα τῶν συμμαχικῶν χωρῶν τῆς Τουρκίας ἀναφέρουν ὅτι γινόταν σφαγή τῶν Ποντίων, ὅπως προηγουμένως εἶχε γίνει ἡ σφαγή τῶν Ἀρμενίων.

[2] Ὁ Ἔ. Χομπσμπάουμ, παριστάνοντας αὐτόν ὁ ὁποῖος «δυσαρεστεῖ τούς ἐθνικιστές» Ἑλλάδας καί ΠΓΔΜ, ἀναφέρει αὐτό πού δέν ξέραμε, ὅτι στά 1912 ἡ πλειονότητα τῶν κατοίκων τῆς Θεσσαλονίκης ἦταν Τοῦρκοι καί Ἑβραῖοι, ὅταν ἐξετάζει ἄν ἡ ΠΓΔΜ ἤ ἡ Ἑλλάδα εἶχε δικαιώματα στό ἔδαφος τῆς ὀσμανικῆς Μακεδονίας (Γιά τήν Ἱστορία, ἐκδ. Θεμέλιο, σ. 329-30). Ἔτσι, τό ἀβίαστο συμπέρασμα τῆς λογικῆς του, ἄν καί δέν τήν προχωρᾶ, εἶναι ὅτι οἱ σφαγές τῶν Ἑλλήνων κατοίκων της παραγράφονται ὡς περασμένες-ξεχασμένες, ὡς «περσινά ξυνά σταφύλια», καί βάσει τῆς καταμέτρησης τοῦ μή σφαγμένου πληθυσμοῦ, ἡ πόλη «ἠθικά» ἀνῆκε στούς Ὀσμανούς Νεότουρκους. Ὡραῖος τρόπος νά δυσαρεστεῖς τούς ἐθνικιστές δύο κρατῶν: νά εὐαρεστεῖς τούς ἐθνικιστές ἑνός τρίτου, κι ἔπειτα νά ἔχεις καί τήν καλή συνείδηση τοῦ ἀντιεθνικιστῆ.

[3] Πόλεμος καί ἐθνοκάθαρση, σ. 252-253.

[4] Ἡ λογική αὐτή ἔχει ὡς ἑξῆς: «Ἀφοῦ ὅλοι μας ἔχουμε ἀδικήσει, δέν εἶναι δυνατόν ἀπό κανέναν νά κατακριθοῦν ὅσοι ἀδίκησαν περισσότερο, ποσοτικά, ποιοτικά, χρονικά». Ὅ,τι κοινωνικῶς συνιστᾶ τήν ἐκδήλωση τοῦ ἀπόλυτου μηδενισμοῦ, στό ἐπίπεδο τῶν διεθνῶν σχέσεων ἀναγορεύεται σέ ἐξαίσια μέθοδο καταπολέμησης τοῦ ἐθνικισμοῦ καί συμφιλίωσης μεταξύ τῶν ἐθνῶν.

[5] Πόλεμος καί ἐθνοκάθαρση, σ. 247.

[6] Ποιά ἀντιπρόταση, πέρα ἀπό τίς θεωρητικολογίες περί δυνατότητας ὁμοσπονδίας (π.χ. σοβιετικῆς) λαῶν τῆς Μ. Ἀσίας, ὑπάρχει; Οἱ Ὀσμανοί οὐδέποτε ἀποδέχθηκαν τήν ἐξίσωση τῶν ραγιάδων μέ τούς ἴδιους (ἡ νεοτουρκική ἐπανάσταση τοῦ 1908 ἀπέτυχε στό σημεῖο αὐτό καί σχεδόν ἀμέσως ἐπικράτησαν οἱ ἐθνικιστές Τοῦρκοι), καί οἱ Κεμαλικοί «δούλευαν» κανονικότατα τούς σοβιετικούς ἀντιπροσώπους. Ἐφόσον δέν εἶχαν ἀποδεχθεῖ εἰλικρινά τήν ἰσοτιμία μέ τούς «ραγιάδες» ὅταν, στά 1908, ἔνοιωθαν ἰσχυροί, δέν θά τήν ἀποδέχονταν, καί οὔτε ὑπάρχουν ἐνδείξεις γιά κάτι τέτοιο, στά 1921, ὅταν ἀπειλοῦνταν.

[7] Ἐφ. Καθημερινή, 19-6-2009.

[8] «Ὁ Ἐλ. Βενιζέλος, ὡς Κρητικός πού εἶχε συμβιώσει μέ τούς Τούρκους, ἄν καί διεξῆγε ἀγώνα ἀπελευθερώσεως τῆς ἰδιαιτέρας πατρίδος του ἀπό τό ζυγό τῆς Τουρκίας, ἔτρεφε αἰσθήματα φιλίας καί ἐκτιμήσεως πρός τό Τουρκικό ἔθνος καί κατέληγε στήν πολεμική ἐπιλογή ἀφοῦ γιά πολύν καιρό κάθε εἰρηνική προσπάθειά του γιά “πλήρη καί στενήν συνεννόησιν πρός τήν ὅμορον αὐτοκρατορίαν [=τήν Ὀθωμανική]”, μέ εἰσαγωγή μεταρρυθμίσεων πού θά καθιστοῦσαν “ἀνεκτόν τόν βίον τῶν ἐν αὐτῇ ἑκατομμυρίων Ἑλλήνων”, ἀπέτυχε. “Εἶχα φθάσει”, λέγει, “νά προτείνω ὅπως ἀναγνωρίση ἡ Ὀθωμανική κυβέρνησις τό δικαίωμα, τό ζητούμενον τόσον ἐπιμόνως ἀπό τούς Κρῆτες, νά στέλλωσι τούς βουλευτάς των εἰς τό Ἑλληνικόν Κοινοβούλιον, μολονότι ἡ Κρήτη θά ἐξηκολούθει νά ἀποτελῆ αὐτόνομον Πολιτείαν ὑπό τήν ἐπικυριαρχίαν τοῦ Σουλτάνου. Εἶχον φθάσει νά προτείνω νά πληρώνει ἡ Ἑλλάς φόρον ὑποτελείας διά τήν Κρήτην”» (Κ. Κύρρη, «Τουρκία, Βαλκάνια, Παντουρκισμός καί ὁ “Ἑλληνοτουρκισμός” τοῦ Δ.Ν. Κιτσίκη», περ. Ἑλλοπία, τ. 4, 1990, σ. 64). Εἶχε μάλιστα στά 1908 χαιρετίσει τήν ἐπανάσταση τῶν Νεοτούρκων, γιά βελτίωση τῆς ζωῆς τῶν Ἑλλήνων, ὡς ἰδιότυπη πραγμάτωση τῆς Μ. Ἰδέας δίχως ἀλλαγή τῶν συνόρων.

[9] Γιά τή στάση τοῦ Ἴ. Δραγούμη ἀπέναντι στή Μ. Ἰδέα, βλ. Σπ. Κουτρούλη, Ἐθνισμός καί Κοινοτισμός, Ἐναλλακτικές Ἐκδόσεις, κεφ. Α, σ. 61 κ.έ.

ΠΗΓΗ ardin-rixi

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου