Ιούλιος 2, 2024. Ελλάδα.
Στα τέλη Ιουνίου 2024 ο Αλ. Τσίπρας παρευρέθη στην τελετή ορκωμοσίας του ιδιωτικού Πανεπιστημίου Koç της Κωνσταντινούπολης όπου και ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας.
Εκεί στην ομιλία του είπε μεταξύ άλλων «σε αυτή την περίοδο σχετικής ηρεμίας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, πρέπει να εργαστούμε σκληρά για να παραπέμψουμε την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης μας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης».
Πρόσθεσε ότι «οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας, αξίζουν ένα μέλλον ειρήνης στη βάση του διεθνούς δικαίου» και πως «με βάση αυτά τα κρίσιμα βήματα στην Ανατολική Μεσόγειο, μπορούμε και πρέπει να ανοίξουμε την προοπτική για την αναβάθμιση των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας στο σύνολό τους».
Ο Αλ. Τσίπρας τόνισε ότι «αυτή πρέπει να είναι η Ανατολική Μεσόγειος, μια θάλασσα αμοιβαίου σεβασμού της κυριαρχίας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Μια θάλασσα ειρήνης και συνεργασίας».
Δηλώσεις οι οποίες διακατέχονται από το ίδιο πνεύμα «συνεργατικότητας» με αυτές που έκανε ο Αμπντουλάχ Γκιούλ στην Αθήνα (02/07/24) σε συνέδριο το Economist. Το ερώτημα βέβαια είναι ποιός αποφάσισε να ανακηρύξει τον πρώην πρωθυπουργό ως επίτιμο διδάκτορα και να του δώσει την ευκαιρία -το βήμα για την ακρίβεια- για να μιλήσει τόσο ανοικτά για την προωθούμενη ελληνοτουρκική συνέργεια υπό το πέπλο της δήθεν ειρηνικής συνύπαρξης, τη στιγμή που ο τούρκος ΥΠΕΞ Χακάν Φιντάν (24/06/24) δήλωνε με περισσό θράσος και απειλητικό ύφος έναντι του Ελληνισμού ότι «όταν είσαι συμμέτοχος στους εν εξελίξει πολέμους στη Μέση Ανατολή, αυτή η φωτιά θα έρθει να σας κάψει και εσάς», ενώ συντονισμένα ο κυβερνητικός εταίρος του Ρ. Τ. Ερντογάν, ο γραφικός Ντεβλέτ Μπαχτσελί έλεγε (25/06/24): «έμπνευσή μας είναι η ιαχή που λέει ‘θα συμπεριλάβω στην Τουρκία νησιά, Δυτική Θράκη και Θεσσαλονίκη’».
Από που λοιπόν αντλεί ο πρώην πρωθυπουργός την αισιοδοξία του και μιλά για συγκεκριμένα βήματα ελληνοτουρκικής προσέγγισης ειδικά στο πεδίο της Ανατολικής Μεσογείου όπου το 2020 Ελλάδα-Τουρκία βρέθηκαν στο κατώφλι του πολέμου με τα γεγονότα του Oruc Reis;
Φυσικά οι δηλώσεις του τέως πρωθυπουργού αλλά και το βήμα -το ιδιωτικό Πανεπιστήμιο Koç- δεν είναι τυχαία. Ιδρυτής του Πανεπιστήμιου Koç είναι ο πατριάρχης της οικογένειας Koç, ο Vehbi Koç, ο οποίος δημιούργησε την πρώτη εταιρεία του την εποχή του Κεμαλισμού το 1926, τέσσερα χρόνια πριν την σύναψη του «Συμφώνου Φιλίας» του 1930 μεταξύ του Κεμάλ και του Ελευθέριου Βενιζέλου.
Για την ιστορία, αλλά και γιατί όπως θα διαπιστώσετε παρακάτω, ότι όλα σχετίζονται, ο Ελ. Βενιζέλος είχε τότε δηλώσει: «Οφείλομεν να συνεργασθώμεν στενώτατα εις όλα τα επίπεδα, ιδίως δε επί του οικονομικού» και σχεδόν ένα αιώνα αργότερα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης -ως αυτόκλητος συνεχιστής του έργου του Βενιζέλου- επιχείρησε να την αναβιώσει κάνοντας πράξη το «όραμα Μητσοτάκη» μαζί με τον Ρ. Τ. Ερντογάν, υπογράφοντας την ετεροβαρή «Διακήρυξη των Αθηνών».
Ο πρωθυπουργός κατά την υπογραφή της είπε με νόημα μεταξύ άλλων: «Κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ Ταγίπ, τον Οκτώβριο του 1930 υπογράφηκε στην Άγκυρα το “Σύμφωνο Φιλίας, Ουδετερότητας, Διαλλαγής και Διαιτησίας” μεταξύ των χωρών μας. Τότε ο Ισμετ Ινονού είχε δηλώσει πως “καμία διαφορά δεν μπορεί πια να χωρίσει τα δύο έθνη μέσα από την προσέγγιση να διαδραματίσουν ένα σπουδαίο ρόλο”. Ενώ, από την πλευρά του, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, Πρωθυπουργός της Ελλάδος είχε αναφέρει: “ερχόμεθα να τείνομεν ειλικρινώς το χέρι και να δηλώσομεν ότι ο μακραίων ανταγωνισμός ετερματίσθη οριστικώς”.
Όσα αναφέρονται εδώ έχουν τη σημασία τους…
Επανερχόμενοι όμως στην τουρκική οικογένεια Koç, την ευημερούσα εταιρία του πατέρα Vehbi Koç, ανέλαβε ο μοναχογιός ο Rahmi Koç. Σήμερα θεωρείται ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου με 114 θυγατρικές εταιρείες που απασχολούν 90.000 εργαζομένους, δραστηριοποιούνται σε 14 διαφορετικούς κλάδους μεταξύ των οποίων, η αμυντική βιομηχανία (Otokar), αυτοκινητοβιομηχανία (Tofas, σε κοινοπραξία με την ιταλική Fiat), διυλιστήρια πετρελαίου (Tupras), ενέργεια (Aygaz), εξορύξεις (TPAO), ναυπηγεία, αλυσίδες σούπερ μάρκετ, ακίνητα, τράπεζες (Koçbank, Yapi Kredi) και ξενοδοχεία. Ο ετήσιος κύκλος πωλήσεων της Koç Holding αναλογεί στο 6% του ΑΕΠ της Τουρκίας και το 9% των εξαγωγών της Τουρκίας. Η Koç Holding αντιπροσωπεύει το 18% της συνολικής κεφαλαιοποίησης του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης. Ο Rahmi Koç συμμετέχει στα διοικητικά συμβούλια της Rolls Royce, της JP Morgan, αλλά και της κρατικής τράπεζας του Κουβέιτ. Διαθέτει επίσης μαζί με την Shell, το πλειοψηφικό πακέτο της «Τουρκικής Εταιρείας Ερευνών Πετρελαίου» (ΤΡΑΟ) στην οποία εκτός των άλλων ανήκει και το γνωστό πλοίο ερευνών Oruc Reis…
O μεγιστάνας Rahmi Koç λοιπόν, είναι οπαδός του κοσμικού καθεστώτος και πολέμιος των ισλαμιστών, αλλά αυτό που θα μας απασχολήσει περισσότερο στο παρόν σημείωμα είναι ότι παραμένει -παρά το προχωρημένο της ηλικίας του- ένας από τους πρωτεργάτες της «ελληνοτουρκικής προσέγγισης» μέσω της δημιουργίας μιας «οικονομικής βάσης». Ο ίδιος δήλωνε ανέκαθεν υπέρμαχος της Τελωνειακής Ένωσης και της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Ότι η λεγόμενη διπλωματία των σεισμών είναι ένα ισχυρό εργαλείο και ότι «μπορούμε να είμαστε φίλοι, μπορούμε να συνεργαστούμε, μπορούμε να ξεχάσουμε το παρελθόν και να δοκιμάσουμε μια νέα φάση στις σχέσεις μας». Ότι «το Αιγαίο είναι μια θάλασσα με μεγάλες τουριστικές δυνατότητες. Μισό εκατομμύριο Τούρκοι ταξιδεύουν κάθε χρόνο στο εξωτερικό και αν υπήρχε μια συνεργασία θα μπορούσαν να έρχονται και στην Ελλάδα». Ότι «όταν είμαστε στα πανεπιστήμια στο εξωτερικό οι καλύτεροι φίλοι μας είναι οι Έλληνες, γιατί μας αρέσουν τα ίδια πράγματα. Μοιράζονται την ίδια παιδεία, τα ίδια γούστα». Ότι «η ελληνική και τουρκική οικονομία είναι συμβατές περισσότερο από ό,τι είναι ανταγωνιστικές» αφού «η ελληνική οικονομία είναι προσανατολισμένη στις υπηρεσίες, η δική μας στη βιομηχανία. Έτσι μπορούμε με ευκολία να αντιμετωπίσουμε τις ελλείψεις της κάθε πλευράς».
Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να γίνει μια σύντομη αναδρομή στο μακρινό 1988. Στο συνεδριακό κέντρο του Νταβός, στις αρχές του 1988 -μετά την κρίση του 1987-, ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου και ο τότε Τούρκος πρωθυπουργός Τουργκούτ Οζάλ (τον οποίο συνόδευε μεταξύ άλλων και ο Rahmi Koç), αποφάσισαν να δημιουργηθεί ένα άτυπο «κανάλι επικοινωνίας» που να μεσολαβεί στις πολιτικές ηγεσίες και να λειτουργεί κατευναστικά όποτε προέκυπτε ανάγκη -ή τουλάχιστον αυτό ήταν το πρόσχημα-. Ένα ελληνοτουρκικό επιχειρηματικό «λόμπι» ως μηχανισμός «κατευνασμού αλλά και επικοινωνίας». Έτσι δημιουργήθηκαν το «Συμβούλιο Ελληνοτουρκικής Επιχειρηματικής Συνεργασίας» (ΣΕΤΕΣ), και αντίστοιχα το «Συμβούλιο Τουρκοελληνικής Επιχειρηματικής Συνεργασίας» (ΣΤΕΕΣ). Το καταστατικό του ΣΕΤΕΣ εγκρίθηκε από το Πρωτοδικείο Αθηνών στις 15 Απριλίου του 1988.
Δεύτερος πρόεδρος του τουρκικού Συμβουλίου από το 1992 μέχρι και το 1999 διετέλεσε ο Rahmi Koç ο οποίος καίτοι επιδίωξε να αναθερμάνει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ομολόγησε στο «Βήμα» (Οκτώβριο 2008): «Κάναμε λάθος πιέζοντας για την οικονομική συνεργασία χωρίς την πολιτική θέληση των κυβερνήσεων».
Ο Koç είπε επίσης ότι οι εμπειρίες που απέκτησε δεν ήταν πάντα ευχάριστες, «το μόνο πράγμα που έγινε αυτό το διάστημα [το 1994 συγκεκριμένα] ήταν η ΤΟΥΡΜΕΠΑ [της οποίας ιδρυτής και Επίτιμος Πρόεδρος είναι ο ίδιος], η τουρκική ένωση για την προστασία των θαλασσών που ιδρύθηκε κατά το πρότυπο της ΕΛΜΕΠΑ.
Και αυτό έγινε σε συνεργασία με τον αείμνηστο φίλο μου Γιώργο Λιβανό [ιδρυτή της ΕΛΜΕΠΑ]». Η ΤΟΥΡΜΕΠΑ λοιπόν συμμετείχε στην πολυδιαφημισμένη από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, 9η Διεθνή Διάσκεψη «Our Ocean» στην Αθήνα (16-17 Απριλίου 2024) -στην οποία ο πρώτος τομέας δράσης αφορούσε στις «Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές»- όπου συνδιοργάνωσε παράπλευρη εκδήλωση μαζί με το ΕΛΙΑΜΕΠ.
Το εκκολαπτήριο των υπέρμαχων της «ελληνοτουρκικής φιλίας» με απευθείας πρόσβαση στην κυβέρνηση Μητσοτάκη μέσω του Σύμβουλου Εθνικής Ασφάλειας -και πρώην επικεφαλής του ΕΛΙΑΜΕΠ-, Θάνου Ντόκου, γνωστού για τις θέσεις του υπέρ συνεκμετάλλευσης «kazan-kazan» και όχι μόνο…
Στην συνδιοργάνωση αυτή (17 Απριλίου 2024), η στοχευμένη παρέμβαση της ΤΟΥΡΜΕΠΑ υπογράμμισε «την κρίσιμη σημασία των συλλογικών περιφερειακών προσπαθειών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στην περιοχή της Μεσογείου, με ιδιαίτερη έμφαση στις κοινές ευθύνες Τουρκίας και Ελλάδας. Μέσω της προβολής υποδειγματικών πρωτοβουλιών και επιτυχημένων συνεργασιών, η εκδήλωση επιδιώκει να αναδείξει τη δύναμη της διασυνοριακής συνεργασίας για τη διαφύλαξη της θαλάσσιας βιοποικιλότητας». Λίγες ημέρες πριν (9 Απριλίου 2024), η «Καθημερινή» δημοσίευσε χάρτες με τα προτεινόμενα θαλάσσια πάρκα τα οποία πυροδότησαν την έντονη -κατ’ άλλους στημένη(;)- αντιπαράθεση μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας (1, 2, 3, 4, 5).
Το παρόν βήμα έγραψε ήδη ότι προωθείται «συγκεκαλυμμένη συνδιαχείριση» μέσω της δημιουργίας κοινών θαλάσσιων πάρκων με την Τουρκία και την εμπλοκή επιχειρηματιών. Αυτό μάλιστα διαφαίνεται και από την δραστηριότητα του νέου Εθνικού φορέα/εταιρεία «Enterprise Greece» (Ελληνική Εταιρεία Επενδύσεων και Εξωτερικού Εμπορίου Α.Ε.) που ανακοίνωσε με συνέντευξη που παραχώρησε ο Διευθύνων Σύμβουλός της στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu (19/06/24) ότι: «στο πλαίσιο της ‘θετικής ατζέντας’, πιστεύω ότι έχει έρθει η ώρα για την Ελλάδα και την Τουρκία να κάνουν τα επόμενα βήματα για την ανάπτυξη της ενεργειακής συνεργασίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο». Το τουρκικό Ίδρυμα Θαλασσίων Ερευνών (TUDAV, το οποίο ιδρύθηκε το 1996) έχει επίσης προτείνει ήδη (1 και 2) τη συνεργασία με την Ελλάδα για τη δημιουργία κοινών θαλάσσιων πάρκων…
Ο αντίστοιχος τουρκικός φορέας με την «Enterprise Greece» είναι το «Συμβούλιο Εξωτερικών Οικονομικών Σχέσεων» (DEİK) γνωστό και ως τουρκικός οργανισμός «επιχειρηματικής διπλωματίας». Μαντέψτε ποιός κατέχει θέση στο Διοικητικό Συμβούλιο του DEİK… Ο Ali Koç, ο μικρότερος γιος του Rahmi Koç, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Koç Holding και πρόεδρος της ομάδας ποδοσφαίρου Fenerbahçe. Υπενθυμίζεται εδώ ότι η «Enterprise Greece» συνδιοργάνωσε με το DEİK το ελληνοτουρκικό Επιχειρηματικό Φόρουμ στην Κωνσταντινούπολη τον Φεβρουάριο του 2024, παρουσία του υφυπουργού για την Οικονομική Διπλωματία και Εξωστρέφεια Κώστα Φραγκογιάννη, το οποίο είχε έντονο «ενεργειακό άρωμα» (1 και 2).
Ανακεφαλαιώνοντας, είναι πρόδηλο ότι υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής στην προωθούμενη ελληνοτουρκική προσέγγιση και αυτός είναι οι επιφανείς οικονομικοί παράγοντες -και στις δύο πλευρές του Αιγαίου- που θέλουν τις δυο χώρες να περιπλέκουν τους οικονομικούς δεσμούς τους. Στην Τουρκία πρωτεργάτης παραμένει ο Rahmi Koç. Όσον αφορά στην Ελλάδα, το συγκεκριμένο σχέδιο έχει βαθιές ρίζες στο πολιτικό σύστημα από την εποχή του Βενιζέλου μέχρι και σήμερα. Οι δηλώσεις Αλ. Τσίπρα το επιβεβαιώνουν, και οι πολιτικές Μητσοτάκη το δρομολογούν, με οδοδείκτη το «όραμα Μητσοτάκη», του οποίου αρχικός εμπνευστής ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Για οικονομία χώρου, δεν θα επαναλάβουμε τα όσα το παρόν βήμα αποκάλυψε στις 19/06/24 όπου αναφέρθηκε ότι «Bρέθηκε η φόρμουλα συνδιαχείρισης και υφαρπαγής του πολλά υποσχόμενου υποθαλάσσιου πλούτου μας από την Τουρκία». Μια φόρμουλα την οποία οι ΗΠΑ μετά των εγχώριων εντολοδόχων, εκτελούν κάτω από την μύτη του κυρίαρχου λαού. Ας σημειωθεί ότι η σχέση του Koç με τα αμερικανικά διευθυντήρια αποφάσεων επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι μια από τις πολλές θέσεις που κατείχε ήταν και του Μέλους του Διεθνούς Διοικητικού Συμβουλίου του Συμβούλιου Εξωτερικών Υποθέσεων (Council on Foreign Relations, CFR) των ΗΠΑ. Στο CFR ήταν που ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωνε τον Σεπτέμβριο του 2022: «Χρειαζόμαστε τους μεγάλους παίκτες, τους μεγαλύτερους παίκτες, μαζί μας, και φυσικά, είμαι πολύ χαρούμενος για το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν τη στρατηγική σημασία της Ανατολικής Μεσογείου…».
Κλείνοντας όμως, θα ήταν παράλειψη αν δεν επισημάναμε ότι οι σχέσεις της οικογένειας Μητσοτάκη με την οικογένεια Koç πάνε αρκετά χρόνια πίσω και ήταν ακόμη στενότερες παλαιότερα με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Αλλά και η Μαρέβα Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη, από την εποχή των σπουδών της στις ΗΠΑ έχει αναπτύξει δεσμούς μαζί τους. Η συνάντηση του Rahmi Koç με τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον Ιούνιο του 2018, προτού αναχωρήσει για τη σύνοδο του ΕΛΚ στο Μόναχο όπου θα συναντούσε την Άνγκελα Μέρκελ, είναι άλλο ένα παράδειγμα που είχε απασχολήσει τον τύπο αρκετά. Το τι διημείφθη εκεί παραμένει ένα μυστήριο. Σίγουρα όμως δεν αφορούσε στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του τούρκου, όπως αφέθηκε να εννοηθεί τότε, δεδομένου ότι η συνάντηση έγινε στο πολιτικό γραφείο του τότε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Βουλή… Η συνάντηση αυτό που σίγουρα επιβεβαιώνει είναι την οικειότητα και τις στενές σχέσεις των δύο ανδρών.
Δημοσίευμα του newsbreak.gr (31/12/22) γράφει χαρακτηριστικά: «Ο Κυριάκος με τον Ταγίπ χάραξαν έναν… δρόμο, έχοντας μόνο έναν άνθρωπο που γνωρίζει πολύ καλά τα παρασκήνια και αποτελεί τον μοναδικό δίαυλο επικοινωνίας: Τον Τούρκο Rahmi Koç…»
Το παρασκήνιο της όλης υπόθεσης γίνεται όμως ακόμη πιο σκοτεινό από ένα ακόμη δημοσίευμα (01/05/23) της ίδιας ιστοσελίδας, σύμφωνα με το οποίο ο όμιλος Koç φέρεται να επένδυσε τεράστια ποσά στην Ελλάδα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης (ευρωπαϊκό χρήμα) με δανειακά κεφάλαια από ελληνικές (sic) τράπεζες…
Άραγε υπάρχουν ακόμη αμφιβολίες για το τί συμβαίνει στα ελληνοτουρκικά και ποιοί/πώς κινούν τα νήματα διαχρονικά; Αν κρίνουμε από τις συντονισμένες προσπάθειες της κυβέρνησης Μητσοτάκη εσχάτως, συνάγεται ότι μάλλον έχει διορθωθεί το «λάθος» που έκανε ο Rahmi Koç στο παρελθόν, «πιέζοντας για την οικονομική συνεργασία χωρίς την πολιτική θέληση των κυβερνήσεων». Η πολιτική βούληση ήδη δρομολογεί καταστάσεις που δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας για το τι μέλλει γενέσθαι και αυτό επιβεβαιώνεται και από αδιάψευστες πηγές του κυβερνώντος κόμματος…
Πηγή: i-epikaira.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου