Στις 28 Οκτωβρίου του 969
μ.Χ. η μεγάλη συριακή μητρόπολη της Αντιόχειας απελευθερώθηκε από τον
αραβικό ζυγό από τους Βυζαντινούς. Οι ταπεινωμένοι Άραβες της περιοχής
ζήτησαν τότε ειρήνη. Ωστόσο η νέα δυναστεία που κυβερνούσε την Αίγυπτο,
αυτή των Φατιμιδών είχε άλλη άποψη και κήρυξε «ιερό πόλεμο» κατά των
«απίστων Ελλήνων».
Μια ισχυρή φατιμιδική στρατιά υπό τον Τζαφάρ ιμπν Φαλάχ εισέβαλε στην Παλαιστίνη, νίκησε τους Άραβες της περιοχής και κατέλαβε τη Ράμλα και κατόπιν τη Δαμασκό.
Ο Φαλάχ διέταξε τον στρατηγό του Φουτούχ να επιτεθεί στο βυζαντινό έδαφος και να καταλάβει την Αντιόχεια. Σύμφωνα με τον Βυζαντινό ιστορικό Κεδρηνό η μουσουλμανική στρατιά αριθμούσε 100.000 άνδρες από διάφορες περιοχές – Βέρβερους, Άραβες της Παλαιστίνης, Σύρους και άλλους.
Πράγματι η πολυπληθής στρατιά του Φουτούχ έφτασε στην πόλη και την πολιόρκησε. Ωστόσο κάτοικοι και φρουρά προέβαλαν ισχυρή αντίσταση. Έτσι ο Φαλάχ αποφάσισε να ενισχύσει τον Φουτούχ στέλνοντας και μια δεύτερη στρατιά με σκοπό τον πλήρη αποκλεισμό της πόλης.
Την ίδια ώρα ο αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής παρακολουθούσε με αγωνία τις εξελίξεις. Ο ίδιος και οι καλύτερες μονάδες του βυζαντινού στρατού αντιμετώπιζαν Ρώσους και Βούλγαρους στην σημερινή Βουλγαρία. Έτσι για να βοηθήσει την Αντιόχεια έστειλε μόνο μια μικρή δύναμη υπό τον έμπιστό του πατρίκιο Νικόλαο. Ο ιστορικός Λέων ο Διάκονος αναφέρει ότι ο Νικόλαος ήταν έμπειρος διοικητής και όπως φάνηκε είχε δίκιο.
Ο Νικόλαος, την άνοιξη του 971 μ.Χ. κινήθηκε προς την Αντιόχεια που πολιορκείτο ήδη επί πέντε μήνες.
Όταν η μικρή βυζαντινή δύναμη προσέγγισε στην Αλεξανδρέττα έγινε
αντιληπτή από τις περιπόλους των πολιορκητών. Αμέσως ο Φουτούχ απέσπασε
ένα σώμα υπό τους Αράς και αζ Ζαγιάτ προς αντιμετώπισή της. Ο Νικόλαος
όμως είχε επίσης αντιληφθεί τις κινήσεις του εχθρού.
Έτσι εγκατάλειψε κρυφά το στρατόπεδό του και έστησε ενέδρα στους μουσουλμάνους. Οι τελευταίοι επιτέθηκαν στο βυζαντινό στρατόπεδο το οποίο όμως βρήκαν κενό και άρχισαν τις λεηλασίες. Τότε οι κρυμμένοι Βυζαντινοί εξόρμησαν και έπληξαν τους μουσουλμάνους από τρεις άξονες. Σχεδόν το σύνολο της μουσουλμανικής δύναμης αφανίστηκε στην μάχη αν και οι αρχηγοί του σώθηκαν διά της φυγής.
Μετά την ήττα αυτή, έχοντας να αντιμετωπίσει και Άραβες
αντιπάλους, ο Φαλάχ διέταξε τις δυνάμεις του να άρουν την πολιορκία της
Αντιόχειας και να υποχωρήσουν στη Δαμασκό. Ήταν η πρώτη
σύγκρουση Βυζαντινών και Φατιμιδών που δεν έχασαν μόνο πολλούς άνδρες
τους στην Αλεξανδρέττα αλλά και το γόητρό τους που «συνετρίβη».
ΠΗΓΗ history-point
Μια ισχυρή φατιμιδική στρατιά υπό τον Τζαφάρ ιμπν Φαλάχ εισέβαλε στην Παλαιστίνη, νίκησε τους Άραβες της περιοχής και κατέλαβε τη Ράμλα και κατόπιν τη Δαμασκό.
Ο Φαλάχ διέταξε τον στρατηγό του Φουτούχ να επιτεθεί στο βυζαντινό έδαφος και να καταλάβει την Αντιόχεια. Σύμφωνα με τον Βυζαντινό ιστορικό Κεδρηνό η μουσουλμανική στρατιά αριθμούσε 100.000 άνδρες από διάφορες περιοχές – Βέρβερους, Άραβες της Παλαιστίνης, Σύρους και άλλους.
Την ίδια ώρα ο αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής παρακολουθούσε με αγωνία τις εξελίξεις. Ο ίδιος και οι καλύτερες μονάδες του βυζαντινού στρατού αντιμετώπιζαν Ρώσους και Βούλγαρους στην σημερινή Βουλγαρία. Έτσι για να βοηθήσει την Αντιόχεια έστειλε μόνο μια μικρή δύναμη υπό τον έμπιστό του πατρίκιο Νικόλαο. Ο ιστορικός Λέων ο Διάκονος αναφέρει ότι ο Νικόλαος ήταν έμπειρος διοικητής και όπως φάνηκε είχε δίκιο.
Έτσι εγκατάλειψε κρυφά το στρατόπεδό του και έστησε ενέδρα στους μουσουλμάνους. Οι τελευταίοι επιτέθηκαν στο βυζαντινό στρατόπεδο το οποίο όμως βρήκαν κενό και άρχισαν τις λεηλασίες. Τότε οι κρυμμένοι Βυζαντινοί εξόρμησαν και έπληξαν τους μουσουλμάνους από τρεις άξονες. Σχεδόν το σύνολο της μουσουλμανικής δύναμης αφανίστηκε στην μάχη αν και οι αρχηγοί του σώθηκαν διά της φυγής.
ΠΗΓΗ history-point
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου