Σκέψεις για έναν κόσμο που αλλάζει
Δρ. Παναγιώτης Ήφαιστος, Αρθρογράφος
Το κείμενο που ακολουθεί είναι αυτούσιο απόσπασμα από το κεφάλαιο 12 του βιβλίου ΤΟ ΕΘΝΟΚΡΑΤΟΚΕΝΤΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ παθογένειες, αδιέξοδα, αίτια, πολιτικός στοχασμός, μεταμοντέρνος εθνομηδενισμός versus έθνος και πολιτισμός, το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα. Τόσο το βιβλίο όσο και το απόσπασμα που ακολουθεί επιχειρείται μια αξιολογικά ουδέτερη περιγραφή των παθογενειών και αδιεξόδων του διεθνούς συστήματος και των κρατών καθώς βρισκόμαστε στην τρίτη Μεταχροπολεμική δεκαετία.
Τόσο τα ιδεολογήματα που κληρονομήθηκαν από την Μεταμεσαιωνική εποχή όσο και η ελλειμματική θέσπιση της εκμηχάνισης, της μαζικής παραγωγής, της μαζικής κατανάλωσης και της κυριαρχίας διεθνικών δρώντων επηρεάζουν βαθύτατα το κρατικό κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι και τις διακρατικές σχέσεις. Μια ακόμη συνέπεια είναι οι αθέατες και συχνά μη συνειδητοποιημένες από όλους προεκτάσεις για την πολιτισμική υπόσταση των κοινωνιών όταν η εκπαίδευση αλλά και πολιτικές αποφάσεις πλήττουν την πολιτική υπόσταση των πολιτών για να προσαρμοστούν στις λειτουργικές ανάγκες της εκμηχάνισης και των νέων τεχνολογικά προηγμένων δομών.
Ο άνθρωπος υπηρετεί την τεχνολογία ή η τεχνολογία υπηρετεί τον άνθρωπο; Αυτό είναι ίσως το σημαντικότερο ζήτημα του μέλλοντος, αφορά ευθέως την φύση και το φυσιολογικό, θέτει διλήμματα ως προς τους κανόνες και τις εξαιρέσεις και η απάντησή του θα καθίσταται ολοένα και πιο επιτακτική. Το βιβλίο επεκτείνεται ως προς αυτό και πολλά άλλα ζητήματα του σύγχρονου κόσμου και το απόσπασμα που ακολουθεί χρήζει να εξεταστεί υπό αυτό το πρίσμα. Ως προς αυτά τα ζητήματα ο Παναγιώτης Κονδύλης είναι πολύτιμη πηγή δευτερογενών πηγών και εύστοχων σχολίων του ιδίου.
Πολύ σημαντικός εχθρός-στόχος των ποικιλόμορφων και διαφόρων βαθμίδων μεταμοντέρνων μηδενιστικών ιδεολογημάτων είναι το πρόσωπο ως αισθητό και ταυτόχρονα πνευματικό ανθρώπινο ον. Ενώ κάθε συνεπής υλιστική-μηδενιστική ιδεολογία επιδιώκει την πνευματική εκμηδένιση της δημόσιας σφαίρας, εξίσου σημαντική είναι και η μεθόδευση της ευθυγράμμισης του ατόμου με υλιστικά πρότυπα σε συνδυασμό με έκλυτες ηδονιστικές επιθυμίες. Δηλαδή, το άτομο πλήττεται τόσο μέσα στη δημόσια όσο και μέσα στην ιδιωτική σφαίρα.
Εν γένει, πλήττονται η ανθρώπινη υπόσταση και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της πνευματικής και αισθητής ζωής των πολιτών. Συμπεριλαμβάνονται η τέχνη, η ποίηση, η λογοτεχνία, η αρχιτεκτονική, η πολεοδομία, ο χωροταξιακός σχεδιασμός, η οικιστική πολιτική και οι παραδοσιακοί τρόποι ζωής.
Γενικότερα, το άτομο προσανατολίζεται, ευθυγραμμίζεται και προσαρμόζεται σ’ έναν υλιστικά κατασκευασμένο κόσμο δομημένο με τρόπο που περίπου μηχανικά και αδιαμαρτύρητα υπηρετεί τις λειτουργίες των παραγωγικών, καταναλωτικών και αστικών δομών που έφερε η εκμηχάνιση.
Χαρακτηριστικά και ενδεικτικά, η προσαρμογή του ατόμου εντός ενός υλιστικά κυριαρχημένου και ανθρωπολογικά ροκανισμένου κράτους, του οποίου τα εθνομηδενιστικά ιδεολογήματα επιδιώκουν να συρρικνώσουν την πνευματική και πολιτική υπόσταση των πολιτών. Αναμενόμενα δεν αφήνουν ανέπαφο τον ηθικό τομέα και την ερωτική φύση. Κύριος στόχος είναι οι παραδοσιακές ηθικές διαμορφώσεις, ο βαθύτερος ανθρωπολογικός πυρήνας του ανθρώπου, η φύση του και η ερωτική του υπόσταση με την ευρύτερη και βαθύτερη έννοια του όρου.
Αμφισβητούνται βιολογικές διαφορές, η ύπαρξη διαφορετικών φύλων και οι εν γένει ιδιαιτερότητες της ιδιοσυστασίας των ανθρώπων που σχετίζονται με αισθητικά κριτήρια, με τον έρωτα, με την αναπαραγωγή του ανθρώπινου είδους, με τη φυσική-φυσιολογική ζωή και με τα εν γένει ποιοτικά χαρακτηριστικά του ανθρώπινου είδους τα οποία εξωθούνται να προσαρμοστούν με μηδενιστικές λογικές. Όπως και με όλα τα άλλα σκοπός δεν είναι η ισότητα για την οποία κάθε πολιτισμένος άνθρωπος επιθυμεί και προάγει αλλά η ισοπέδωση, η αφύσικη εξομοίωση και η ισοπεδωτική εξίσωση. Εάν σταθούμε στους αισθητικούς και ερωτικούς παράγοντες, οι μηδενιστικές παραδοχές εξ αντικειμένου τους αποδομούν και αποσκοπούν στην προσαρμογή στις προϋποθέσεις λειτουργικότητας εντός των σύγχρονων εκμηχανισμένων μεταμοντέρνων δομών.
Πιο συγκεκριμένα, η μαζική παραγωγή, η μαζική κατανάλωση και οι λειτουργικές δομές που την εξυπηρετούν «πιέζουν» προς βραχυπρόθεσμες στάσεις ζωής, προς κινητικότητα για εξυπηρέτηση εργασιακών σκοπιμοτήτων, προς εφήμερες ερωτικές σχέσεις που παραμερίζουν τα διαχρονικά πάγια βιολογικά χαρακτηριστικά της ερωτικής φύσης των ανθρώπων, προς αποδυνάμωση ή και εξαφάνιση του θεσμού της οικογένειας ως σημαντικού άξονα του κοινωνικού γίγνεσθαι και προς περαστικές αισθητικά στερημένες ερωτικές «συναντήσεις» αποδομημένων και ηδονιστικά προσανατολισμένων ατόμων. Τέτοιες παραδοχές όπως εξελίσσονται φτάνουν και σε ακραία παράλογες αμφισβητήσεις των βιολογικών χαρακτηριστικών των ανθρώπινων όντων όπως η ρητή αμφισβήτηση ύπαρξης φύλων.
Αυτά τα λεπτά αλλά και σημαντικά ζητήματα αφορούν πάγια βιολογικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων που σχετίζονται με την ανθρώπινη φύση. Οι θέσεις στις οποίες γίνεται αναφορά σχετίζονται με παραδοχές που εξωθούν προς συρρικνωμένα και βιολογικά αλλοιωμένα άτομα «λειτουργιστικά χρήσιμα», εναλλάξιμα και γι’ αυτό εύκολα μετακινήσιμα και με τρόπο που τα προσαρμόζει στις κοινωνικοπολιτικά αθέσπιστες εκμηχανισμένες δομές. Ο μεταμοντέρνος ιδεολογικός περίγυρος και ιδιαίτερα όταν κάποιος είναι επηρεασμένος από μηδενιστικές παραδοχές, αναμενόμενα, ευνοεί την ανθρωπολογική εξομοίωση που εξουδετερώνει το γεγονός ότι κάθε ανθρώπινο ον διαθέτει τη δική του μοναδική και ανεπανάληπτη ιδιοσυστασία. Μια συνήθης μέθοδος, για παράδειγμα, είναι η ολοένα εντονότερη αμφισβήτηση του γεγονότος ότι όσο είναι ιστορικά γνωστό το ανθρώπινο είδος διέθετε δύο φύλα, θήλυ και άρρεν.
Όσον αφορά την κατάστασή τους, επίσης, όπως και για όλες τις άλλες ανθρώπινες υποθέσεις, πάντα είχαμε εξαιρέσεις και κανόνες. Σε πολιτισμένες κοινωνίες και για όλους τους πολιτισμένους ανθρώπους είναι κατανοητά και λογικά αποδεκτά τα εξής:
Α) Δεν ενοχοποιούνται ή «καταγγέλλονται» εξαιρέσεις που οφείλονται σε εκ γενετής βιολογικούς παράγοντες. Βιολογική εξαίρεση είναι εκ γενετής ιδιομορφίες, για παράδειγμα, που οφείλονται σε (εκ γενετής) ορμονικά αίτια. Όσον αφορά αυτές τις περιπτώσεις η ενοχοποίηση του ατόμου ή οι διακρίσεις εις βάρος του είναι αναμφίβολα απολίτιστες εάν όχι και βάρβαρες.
Β) «Ατυχήματα της ζωής» δημιουργούν επίσης εξαιρέσεις απόρροια κτηνωδών πράξεων, όπως παιδεραστίες. Και πάλι είναι απολίτιστο και βάρβαρο να ενοχοποιούνται τα θύματα.
Γ) Όσοι επιχειρούν να εξομοιώσουν και να εξισώσουν βιολογικά τα δύο φύλα αυτό που ουσιαστικά μαχητικά-ακτιβιστικά παλεύουν να επιτύχουν είναι να γενικευτούν ή και να επιβληθούν οι εξαιρέσεις που πάντα υπήρχαν στη ζωή των ανθρώπων ως κανόνας. Κάτι τέτοιο είναι ασέβεια σε αμφότερες ή και άλλες παρόμοιες εξαιρέσεις αλλά και για όλους τους άλλους ανθρώπους. Πολιτικά πολιτισμένες συμπεριφορές σημαίνει σεβασμό για την ανθρώπινη κατάσταση, τη φύση, το φυσικό, το φυσιολογικό και όπως είπαμε τις εξαιρέσεις (και πάντα υπήρχαν εξαιρέσεις).
Δ) Για τα δύο φύλα και οι προαναφερθείσες ή άλλου είδους εξαιρέσεις της ζωής τα υιοθετούνται κοινωνικοπολιτικές αποφάσεις που εκπληρώνουν αυτόν τον σκοπό. Ακτιβισμός που συνειδητά ή ανεπίγνωστα επιδιώκει αλλοίωση της φύσης και του φυσιολογικού στο όνομα της ισότητας, για παράδειγμα, με την αμφισβήτηση ύπαρξης φύλων, είναι ανορθολογισμός, εάν όχι και παράκρουση.
Κοντολογίς, οι πολιτισμένοι άνθρωποι αγωνίζονται για ισότητα και δεν χρειάζονται κάποιο εθνομηδενιστή να τους κάνει μαθήματα μεταφυσικής ηθικής ή βιολογίας των ανθρώπινων όντων. Ο εξομοιωτικός μηδενιστικός ακτιβισμός όπως και με όλα τα άλλα ζητήματα αποσκοπώντας στο να υποβαθμίσει αυτό καθαυτό το ανθρώπινο είδος σε χαμηλά επίπεδα μηδενιστικών προδιαγραφών εκμεταλλεύεται ατομικές ιδιομορφίες και εξαιρέσεις για να εξομοιώσει εκατέρωθεν πάγια κριτήρια και ουσίες της ιδιοσυστασίας των ανθρώπων. Όπως και με όλα τα άλλα ζητήματα συνειδητά ή ανεπίγνωστα επιζητείται μηδενισμός της ανθρώπινης υπόστασης και αφύσικη εξομοίωση-εξίσωση όλων με όλα.
Όμως είναι ένα πράγμα η συρρίκνωση και εκμηδένιση της ανθρώπινης υπόστασης και άλλο η ισότητα των ανθρώπινων όντων κάτι που για κάθε πολιτισμένο άνθρωπο είναι καθολικά και ανεπιφύλακτα παραδεκτό και αποδεκτό. Οι εξομοιώσεις, εξισώσεις, συρρικνώσεις και οι ανθρωπολογικοί εκμηδενισμοί υπηρετούν όχι τα ανθρώπινα όντα αλλά την απάνθρωπη προσαρμογή τους στις ελλειμματικά θεσπισμένες δομές της εκμηχάνισης (που συχνά εδώ υποστηρίζουμε ότι απαιτείται να θεσπίζονται, να ορίζονται και να διαμορφώνονται στο πλαίσιο κοινωνικοπολιτικών αποφάσεων για τις ανά πάσα στιγμή ισχύουσες κανονιστικές δομές ή αλλαγές που απαιτείται να γίνουν).
Πολιτισμός λοιπόν σημαίνει ότι δεν προτάσσεις την εξαίρεση ως πειθαναγκαστικό «επιχείρημα» για να καταστεί κανόνας που δικαιολογεί μεθοδεύσεις καθολικής αλλοίωσης της βιολογίας των ανθρώπινων όντων με σκοπό την προσαρμογή τους μέσα σε μεταμοντέρνες υποβαθμισμένες δομές της μαζικής παραγωγής, της μαζικής κατανάλωσης και της αστικοποίησης. Με κάθε αντικειμενικό κριτήριο αυτά υποδηλώνουν συνειδητή-ιδεολογική ή ανεπίγνωστη ασέβεια τόσο στο σύνολο των ανθρώπων ανεξαρτήτως φύλου όσο και στις προαναφερθείσες εξαιρέσεις ή άλλες παρόμοιες.
Τίποτα δεν επιτυγχάνεται και τίποτα δεν υπηρετεί τα ανθρώπινα όντα και τον πολιτισμό τους εάν μεθοδεύεται να ρίχνονται όλοι και όλα μέσα σε ένα εξομοιωτικό-εξισωτικό-εκμηδενιστικό καζάνι που κοχλάζει για να εξυπηρετηθεί, κατά βάση, η αθέσπιστη εκμηχάνιση της ζωής και το συχνά απάνθρωπο μάντρωμα μέσα σε αστικά γκέτο. Κανείς, εάν θέλει να αντιληφθεί και να κατανοήσει πλήρως τις απολήξεις τέτοιων μηδενιστικών ακροτήτωνδεν έχει παρά να διαβάσει προσεκτικά κείμενα συνεπών μηδενιστών όπως ο La Mettrie και ο Μαρκήσιος de Sade, οι οποίοι επειδή θεωρούνται οι πιο αντιπροσωπευτικοί της μηδενιστικής απόληξης, μνημονεύονται ένθεν και ένθεν.
Η ερωτική ποιότητα των ανθρώπων που αφορά τη βαθύτερη φύση, την αισθητική και την εν γένει ιδιοσυστασία κάθε ανθρώπινου όντος, γίνεται στόχος των μηδενιστικών ιδεολογημάτων. Παραβλέπεται, έτσι, ότι η διαφορετική φύση των δύο φύλων των ανθρώπινων όντων με κανένα τρόπο δεν υποδηλώνει διακρίσεις ή κάτι το υποδεέστερο ή αντίστροφα το ανώτερο. Πέραν του ότι αυτά τα ζητήματα είναι πολιτικά με την έννοια ότι σε μια λογική κοινωνικοπολιτικών αποφάσεων που διασφαλίζουν την ισονομία και την ισότητα, αφορούν βαθύτατης σημασίας αλληλένδετες λογικές όπως φιλία, αισθητική, ερωτική έλξη, αναπαραγωγή και διαιώνιση του ανθρώπινου είδους. Υπό κανονικές συνθήκες ο κανόνας είναι τα δύο φύλα να θεωρούνται ίσα.
Στην ιστορία βέβαια και ενδεχομένως και σήμερα υπάρχουν διακρίσεις απόρροια τοπικών ή θρησκευτικών παραδόσεων ή ανάγκες της καθημερινής ζωής που απαιτούν καταμερισμό ρόλων και εργασίας. Επαναλαμβάνεται, όμως, ότι το ζήτημα που τίθεται είναι αμιγώς πολιτικό και αφορά τόσο ενδοκρατικές κοινωνικοπολιτικές αποφάσεις που κάλλιστα όπως και με άλλα ζητήματα σε διακρατικό επίπεδο μπορούν να εντάσσονται σε διεθνείς συμβάσεις στις οποίες προσχωρούν πολλά ή και όλα τα κράτη.
Είναι λοιπόν ένα πράγμα η ισονομία και η ισότητα στο πλαίσιο κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένων δικαιωμάτων και άλλο η εξ αντικειμένου αφύσικη εξομοίωση και εξίσωση των δύο φύλων, ταυτόχρονα και η ακύρωση της εκατέρωθεν ανθρώπινης ιδιοσυστασίας.
Εν τέλει, είναι ένα πράγμα η διασφάλιση ισονομίας και ισότητας και άλλο η αμφισβήτηση της φύσης της γυναίκας ή της φύσης του άνδρα με πρόσχημα θολές γνώμες, υποκειμενισμούς του καθενός και ανυπόστατα μηδενιστικά ιδεολογήματα, τα οποία, παρόμοια με πολλά άλλα ζητήματα που αφορούν τη σύγχρονη ζωή είναι ανυπόστατα και αδιέξοδα. Καθότι στις μέρες μας, τουλάχιστον, τέτοιες θέσεις απορρέουν από ιδεολογήματα περί σχέσεων σύμβασης αντί κλασικών αλληλένδετων και δυναμικά συμπλεκόμενων κριτηρίων που εκκολάπτει η ανθρώπινη φύση όπως φιλία, έρωτας και αισθητική.
Αμφισβήτηση επίσης του διαχρονικά κύριου άξονα της ζωής των ανθρώπων που είναι ο οικογενειακός θεσμός. Ιδεολογήματα που θέλουν αμφότερα τα φύλα να επιπεδοποιηθούν, να ισοπεδωθούν και να ενσωματωθούν σε ένα πνευματικά και πολιτισμικά στερημένο αμιγώς υλιστικό και ανθρωπολογικά μηδενισμένο κόσμο, να εξυπηρετούν τη μαζικοποιημένη παραγωγή και κατανάλωση, την κινητικότητα την εναλλαξιμότητα και την ανταλλαξιμότητα. Κυρίως, εξυπηρετούν την κύρια προϋπόθεση που πρέπει να κυριαρχεί μέσα σε ένα μαζικοποιημένο κόσμο: Τα θηριώδη ηδονιστικά ένστικτά που πλήττουν τη φιλία, την αισθητική και τη φυσιολογική ερωτική συμπεριφορά.
Συμπληρωματικά, όπως εξηγείται και σε άλλα σημεία του βιβλίου, τα μεταμοντέρνα μηδενιστικά ιδεολογήματα θέτουν το ζήτημα του φύλου στον πυρήνα των προσπαθειών τους για αποδόμηση των ανθρώπων και αυτό δεν έχει σχέση με το αν κάποιος είναι άνδρας ή γυναίκα. Αμφότεροι είναι στόχος για την εκπλήρωση των ίδιων υλιστικών-μηδενιστικών σκοπών. Αυτό γιατί κεντρικός σκοπός είναι η εξίσωση και η εξομοίωση ως θεμελιώδης αντίληψη ενός υλιστικού και ανθρωπολογικά μηδενισμένου κόσμου που για να εκπληρώνει αυτές τις προϋποθέσεις απαιτεί εναλλαξιμότητα και αντικαταστασιμότητα, επιπεδοποίηση και αναίρεση ακόμη και σταθερών βιολογικών ιδιοτήτων σύμφυτων με την ανθρώπινη φύση
Ευνοείται ότι εκμαυλίζει και ενθαρρύνει τη μεθοδευμένη μετάλλαξη πάγιων φυσικών ιδιοτήτων του ανθρώπινου όντος, ακόμη και των βιολογικών ιδιοτήτων όπως είναι γνωστές από καταβολής κόσμου, με σκοπό να αποστειρωθούν οι αντιστάσεις του για φυσική και φυσιολογική ζωή σε όλα τα ζητήματα του ανθρώπινου βίου. Δεν έχουν την παραμικρή σχέση αυτά, τονίζεται και υπογραμμίζεται ξανά, με την ισονομία και ισότητα των φύλων, η οποία για ευνόητους λόγους για κάθε πολιτισμένο άνθρωπο λογικά και ορθολογιστικά θεωρείται δεδομένη.
Κοντολογίς, ως εκ της φύσεως του λεπτού αυτού ζητήματος, επειδή ακριβώς αφορά τη φιλία, την αισθητική, τον έρωτα και τα ένστικτα αυτοσυντήρησης και αναπαραγωγής του ανθρώπινου είδους, τα μεταμοντέρνα ιδεολογήματα συμβατά και με τις υπόλοιπες παραδοχές τους, δεν θα μπορούσαν παρά να θίξουν και το ερωτικό σκέλος της ανθρώπινης φύσης. Να επιδιώκουν δηλαδή να πλήξουν τις εκατέρωθεν θαυμαστές ανθρωπολογικές ιδιότητες που προίκισε η φύση αμφότερα τα φύλα.
Γενικότερα, η υλιστικά και μηδενιστικά νοούμενη παραγωγική και καταναλωτική κινητικότητα απαιτεί ναρκισσισμό και αναπτυγμένα ωμά και επίπεδα ηδονιστικά ένστικτα. Κάτι τέτοιο επιτάσσει ηθικιστική προσαρμογή σε πνευματικά και πολιτισμικά υλιστικές-μηδενιστικές αντιλήψεις ατομιστικής αυτοπραγμάτωσης, καλλιέργεια της αντίληψης περί της ανάγκης παροδικών και επιπόλαιων σχέσεων, στιγμιαίων ηδονών, αφύσικων μέχρι και ακραία αντιαισθητικών και ναρκισσιστικών πράξεων και συμπεριφορών ασύμβατων με πολιτισμένους και αξιοπρεπείς ανθρώπους.
Στο ίδιο πλαίσιο, ευνοείται η κυριαρχία της αναλγησίας, της φιλαυτίας, του ατομικισμού της υποκρισίας και του καιροσκοπισμού1. Για το ζήτημα των φύλων και την ερωτική φύση των ανθρώπων, ο Παναγιώτης Κονδύλης προσφέρει εξαιρετικές περιγραφές και ερμηνείες για το πώς εμπλέκονται οι μεταμοντέρνες δομές και οι συνδεδεμένες με αυτές μηδενιστικές τάσεις. Χωρίς την παραμικρή αναστολή τα υλιστικά-μηδενιστικά ιδεολογήματα επιδιώκουν να καταργήσουν διαφορές που επί χιλιετίες θεωρούνταν δεδομένες από τη φύση.
Η ερωτική ποιότητα αντικαθίσταται από τη μεταμοντέρνα «σεξουαλική ορθότητα» η οποία πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στον μαζικοποιημένο ανθρωπότυπο. Υπογραμμίζοντας γλαφυρά, παραστατικά αλλά και ουσιαστικά αυτές τις τάσεις, ο Κονδύλης είναι μοναδικά διεισδυτικός και με πολιτισμένο απολαυστικό χιούμορ, αλλά και μοναδικά ουσιαστικός και περιεκτικός για ένα ζήτημα που ενίοτε αντιμετωπίζεται με όρους συμβατικής σοφίας και υπό το πρίσμα ισοπεδώσεων και γραμμικών αφορισμών. Ο Κονδύλης το θέτει ως εξής:
Η ανατροπή παραδοσιακών ιεραρχιών και βιολογικών ιδιοτήτων στο επίπεδο των φύλων και η τάση προς ηδονιστικές αντιλήψεις δεν σημαίνει βέβαια ότι η μαζικοδημοκρατική καθημερινή πρακτική σ’ αυτό το ζήτημα βρίσκεται πάντοτε στο ύψος της ισότητας και της συντροφικότητας ή ότι από τη μία στιγμή στην άλλη παραμερίσθηκαν οι βιολογικοί παράγοντες και τα κατάλοιπα της παραδοσιακής συμπεριφοράς. Κάθε άλλο … [αναπτύσσονται επίσης μυστικιστικές αντιλήψεις για τον ανδρογυνισμό]. … Στον βαθμό που εκλείπουν οι διαφορές μεταξύ των δύο φύλων δεν χρειάζεται να αναζητούνται πια χαρακτηριστικά από γυναικείες ή χαρακτηριστικά από ανδρικές ερωτικές ιδιότητες, το ερωτικό στοιχείο γίνεται έτσι πιο διάχυτο και πιο ρηχό2.
Εξάλλου, το ροκάνισμα του κοινωνικού παραδοσιακά νοούμενου, συνεχίζει ο Κονδύλης, προϋποθέτει ότι η γενετήσια ικανοποίηση πρέπει να γίνεται πλέον αντιληπτή «ως σύντομη και ευκολοαπόκτητη μορφή ηδονής, την οποία μπορεί να απολαύσει κανείς ανεξάρτητα από άλλους, μακροπρόθεσμους παράγοντες», ότι το ερωτικό στοιχείο γίνεται πιο διάχυτο και ρευστό και ότι καλλιεργείται μια αναβίωση του ανδρογυνισμού και μια νέα αποτίμηση της ομοφυλοφιλίας ως κριτήριο εξίσωσης και ανταλλαξιμότητας3.
Η υποκείμενη ανθρωπολογική δομή κτίζεται, έτσι, ούτως ώστε να εξυπηρετεί τις προϋποθέσεις ενός ρευστού, υλιστικού, λειτουργιστικού και αποτελεσματικού συστήματος υλιστικής διακυβέρνησης και μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης πλανητικών προεκτάσεων. Για να συνοψίσουμε επιγραμματικά, η αντιμαχία με μεταμοντέρνες εθνομηδενιστικές θεωρήσεις που αμφισβητούν πάγια χαρακτηριστικά της φύσης των ανθρώπινων όντων, δεν μπορεί να συζητηθεί ορθολογιστικά με όρους μηδενιστικών παρωπίδων.
Επιπλέον, στη διελκυστίνδα κανόνας/εξαιρέσεις, ζητήματα που αποτελούσαν πάντα εξαιρέσεις είναι ανορθολογικό να συνδέονται με κάποιου είδους καθολική μετάλλαξη της φύσης και, επαναλαμβάνεται, των διαχρονικά γνωστών βιολογικών χαρακτηριστικών των ανθρώπινων όντων με σκοπό, βασικά, να υπηρετούνται οι λειτουργίες εντός εν πολλοίς αθέσπιστων δομών που έφερε η εκμηχάνιση, η μαζική παραγωγή, η μαζική κατανάλωση και η αστικοποίηση.
Τα ζητήματα που τίθενται, ακριβώς, είναι κοινωνικοπολιτικά και αφορούν την ανθρωποκεντρική θεμελίωση του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι, τον σεβασμό στο ανθρώπινο ον ανεξαρτήτως φύλου, τη διαφύλαξη της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και όλα τα συμπαρομαρτούντα.
Δεν ενδείκνυνται παρωπίδες που έχουν θέαση μόνο γενικευμένη και αφύσικη ισοπέδωση των πάντων, που ευνοούν την ακύρωση πάγιων εγγενών χαρακτηριστικών του ανθρώπου και ακύρωση του φυσικού, του φυσιολογικού και του ωραίου. Η φιλία, τα συναισθήματα, τα ψυχόρμητα, ο έρωτας, τα εκατέρωθεν ένστικτα και όλα τα συμπαρομαρτούντα που αφορούν το φυσικό και το φυσιολογικό απαιτούν σοβαρή συζήτηση στερημένη όπως υποστηρίχθηκε μόλις εκμηδενιστικών παρωπίδων.
Επανερχόμενοι στις προεκτάσεις των σύγχρονων μεταμοντέρνων δομών, πρωταρχικής σημασίας παράγοντας είναι η αστικοποίηση. Επιτυγχάνεται μέσα από την αντικατάσταση της οικογενειακής αγροτικής παραγωγής με βιομηχανοποιημένη παραγωγή και από τη μετακίνηση όσων χάσουν την απασχόλησή τους για να γίνουν βιομηχανικοί εργάτες που θα πρέπει να αστικοποιηθούν και να διαβιώσουν σε χώρους προσαρμοσμένους στις ανάγκες ενός υλικά-λειτουργιστικά προσανατολισμένου κόσμου. Απλουστεύοντας, αυτό σημαίνει θέα σε τέσσερεις τοίχους αντί θέα βουνό και θάλασσα ή αμφότερα. Παρόμοια με τη διασκέδαση, τις καθημερινές συνήθειες, τις καταναλωτικές προτιμήσεις και την εν γένει δημιουργία υλιστικών προτύπων ως προς τι είναι ατομική ευδαιμονία και ατομική ευτυχία. ….
1 Βλ. Κονδύλης, 1991, σ. 256 έ.έ.
2 Ό.π., σ. 260, έ.έ., verbatim
3 Verbatim, σ. 261.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου