Η Αξία της Έγκαιρης Πολεμικής Κινητοποίησης και της Εφεδρείας – Τα 3+1 Ιστορικά Παραδείγματα που μας προειδοποιούν… εκτός από το να μας διδάσκουν.
Γράφει ο James (Bsc, MSE, Chief of Security)
Ελληνοϊταλικός Πόλεμος
Το πρωί της 28 Οκτωβρίου 1940, ο Πρέσβης της Ιταλίας στην Ελλάδα, Εμμανουέλε Γκράτσι, επέδωσε στον Εθνικό Κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά τελεσίγραφο, με το οποίο η Ιταλία απαιτούσε την άνευ όρων παραχώρηση του ελληνικού εδάφους προς χρήση από τις ιταλικές στρατιωτικές δυνάμεις. Η απάντηση του Ιωάννη Μεταξά είναι γνωστή και καταγεγραμμένη από την ελληνική Ιστορία.
Η Ελλάδα, έχοντας πληροφορηθεί τις ιταλικές προθέσεις, εκτελούσε με επιτυχία ήδη ένα πρόγραμμα μερικής μυστικής επιστράτευσης από το προηγούμενο έτος, όπου κληρωτοί καλούνταν συστηματικά υπό τα όπλα για ασκήσεις, και παρέμεναν μέχρι και μήνες επιστρατευμένοι. Έχοντας εκπονήσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο πολεμικής κινητοποίησης, η Ελλάδα του 1940 επιστράτευσε σχεδόν 200,000 άνδρες, επίταξε το προβλεπόμενο πολιτικό υλικό (και υποζύγια!) για στρατιωτική χρήση, και έθεσε την στοιχειώδη πολεμική βιομηχανία της (κυρίως την ΠΥΡΚΑΛ) σε πλήρη κινητοποίηση μέσα σε δύο συνολικά εβδομάδες, ενώ η πολεμική προσπάθεια συνεχίστηκε καθ’ όλη την διάρκεια του πολέμου.
Όταν το πρωί της 14ης Νοεμβρίου 1940 ξεκίνησε η Μάχη Μοράβα – Ιβάν, αυτή εξελίχθηκε με επίθεση του 3ου Σώματος Στρατού προς την Κορυτσά στη Βόρειο Ήπειρο. Απέναντι στην ιταλική στρατιά της Αλβανίας βρίσκονταν παρατεταγμένες 11 ελληνικές μεραρχίες και δύο (2) ανεξάρτητες ταξιαρχίες Πεζικού, καθώς επίσης και η Μεραρχία Ιππικού.
Πόλεμος του Γιομ Κιππούρ
Το πρωί της 6ης Οκτωβρίου 1973, ανήμερα της εβραϊκής γιορτής του Γιομ Κιπούρ (יום כיפור), ο Συριακός Αραβικός Στρατός και οι Ένοπλες Δυνάμεις της Αιγύπτου επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στο Ισραήλ. στο βορρά, οι Σύριοι ανακατέλαβαν τα υψίπεδα του Γκολάν και ξεκίνησαν προπαρασκευαστικές επιχειρήσεις για προώθηση προς το Τελ Αβίβ (תל-אביב). Στο νότο, οι Αιγυπτιακές 2η και 3η Στρατιές πέρασαν το Σουέζ, κατάφεραν να ανατρέψουν σε πολλά σημεία τις ισραηλινές φρουρές στη γραμμή Μπαρ-Λεβ (קו בר-לב) και άρχισαν να κινούνται προς τα ενδότερα της ερήμου του Σινά.
Η Ισραηλινή κινητοποίηση της εφεδρείας ξεκίνησε άμεσα. Η 143η (εφεδρική) τεθωρακισμένη μεραρχία (ΤΘΜ) του Αριέλ Σαρόν κινητοποιήθηκε και έφτασε στο μέτωπο του Σινά μόλις στις 8 Οκτωβρίου (ο ίδιος ο Σαρόν είχε αποστρατευτεί πριν λίγους μήνες και επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία), μαζί με την τρίτη (εφεδρική) τεθωρακισμένη ταξιαρχία της 162ης (επίσης εφεδρικής) ΤΘΜ του Άμπραχαμ Αντάν, που βρισκόταν ήδη στο μέτωπο.
Δύο ακόμα μηχανοκίνητες μεραρχίες αφίχθησαν στις 9 (Μερόν) και 14 (Σασούν) Οκτωβρίου αντίστοιχα. Το σύνολο της ισραηλινής εφεδρείας (περίπου 400,000 άνδρες) είχε κινητοποιηθεί πλήρως μέχρι τις 15 Οκτωβρίου, ενώ στο Σινά οι ΤΘΜ του Σαρόν, του Αντάν, και του Μαγκάν εξαπέλυσαν στις 15 Οκτωβρίου την Επιχείρηση “Γαζέλα” που οδήγησε στην διάβαση του Σουέζ και την περικύκλωση ολόκληρης της 3ης Αιγυπτιακής Στρατιάς.
Η Ισραηλινή πολεμική βιομηχανία επιδίωξε να μεταπέσει σε πλήρη πολεμική κινητοποίηση ταχύτατα, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να προλάβει να συνεισφέρει ουσιαστικά στον πόλεμο λόγω της σύντομης διάρκειας αυτού. Στο τέλος το Ισραήλ βασίστηκε στα αποθέματα που διέθετε, ενώ υπήρξε και σημαντική Αμερικανική συνεισφορά.
Ρωσική Εισβολή στην Ουκρανία
Στις 24 Φεβρουαρίου 2022, 195,000 άνδρες των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων εισέβαλαν στην Ουκρανία επί τεσσάρων αξόνων. Κύρια Προσπάθεια ήταν η ταχεία κατάληψη του Κιέβου. Οι Ρώσοι αφενός κατάφεραν αρχικά να ανατρέψουν την ουκρανική αντίσταση και να προχωρήσουν σε βάθος σε όλους τους άξονες επίθεσης, αφετέρου υπέπεσαν σε σωρεία επιχειρησιακών και οργανωτικών λαθών. Οι Ουκρανοί είχαν ειδοποιηθεί εγκαίρως (από τα Χριστούγεννα!) για τα σχέδια της επερχόμενης ρωσικής επίθεσης, τα οποία η CIA είχε υποκλέψει επιτυχώς.
Η Ουκρανία είχε κινητοποιήσει περίπου 110,000 εφέδρους που επάνδρωναν τις ελαφρές Ταξιαρχίες Περιφερειακής Άμυνας από τις αρχές Φεβρουαρίου 2024, ενώ ο κύριος όγκος του τακτικού ουκρανικού στρατού (~210,000 άνδρες) παρέμεινε ταγμένος στην οχυρωμένη γραμμή του προϋπάρχοντος μετώπου στο Ντονμπάς (Донбасс). Τελικά η επίθεση κατά του Κιέβου απέτυχε, και οι Ρώσοι στράφηκαν στην εφαρμογή ενός πολέμου φθοράς στο ανατολικό μέτωπο.
Σήμερα, σχεδόν τρία χρόνια αργότερα, οι προοπτικές δεν διαφαίνονται θετικές για την Ουκρανία καθώς έχουν αναγκαστεί να υποχωρήσουν σε αρκετούς τομείς. Οι Ρώσοι επέλεξαν να προβούν σε μερική μόνον (κυρίως για πολιτικούς λόγους) επιστράτευση 300,000 εφέδρων μετά την ήττα τους στο Χάρκοβο το Σεπ 2022, καθώς και την σταδιακή κινητοποίηση της βιομηχανίας τους σε πολεμική παραγωγή.
Η Ρωσική πολεμική βιομηχανία δεν βρίσκεται ακόμα σε πλήρη πολεμική κινητοποίηση (πολλώ απέχει, για την ακρίβεια), αλλά σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες δύναται να υποστηρίζει ουσιαστικά τις ανάγκες της Ρωσίας για τον πόλεμο. Αντίθετα, η Ουκρανία εξαρτάται απολύτως από την απρόσκοπτη ροή δυτικών εφοδίων, και ακόμα δεν έχει προβεί σε πλήρη πολεμική κινητοποίηση και γενική επιστράτευση.
Επίθεση της ΧΑΜΑΣ στο Ισραήλ
Στις 7 Οκτωβρίου 2023, σχεδόν 12,000 μαχητές της ΧΑΜΑΣ (حركة المقاومة الإسلامية – Αραβικό Αντιστασιακό Κίνημα) επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στο Ισραήλ, δολοφονώντας σε μία μέρα περισσότερο από 1,100 ανθρώπους, στην μεγάλη πλειοψηφία τους αμάχους, ενώ απήγαγαν και σχεδόν 250 ομήρους. Η ισραηλινή κινητοποίηση υπήρξε (ως είθισται) άμεση. Πάνω από 20,000 έφεδροι επιστρατεύτηκαν μέχρι το τέλος της ίδιας ημέρας, ενώ μέσα σε τέσσερις ημέρες, οι IDF (צבא חחגנא לישראל – Στρατός για την Άμυνα του Ισραήλ) επιστράτευσαν το σύνολο των εφέδρων τους – 400,000 άνδρες.
Ο τακτικός έλεγχος της σύρραξης πέρασε στις IDF ήδη από το πρωί της 9ης Οκτωβρίου, όπου και τον δια-τηρούν ως σήμερα. Η σύγκρουση συνεχίζεται, με εκτεταμένη χερσαία επιχείρηση των IDF στη Γάζα (η οποία έχει πρακτικά ισοπεδωθεί), και με εισβολή στον Νότιο Λίβανο με στόχο την σιιτική Χεζμπολάχ (حزبا لله – Κόμμα του Θεού). Και εκεί οι IDF διατηρούν τον πλήρη έλεγχο του ρυθμού του επιχειρήσεων, αλλά σημειώνουν αργή πρόοδο, γεγονός που σίγουρα επηρέασε και την αποδοχή της εκεχειρίας.
Η ισραηλινή πολεμική βιομηχανία έχει κινητοποιηθεί (παραμένει ακόμα απροσδιόριστος ο βαθμός κινητοποίησης) προκειμένου να υποστηρίξει τις επιχειρήσεις, ενώ το Ισραήλ λαμβάνει και σημαντική Αμερικανική συνεισφορά και υποστήριξη. Παρόλο που η περίπτωση του Ισραήλ σήμερα δεν συνιστά ακριβώς πόλεμο (near-peer conflict), εν τούτοις το Ισραήλ την αντιμετωπίζει ως τέτοιο, και έχει κινητοποιηθεί αναλόγως.
Από την άλλη, η Ουκρανία που βρίσκεται ξεκάθαρα σε γενικό πόλεμο (με αντίπαλο ανώτερης κατηγορίας μάλιστα – higher peer), δεν έχει κινητοποιηθεί πλήρως. Είναι προφανές ότι χωρίς κανονική πολεμική κινητοποίηση, μια χώρα δεν μπορεί να ελπίζει να διεξάγει επιτυχώς πολεμικές επιχειρήσεις καμίας κλίμακας (εκτός ίσως από τις ΗΠΑ, η οποία όμως ως πλανητική υπερδύναμη αποτελεί μία κατηγορία από μόνη της).
Η πρώτη παρατήρηση που μπορούμε να κάνουμε είναι πως στην περίπτωση του πολέμου του 1940 και του Γιομ Κιππούρ, δύο ασθενέστερες χώρες κατάφεραν να επικρατήσουν των αντιπάλων τους επειδή επέλεξαν να προβούν ταχύτατα σε γενική πολεμική κινητοποίηση, ενώ την ίδια στιγμή οι διαφαινόμενοι ως ισχυρότεροι αντίστοιχοι αντίπαλοι δεν είχαν πράξει το ίδιο. Η περίπτωση της Ουκρανίας δεν έχει λήξει ακόμα τυπικά, αλλά κατά γενική ομολογία, η Ρωσία έχει την πρωτοβουλία και διαθέτει το πλεονέκτημα επί του παρόντος, που οφείλεται και στην επιλογή της να προβεί σε κινητοποίηση.
Αντίθετα, η Ουκρανία που κέρδισε χρόνο αποτρέποντας την κατάληψη του Κιέβου στην αρχή, και απωθώντας τους Ρώσους από το Χάρκοβο αργότερα, δεν προέβη σε γενική επιστράτευση και κινητοποίηση, με αποτέλεσμα να ηττηθεί λόγω αδυναμίας να συντηρήσει έναν πόλεμο φθοράς που της επεβλήθη ακριβώς επειδή δεν διέθετε και δεν απέκτησε τις επιχειρησιακές δυνατότητες να επιβάλλει τον δικό της ρυθμό – δυνατότητες που θα της είχε προσδώσει μία άμεση γενική επιστράτευση 1 – 1.5 εκατομμυρίων εφέδρων με μεγάλη βεβαιότητα.
Η δεύτερη παρατήρηση είναι πώς η γενική επιστράτευση από μόνη της δεν εξασφαλίζει την νίκη. Αντίθετα, για να συμβάλει ουσιαστικά, πρέπει να συνδυαστεί με ένα τολμηρό, επιθετικό πνεύμα και ταχύ δόγμα επιχειρήσεων, ώστε τα οφέλη από μια άμεση κινητοποίηση να αντληθούν προτού ο εχθρός προλάβει να αναπροσαρμόσει τις τακτικές του. Στην πράξη αυτό ουσιαστικά απαιτεί την εφαρμογή πολέμου ελιγμών, την επιδίωξη ελέγχου του ρυθμού των επιχειρήσεων, και την αναζήτηση αποφασιστικής μάχης σε κατάλληλο τόπο και χρόνο που να μεγιστοποιεί όσο πιο νωρίς γίνεται την συνεισφορά στην μαχητική ισχύ από μία γενική επιστράτευση και πολεμική κινητοποίηση.
Η τρίτη παρατήρηση είναι οι απαιτήσεις που προκύπτουν για τον εξοπλισμό μιας μαζικής εφεδρείας. Η μετάπτωση της βιομηχανίας σε πολεμική παραγωγή κρίνει μεν σε μεγάλο βαθμό την υποστήριξη μιας πολεμικής προσπάθειας, όμως η ταχεία κινητοποίηση μεγάλου αριθμού εφέδρων επιβάλλει την τήρηση – και συντήρηση! – ήδη από τον καιρό της ειρήνης μεγάλων ποσοτήτων πολεμικού υλικού.
Η τέταρτη παρατήρηση αφορά την βασική απαίτηση για γενική επιστράτευση που μπορεί να αποδώσει κρίσιμη μάζα μαχητών σε ελάχιστο χρόνο: πρέπει να υφίσταται προεκπαιδευμένη εφεδρεία! Δηλαδή, η καθιέρωση στρατιωτικής θητείας, που να εκπαιδεύει μάλιστα μαχητές (όχι αγγαρειομάχους) είναι θεμελιώδες προαπαιτούμενο για να μπορεί τελικά ένα κράτος να διεξάγει άμεσα αποδοτική γενική επιστράτευση και να αυξήσει σε ελάχιστο χρόνο την μαχητική ισχύ του. Ο θεσμός του πολίτη-οπλίτη μπορεί να χρονολογείται από την Αρχαία Ελλάδα, αλλά αποδεικνύεται επίκαιρος σε κάθε χρονική στιγμή της ιστορίας.
Άραγε, η Ελλάδα σήμερα διαθέτει ένα σχέδιο ταχείας γενικής επιστράτευσης και μετάπτωσης της βιομηχανικής βάσης της σε πλήρη πολεμική παραγωγή; Διαθέτει αποθηκευμένο υλικό – και συντηρείται αυτό επαρκώς – για να υποστηρίξει ταχεία κινητοποίηση του συνόλου της Εφεδρείας (πρώτη Εφεδρεία 245,000 άνδρες, γενική εφεδρεία ακόμα τουλάχιστον 500.000); Το πετύχαμε το 1940 με τα επιεικώς πενιχρά μέσα της εποχής. Πόσο δύσκολο να είναι σήμερα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου