Τη λύση της Ισλανδίας, που με απόφαση
δικαστηρίου, ο λαός της απέφυγε το βάρος μίας πτωχευμένης τράπεζας,
μπορεί να ακολουθήσει κι η Ελλάδα. Όμως, οι Έλληνες πολιτικοί καλούν το
λαό να βγάλει με την ψήφο του τη χώρα από το μνημόνιο, όταν η ελληνική
κυβέρνηση έχει ένα ανεκτίμητο όπλο στα χέρια της και δεν το
χρησιμοποιεί!
Να σταματήσει να πληρώνει τις τράπεζες και να γλιτώσει από την οικονομική αφαίμαξη που υποβάλλει τους πολίτες προκειμένου να ξεπληρώνει τράπεζες και παλαιότερα δάνεια έχει το Ελληνικό Δημόσιο εφόσον ξεκινήσει μία νομική μάχη όπως αυτή που έδωσε και κέρδισε η Ισλανδία.
Το δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Ανταλλαγών (AELE) με απόφασή του, βάσει της οποίας η χώρα είχε το δικαίωμα, όταν οι τράπεζές της κατέρρευσαν τον Οκτώβριο του 2008 να αρνηθεί να αποζημιώσει τους ξένους αποταμιευτές δικαιώνοντας έτσι την Ισλανδία σχετικά με την χρεοκοπία της τράπεζας Icesave. Επί της ουσίας, η απόφαση αυτή απελευθερώνει τη χώρα από την υποχρέωση να ξεπληρώσει τις κυβερνήσεις της Βρετανίας και της Ολλανδίας, που την κατηγόρησαν ότι δεν τήρησε τις εγγυήσεις καταθέσεων των αποταμιευτών της τράπεζας Icesave.
Θεώρησε ότι η Ισλανδία δεν έκανε διάκριση ανάμεσα στους καταθέτες στην χώρα και στους καταθέτες στην Βρετανία ή την Ολλανδία κι ότι δεν παραβίασε την οδηγία περί εγγυήσεων καταθέσεων, δεδομένου ότι η χρηματοπιστωτική κρίση στην Ισλανδία ήταν πάρα πολύ ισχυρή.
Η σημασία της απόφασης είναι μεγάλη διότι ουσιαστικά ξεκαθαρίζει γιατί οι χρεοκοπημένες τράπεζες πρέπει ή όχι να διασώζονται με δημόσιο χρήμα. Η απόφαση αυτή ανοίγει το δρόμο και στην Ελλάδα να διεκδικήσει την έκδοση μίας τέτοιας απόφασης ώστε να σταματήσει να στηρίζει με τα χρήματα και τις θυσίες του ελληνικού τις ήδη – πτωχευμένες – ελληνικές τράπεζες.
Οι ομοιότητες και οι διαφορές του ισλανδικού και του ελληνικού τραπεζικού συστήματος είναι εμφανείς, ωστόσο, η δικαστική απόφαση αποτελεί σταθμό για μία χώρα, όπως η Ελλάδα, που δανείζεται υπό δυσβάσταχτους όρους για να αναχρηματοδοτεί τις τράπεζες και τα παλαιότερα δάνεια.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, το 2008, όταν ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση, ο τραπεζικός τομέας της Ισλανδίας κατέρρευσε. Έτσι, μετά τη χρεοκοπία και της μεγαλύτερης ιδιωτικής τράπεζας της χώρας, της «Landsbanki», η ισλανδική κυβέρνηση αναγκάστηκε να εθνικοποιήσει το τραπεζικό της σύστημα χωρίς να μπορεί να ανταποκριθεί στους καταθέτες της «Icesave», μιας θυγατρικής τράπεζας της Landsbanki, στην οποία οι περισσότεροι καταθέτες προέρχονταν από την Ολλανδία και τη Μ. Βρετανία.
Εκτιμάται δε, ότι την επίμαχη περίοδο οι καταθέσεις στην Icesave ανέρχονταν σε 4 δις. ευρώ. Οι κυβερνήσεις της Βρετανίας και της Ιρλανδίας είχαν αποζημιώσει τότε πλήρως τους αποταμιευτές της Icesave και στη συνέχεια είχαν στείλει το λογαριασμό στο Ρέικιαβικ.
Να σημειωθεί, οτι η Ισλανδική τράπεζα-καζίνο Landsbanki, μέσω internet καλούσε Βρετανούς και Oλλανδούς πολίτες να αποταμιεύσουν σε λογαριασμούς με το όνομα «Icesave» και με τεράστιο τόκο κέρδος για του καταθέτες. Καμία κυβέρνηση δεν έβαλε φρένο στην καθαρή φούσκα μέχρι που η τράπεζα “πτώχευσε”, δηλαδή εξαφάνισε τα χρήματα τους.
Όμως το 2010 και στη συνέχεια το 2011 οι Ισλανδοί είχαν αρνηθεί με δημοψήφισμα τις ρυθμίσεις της αποζημίωσης που είχαν συμφωνηθεί με το Λονδίνο και τη Χάγη, υποστηρίζοντας δεν έχουν τη νομική υποχρέωση να αναλάβουν τις ζημιές μιας ιδιωτικής τράπεζας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσέφυγε στο δικαστήριο της AELE για παραβίαση της ευρωπαϊκής οδηγίας σχετικά με την εγγύηση των καταθέσεων, η οποία υποχρεώνει να εξασφαλίζεται ένα ελάχιστο 20.000 ευρώ σε κάθε καταθέτη μιας τράπεζας που χρεοκοπεί.
Η “Κεντροαριστερή” κυβέρνηση της Ισλανδίας ψήφισε νομοσχέδιο τον περασμένο Δεκέμβρη που μετά από πιέσεις από Βρετανία και Ολλανδία -που ήδη είχαν αποζημιώσει τους καταθέτες- καλούσε κάθε Ισλανδό πολίτη να χρεωθεί για να ξεπληρώσει η Ισλανδία την φούσκα της τράπεζας στις δύο αυτές χώρες.
Οι Ισλανδοί όμως δεν λύγισαν στις πιέσεις και συγκέντρωσαν υπογραφές για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, κάνοντας τον Πρόεδρο της χώρας, να ασκήσει βέτο στην εφαρμογή του νόμου που επέβαλε σκληρή λιτότητα.
Στο δημοψήφισμα που διενεργήθηκε στη χώρα, περισσότερο από το 90% των Ισλανδών ψήφισαν ενάντια στην συμφωνία, παρά τις απειλές ότι δεν θα δοθούν δάνεια στη χώρα, ή θα ανέβουν τα επιτόκια δανεισμών ή θα σταματήσει η πορεία ένταξης της χώρας στη Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σύμφωνα με την Ισλανδία, η ευρωπαϊκή οδηγία υποχρεώνει το κράτος να δημιουργήσει ένα ταμείο εγγύησης των καταθέσεων, αλλά όχι να το εγγυηθεί με δημόσια χρήματα.
Το Δικαστήριο, μάλιστα, έκρινε ότι το ουσιαστικό διακύβευμα της υπό κρίση υπόθεσης είναι κατά πόσο τα κράτη-μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου είναι νομικά υπεύθυνα, βάσει των διατάξεων της Οδηγίας, να διασώσουν τις χρεοκοπημένες τράπεζες με δημόσιο χρήμα και να αναλάβουν ουσιαστικά να καλύψουν ένα γεγονός τέτοιου μεγέθους.
Μία τέτοια δικαστική απόφαση θα μπορούσε να ανακουφίσει από το τεράστιο βάρος της στήριξης του πτωχευμένου εγχώριου τραπεζικού συστήματος τον ελληνικό λαό, που πλήττεται βάναυσα από τις επιπτώσεις των επιλογών του μνημονίου.
Danioliptes.gr
ΠΗΓΗ filonoi.gr
Να σταματήσει να πληρώνει τις τράπεζες και να γλιτώσει από την οικονομική αφαίμαξη που υποβάλλει τους πολίτες προκειμένου να ξεπληρώνει τράπεζες και παλαιότερα δάνεια έχει το Ελληνικό Δημόσιο εφόσον ξεκινήσει μία νομική μάχη όπως αυτή που έδωσε και κέρδισε η Ισλανδία.
Το δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Ανταλλαγών (AELE) με απόφασή του, βάσει της οποίας η χώρα είχε το δικαίωμα, όταν οι τράπεζές της κατέρρευσαν τον Οκτώβριο του 2008 να αρνηθεί να αποζημιώσει τους ξένους αποταμιευτές δικαιώνοντας έτσι την Ισλανδία σχετικά με την χρεοκοπία της τράπεζας Icesave. Επί της ουσίας, η απόφαση αυτή απελευθερώνει τη χώρα από την υποχρέωση να ξεπληρώσει τις κυβερνήσεις της Βρετανίας και της Ολλανδίας, που την κατηγόρησαν ότι δεν τήρησε τις εγγυήσεις καταθέσεων των αποταμιευτών της τράπεζας Icesave.
Θεώρησε ότι η Ισλανδία δεν έκανε διάκριση ανάμεσα στους καταθέτες στην χώρα και στους καταθέτες στην Βρετανία ή την Ολλανδία κι ότι δεν παραβίασε την οδηγία περί εγγυήσεων καταθέσεων, δεδομένου ότι η χρηματοπιστωτική κρίση στην Ισλανδία ήταν πάρα πολύ ισχυρή.
Η σημασία της απόφασης είναι μεγάλη διότι ουσιαστικά ξεκαθαρίζει γιατί οι χρεοκοπημένες τράπεζες πρέπει ή όχι να διασώζονται με δημόσιο χρήμα. Η απόφαση αυτή ανοίγει το δρόμο και στην Ελλάδα να διεκδικήσει την έκδοση μίας τέτοιας απόφασης ώστε να σταματήσει να στηρίζει με τα χρήματα και τις θυσίες του ελληνικού τις ήδη – πτωχευμένες – ελληνικές τράπεζες.
Οι ομοιότητες και οι διαφορές του ισλανδικού και του ελληνικού τραπεζικού συστήματος είναι εμφανείς, ωστόσο, η δικαστική απόφαση αποτελεί σταθμό για μία χώρα, όπως η Ελλάδα, που δανείζεται υπό δυσβάσταχτους όρους για να αναχρηματοδοτεί τις τράπεζες και τα παλαιότερα δάνεια.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, το 2008, όταν ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση, ο τραπεζικός τομέας της Ισλανδίας κατέρρευσε. Έτσι, μετά τη χρεοκοπία και της μεγαλύτερης ιδιωτικής τράπεζας της χώρας, της «Landsbanki», η ισλανδική κυβέρνηση αναγκάστηκε να εθνικοποιήσει το τραπεζικό της σύστημα χωρίς να μπορεί να ανταποκριθεί στους καταθέτες της «Icesave», μιας θυγατρικής τράπεζας της Landsbanki, στην οποία οι περισσότεροι καταθέτες προέρχονταν από την Ολλανδία και τη Μ. Βρετανία.
Εκτιμάται δε, ότι την επίμαχη περίοδο οι καταθέσεις στην Icesave ανέρχονταν σε 4 δις. ευρώ. Οι κυβερνήσεις της Βρετανίας και της Ιρλανδίας είχαν αποζημιώσει τότε πλήρως τους αποταμιευτές της Icesave και στη συνέχεια είχαν στείλει το λογαριασμό στο Ρέικιαβικ.
Να σημειωθεί, οτι η Ισλανδική τράπεζα-καζίνο Landsbanki, μέσω internet καλούσε Βρετανούς και Oλλανδούς πολίτες να αποταμιεύσουν σε λογαριασμούς με το όνομα «Icesave» και με τεράστιο τόκο κέρδος για του καταθέτες. Καμία κυβέρνηση δεν έβαλε φρένο στην καθαρή φούσκα μέχρι που η τράπεζα “πτώχευσε”, δηλαδή εξαφάνισε τα χρήματα τους.
Όμως το 2010 και στη συνέχεια το 2011 οι Ισλανδοί είχαν αρνηθεί με δημοψήφισμα τις ρυθμίσεις της αποζημίωσης που είχαν συμφωνηθεί με το Λονδίνο και τη Χάγη, υποστηρίζοντας δεν έχουν τη νομική υποχρέωση να αναλάβουν τις ζημιές μιας ιδιωτικής τράπεζας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσέφυγε στο δικαστήριο της AELE για παραβίαση της ευρωπαϊκής οδηγίας σχετικά με την εγγύηση των καταθέσεων, η οποία υποχρεώνει να εξασφαλίζεται ένα ελάχιστο 20.000 ευρώ σε κάθε καταθέτη μιας τράπεζας που χρεοκοπεί.
Η “Κεντροαριστερή” κυβέρνηση της Ισλανδίας ψήφισε νομοσχέδιο τον περασμένο Δεκέμβρη που μετά από πιέσεις από Βρετανία και Ολλανδία -που ήδη είχαν αποζημιώσει τους καταθέτες- καλούσε κάθε Ισλανδό πολίτη να χρεωθεί για να ξεπληρώσει η Ισλανδία την φούσκα της τράπεζας στις δύο αυτές χώρες.
Οι Ισλανδοί όμως δεν λύγισαν στις πιέσεις και συγκέντρωσαν υπογραφές για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, κάνοντας τον Πρόεδρο της χώρας, να ασκήσει βέτο στην εφαρμογή του νόμου που επέβαλε σκληρή λιτότητα.
Στο δημοψήφισμα που διενεργήθηκε στη χώρα, περισσότερο από το 90% των Ισλανδών ψήφισαν ενάντια στην συμφωνία, παρά τις απειλές ότι δεν θα δοθούν δάνεια στη χώρα, ή θα ανέβουν τα επιτόκια δανεισμών ή θα σταματήσει η πορεία ένταξης της χώρας στη Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σύμφωνα με την Ισλανδία, η ευρωπαϊκή οδηγία υποχρεώνει το κράτος να δημιουργήσει ένα ταμείο εγγύησης των καταθέσεων, αλλά όχι να το εγγυηθεί με δημόσια χρήματα.
Το Δικαστήριο, μάλιστα, έκρινε ότι το ουσιαστικό διακύβευμα της υπό κρίση υπόθεσης είναι κατά πόσο τα κράτη-μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου είναι νομικά υπεύθυνα, βάσει των διατάξεων της Οδηγίας, να διασώσουν τις χρεοκοπημένες τράπεζες με δημόσιο χρήμα και να αναλάβουν ουσιαστικά να καλύψουν ένα γεγονός τέτοιου μεγέθους.
Μία τέτοια δικαστική απόφαση θα μπορούσε να ανακουφίσει από το τεράστιο βάρος της στήριξης του πτωχευμένου εγχώριου τραπεζικού συστήματος τον ελληνικό λαό, που πλήττεται βάναυσα από τις επιπτώσεις των επιλογών του μνημονίου.
Danioliptes.gr
ΠΗΓΗ filonoi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου