Γιάννος Χαραλαμπίδης
Το παρασκήνιο με τη Νούλαντ για τον EastMed και η απειλή νέου αντιαμερικανικού ρεύματος - Η νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας, οι αρχές δικαίου των ΗΠΑ και της ΕΕ και η ενέργεια ως βάσεις προοπτικών ρεαλιστικής λύσης σε Eλλαδοτουρκικά και Κυπριακό
Υπό τη σκιά του ουκρανικού πολέμου, οι Τούρκοι συνεχίζουν την επεκτατική τους πολιτική και στην περιοχή του Αιγαίου και σ’ εκείνη της Κύπρου, στο πλαίσιο της Γαλάζιας Πατρίδας, με απώτερο στόχο να κυριαρχήσουν στην Ανατολική Μεσόγειo. Διά στόματος αξιωματούχων της Άγκυρας, αλλά και του κατοχικού καθεστώτος, από τον Ερντογάν μέχρι τον Τατάρ, καθίσταται σαφές ότι δεν πρόκειται να γίνει καμία υποχώρηση στο Κυπριακό και στα Ελλαδοτουρκικά, διότι, όπως διπλωματικές πηγές αναφέρουν, «η Τουρκία θέλει να προλάβει τις εξελίξεις που αφορούν στη νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας διεθνώς και ειδικότερα στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου» και προσθέτουν: «Τα ζητήματα της ασφάλειας είναι συναφή με αυτά της ενέργειας ειδικώς λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και των αναγκών της ΕΕ μετά τις πολιτικές απεξάρτησης από τη Ρωσία».
Τι εννοεί ο Πρόεδρος όταν αναφέρεται σε συμφωνία με την Τουρκία για το αέριο
Το νέο σύστημα ασφάλειας και η αποχώρηση του Αττίλα
Η κατάργηση εγγυήσεων και το ΝΑΤΟ
Οι δυο προοπτικές
Το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσον, τόσο η Αθήνα όσο και η Λευκωσία, που έχουν επιλέξει στρατόπεδο, δηλαδή αυτό της Δύσης, το οποίο αποτελείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, έχουν τις δυνατότητες να ανοίξουν νέο παράθυρο ευκαιρίας ή όχι. Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έχει αναφερθεί την περασμένη Τετάρτη σε πρωτοβουλίες που θα πρέπει να ληφθούν από την ΕΕ, τον ΟΗΕ και τις ΗΠΑ. Βεβαίως, το ζητούμενο δεν είναι να αναμένεις μόνο από τους τρίτους πρωτοβουλίες, αλλά να υποβάλλεις δικές σου προτάσεις λύσης. Στην παρούσα φάση διανοίγονται δύο προοπτικές.
Η μία είναι αυτή της στρατηγικής πυξίδας, που έχει ανακοινωθεί από την ΕΕ με ορίζοντα υλοποίησης το 2030. Σε αυτό το πλαίσιο, η πολιτική Κύπρου και Ελλάδας θα ήταν δυνατόν να αναπτυχθεί στην εξής λογική: Πρώτον, σε μια πρόταση που θα τις καθιστά ως τον δίδυμο κεντρικό πυλώνα υλοποίησης της στρατηγικής πυξίδας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, όπου υπάρχουν δύο κράτη μέλη της ΕΕ. Το ένα εξ αυτών συμμετέχει στο ΝΑΤΟ. Κύπρος και Ελλάδα μπορούν ν’ αποτελέσουν τον κεντρικό πυλώνα ανάπτυξης του ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας της στρατηγικής πυξίδας με την προοπτική της ανασύστασης του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου. Σε αυτό θα μπορούν να κουμπώσουν τρίτες χώρες, όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος και άλλες, αφήνοντας ανοιχτή την πιθανότητα εισόδου της Τουρκίας υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει πλήρης αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο.
Η άλλη προοπτική είναι αυτή της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς τις Σκανδιναβικές Χώρες, όπως είναι η Σουηδία και η Φινλανδία. Το ζήτημα εδώ είναι κατά πόσον η Κύπρος θα μπορούσε να προωθηθεί κυρίως από πλευράς Ελλάδος, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Λευκωσίας, και να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ στην πρακτική ενός ενιαίου πακέτου ένταξης. Πρόκειται για μια κίνηση που θα έφερνε πιο κοντά τη λύση του Κυπριακού και των Ελλαδοτουρκικών, αρχίζοντας από τα θέματα της ασφάλειας, που θα σήμαινε: Α) Την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ. Β) Την ταυτόχρονη και πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων για να δημιουργηθούν συνθήκες αμοιβαίας εμπιστοσύνης και συμμαχίας.
Η περί ΝΑΤΟ πρόταση για την ένταξη της Κύπρου θα μπορούσε να ήταν συνδεδεμένη με τη στρατηγική πυξίδα. Γιατί; Διότι, όπως αναφέρεται στο σχετικό κείμενο των Ευρωπαίων Εταίρων, η στρατηγική πυξίδα είναι συμπληρωματική του ΝΑΤΟ, το οποίο αποτελεί το πλέον αξιόπιστο συλλογικό σύστημα ασφαλείας, εντός του οποίου συμμετέχει η πλειοψηφία των κρατών της ΕΕ.
Τόσο η πρόταση για τη στρατηγική πυξίδα όσο και εκείνη για το ΝΑΤΟ μπορούν να συνδυαστούν με τις βασικές δημοκρατικές αρχές όπως καθορίζονται από την ίδια τη Βορειοατλαντική Συμμαχία, τον ΟΗΕ, την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Ότι, δηλαδή: 1. Απαγορεύεται η παράνομη κτήση εδαφών και η αλλαγή συνόρων, οπότε δεν μπορεί να γίνει δεκτή η τουρκική πρόταση για δυο κράτη. 2. Απαγορεύεται η ανασύσταση παλαιών αυτοκρατοριών με τη κτήση εδαφών. Το πρώτο θύμα αυτής της αναθεωρητικής πολιτικής δεν είναι η Ουκρανία αλλά η Κύπρος, η οποία στηρίζει πλήρως τις αρχές δικαίου και τον αγώνα του Κιέβου σε βάρος του εισβολέα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, τι θα απαντήσει η Τουρκία; Ότι δεν αποδέχεται την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και ότι το θεωρεί εχθρικό ή ότι είναι αντίθετη με τις δημοκρατικές αρχές, τις οποίες υποστηρίζει η ΕΕ και το ΝΑΤΟ, στο οποίο ανήκει, και στην ΕΕ, με την οποία είναι συνδεδεμένη, και δεν έχει εκφράσει ποτέ την πολιτική θέση ότι δεν θέλει να ενταχθεί; Εάν η Άγκυρα είναι αρνητική, αυτή θα μείνει εκτεθειμένη και θα βρεθεί σε δύσκολή θέση, ενώ στα τραπέζι, αντί των υφιστάμενων προτάσεων διχοτόμησης που προωθούνται μέσω των ΜΟΕ της Κυβέρνησης, που προνοούν αποδοχή οντότητας προ της λύσης, θα υπάρχει μια πρόταση με δυο βασικούς πυλώνες:
Η πρόταση του Προέδρου…
1) Του δικαίου, που αφορά στην αποκατάσταση της παραβιασθείσας εννόμου τάξεως από την Τουρκία και την ταυτόχρονη συνταγματική αναθεώρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στη βάση των αρχών της ΕΕ και του διεθνούς δικαίου αντί στη βάση μιας ομοσπονδίας συνομοσπονδιακού χαρακτήρα, που θα νομιμοποιεί το ψευδοκράτος ως ισότιμο συνιστών κράτος με πολιτική ισότητα, η οποία ανοίγει την πύλη στην ισότιμη κυριαρχία και τη δημιουργία δύο χωριστών κρατών. Άλλωστε, όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας λέει ότι θα καθοριστεί ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου για τη συνεκμετάλλευση του φυσικού αερίου, τι εννοεί; Δεν εννοεί την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία πριν από τη λύση; Πώς θα συνυπογράψουμε είτε διμερή συμφωνία είτε πολυμερή, χωρίς κρατικές υπογραφές; Ακόμη και αν πάμε στο Διεθνές Δικαστήριο, εκεί εμφανίζονται κράτη και ο ένας αναγνωρίζει τον άλλο. Χωρίς αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Άγκυρα δεν μπορούμε να πάμε στο Διεθνές Δικαστήριο. Ερώτημα νέο συναφές: Θα αναγνωρίσει η Άγκυρα την Κυπριακή Δημοκρατία και μετά θα τη διαλύσουμε για να αναγνωρίσουμε δυο ισότιμα συνιστώντα κράτη; Συνεπώς, ή ο Πρόεδρος θα εντάξει την πρότασή του στη στρατηγική στην οποία αναφερόμαστε και είναι συναφής με τη δική του για την επιστροφή στη Ζυρίχη, ή η πρότασή του δεν θα αφορά λύση αλλά διάλυση στη βάση μιας χαλαρής ομοσπονδίας, που θα αποδέχεται το ψευδοκράτος, αρχικά - μέσω των ΜΟΕ που εισηγείται - ως χωριστή οντότητα και εν συνεχεία ως αναγνωρισμένο χωριστό κρατίδιο. Στον πυλώνα του δικαίου και της συνέχειας της Κυπριακής Δημοκρατίας μπορεί να προστεθεί και η αντιδήλωση της ΕΕ, που έχει μπει στο ράφι και αναφέρει ότι, για να προχωρήσει η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ, η Άγκυρα οφείλει να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία, με βάση το πρωτόκολλο 10, εντάχθηκε ολόκληρη στην Ένωση.
Ασφάλεια και δίλημμα
2) Του συστήματος ασφάλειας, που στηρίζεται στη στρατηγική πυξίδα της ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Εμείς οι ίδιοι έχουμε αποδεχθεί: Α. Το 2008 επί Χριστόφια την εμβάθυνση των σχέσεων ΕΕ και ΝΑΤΟ. Β. Τη στρατηγική πυξίδα της ΕΕ, που είναι συμπληρωματική του ΝΑΤΟ αμυντική διαδικασία. Άλλωστε με τη νέα δημιουργηθείσα στην Ουκρανία κατάσταση, και εφόσον η Ρωσία είναι εισβολέας, το ΝΑΤΟ κυριαρχεί και θα κυριαρχήσει στην περιοχή μας και στη Δύση. Το ερώτημα για μας είναι το εξής: Θα επιτρέψουμε στην Τουρκία να υλοποιήσει την πολιτική της Γαλάζιας Πατρίδας ή θα προτάξουμε νέες εναλλακτικές πολιτικές, όπως αυτές που έχουν ήδη αναλυθεί; Εμείς, λοιπόν, θα πρέπει να σπεύσουμε προς την ΕΕ για να εξηγήσουμε: Α) Πώς και κάτω από ποιες συνθήκες μπορούμε να αναλάβουμε, μαζί, για παράδειγμα, με τη Γαλλία, την υλοποίηση της στρατηγικής πυξίδας στη γειτονιά μας. Β) Ποια είναι τα οφέλη που θα έχει και η ΕΕ και το ΝΑΤΟ από τη δημιουργία ενός αναθεωρημένου συστήματος ασφάλειας, που θα επιτρέπει την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου και τη συμμετοχή της Τουρκίας επί τη βάσει των δικαιωμάτων, που έχει και πηγάζουν από το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο και όχι από το «δίκαιο» της παράνομης κτήσης εδαφών και θαλασσών. Αυτές άλλωστε οι δημοκρατικές αρχές καθορίζουν οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ ότι θα πρέπει να γίνουν σεβαστές. Και επειδή η Μόσχα δεν τις σέβεται, τιμωρείται. Συνεπώς, η εκμετάλλευση του φυσικού αερίου θα πρέπει να ενταχθεί στο ενιαίο σύστημα ασφάλειας της νέας αρχιτεκτονικής της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στην περιοχή μας, στο οποίο θα μπορεί να συμμετέχει η Τουρκία εφόσον αποδεχθεί την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο και αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία για να γίνει συνταγματική αναθεώρησή της επί τη βάσει των αρχών και αξιών της ΕΕ και του διεθνούς δικαίου. Αυτή η πρόταση είναι αμοιβαίου οφέλους και για την ΕΕ και για τις ΗΠΑ και για την Κύπρο και για την Ελλάδα και την Τουρκία.
Το δίλημμα των εταίρων και η Κύπρος
Εκείνο, δε, που θα πρέπει να τονιστεί στους εταίρους μας και στις ΗΠΑ είναι το εξής: Η πλήρης κυριαρχία της Τουρκίας στην περιοχή μας μέσω της Γαλάζιας Πατρίδας θα καταστήσει του Ευρωπαίους ομήρους της Άγκυρας και στο θέμα του φυσικού αερίου και στα θέματα της ασφάλειας. Η αποδυνάμωση ενός αμυντικού άξονα Ελλάδας και Κύπρου ως υποσυστήματος ασφάλειας της ΕΕ και του ΝΑΤΟ δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα κανενός, παρά μόνο της Άγκυρας, καθότι συνιστά τροφή στην αναθεωρητική της πολιτική και μόνιμη πηγή αποσταθεροποίησης. Η λογική του κόστους οφέλους λειτούργησε, έστω και μερικώς, στην περίπτωση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ και δη της Βικτώρια Νούλαντ. Ενώ η Αμερικανίδα Υφυπουργός των Εξωτερικών άρχισε αρνητικά στο ζήτημα της κατασκευής του EastMed, κατόπιν της αντίδρασης της κοινής γνώμης και υποδείξεων κυρίως από εβραϊκό λόμπι και το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, αναθεώρησε τον πολιτικό της λόγο. Χωρίς να ισχυριστούμε ότι άλλαξε πολιτική. Εάν θα αναθεωρήσει στην πράξη και την πολιτική της θέση είναι ζήτημα συναφές με δικές μας προτάσεις. Όπως είπε η κ. Νούλαντ στις τελευταίες της δηλώσεις, για το θέμα του EastMed, εκείνοι που θα αποφασίσουν είναι τα εμπλεκόμενα μέρη και η ΕΕ. Η μετακίνηση αυτή από την κάθετη απόρριψη EastMed, που είχε προηγηθεί, οφείλεται όπως διπλωματικές πηγές αναφέρουν:
ΝΑΤΟ, βέτο, εγγυήσεις και Ισραήλ…
Πρώτο, «στη στάση του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, που υπέδειξε στην κ. Νούλαντ ότι με τη στάση της προκαλεί ένα νέο αντιαμερικανικό ρεύμα στην Κύπρο και στην Ελλάδα, που δεν ευνοεί την πολιτική των ΗΠΑ». Επί τούτου θα πρέπει να επισημανθούν τα εξής: Αθήνα και Λευκωσία θα πρέπει να συνδράμουν με δικές τους προτάσεις, ώστε η ρητορική αλλαγή της κ. Νούλαντ να εξελιχθεί σε αλλαγή πολιτικής. Τέτοιες εναλλακτικές προτάσεις είναι αυτές του υποσυστήματος ασφάλειας που μπορεί να δημιουργηθεί μέσω της στρατηγικής πυξίδας και της ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ μαζί με τη Σουηδία και τη Φινλανδία ως στρατηγική ασφάλειας στην περιοχή μας και ομαλοποίηση των σχέσεων Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας, με την ταυτόχρονη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο. Ακόμη και αν η Άγκυρα ασκήσει βέτο στην ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, η Ελλάδα έχει και αυτή δικαίωμα του βέτο για να μπλοκάρει την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Επειδή, όμως, ένα ελληνικό βέτο θα δημιουργήσει προβλήματα μεταξύ Ελλάδας και Συμμάχων, θα μπορεί να γίνει άλλος συναφής διακανονισμός: Να μείνει στο τραπέζι η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ. Με τον τρόπο αυτό εξουδετερώνονται όλες οι τουρκικές πολιτικές ανησυχίες για την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων και της Τουρκίας και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχει λόγος ούτε για την παρουσία του Αττίλα ούτε για τη διατήρηση συστήματος εγγυήσεων. Γιατί; Διότι θα ανήκουμε όλοι στο ίδιο συλλογικό σύστημα ασφάλειας.
Δεύτερο, «το εβραϊκό λόμπι στις ΗΠΑ διευκρίνισε προς το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών ότι είχε γίνει στο παρελθόν η λανθασμένη επιλογή - ξανά επί Δημοκρατικών, το 2009 - για την αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου της Τουρκίας και της ίδιας ως περιφερειακής δύναμης. Η απόφαση αυτή χειροτέρευσε τις σχέσεις των δύο χωρών. Συνέβη αυτό - όπως τονίζεται - διότι η Άγκυρα θέλησε να αναλάβει τον κυρίαρχο ρόλο που κατέχει το Ισραήλ ως περιφερειακή δύναμη». Ταυτοχρόνως, επισημαίνεται ότι οι Ισραηλινοί δεν θα ήθελαν να δουν τουρκική αναβάθμιση μέσω κακών χειρισμών στο Κυπριακό, διότι αυτό αφαιρεί από τους ίδιους διαπραγματευτικά πλεονεκτήματα στον διάλογό τους με την Άγκυρα και στα θέματα ενέργειας και σ’ εκείνα της ασφάλειας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Εμείς θέλουμε… αυτοί μπορούν;
Τα παράθυρα ευκαιρίας δεν θα ανοίγουν μόνοι οι τρίτοι αλλά και εμείς οι ίδιοι, φτάνει να μπορεί η πολιτική ηγεσία να βλέπει και να αναλύει τις εξελίξεις, προσαρμόζοντάς τις με τα δικά μας εθνικά συμφέροντα. Για να γίνει βεβαίως αυτό θα πρέπει να απαλλαγεί η ηγεσία μας από τα βαρίδια της εξευμενιστικής της πολιτικής, που της επιβάλλει την προσαρμογή μας στα τουρκικά εθνικά συμφέροντα, όπως είναι για παράδειγμα η ομοσπονδία συνομοσπονδιακού χαρακτήρα, που άνοιξε την πύλη στα δύο κράτη. Και αυτή η πύλη προς τη διχοτόμηση μπορεί να κλείσει μόνον όταν βγούμε από την αποτυχημένη πολιτική του εξευμενισμού και προχωρήσουμε σε προτάσεις αμοιβαίου οφέλους στη βάση των νέων δεδομένων, που δημιουργεί ο πόλεμος της Ουκρανίας. Το ερώτημα είναι το εξής: Εμείς θέλουμε, οι ηγεσίες μας μπορούν;..
*Δρ των Διεθνών Σχέσεων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου