Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιδιώκει την αξιοποίηση των εξοπλιστικών συνεργασιών με χώρες-συμμάχους με στόχο την ενδυνάμωση των διμερών σχέσεων και την υπογραφή προωθημένων αμυντικών συμφωνιών.
Ως πρότυπο αναφέρεται η ελληνογαλλική συμφωνία που συνόδεψε το συμβόλαιο ναυπήγησης 3+1 φρεγατών FDI HN (Belharra). Η συμφωνία περιλαμβάνει και ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής, έστω με περίτεχνες διπλωματικές διατυπώσεις. Παρότι εκφράζονται αμφιβολίες για το εάν η Γαλλία θα ανταποκριθεί, το σύμφωνο δεν παύει να συνιστά ποιοτική διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν, αφού ενισχύει την αξιοπιστία της αποτροπής.
Του Ζαχαρία Μίχα*
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Το τελευταίο διάστημα, η Αθήνα έχει αφήσει να διαφανεί πρόθεση συμπλήρωσης της ελληνογαλλικής συμφωνίας με μια αντίστοιχη ελληνοϊταλική, με αιχμή το πρόγραμμα απόκτησης κορβετών. Η ιταλική υποψηφιότητα στηρίζεται στην πρόταση ναυπήγησης κορβετών τύπου FCX-30 Doha της εταιρίας Fincantieri. Το τελευταίο διάστημα, μετά από επαφές του Έλληνα πρωθυπουργού με την Ιταλίδα ομόλογό του, διαφαίνεται και η προοπτική ενός πρόσθετου εξοπλιστικού προγράμματος, που αφορά την αντικατάσταση ελικοπτέρων (της Αεροπορίας Στρατού και έρευνας & διάσωσης της Πολεμικής Αεροπορίας). Οι όποιες συμφωνίες με την Ιταλία θα συνοδεύονται και από την υπογραφή ελληνοϊταλικού αμυντικού συμφώνου, χωρίς να είναι γνωστές λεπτομέρειες.
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει και από πληροφορίες που αφορούν συζητήσεις αξιωματούχων ότι προκύπτει ενεργό ιταλικό ενδιαφέρον, για τα δύο εξοπλιστικά προγράμματα (ύψους 1,5 δισ. έκαστο). Η ιταλική πρόταση παρουσιάστηκε στο Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας (ΓΕΑ) κι αφορά τα Agusta Westland AW-139, ένα σύγχρονο ελικόπτερο της εταιρείας Leonardo που έχει κατασκευαστεί σε εκατοντάδες μονάδες για πολλούς χρήστες. Η αξιολόγηση της ιταλικής πρότασης παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον από τη σκοπιά της ελληνικής γεωπολιτικής προσέγγισης, από την προοπτική δηλαδή της πρόσδεσης και της Ιταλίας στο σύστημα συμμαχιών της Ελλάδας. Η εν λόγω προοπτική εντάσσεται και στο πλαίσιο της συνεργασίας του ευρωπαϊκού Νότου. Οι εξοπλισμοί, μάλιστα, προσφέρουν διαπραγματευτικά όπλα στην ελληνική πλευρά. Ίσως η δύσκολη στάθμιση να δικαιολογεί εν μέρει και την καθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων.
Ενώ η συμφωνία για τις κορβέτες Doha εμφανιζόταν ως προϋπόθεση για να υπογραφεί αμυντικό σύμφωνο με την Ιταλία, το πρόγραμμα των ελικοπτέρων, πιο μακροπρόθεσμο στην υλοποίηση, θα μπορούσε να ωθήσει αποφασιστικά τη Ρώμη στο επιδιωκόμενο από την Αθήνα αμυντικό σύμφωνο. Υπάρχει βέβαια και η άλλη όψη. Εάν η γαλλική πρόταση για τις κορβέτες ικανοποιήσει την ελληνική πλευρά, έχει το πλεονέκτημα των οικονομιών κλίμακος λόγω ομοιοτυπίας. Θα μπορούσε, λοιπόν, στην Ιταλία να προσφερθεί ως αντάλλαγμα για την υπογραφή αμυντικού συμφώνου μόνο το συμβόλαιο για τα ελικόπτερα.
Εάν το Ναυτικό αντιμετώπιζε τις ναυπηγήσεις σε μακροπρόθεσμη βάση, θα μπορούσε να αποκτήσει υπόσταση και η πρόταση για επέκταση της συμφωνίας με τους Γάλλους για τις φρεγάτες. Το κόστος θα ήταν προφανώς μεγαλύτερο, αλλά πέραν της χρονικής επέκτασης υλοποίησης του προγράμματος με τη ναυπήγηση περισσοτέρων πλοίων από τα ελληνικά ναυπηγεία, θα μπορούσε να συνδυαστεί και με την αποδέσμευση μέρους των σχεδιαστικών δικαιωμάτων ως αντιστάθμισμα για την απουσία επένδυσης στην ελληνική ναυπηγική βιομηχανία. Πολλές παράμετροι πρέπει να συνυπολογιστούν.
Μια ακόμη θα ήταν και η διαφαινόμενη αύξηση του ενδιαφέροντος για στρατιωτικές ναυπηγήσεις από την πλευρά του εφοπλιστή Προκοπίου, μετά από συνομιλίες με τη γαλλική πλευρά και για την οριστικοποίηση της συμφωνίας ελέγχου των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Η γαλλική Naval Group προτιμάει το συγκεκριμένο ναυπηγείο και τον μελλοντικό ιδιοκτήτη του. Η μελλοντική ναυπήγηση στην Ελλάδα π.χ. έξι φρεγατών FDI HN (Belharra) θα αποκτούσε οικονομικό νόημα και για τους Γάλλους και για το Πολεμικό Ναυτικό. Κατά συνέπεια, θα μπορούσαν να ανοίξουν νέες προοπτικές με αμοιβαία επωφελή τρόπο. Μια τέτοια εξέλιξη, θεωρητικά, θα δημιουργούσε προβλήματα στην εξυγίανση των ναυπηγείων Ελευσίνας. Αυτό είναι ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί από τους Ιταλούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να προτείνουν στην Ελλάδα βιομηχανικά ανταλλάγματα εξίσου ενδιαφέροντα και ίσως πιο βιώσιμα από την εμπλοκή τους στην Ελευσίνα.
Η πρόθεση του Προκοπίου να ασχοληθεί με άλλους τομείς της ναυπηγικής, όπως προκύπτει από σειρά δημοσιευμάτων, σε συνδυασμό με τις πολύ μεγάλες μακροπρόθεσμες ανάγκες ναυπηγήσεων για το Πολεμικό Ναυτικό και το Λιμενικό Σώμα θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ευρύτερη συνεργασία για κατανομή έργου μεταξύ ναυπηγείων Σκαραμαγκά και Ελευσίνας. Βέβαια, ας μην λησμονούμε και την ελληνική συμμετοχή στο πρόγραμμα της “ευρωκορβέτας” όπου οι δυο υποψήφιοι προμηθευτές κορβετών στην Ελλάδα συνενώνουν τις δυνάμεις τους στο πλαίσιο της κοινοπραξίας Naviris (Naval Group & Fincantieri).
Όλες αυτές οι σκέψεις προκύπτουν από τη διαφαινόμενη θετική πρόθεση των Ιταλών για την υπογραφή προωθημένου αμυντικού συμφώνου με την Ελλάδα. Προς το παρόν βέβαια, η κατάσταση θυμίζει κινούμενη άμμο και τα ελληνικά οικονομικά προβλήματα δεν αφήνουν μεγάλες δυνατότητες μακροπρόθεσμων σχεδιασμών. Οι σχεδιασμοί, όμως, οφείλουν να αποκτήσουν μακροπρόθεσμο χαρακτήρα με τα πενταετή και με αυστηρή σειρά προτεραιότητας εξοπλιστικά προγράμματα να είναι μόνο η αρχή. Απαιτείται ένας ορθολογικός σχεδιασμός για την εξοπλιστικές ανάγκες της χώρας με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των επιχειρησιακών αναγκών, σε συνδυασμό με την απόσπαση όσο το δυνατόν περισσοτέρων ανταλλαγμάτων από τους προμηθευτές.
Με δεδομένη την μεγάλη ανάγκη του Ναυτικού για εκσυγχρονισμό των υφισταμένων υποβρυχίων αναερόβιας πρόωσης τύπου “Παπανικολής” (Type 214), αλλά και απόκτηση νέων για την αντικατάσταση υποβρυχίων με επιχειρησιακή προσφορά τεσσάρων και πέντε δεκαετιών, αυτό μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Δεδομένης της επιθυμίας υπογραφής αμυντικής συμφωνίας και με τη Γερμανία που θα αντιμετωπίζει και χρόνια σοβαρά προβλήματα του Στρατού, η υπόθεση θα μπορούσε να αποκτήσει άλλη γεωστρατηγική δυναμική. Το ψηφιδωτό των εξοπλιστικών προγραμμάτων προσεχώς θα εμπλέκει τα βιομηχανικά συμφέροντα τριών μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων, η βούληση των οποίων θα μπορούσε να διευκολύνει τις συζητήσεις με τις Βρυξέλλες. Καταληκτικά, ας μην ξεχνάμε ότι και τα περίφημα κέρδη από την αγορά ελληνικών ομολόγων θα μπορούσαν να διατεθούν με αμοιβαία επωφελή τρόπο, επί του ελληνικού γηπέδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου