Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα παραμένει ένα «σκαλοπάτι» κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, τουλάχιστον έως τη διεξαγωγή των δεύτερων εκλογών στις 25 Ιουνίου. Η επόμενη αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας είναι προγραμματισμένη για τις 4 Αυγούστου από τον οίκο Scope Ratings, ενώ ακολουθούν στις 8 Σεπτεμβρίου η DBRS Morningstar και στις 15 Οκτωβρίου η Moody’s. Ο φετινός κύκλος των αξιολογήσεων κλείνει με την Standard and Poor’s στις 20 Οκτωβρίου και ξανά τη Fitch την 1η Δεκεμβρίου.
Όπως επισημαίνει η Fitch στη νέα της έκθεση, η αξιολόγηση της Ελλάδας υποστηρίζεται από διαρθρωτικούς δείκτες, συμπεριλαμβανομένων των βαθμολογιών διακυβέρνησης, των δεικτών ανθρώπινης ανάπτυξης και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, που συγκαταλέγονται στους υψηλότερους ομότιμους υπο-επενδυτικού βαθμού. Αυτά τα πλεονεκτήματα αντιστοιχούν στις κληρονομιές της κρίσης δημόσιου χρέους, οι οποίες περιλαμβάνουν μεγάλα αποθέματα δημόσιου και εξωτερικού χρέους, καθώς και χαμηλές μεσοπρόθεσμες δυνατότητες ανάπτυξης, αλλά και ευπάθειες στον τραπεζικό τομέα.
Η Fitch αναθεώρησε την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ στο 2,3% το 2023 (από 0,9%), χάρη στη θετική επίδραση μεταφοράς (δεδομένης της πολύ ισχυρότερης από την αναμενόμενη απόδοση το δ’ τρίμηνο του 2022) και στους μειωμένους ενεργειακούς κινδύνους. Ο αμερικανικός οίκος εξακολουθεί να αναμένει ότι η κατανάλωση των νοικοκυριών θα επιβραδυνθεί σημαντικά φέτος, αντανακλώντας στον αντίκτυπο του πληθωρισμού και της μειωμένης πιστωτικής ζήτησης. Αντίθετα, η αύξηση των επενδύσεων θα παραμείνει σταθερή χάρη στην «απορρόφηση» κεφαλαίων στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), ενώ τομείς όπως ο τουρισμός θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις εξαγωγές.
Η Fitch αναμένει ότι η ελληνική οικονομία θα επεκταθεί κατά 2% με 2,5% την περίοδο 2024-2026, με κινητήρια δύναμη τις επενδύσεις και την ανάκαμψη της κατανάλωσης των νοικοκυριών. Οι προβλέψεις του οίκου στηρίζονται στην υπόθεση ότι οι ελληνικές αρχές θα συνεχίσουν να επιτυγχάνουν ορόσημα και στόχους στο πλαίσιο του RRF, το οποίο είναι η βασική «άγκυρα» για την απελευθέρωση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων σε βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη βάση. Η αντιμετώπιση του δημογραφικού παραμένει μια σημαντική διαρθρωτική πρόκληση, με τις προγραμματισμένες εργασιακές μεταρρυθμίσεις να είναι ζωτικής σημασίας για την άνοδο των ποσοστών συμμετοχής.
Μείωση του ελλείμματος
Η Fitch κάνει λόγο για συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης το 2023, αντανακλώντας εν μέρει μια καλύτερη αρχική θέση, δεδομένου ότι το έλλειμμα ήταν χαμηλότερο από το αναμενόμενο το 2022. Ο οίκος αξιολόγησης προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα αυξηθεί στο 1% του ΑΕΠ (και στο 2% το 2024), με τους βραχυπρόθεσμους καθοδικούς κινδύνους να περιορίζονται σε μεγάλο βαθμό, δεδομένης της ισχυρής αύξησης των εσόδων τους πρώτους μήνες του έτους (τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν κατά 12% σε ετήσια βάση την περίοδο Ιανουάριος-Απρίλιος).
Το πρόγραμμα σταθερότητας προβλέπει συνεχή βελτίωση στα δημόσια οικονομικά μέχρι το 2026, με το πρωτογενές πλεόνασμα να αυξάνεται στο 2,5% και το δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ να μειώνεται κατά 38 ποσοστιαίες μονάδες το 2022-2026. Το πρόγραμμα υπογραμμίζει την ευρεία δέσμευση των αρχών στη δημοσιονομική σύνεση, με ορισμένες μεταρρυθμίσεις (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιοποίησης των εσόδων) που ενδέχεται να προσφέρουν ορισμένες διαρθρωτικές βελτιώσεις. Ωστόσο, η Fitch διαπιστώνει κινδύνους όπως η ασθενέστερη ανάπτυξη και οι αυξανόμενες απαιτήσεις για δαπάνες. Η συνεχής συγκράτηση των δαπανών μπορεί να αποδειχθεί πιο απαιτητική μετά την πλήρη εκκαθάριση των προσωρινών μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας ή εάν η αύξηση των εσόδων επιβραδυνθεί σημαντικά.
Πτώση χρέους - Σταθερές συνθήκες χρηματοδότησης
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο βελτίωσης της δημοσιονομικής στάσης και σταθερής ονομαστικής ανάπτυξης της Fitch, ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ θα μειωθεί στο 162,2% το 2023 και στο 154,4% το 2024, σε μια προβλεπόμενη πτώση 50 ποσοστιαίων μονάδων από το υψηλό του 206% που κατεγράφη το 2020 (αλλά ακόμα τρεις φορές πάνω από τη διάμεση τιμή «BB» του 55,6%). Οι σταθερές συνθήκες χρηματοδότησης, οι περιορισμένες ανάγκες μετατροπής χρέους και η σημαντική ταμειακή θέση (κοντά στα 35 δισεκατομμύρια ευρώ) θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τη διαχείριση του χρέους. Ο συνδυασμός των μεγάλων προθεσμιών και της ενεργής στρατηγικής αντιστάθμισης σημαίνει ότι το κόστος των επιτοκίων θα παραμείνει σε γενικές γραμμές αμετάβλητο, αν και θα μπορούσε να αυξηθεί κάποια χρηματοδοτική πίεση εάν η Ελλάδα αποφασίσει να αξιοποιήσει πιο επιθετικά τις κεφαλαιαγορές.
«Χαλάρωση» των πληθωριστικών πιέσεων
Η Fitch προβλέπει ότι ο ετήσιος εναρμονισμένος πληθωρισμός θα μειωθεί στο 4% το 2023 και στο 1,9% το 2024, δεδομένων των επιπτώσεων της βάσης και της συγκράτησης της οικονομικής δραστηριότητας. Ορισμένοι ανοδικοί κίνδυνοι είναι πιθανό να επιμείνουν, δεδομένων των πιέσεων από τον πυρήνα του πληθωρισμού (ο οποίος είναι πλέον πάνω από το ονομαστικό επιτόκιο γύρω στο 6%). Η δυναμική της αγοράς εργασίας θα υποστηρίξει την ταχύτερη αύξηση των μισθών φέτος (πάνω από 6%), αλλά οι κίνδυνοι ενός σπιράλ μισθού-τιμής είναι περιορισμένοι.
Έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών
Μια προβλεπόμενη μείωση των εισαγωγών (λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας και της ασθενέστερης εγχώριας ζήτησης) θα οδηγήσει σε σταδιακή μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (CAD) την περίοδο 2023-2024 (αφού έφθασε στο υψηλό 12 ετών του 9,7% του ΑΕΠ το 2022). Το έλλειμμα CAD (το οποίο αναμένεται να είναι κατά μέσο όρο 6,5% τα επόμενα δύο χρόνια) θα χρηματοδοτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις αυξανόμενες καθαρές εισροές ΑΞΕ (Άμεσες Ξένες Επενδύσεις) και τις μεταφορές στην ΕΕ, μειώνοντας έτσι τους εξωτερικούς κινδύνους ευπάθειας. Ο οίκος προβλέπει ότι η καθαρή θέση του εξωτερικού χρέους θα παραμείνει υψηλή (παρά τη μέτρια πτώση στο 115,6% του ΑΕΠ το 2024), αν και η συμπερίληψη των υποχρεώσεων της κεντρικής τράπεζας σημαίνει ότι η έκθεση είναι πιο περιορισμένη.
Τραπεζικός τομέας
Η ραγδαία βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού συνεχίστηκε το δ’ τρίμηνο του 2022, με τον δείκτη των μη εξυπηρετούμενων δανείων να υποχωρεί στο 8,2% σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Η Fitch αναμένει περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, αλλά με πιο ήπιο ρυθμό, καθώς οι συναλλαγές διάθεσης περιουσιακών στοιχείων είναι πιθανό να είναι μικρότερες και η συνολική οικονομική δραστηριότητα να επιβραδύνεται. Οι θέσεις ρευστότητας και κεφαλαίου του κλάδου είναι σταθερές, χωρίς δευτερογενείς επιπτώσεις μέχρι στιγμής από παγκόσμιες τραπεζικές ταραχές το α’ τρίμηνο του 2023. Η πιστωτική ανάπτυξη έχει αποδυναμωθεί το 2023, εν μέρει καθώς επιβραδύνθηκε ο εταιρικός δανεισμός, αλλά η Fitch προβλέπει ότι θα επιταχυνθεί καθώς η ανάπτυξη αρχίζει να ενισχύεται το β’ εξάμηνο του 2023.
Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναβάθμιση
Δημοσιονομικά: Εμπιστοσύνη σε μια μετεκλογική δημοσιονομική πολιτική που οδηγεί σε σταθερή καθοδική πορεία του λόγου δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.
Μακροοικονομικά: Βελτίωση της μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής δυναμικής και των επιδόσεων, για παράδειγμα, λόγω της υψηλότερης επενδυτικής δυναμικής ή/και της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υποβάθμιση
Δημοσιονομικά: Διατηρούμενη ανοδική τάση του δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ, για παράδειγμα λόγω διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης, της ασθενούς ανάπτυξης ή της υλοποίησης ενδεχόμενων υποχρεώσεων από τον τραπεζικό τομέα.
Μακροοικονομικά: Ανανεωμένοι δυσμενείς κραδασμοί στην ελληνική οικονομία που επηρεάζουν την οικονομική ανάκαμψη ή τη μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου