Δείγμα γραφής δίνει η νέα τουρκική κυβέρνηση και ο νέος υπουργός Εξωτερικών Χ. Φιντάν, καθώς μετά τις γενικές κατευθύνσεις και προτεραιότητες που έδωσε το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας που συνεδρίασε την Πέμπτη υπό τον Τ. Ερντογάν, γίνονται συγκεκριμένες κινήσεις που αφορούν τόσο στις περιφερειακές κρίσεις όσο και στο μείζον ζήτημα της αποκατάστασης των σχέσεων με τη Δύση και τις ΗΠΑ.
Ο Χ.Φιντάν που προετοιμάζει την κρίσιμη συνάντηση με τη Σουηδία και το ΝΑΤΟ στις 12 Ιουλίου που θα καθορίσει και την κατάληξη του παζαριού που είναι σε εξέλιξη για την άρση του τουρκικού βέτο, βάζει σε προτεραιότητα την κατάσταση στη Συρία αλλά και τη Λιβύη.
Χθες, συναντήθηκε σε μια από τις πρώτες συναντήσεις του με τη νέα ιδιότητα του, με τον πρόεδρο του Κρατικού Συμβουλίου της Λιβύης, Αλ Μίσρι, με τον οποίο συζήτησε τις εξελίξεις στη Λιβύη τις οποίες η Τουρκία επιδιώκει να χειραγωγήσει διατηρώντας την ισχυρή επιρροή της στη χώρα. Ο Αλ Μίσρι βρίσκονταν τις προηγούμενες ημέρες στο Μαρόκο για να διαμορφώσει το κείμενο συμφωνίας με τον πρόεδρο της Βουλής Α. Σάλεχ που θα μπορούσε να οδηγήσει σε εκλογές.
Σύμφωνα με τουρκικά ΜΜΕ, ο Χ. Φιντάν μόλις ανέλαβε τα καθήκοντα του συνέστησε ειδική ομάδα στο τουρκικό ΥΠΕΞ για να διαμορφώσει τους φακέλους «προσανατολισμένους σε λύση» στα ζητήματα της Συρίας, των σχέσεων με την Ελλάδα, την Αρμενία, την Λιβύη και τον ρόλο της Τουρκίας ως μεσολαβητή μεταξύ της Βαγδάτης και του Ερμπίλ.
Η Συρία βεβαίως και η προοπτική συνάντησης Ερντογάν - Άσαντ και το άνοιγμα του δρόμου για υλοποίηση της προεκλογικής εξαγγελίας του Ερντογάν για «εθελοντική» επιστροφή χιλιάδων Σύρων προσφύγων. Την Παρασκευή στην Άγκυρα πραγματοποιήθηκαν «περιφερειακές διαβουλεύσεις» υπό τον αναπληρωτή υπουργό εξωτερικών, Μπουράκ Ακσαπάρ, με τη συμμετοχή υψηλού επιπέδου εκπροσώπων από τη Γαλλία, τη Γερμανία την Ιταλία, την Ισπανία, την ΕΕ, και τα Ηνωμένα Έθνη, χωρίς να ανακοινωθεί το αντικείμενο αυτών των επαφών. Είναι πάντως και αυτή μια ένδειξη της προσπάθειας της νέας τουρκικής κυβέρνησης να στείλει το μήνυμα για τη διάθεση της να επανεμπλακεί σε διαβούλευση και συνεργασία με τη Δύση και ειδικά με την ΕΕ για μείζονα περιφερειακά θέματα.
Πρώτη προτεραιότητα όμως υποχρεωτικά για την Άγκυρα είναι πλέον η υπόθεση των F16 και της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, η οποία είναι σημαντική όχι μόνο γιατί το ζήτημα έχει εξελιχθεί σε παιγνίδι ισχύος, αλλά και για λόγους ουσιαστικούς που αφορούν το αξιόμαχο της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας, αλλά και την αποκατάσταση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και τη Δύση.
Με δεδομένο ότι έναν χρόνο μετά τη Σύνοδο Κορυφής της Μαδρίτης και της συμφωνίας που είχε υπάρξει για την ένταξη της Φιλανδίας και της Σουηδίας η ένταξη της δεύτερης παραμένει ακόμη μπλοκαρισμένη από το τουρκικό βέτο, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος πλέον εάν δε βρεθεί άμεσα λύση η Συμμαχία να μην μπορέσει να υποδεχθεί ως νέο κράτος - μέλος τη Σουηδία στη Σύνοδο Κορυφής του Βίλνιους στις 11-12 Ιουλίου. Έτσι, η συνάντηση Τουρκίας - Σουηδίας - ΝΑΤΟ στις 12 Ιουνίου έχει κρίσιμο χαρακτήρα.
Η Σουηδία, και με τον νέο αντιτρομοκρατικό νόμο, αλλά και με την απόφαση πριν λίγες ημέρες καταζητούμενου ως «τρομοκράτη» από την Τουρκία θεωρεί ότι έχει εκπληρώσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει. Όμως ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται τη διασύνδεση που γίνεται με την άρση του τουρκικού βέτο με την υπόθεση των F-16 και δεν είναι διατεθειμένος να δώσει το πράσινο φως στη Στοκχόλμη εάν πριν δεν εξασφαλίσει τα F16. Και θα ήθελε μια τέτοια εξέλιξη να σφραγιστεί σε μια συνάντηση του με τον πρόεδρο Μπάιντεν η οποία πάντως δεν προβλέπεται πριν από το Βίλνιους.
Στην Άγκυρα γνωρίζουν καλά ότι ακόμη κι αν ο πρόεδρος Μπάιντεν ανακοινώσει την πώληση των νέων F16 και των κιτ για την αναβάθμιση των παλιών, θα πρέπει να ξεπερασθεί και ο σκόπελος του Κογκρέσου, του οποίου κορυφαία στελέχη που διατηρούν δικαίωμα «παγώματος» της συμφωνίας έχουν εκφράσει την αντίθεση τους στη συμφωνία αυτή. Έτσι, ο κ. Ερντογάν θα κινδύνευε στην αρχή της νέας θητείας του και στην αφετηρία του «Αιώνα της Τουρκίας» να βρεθεί στην εξαιρετικά δύσκολη θέση, να έχει ο ίδιος άρει το βέτο στη Σουηδία χωρίς να πάρει τα F16.
Στο Κογκρέσο, μετά και τη χθεσινή ηχηρή παρέμβαση του επικεφαλής των Δημοκρατικών της Γερουσίας, Τζακ Σούμερ, είναι προφανές ότι παραμένει το εντελώς αρνητικό κλίμα απέναντι στο αίτημα της Τουρκίας. Μετά τον Μ. Μενέντεζ ο οποίος σταθερά θέτει γενικότερους όρους και προϋποθέσεις, πέραν της Σουηδίας, για την αποδέσμευση των F16 στην Τουρκία, συνδέοντας και με την επιθετική στάση της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας, η παρέμβαση του Τ. Σούμερ είναι καταλυτική: «… Η Τουρκία αποτελεί σημαντική απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια και πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αντισταθούμε στην επιθετικότητά της στη Μέση Ανατολή και στις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου.
Η αντίληψη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εμπιστεύονται την Τουρκία ότι σέβεται τους παγκόσμιους κανόνες και τη διεθνή τάξη δεν είναι μόνο επικίνδυνη, αλλά θέτει σε κίνδυνο την ασφάλειά μας και των συμμάχων μας. Πιστεύω ακράδαντα ότι οι ΗΠΑ και η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να προχωρήσουν σε διπλωματικές ενέργειες που θα διασφαλίσουν ότι η Τουρκία θα λογοδοτήσει για τυχόν αδικήματα που μπορεί να διαπράξει. Τελικά, θα εναπόκειται στο Κογκρέσο να αξιολογήσει τις επιπτώσεις αυτής της προτεινόμενης πώλησης όπλων και κατά πόσο είναι προς το καλύτερο συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων μας ….».
Οι ελληνοαμερικανικές οργανώσεις συνεχίζουν τη μάχη και είναι προφανές ότι υπάρχουν πολλές «γραμμές άμυνας», ενόψει και του ρόλου των Ελληνοαμερικανών αλλά και της Αρμενικής και Εβραϊκής Διασποράς στην προεκλογική χρονιά που ανοίγει το φθινόπωρο στις ΗΠΑ.
Και ακόμη κι αν δεν καταστεί δυνατό να επισημοποιηθούν όροι που συνδέονται με τη στάση της Τουρκίας έναντι των γειτόνων της στην πώληση των F-16, είναι ήδη σημαντικό κέρδος ότι με την καμπάνια των τελευταίων ετών για τα F-16 αλλά και τα F-35, οι ελληνικές θέσεις έχουν γίνει γνωστές στο Κογκρέσο και έχει καταδειχθεί ο αποσταθεροποιητικός ρόλος του τουρκικού αναθεωρητισμού.
Συγχρόνως το διάστημα αυτό της αντιπαράθεσης Τουρκίας - ΗΠΑ, δόθηκε η μοναδική ευκαιρία για ουσιαστική αναβάθμιση των Ελληνοαμερικανικών σχέσεων που δεν αφορούν μόνο την ενίσχυση του αμερικανικού στρατιωτικού αποτυπώματος στην Ελλάδα με αιχμή και την Αλεξανδρούπολη, αλλά και τη δρομολόγηση της αγοράς των F-35 που θα δώσουν στρατηγικό πλεονέκτημα στην ισορροπία αεροπορικής ισχύος στο Αιγαίο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου