Στους ίδιους βηματισμούς κινείται η Αθήνα ενόψει και του γεγονότος ότι παραμένει η ίδια η κυβέρνηση. Εκείνο που προέχει για εμάς στην Κύπρο, είναι η διαχείριση από πλευράς της κυβέρνησης των Αθηνών, των ελληνοτουρκικών και του Κυπριακού.
Η κυβέρνηση των Αθηνών, παρά τις όποιες γνωστές, επαναλαμβανόμενες, δημόσιες τοποθετήσεις, τις θέσεις κλισέ, κατά βάθος- αυτή είναι η εντύπωση- θέλει να κρατά κάποιες αποστάσεις. Κάποιοι ενδεχομένως να θεωρούν το Κυπριακό εμπόδιο στη βελτίωση των σχέσεων με την κατοχική Τουρκία. Πρόκειται, βέβαια, για επιδερμική και ανιστόρητη προσέγγιση. Χωρίς την επίλυση του Κυπριακού δύσκολα μπορούν να αποκατασταθούν πλήρως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Κάποιες φορές, κατά την προηγούμενη τετραετία, υπήρξαν «παραινέσεις» να… χαμηλώσει τους τόνους η Λευκωσία. Ή να μην προβαίνει σε ενέργειες (!), οι οποίες να επηρεάζουν το κλίμα. Και εννοούσαν τα όσα διαδραματίζονταν στην Ανατολική Μεσόγειο με πρωταγωνίστρια, την ταραχοποιό Τουρκία. Ένα άλλο παράδειγμα, που δείχνει διαφορετική προσέγγιση, ήταν και η διαχείριση σε σχέση με τη θέση της Γενικής Γραμματείας του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού ( ΙΜΟ), που ως γνωστό η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να στηρίξει τον Τούρκο υποψήφιο. Και έχει και σε αυτή την περίπτωση, σημασία πώς χειρίστηκε η Αθήνα την διαφορετική στάση της Λευκωσίας. Η τελευταία στήριξε τις αποφάσεις της στις πραγματικότητες, που αφορούν τη συνεχιζόμενη κατοχή εδαφών της από την Τουρκία. Από την άλλη, η Αθήνα υιοθέτησε μια περιστασιακή προσέγγιση, στηριγμένη σε ψευδαισθήσεις και άστοχους τακτικισμούς.
Πρώτα ( νέα) δείγματα γραφής αναμένονται από τη συνάντηση Μητσοτάκη- Ερντογάν, που θα πραγματοποιηθεί στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ ( 11-12 Ιουλίου στο Βίλνιους της Λιθουανίας). Εκεί προφανώς θα υπάρξει μια πρώτη προσπάθεια διερεύνησης των εκατέρωθεν προθέσεων. Έχουν καιρό να τα πουν οι δυο τους. Δεκαπέντε μήνες πέρασαν από τη συνάντηση στο Βόσπορο. Αλλά δεν είναι αυτό, που δημιουργεί το καλό ή το κακό κλίμα μεταξύ των δυο. Η απουσία, δηλαδή, συναντήσεων και επαφών. Μπορεί η μετασεισμική αποκλιμάκωση να ευνόησε τόσο την Άγκυρα όσο και την Αθήνα, για διαφορετικούς λόγους, αλλά τα προβλήματα δεν έχουν εξαφανιστεί. Η Τουρκία εξακολουθεί να προωθεί επεκτατικές πολιτικές. Η αναθεωρητική πολιτική αποτελεί- σταθερά και ως φαίνεται αμετακίνητα- την εθνική στρατηγική της κατοχικής δύναμης.
Η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, στην πράξη, θα βοηθήσει το Κυπριακό. Αυτό, όμως, θα ισχύσει μόνο εάν η Άγκυρα εγκαταλείψει τελικώς τις πολιτικές της σε βάρος Ελλάδος και Κύπρου, τις παράλογες και παράνομες αξιώσεις της. Η Αθήνα δεν μπορεί να βάλει στο συρτάρι της, τις όποιες παράνομες αξιώσεις της κατοχικής δύναμης και να επιχειρεί να βελτιώσει τις σχέσεις της με την Άγκυρα. Η Αθήνα με πολύ πιο ισχυρά εργαλεία από ότι η Λευκωσία, θα μπορεί να φέρει τις συζητήσεις, σε κάποιο βαθμό, στα μέτρα της. Πολύ πιθανόν και ενόψει του γεγονότος ότι η Τουρκία έχει και το ανοικτό μέτωπο με το θέμα της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ο Ερντογάν να θελήσει να γίνει σε επίπεδο εντυπώσεων, «ένα βήμα μπροστά». Μπορεί να ανακοινωθεί, για μια ακόμη φορά, η επανεκκίνηση των επαφών μεταξύ των δυο χωρών. Αυτό έχει ξαναγίνει. Πρώτα σε υπηρεσιακό επίπεδο, στη συνέχεια σε πολιτικό. Αυτές οι συζητήσεις προφανώς και δεν έχουν κανένα νόημα, εάν και εφόσον η κατοχική δύναμη, επιμένει να θέτει και να επιμένει στις παράνομες αξιώσεις της. Τέτοια θέματα, που αποτελούν «κόκκινη γραμμή» για την εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση, συνιστούν σημείο μη εκκίνησης. Σε αυτές τις κινήσεις πρέπει να μπαίνει στην εξίσωση και το Κυπριακό, παρόλο που δεν είναι ελληνοτουρκική διαφορά.
Η νέα ηγεσία του ελληνικού ΥΠΕΞ βρέθηκε στη Λευκωσία χθες. Στις δημόσιες τοποθετήσεις ειπώθηκαν τα αναμενόμενα, ίσως και λιγότερα. Θα κριθεί στην πράξη, αρχίζοντας με την προσπάθεια αποτροπής της «εξαφάνισης» της Κυπριακής Δημοκρατίας από τους χάρτες του ΝΑΤΟ. Πρώτη δοκιμή σε αυτό το πεδίο, η δεύτερη θα αφορά το πλαίσιο των συζητήσεων με την κατοχική δύναμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου