Eurofighter bazaar – Η Τουρκία ανακατεύει άλλη μια φορά την τράπουλα και κάνει άνω – κάτω την αμήχανη Δύση! Ο ντροπιαστικός για μία χώρα όπως η Βρετανία, τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε ο Έλληνας πρωθυπουργός από τον Βρετανό ομόλογό του, είναι αποκαλυπτικός της οδού της παρακμής στην οποία βρίσκεται καταφανώς η άλλοτε κραταιά βρετανική αυτοκρατορία.
Δεν χρειάζεται καν να ανοίξει κανείς συζήτηση για την απώλεια ελέγχου στο πρόβλημα της μετανάστευσης και των φαινομένων σήψης και παρακμής που έχουν γίνει ορατά στον μέσο Ευρωπαίο πολίτη… Η συμπεριφορά της βρετανικής κυβέρνησης είναι όμως ταυτόχρονα αποκαλυπτική της επένδυσης που επιχειρείται στις σχέσεις με την Τουρκία, μια απόπειρα στην οποία αποδίδεται η στήριξη που παρέχεται στη χώρα του Ερντογάν και εμμέσως στις κάθε λογής διεκδικήσεις της, όχι μόνο έναντι της Ελλάδας. Συνολικά όμως, οι Βρετανοί ανέχονται τον αναθεωρητικό της παροξυσμό που στρέφεται εναντίον της επίσημης πολιτικής του ΝΑΤΟ, στο οποίο η Βρετανία στηρίζει την ασφάλειά της. Είναι όμως μακριά το μέτωπο…
Του Στέργιου Δ. Θεοφανίδη
Παρά τις πομπώδεις δηλώσεις πολλών αναλυτών -εντός ή εκτός εισαγωγικών- στη χώρα μας περί διεθνούς απομόνωσης της Τουρκίας, η επαίσχυντη βρετανική συμπεριφορά και η πραγματικότητα έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι τα πάντα στη διεθνή πολιτική είναι πολύ πιο σχετικά. Καθοριστικός παράγων είναι το συμφέρον, με την οικονομική του διάσταση να καταλαμβάνει την πρωτοκαθεδρία, καθώς διερχόμαστε εποχές παγκόσμιας κρίσης. Αυτό που είναι δεδομένο, είναι ότι η Τουρκία αντιμετωπίζει πλέον -και αντιμετωπίζεται από- τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις ως ίσος προς ίσον. Παράλληλα, δεν διστάζει να προκαλέσει ακόμα και τις ίδιες τις ΗΠΑ!
Όσον αφορά δε την πρόθεση αγοράς μαχητικών Eurofighter για την τουρκική Αεροπορία (THK), την οποία έχει εκδηλώσει για άλλη μία φορά, επιχειρεί -με σημαντικές πιθανότητες να το καταφέρει…- να υποκινήσει έναν ανηλεή ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης. Η επιτομή της στρατηγικής του διαίρει και βασίλευε… Σε αυτό το πλαίσιο, εάν η υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα προσβάλουν τους Έλληνες, η βρετανική στάση κινείται μετωπικά σε βάρος της ελληνικής εθνικής ασφάλειας. Ο λόγος είναι εξαιρετικά απλός…
Έχοντας αποδεσμεύσει κρίσιμες τεχνολογίες στο πρόσφατο παρελθόν στον τομέα των οπλισμένων UAV, στην Τουρκία, η Βρετανία βρίσκεται σε διαμάχη με τη Γερμανία, στο πλαίσιο ενός ανταγωνισμού άσκησης -επικερδούς- επιρροής στη γειτονική μας χώρα. Δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι η γερμανική στάση είναι πολύ πιο έντιμη, στο μέτρο που από το 2017 ίσχυσε, άτυπα, εξοπλιστικό εμπάργκο που έπληξε εκατοντάδες μικρότερα και μεγαλύτερα προγράμματα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Στην ενδοευρωπαϊκή αυτή διαμάχη, ο Ερντογάν επιδιώκει να εμπλέξει και τις ΗΠΑ, μέσω της εκδήλωσης “ενδιαφέροντος” για τα Eurofighter, αξιοποιώντας το “ευρωμαχητικό” ως ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί.
Οι Γερμανοί, όπως και στο παρελθόν, δεν επιθυμούν αύξηση της βρετανικής παρουσίας και επιρροής στα τουρκικά εξοπλιστικά προγράμματα, αλλά και τη βιομηχανία της Τουρκίας, για ευνόητους λόγους. Γι’ αυτό και προς το παρόν αρνούνται την πώληση Eurofighter στην Τουρκία. Αργά ή γρήγορα όμως, είναι πιθανό το να υποκύψουν στις πιέσεις που ασκούνται από τις κυβερνήσεις των άλλων χωρών – μελών της κοινοπραξίας Eurofighter GmbH, αλλά και από την ίδια τη γερμανική βιομηχανία. Το Eurofighter ως πρόγραμμα έχει ανάγκη από εξαγωγές. Η δε επιβίωση του προγράμματος, είναι σαφέστατα ζήτημα “σκληρού” εθνικού συμφέροντος για όλους, άρα και για τους Γερμανούς.
Η παραγγελία 40 μαχητικών είναι πολύ σημαντική προοπτική, καθώς πέρα από τα αμερικανικά F-35 και F-15EX (ενίοτε και το F/A-18E/F Super Hornet Block III), το Eurofighter έχει να αντιμετωπίσει και τον ανταγωνισμό του γαλλικού Rafale. Αυτό ακριβώς το δεδομένο επιδιώκει να εκμεταλλευτεί η Τουρκία, προκειμένου μαζί με την αγορά των Eurofighter να πιέσει διαπραγματευτικά με στόχο να εξασφαλίσει κινητήρα και κρίσιμα συστήματα για τον εξοπλισμό του δικού της ΚΑΑΝ (πρώην TF-X). Αυτός είναι ο απώτερος σκοπός, καθότι οι Τούρκοι ποτέ δεν έκρυψαν ότι η ελαχιστοποίηση της εξάρτησης από διεθνείς εξοπλιστικούς προμηθευτές συνιστά απόλυτη προτεραιότητα. Γι’ αυτό δεν διστάζουν να πληρώνουν πολύ ακριβότερα, αρκεί να εξασφαλίσουν πρόσβαση στην τεχνογνωσία.
Σε αντίθεση με την Ελλάδα επομένως, η Τουρκία θα αποπειραθεί αν επωφεληθεί τα μέγιστα από μία δαπάνη που θα ξεπεράσει τα οκτώ ή εννέα δισ. δολάρια, προκειμένου να αναπτύξει και να ενισχύσει περαιτέρω την αεροδιαστημική της βιομηχανία. Κι αυτό είναι κάτι που δεν -δεν θα έπρεπε να- το επιθυμεί και να το υποστηρίζει κοντόφθαλμα κανείς. Όλοι για πελάτες ψάχνουν… Βρετανοί, Γάλλοι, Αμερικανοί, Γερμανοί. Πελάτες όπως η Ελλάδα, όχι όπως η Τουρκία, που πλέον δεν αρκείται απλά και μόνο στο βιομηχανικό έργο.
Όπως προαναφέρθηκε, διεξάγει σκληρές διαπραγματεύσεις, απαιτώντας την αποδέσμευση κρίσιμων τεχνολογιών και την πρόσβαση σε πηγαίο κώδικα (source code), με σκοπό την ενσωμάτωση και πιστοποίηση δικών της όπλων σε οποιαδήποτε πλατφόρμα. Πρόκειται για πάγια τακτική που εφαρμόζεται τα τελευταία 25 τουλάχιστον χρόνια, αποδεικνύοντας ότι η νεοθωμανική Τουρκία κινείται συντεταγμένα, με βάση συγκεκριμένο σχέδιο. Αυτό αποδεικνύει η ιστορία της επιλογής και αγοράς νέου επιθετικού ελικοπτέρου για τον τουρκικό στρατό, αλλά και το ίδιο το ιστορικό του τουρκικού προγράμματος F-35.
H διαδικασία επιλογής νέου επιθετικού ελικοπτέρου από την Τουρκία ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ΄90 για να καταλήξει δέκα σχεδόν χρόνια αργότερα στην αγορά ολόκληρου του προγράμματος (πλήρης πρόσβαση σε όλα τα συστήματα και δικαιώματα κατασκευής εγχώρια και πώλησης…) T-129 (ATAK). Μήπως τελικά και στο πρόγραμμα F-35, η Τουρκία δεν δίστασε να αναλάβει το κόστος απώλειας βιομηχανικού έργου αξίας 12 δισ. δολαρίων, προκειμένου να μην υπονομεύσει μελλοντικά τη διαπραγματευτική της ισχύ, έχοντας καταγράψει υποχώρηση σε ένα ζήτημα προμήθειας κύριου οπλικού συστήματος.
Σε αυτή την περίπτωση το ζήτημα αφορούσε την επιλογή συστήματος αντιαεροπορικής και αντιβληματικής προστασίας. Κατέληξε στο να επιλέξει το ρωσικό S-400 Triumf, επειδή -κατά δήλωση- οι υποψήφιοι δυτικοί προμηθευτές δεν αποδέσμευσαν την τεχνολογία; Παρόλο που ούτε οι Ρώσοι αποδέσμευσαν τη δική τους… ενώ είχε προηγηθεί η επιλογή του κινεζικού HQ-9 (εξαγωγική κωδικοποίηση συστήματος: FD-2000). Αναπάντητο βέβαια παραμένει και το ερώτημα γιατί δεν επέμειναν σε αυτή την επιλογή, καθώς οι Κινέζοι αποδέσμευαν το σύνολο της τεχνολογίας.
Σε κάθε περίπτωση, στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο εντάσσεται και η διαπραγμάτευση που έχει ήδη ξεκινήσει, σύμφωνα με διεθνείς πηγές, για την αγορά μαχητικών Eurofighter. Και εδώ ακριβώς είναι που υπεισέρχεται και ο αμερικανικός παράγοντας, κάνοντας την εξίσωση ακόμα πιο περίπλοκη. Οι Αμερικανοί πολύ δύσκολα θα άφηναν μία αγορά μαχητικών όπως η τουρκική, την οποία ελέγχουν μέχρι σήμερα απόλυτα, να χαθεί μέσα από τα χέρια τους. Γιατί αυτό θα σηματοδοτήσει ενδεχόμενη τοποθέτηση παραγγελίας – δαπάνης ύψους 10 περίπου δισ. δολαρίων για την αγορά 40 Eurofighter Tranche 4 ή Tranche 5. Μαζί με τη δαπάνη πέντε ή και περισσότερων δισ. δολαρίων για την αγορά ευρωπαϊκών αεροφερόμενων όπλων.
Τα ποσά που αναγράφονται δεν είναι σε καμία περίπτωση υπερβολικά, δεδομένου ότι η ΤΗΚ θα πρέπει να “στήσει” υποδομές υποστήριξης, εκπαίδευσης και συντήρησης από το μηδέν, για την αξιοποίηση του νέου τύπου. Θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι οι Αμερικανοί θα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να μπλοκάρουν τη διαδικασία. Πολλά από τα απάρτια συστημάτων του Eurofighter, ακόμη και ολόκληρα υποσυστήματα, είναι αμερικανικής κατασκευής, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στο Rafale, στο οποίο δεν υπάρχει ούτε βίδα αμερικανικής κατασκευής. Το ίδιο δε ισχύει και με ορισμένα ευρωπαϊκά όπλα…
Η τελική αδειοδότηση της πώλησης Eurofighter στην Τουρκία επομένως, περνά και από τις ΗΠΑ! Αυτό όμως καταλήγει σε ισχυρό επιχείρημα προς το Κογκρέσο για να αποδεσμεύσει τα F-16. Σε αυτό το σημείο, η Τουρκία θα έχει πετύχει τον στόχο της! Υπενθυμίζεται ότι τόσο στην περίπτωση του Κουβέιτ, όσο και του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας, η αδειοδότηση πώλησης Eurofighter πέρασε και από τις ΗΠΑ ως διαδικασία.
Να υπενθυμιστεί βέβαια με την ευκαιρία, ότι η Σαουδική Αραβία που σήμερα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος χρήστης μαχητικών F-15 παγκοσμίως, μετά τις ΗΠΑ, πολύ πρόσφατα ζήτησε οικονομικά και τεχνικά στοιχεία για την αγορά 54 μαχητικών Rafale διαμόρφωσης F4 από τη Γαλλία, για να παρακάμψει όχι μόνο τη γερμανική άρνηση αποδέσμευσης Eurofighter, αλλά και μία ενδεχόμενη αμερικανική. Διότι και οι Σαουδάραβες αντιμετωπίζουν προβλήματα στις διμερείς τους σχέσεις με την Ουάσινγκτον…
Η Τουρκία, εν κατακλείδι, μέσω του προγράμματος Eurofighter επιδιώκει για άλλη μία φορά να ξεκινήσει ένα ανατολίτικο παζάρι που θα κάνει άνω – κάτω τη Δύση. Όπως προαναφέρθηκε, ανακατεύει την τράπουλα, επενδύοντας στην παλιά, δοκιμασμένη και γενικώς αποτελεσματική τακτική του “διαίρει και βασίλευε”. Εάν τελικά καταλήξει σε συμφωνία με τους Βρετανούς για τα Eurofighter και την παροχή κινητήρα και κρίσιμων συστημάτων για το τουρκικό μαχητικό ΚΑΑΝ, μήπως θα έχει ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου για τη Δύση, υποκινώντας έναν ανηλεή ανταγωνισμό (θεμιτό και αθέμιτο) εντός του ΝΑΤΟ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου